Οχι μόνον αυτές οι φωτογραφίες - «κραυγή» μιας τρομερής συμφοράς - αλλά και πλήθος άλλες αποτυπώνουν την ιδιοφυή εικαστικά και υπεραισθαντική ψυχοπνευματικά δημιουργία του σκηνογράφου - ενδυματολόγου Διονύση Φωτόπουλου, στο λεύκωμα «ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ ΣΚΗΝΙΚΑ - ΚΟΣΤΟΥΜΙΑ 3» (έκδοση του Μουσείου Μπενάκη), που αφορά στη δουλειά του τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Προηγήθηκαν τα λευκώματα «Διονύσης Φωτόπουλος. Σκηνικά - Κοστούμια 1» και «Διονύσης Φωτόπουλος. Σκηνικά - Κοστούμια 2», για τα πρώτα 25 χρόνια σκηνογραφικής και ενδυματολογικής δημιουργίας αυτού του βαθύτατα Ελληνα και συνάμα «οικουμενικού» καλλιτέχνη. «Οικουμενικού», όχι επειδή έχει καταξιωθεί διεθνώς και έχει συνεργαστεί με διάσημους ξένους σκηνοθέτες, αλλά πρωτίστως γιατί οι εικόνες που παράγουν οι δημιουργίες του «φέρουν» πανανθρώπινο και οικουμενικό περιεχόμενο, συμπυκνώνοντας την ουσία του. «Το ξέρουμε πλέον: Ουσία είναι η εικόνα», έγραφε για την εικονοπλασία του Δ. Φωτόπουλου ο Γιώργος Χειμωνάς.
Ο Διονύσης Φωτόπουλος έχει βάλει ανεξίτηλη τη «σφραγίδα» του στο ελληνικό θέατρο. Ξεκινώντας, 24χρονος, το 1967, με τα σκηνικά για την ταινία του Οσβαλντ Ντέπκε «Οιδίπους Τύραννος», το μέχρι σήμερα έργο του μετρά 400 θεατρικές παραστάσεις και 40, περίπου, ταινίες, σε συνεργασία με σπουδαίους Ελληνες και ξένους σκηνοθέτες (λ.χ. Μπεζάρ, Ντασσέν, Πέτερ Φλάισμαν, Πέτερ Στάιν, Πίτερ Χολ, Λούκα Ρονκόνι, κ.ά.).
Την αξία του έργου του επιβεβαιώνουν, επίσης, κείμενα και γράμματα προς τον Δ. Φωτόπουλο, ξένων και Ελλήνων δημιουργών, που περιλαμβάνονται στο λεύκωμα. Λ.χ. ο Πίτερ Χολ του έγραψε (1/5/2001): «Ηθελα να σου πω για το θρίαμβο που γνώρισε ο "Τάνταλος" στο Λονδίνο, για το πόσο πολύ εγκωμιάστηκες και πόσο αναγνωρίστηκε ότι η επιτυχία του όλου εγχειρήματος οφειλόταν σε σένα (...) Δεν θα τα είχα καταφέρει χωρίς εσένα. Σ' ευχαριστώ που μας έφερες ένα μεγάλο μέρος της Ελλάδας στο Ντένβερ κι έκανες τον Τάνταλο να ζει εκεί. Η συνεργασία μαζί σου μου δίνει πάντα μεγάλη χαρά. Ας κάνουμε και κάτι ακόμα». Ο Ολιβερ Τάτλιν, ο οποίος πρωτογνώρισε τον Δ. Φωτόπουλο στους Δελφούς, το 1985, του εξομολογείται «πόσο πολύ στάθηκες πηγή έμπνευσης για μένα (...) Από τις πολλές συνεργασίες μας θυμάμαι, πάνω απ' όλα, το "Swallow Song" (...)».
O μεγάλος Γάλλος ποιητής Λουί Αραγκόν, το 1981, για την έκδοση ενός βιβλίου του Δ. Φωτόπουλου με θεατρικές μάσκες, έγραψε το παρακάτω ποίημα: «Στον Διονύση Φωτόπουλο / που προφέρω το όνομά του όπως / βγάζουμε μια μάσκα... / Είναι μια εικόνα που ταιριάζει / στο βιβλίο, σε ό,τι το αφορά... / Πρέπει να μάθουμε ν' αγαπάμε / λίγο περισσότερο απ' όσο αγαπάμε. / Μέσα στους καιρούς που βρισκόμαστε / το όμορφο είναι διαφορετικό από το άσκημο. / Είναι μια μακριά και γέρικη ιστορία. / Πόσα περασμένα μπροστά μας / για τις εικόνες που αγαπάμε. / Ο μεγάλος τρόπος να βλέπεις τις πλάνες / σαν τον Διόνυσο. / Οι εικόνες μιλούν για μας / και τα χρόνια μιλήσαν πρώτα».
Μεταξύ άλλων εγκωμίων για τις δημιουργίες του Φωτόπουλου, ο Αλέξης Μινωτής, για το κοστούμι που σχεδίασε για τον «Οιδίποδα επί Κολωνώ» έγραψε: «(...) Εκανε ένα πέτρινο βασανισμένο άγαλμα (...) Οταν φόρεσα αυτό το θρυλικό πια ρούχο, που με τόση γνώση, φροντίδα κι ευαισθησία ετοίμασε για τον γέροντα του Κολωνού, ένιωσα, επιτέλους, για πρώτη φορά ύστερα από 20 χρόνια που τον υποδυόμουν, πως είμαι αυτός που δημιούργησε ο Σοφοκλής, κατ' εικόνα και ομοίωσή του (...)».
Ο Μάνος Χατζιδάκις, έχοντας συνεργαστεί σε παραστάσεις του «Θεάτρου Τέχνης», με σκηνοθέτη τον Κουν και σκηνογράφο - ενδυματολόγο τον Δ. Φωτόπουλο, τόνιζε: «Ο Διονύσης Φωτόπουλος μου φέρνει στο νου τον Κριστιάν Μπερνάρ, έναν μεγάλο του γαλλικού θεάτρου, πριν τον πόλεμο. Οπως εκείνος, έτσι και ο Φωτόπουλος, είναι μέγας εικαστικός μεταφραστής της θεατρικής ουσίας ενός δραματικού έργου. Μοναδικός να ντύνει μαγικά τα οράματα των πιο αντιφατικών δραματουργών. Μια απόλαυση για όλους εμάς που έχουμε την τύχη να συνυπάρχουμε μαζί του και να παρακολουθούμε από κοντά, κάθε φορά, την απρόοπτη και μοναδική σ' έκπληξη θεατρική παρουσία του».
«Ν' αξιοποιείς το ελάχιστο για να του αποσπάς τα μέγιστα είναι το πιο δύσκολο και το πιο "ελληνικό" μυστικό. Το πυρ που ζητά να υποκλέψει από τους αρχαίους ο Διονύσης Φωτόπουλος, για ν' αντιμετωπίσει τις ετερόκλητες απαιτήσεις της εποχής του, είναι η γραμμή η "έσχατη" που βγαίνει απ' όλες τις περιόδους της ελληνικής τέχνης και τις συνέχειες (...) Αξίζει να προσέξει κανείς με πόση φειδώ την κινητοποίησε αλλά και με πόση τόλμη, προς όλες τις κατευθύνσεις του απροσδόκητου.
Θα μπορούσε (...) να περιπέσει στην ασυδοσία ή στην τυποποίηση. Δε συνέβη ούτε το ένα ούτε το άλλο. Απεναντίας. Οι μνήμες της μορφολογίας του Μεσογειακού χώρου απογειώθηκαν, αποσυνδέθηκαν κι επέτυχαν να επανασυνδεθούν στο επίπεδο του ονείρου. Η υγεία του λαϊκού στοιχείου εξακολούθησε να υποδηλώνει την παρουσία της μ' έναν τρόπο μυστηριώδη. Και οι αισθήσεις μίλησαν μέσ' από τους αιώνες μια γλώσσα σημερινή.