Η ΔΗΠΑΚ το Σάββατο 26 Νοέμβρη με ανακοίνωσή της που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ», ενημέρωσε αναλυτικά για όλα τα ζητήματα που προέβαλλε κατά τη συνάντηση, όπως επίσης για τη θέση της κυβέρνησης και των άλλων παρατάξεων που ήταν στη συνάντηση.
Η ΔΗΠΑΚ, όπως είχαμε επιλέξει - και δε νομίζουμε να χρειάζεται έγκριση από την ΑΡΣΙ γι' αυτό - αξιοποίησε τη συνάντηση για να προβάλλει την συνολική της αντίθεση με το προσχέδιο νόμου της κυβέρνησης για την ιατρική εκπαίδευση. Να προβάλει τις θέσεις της, που είναι σε αντίθεση και με το πλαίσιο του ΠΙΣ, όπως αυτό εκφράστηκε στην τελευταία ΓΣ και στην εισήγηση του ΔΣ και στο ψήφισμα της συνέλευσης που στήριξαν ΔΗΚΙ, ΠΑΝΔΗΚΙ, ΠΑΣΚ και ΑΕΓ και που επικαλείται η ΑΡΣΙ, όσο και με τις αποφάσεις των Ιατρικών Συλλόγων.
Συγκεκριμένα τονίσαμε στην παρέμβασή μας για το προσχέδιο ότι:
Είναι ενταγμένο στις ευρωενωσιακές κατευθύνσεις της Μπολόνια για αποσύνδεση του πτυχίου από το επάγγελμα. Προσαρμόζει με βάρβαρο τρόπο, την εκπαίδευση των γιατρών στις ανάγκες της «αγοράς» και των μονοπωλίων υγείας για φθηνό ευέλικτο εργατικό - επιστημονικό δυναμικό, υπονομεύοντας τόσο τις λαϊκές ανάγκες για υψηλού επιπέδου υπηρεσίες υγείας, όσο και το δικαίωμα της πλειοψηφίας των γιατρών για υψηλού επιπέδου εκπαίδευση τόσο σε προπτυχιακό επίπεδο όσο και στην ειδικότητα και γενικότερα σε όλη τη διάρκεια της επιστημονικής δραστηριότητας του γιατρού. Αντιπαρατέθηκε και με το ιδεολόγημα του πληθωρισμού γιατρών που αξιοποιείται για τη στήριξη του συγκεκριμένου νομοσχεδίου. Τόνισε ότι δεν υπάρχει καμία δυνατότητα βελτίωσης ή διαμόρφωσης του συγκεκριμένου νομοσχεδίου.
Η ΑΡΣΙ πρέπει να δώσει εξηγήσεις στους γιατρούς γιατί αποκρύπτει το περιεχόμενο της παρέμβασης της ΔΗΠΑΚ; Η ΑΡΣΙ προσπαθεί να κουκουλώσει τις επιλογές της και τις αντιφάσεις της. Από τη μια κατηγορεί τη ΔΗΠΑΚ για δήθεν συμμετοχή σε «κοινωνικό διάλογο» και από την άλλη θεοποιεί το λεγόμενο «πανιατρικό μέτωπο» και τη συμμαχία της με τις δυνάμεις που κάθονται στο τραπέζι του διαλόγου για να συνδιαμορφώσουν την αντιδραστική πολιτική στο χώρο της Υγείας. Δυνάμεις που στηρίζουν το ιδεολόγημα του πληθωρισμού γιατρών, δεν αναδεικνύουν την ουσιαστική στόχευση του προσχεδίου του ΚΕΣΥ για την αποσύνδεση πτυχίου επαγγέλματος, αποκρύπτουν τη σύνδεσή του με τις ευρωενωσιακές κατευθύνσεις που άλλωστε στηρίζουν, προσχηματικά αντιδρούν μόνο για τις εξετάσεις για την έναρξη της ειδικότητας τη στιγμή μάλιστα που ΔΗΚΙ, ΠΑΝΔΗΚΙ και ΠΑΣΚ, πανηγυρίζουν για το νόμο που δίνει στον ΠΙΣ τις αρμοδιότητες για τη χορήγηση της άδειας άσκησης επαγγέλματος, προετοιμάζοντας τη θέσπιση φραγμών (εξετάσεων ή και άλλων) και σε αυτό το επίπεδο.
Το νομοσχέδιο για την ιατρική εκπαίδευση και τις ειδικότητες αποτελεί στοιχείο των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων που προσαρμόζουν την εκπαίδευση των γιατρών στις ανάγκες του κεφαλαίου. Η ΕΕ προωθεί τη βαθύτερη και απευθείας σύνδεση της Παιδείας - Εκπαίδευσης με το μονοπωλιακό κεφάλαιο γιατί τη θεωρεί ως σοβαρό παράγοντα ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας.
Η πάλη κατά του νομοσχεδίου για να είναι συνεπής και αποτελεσματική πρέπει να καθορίζεται από το στόχο σύνδεσης της εκπαίδευσης με την οικονομία που θα υπηρετεί τις κοινωνικές ανάγκες, δηλαδή την κατάργηση κάθε επιχειρηματικής δράσης σε όλους τους τομείς (εκπαίδευση, νοσοκομεία, Κέντρα Υγείας, ατομικά ιατρεία, φάρμακο κλπ).
Επομένως το «όχι στο νομοσχέδιο» δεν έχει το ίδιο περιεχόμενο από όσες συνδικαλιστικές δυνάμεις το προβάλλουν. Πολύ περισσότερο όταν όλες αυτές οι παρατάξεις που αποτελούν πλειοψηφία σε ΠΙΣ, ΕΙΝΑΠ, ΟΕΝΓΕ, Ιατρικούς Συλλόγους, και τις οποίες επικαλείται η ΑΡΣΙ, πίνουν νερό στο όνομα της ΕΕ και της επιχειρηματικής δράσης και «αντιδρούν» στο νομοσχέδιο όχι επί της ουσίας, αφού δεν αμφισβητούν την κατεύθυνσή του και σε ποιο γενικότερο σχεδιασμό εντάσσεται.
Η ΑΡΣΙ στην ανακοίνωσή της προτρέπει για «κανένα διάλογο με τη συγκεκριμένη πολιτική ηγεσία» περιορίζοντας το πρόβλημα στο πρόσωπο του υπουργού και όχι ποια πολιτική και ποια τάξη υπηρετεί συνολικά η κυβέρνηση. Αυτό σημαίνει ότι οι αγωνιστές της ΑΡΣΙ μπορούν να κάνουν «διάλογο» αν αλλάξει το πολιτικό προσωπικό. Θυμίζει λίγο τους «αγανακτισμένους», που μόλις «άλλαξαν» τα πρόσωπα ξανακρύφτηκαν...
Η ΑΡΣΙ καλό θα ήταν να κοιτάξει τις ευθύνες της:
-- Για τη διαμόρφωση συμμαχιών και κοινών πλαισίων με συνδικαλιστικές παρατάξεις που υπερασπιζόμενες την επιχειρηματική δραστηριότητα στην Υγεία (καλυπτόμενες προσχηματικά είτε πίσω από την «απαίτηση» να εκπορεύεται από γιατρούς! είτε πίσω από τη συνύπαρξη δημόσιου και ιδιωτικού φορέα Υγείας), που υπερασπιζόμενες το ιδεολόγημα του πληθωρισμού γιατρών, ουσιαστικά στηρίζουν τις γενικές κατευθύνσεις του προσχεδίου του ΚΕΣΥ.
-- Για την παραπομπή στο «απώτερο μέλλον» ή στο «ΠΟΤΕ», της κατάργησης κάθε επιχειρηματικής δραστηριότητας στο χώρο της Υγείας, στόχος που συνδέεται με την ουσιαστική κάλυψη τόσο των αναγκών των ασθενών, των εργαζόμενων, των συνταξιούχων όσο και με τη διασφάλιση των εργασιακών και επιστημονικών δικαιωμάτων των γιατρών.
-- Για τη μετατροπή σε «σφραγίδα» του σωματείου μισθωτών γιατρών (ΣΕΙΙΝΑΠ) που πλειοψηφία έχει η ΑΡΣΙ και που δεν έχει συγκροτηθεί μήνες τώρα, δεν έχει πάρει ούτε μία απόφαση για απεργία. Δεν έχει πάρει, με ευθύνη της ΑΡΣΙ, ούτε μία απόφαση για να καταγγείλει το απαράδεκτο νομοσχέδιο για την εκπαίδευση των γιατρών, παρά το ότι στο συγκεκριμένο σωματείο μεγάλο μέρος των συναδέλφων είναι νέοι γιατροί, στην αναμονή για ειδικότητα!
Καλούμε τους γιατρούς να βγάλουν συμπεράσματα.
Οι γνωστοί προβοκάτορες της ΑΡΣΙ ξαναχτύπησαν με τη διαστρέβλωση των θέσεων και της στάσης της ΔΗΠΑΚ για την ιατρική εκπαίδευση και τις ειδικότητες. Η «επανάστασή» τους αρχίζει και τελειώνει από το αν θα γίνει συνάντηση με το υπουργείο, αφού σε όλα τα άλλα συμπλέουν και συμμαχούν με τις συνδικαλιστικές δυνάμεις που υποστηρίζουν την επιχειρηματική δράση στην Υγεία, στην ανταγωνιστικότητα και τα κέρδη σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων.