ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 5 Νοέμβρη 2000
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΠΑΡΙΣ ΠΡΕΚΑΣ
Οδοιπορικό καρδιάς

Ενα χρόνο μετά το θάνατο του καλλιτέχνη, κυκλοφορεί το δεύτερο λεύκωμα για το έργο του, με τίτλο «Η Ελλάδα του Πάρι Πρέκα» 

«Αμοργός: Το πλοίο της άγονης γραμμής», 1981
«Αμοργός: Το πλοίο της άγονης γραμμής», 1981
«Σκύβοντας στα σαράντα χρόνια της δουλειάς μου βλέπω ένα παλίμψηστο γεμάτο με εικόνες, με θάλασσες, με πλοία, με ιππείς, με μάχες, ιπτάμενες μορφές, τον ίσκιο μιας βελόνας σε επιφάνεια κυρτή. Ολα σύμβολα κάποιων, άγνωστών μου, προθέσεων. Ναι, είναι η περιπέτειά μου. Τα νησιώτικα λιμάνια, ο Πλούταρχος, τα άλογα, ο Ικαρος, τα ποντοπόρα πλοία...».

Τη ζωγραφική περιπέτεια του Πάρι Πρέκα, του καλλιτέχνη της φυγής και της αναζήτησης, «αγκαλιάζει» το εικαστικό λεύκωμα «Η Ελλάδα του Πάρι Πρέκα», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Τοπίο». Περιλαμβάνει 140 ακουαρέλες, που ο καλλιτέχνης άρχισε να προετοιμάζει αρκετό καιρό πριν τον αιφνίδιο χαμό του. Ηταν Νοέμβρης του '99, όταν το ταξίδι της ζωής τελείωσε για τον Π. Πρέκα στα 73 του χρόνια. Οταν ο ζωγράφος, που με πυξίδα την ψυχή του μας έκανε κοινωνούς μιας τέχνης μεγάλης ομορφιάς, ο ασυμβίβαστος άνθρωπος, που διακρινόταν για το ήθος στην προσωπική και καλλιτεχνική του ζωή, πέρασε στον κόσμο της σιωπής.

Η «Ελλάδα του Πάρι Πρέκα» είναι το δεύτερο λεύκωμα για το έργο του, που παρουσιάζουν οι εκδόσεις «Τοπίο», μετά το «Ταξίδι μου» το 1997. Οι υδατογραφίες αυτές είναι έργο ζωής του καλλιτέχνη, ο οποίος εδώ και σαράντα χρόνια περιδιάβαινε την Ελλάδα «σαν τους παλιούς περιηγητές, απ' άκρου εις άκρον». Οπως σημειώνει ο Κ. Γεωργουσόπουλος, «ο Πάρις Πρέκας ανακαλύπτει την Ελλάδα, ταξιδεύοντας μέσα στην ιστορία, σαν τον Παυσανία, και τεκμηριώνει στα τοπία τους την ιστορική τους μνήμη».

«Πήλιο: Μηλιές», 1983, υδατογραφία
«Πήλιο: Μηλιές», 1983, υδατογραφία
«Το τοπίο στην Ελλάδα, αυτό καθεαυτό», ανέφερε ο Π. Πρέκας, «είναι ένα δώρο του θεού, που σε συνεργασία με το πνεύμα των ανθρώπων που την κατοίκησαν, σφραγίστηκε από ένα ρυθμό που δημιούργησε το μέτρο και δεν περιορίστηκε στο χώρο μόνο, αλλά κατέληξε σε μέτρο ζωής. Θέλω να κρατήσω ό,τι απέμεινε, ό,τι προλάβω από την καταστροφή να σώσω. Να της κάνω το πορτρέτο».

Ενα «πορτρέτο» που ξεκινά από τη Βεργίνα, συνεχίζει στο Αγιον Ορος, στο Πήλιο και την Ιτέα, τη θαλασσινή πολιτεία που γέννησε τα περίφημα λάδια με τα τάνκερ του, για να καταλήξει στην Κρήτη, τις Κυκλάδες και το Καστελόριζο, «την τελευταία σταγόνα Ελλάδας κατάντικρυ στην Ιωνία». Εκατόν σαράντα ακουαρέλες που συναρμολογούν ένα οδοιπορικό της καρδιάς ανά την Ελλάδα. «Χωρίς στόμφο, ρητορεία, φλυαρία» αναφέρει χαρακτηριστικά ο Κώστας Γεωργουσόπουλος. «Ακαριαία, σαν να πίνεις το τοπίο μονορούφι σαν ένα ποτήρι κρύο νερό. Μια ομορφιά που πίνεται!».

Οπως σημειώνει στο λεύκωμα ο Στέλιος Λυδάκης, ο Π. Πρέκας «μεταβάλλεται σε πλανόδιο οδοιπόρο. Επισκέπτεται κάθε γωνιά της Ελλάδας από τα βόρεια σύνορά της ως και την Κρήτη, ενώ τα νησιά του αποκαλύπτονται σαν η κορωνίδα μιας φύσης που διαμορφώνεται από το φως, το βράχο, τον αέρα και το αίσθημα. Σταματά όπου το μάτι ανακαλύπτει την ομορφιά, που την ψάχνει και την αναζητά, και αμέσως επιστρατεύονται τα απαραίτητα σύνεργα. Το μεγάλο μπλοκ με χαρτί ακουαρέλας ξεφυλλίζεται, τα χρώματα ετοιμάζονται, τα πλατιά πινέλα ενεργοποιούνται και μέσα σε λίγο χρόνο καταγράφονται οι παλμοί μιας εσώτερης συγκίνησης, χωρίς αναστολές και αμφισβητήσεις».


«Το χαρτί κάθετα στημένο, ώστε να κυλάει το νερό. Το πινέλο θα περάσει γοργά για μια και μοναδική φορά, χωρίς επαναλήψεις και χωρίς άσπρο χρώμα, αφού το άσπρο το προσφέρει το χαρτί, λόγω της διαφάνειας του χρώματος, και η ευχή, όταν τελειώσω να 'χω το αίσθημα ότι δεν πρόλαβα να κάνω αυτό που ήθελα. Και εάν πάλι κάποια ευτυχής στιγμή βγάλει μια καλή ακουαρέλα, πιστέψτε με, ένα αίσθημα ζήλιας με διακατέχει, διότι, ξέρω πολύ καλά πως δεν πρόκειται να την ξανακάνω», σημείωνε ο Π. Πρέκας.

«Η ακουαρέλα είναι η τέχνη του νερού» συνέχιζε. «Η προσπάθεια του καλλιτέχνη να συγκρατήσει την πρώτη εντύπωση ή μια ιδέα που φοβάται να μη χαθεί. Γι' αυτό είναι γρήγορη - νευρική - ατελείωτη. Μπορεί να μοιάζει με μια πρόχειρη σημείωση πάνω σε πακέτο από τσιγάρα, η οποία σε μια άλλη στιγμή θα βοηθήσει ένα κείμενο».

Μέσα από τις ακουαρέλες του Π. Πρέκα, που κρατήθηκαν σαν κόρη οφθαλμού σχεδόν σαράντα χρόνια, παρουσιάζεται η Ελλάδα του χθες, του σήμερα, του αύριο. Μια Ελλάδα διαχρονική. Η Ελλάδα όλων μας. Στις ακουαρέλες του, ο Π. Πρέκας, «ο έξοχος καλλιτέχνης και άνθρωπος» αναφέρει χαρακτηριστικά ο Στ. Λυδάκης, «εκφράζει τη λατρεία του για μια χώρα που αγάπησε τόσο σαν φύση όσο και σαν ιδέα και για την οποία αισθανόταν υπερήφανος».

«Στο πέρασμα του καιρού», λέει η σύντροφος της ζωής του, ζωγράφος Μερόπη Πρέκα, «πολλά τοπία άλλαξαν μορφή. Αλλα χάθηκαν, γλίστρησαν στο χρόνο, όπως οι Ατσιπάδες της Κρήτης, κι άλλα διαλαλούν ες αεί την περήφανη ομορφιά τους, έτσι όπως ο δημιουργός τους θέλησε να μείνουν: σαν σύμβολα αιώνια. Κι ο Πάρις, που στην υπόλοιπη δουλειά του κρατιόταν σε μια λιτή Πολυγνώτεια παλέτα, όταν βρισκόταν μπροστά στο "τοπίο" τον συνέπαιρνε ένα πάθος ερωτικό και ζωγράφιζε με ιερή Διονυσιακή μανία».

«Κάθε πινελιά μύρια χρώματα. Τόσο δύσκολο να αποδοθούν στο τυπωμένο χαρτί. Διακαής του πόθος ήταν να γίνουν βιβλίο οι ακουαρέλες του από την Ελλάδα. Αυτά τα "διαλείμματα" της υπόλοιπης δουλειάς του, που προδίδουν τη βαθύτερη λατρεία του για τον τόπο».

«Ουσιαστικά η υδατογραφία του Πρέκα», σημειώνει στο λεύκωμα ο Χρύσανθος Α. Χρήστου, «είναι ένας διάλογός του με το φυσικό και τον ανθρώπινο χώρο, που τον βλέπει σαν ένα ζωντανό οργανισμό που έχει πάντα πολλά να του πει, τα οποία μεταφέρονται και στον ευαίσθητο θεατή. Για τη θέση και την ιστορία του, το παρελθόν και το παρόν του, το πρωί, το απόγευμα, το σούρουπο και το βράδυ, σε σύνολα που διακρίνονται για μια ποιητική ερμηνεία της ερωτικής πραγματικότητας».

Εχοντας ασχοληθεί επί τέσσερις σχεδόν δεκαετίες με την ακουαρέλα, ο Π. Πρέκας οδηγείται σε μία από τις κορυφαίες στιγμές της ελληνικής υδατογραφίας. Η γραφή του ιδιαίτερη, ορίζεται από ελάχιστες πινελιές και γόνιμες παραθέσεις αντιθετικών στοιχείων τόσο στο χρώμα όσο και στο σχέδιο.

«Στην υδατογραφία, όπως άλλωστε και στην ελαιογραφία και τη γλυπτική του», καταλήγει ο Χρ. Χρήστου, «ο Πρέκας μας δίνει μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές εργασίες της νεοελληνικής τέχνης. Εργα που διακρίνονται για τη βιωματική επαφή του με τον ανθρώπινο και φυσικό χώρο, τη γνησιότητα και την ειλικρίνεια της εκφραστικής του γλώσσας. Μια ζωγραφική, στην οποία συνδυάζεται θαυμάσια η πηγαιότητα της έμπνευσης με την ποιότητα και τον εξαιρετικό πλούτο της γλώσσας του, την εσωτερικότητα και την εκφραστική αλήθεια των διατυπώσεών του».

«Η τέχνη είναι μια γλώσσα που θέλει να μιλήσει», έλεγε συχνά ο καλλιτέχνης. «Η μαγεία του έργου τέχνης είναι ότι μπορεί να λέει κάτι πέραν αυτού που δείχνει...».


Η. ΜΟΡΤΟΓΛΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ