ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 22 Φλεβάρη 2012
Σελ. /32
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ
Σύγχρονο ελληνικό έργο

«Ο δρόμος περνά από μέσα»
«Ο δρόμος περνά από μέσα»
«Ο δρόμος περνά από μέσα» στο «Θέατρο Τέχνης» («Υπόγειο»)

Σ' αυτόν τον τόπο, από γενέσεως του νεοελληνικού κράτους, εκείνο που μετρά δεν είναι η αξία των πραγμάτων αλλά η τιμή τους, το χρήμα που αποφέρουν. Η άρχουσα τάξη έχτισε πάνω στις αρχαιότητες της Αθήνας τα νεοκλασικά μέγαρά της, το 19ο αιώνα. Αυτό έκαναν, στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, και τα νέα «τζάκια». Από τη δεκαετία του 1950 μέχρι σήμερα, θύματα της άρχουσας τάξης και ποικιλώνυμων ημετέρων της, ήταν τα νεοκλασικά. Τα λιγοστά σωζόμενα σήμερα, όχι μόνο δεν προστατεύθηκαν ως «εστίες» του παρελθόντος και σύγχρονου πολιτισμού, αλλά έγιναν «οίκοι» του μεγάλου τραπεζικού και βιομηχανο-εμπορικού κεφαλαίου. «Καρπός» της θλίψης και οργής του Ιάκωβου Καμπανέλλη για την εμπορευματοποίηση και καταστροφή «μαρτυριών» του πολιτισμού είναι το έργο του «Ο δρόμος περνά από μέσα». Τα πέντε πρόσωπα του έργου καταδεικνύουν τρεις κατηγορίες ανθρώπων - ηθών - αξιών. Δύο πρόσωπα είναι υπερασπιστές πραγματικών αξιών. Ο ηλικιωμένος, σχεδόν φτωχός πια, Φάνης Ποριώτης, που γεμίζει τη ζωή του με το διάβασμα και γράψιμο, ζώντας στο πατρογονικό νεοκλασικό, με την πλούσια βιβλιοθήκη και τα όμορφα έπιπλά του, και η επίσης ηλικιωμένη, άλλοτε οικονόμος της οικογένειας, Γλυκερία. Τη «λογική» της εμπορευματοποίησης εκφράζει ο λαϊκής καταγωγής έμπορος ψευτοαντικών Αντωνάκος, που με «δόλωμα» την ελκυστική γυναίκα του, Λίτσα, πείθει τον ηλικιωμένο που διψά για ανθρώπινη παρουσία να διαθέσει το σαλόνι του σπιτιού ως πωλητήριο αντικών. Ο μεγάλος κίνδυνος είναι ο τελευταίος «γόνος» της οικογένειας, ο Ανδρέας, ανιψιός του ηλικιωμένου και συγκληρονόμος του σπιτιού. Παρασιτικός, τεμπέλης, κυνικός, κυνηγός του χωρίς κόπο κέρδους, διεκδικώντας το μερίδιό του, εκβιάζει το θείο του για την αντιπαροχή και για τον ίδιο σκοπό, εκμαυλίζει ερωτικά τη σύζυγο του εμπόρου, με τον ίδιο στόχο. Η αντίσταση των δύο ηλικιωμένων σώσει το σπίτι. Αλλά ο κίνδυνος καταστροφής του παραμένει. Μέσα στον καλαίσθητο σκηνικό χώρο που σχεδίασε η Ελλη Παπαγεωργακοπούλου (δικά της και τα κοστούμια), με τη συμβολή των Λευτέρη Παυλόπουλου (φωτισμοί) και Μαρίνας Χρονοπούλου (μουσική), η ρεαλιστική, ατμοσφαιρική σκηνοθεσία του Διαγόρα Χρονόπουλου υπηρέτησε το ήθος και το στόχο του έργου. Στήριγμα της σκηνοθεσίας οι καλές ερμηνείες. Εξαιρετικής απλότητας, αλήθειας, αλλά και φινέτσας η ερμηνεία του Γιάννη Φέρτη (Φάνης Ποριώτης). Ελπιδοφόρα έκπληξη η γεμάτη λαϊκή αμεσότητα, φυσικότητα, σκηνικό «νεύρο» ερμηνεία του Γιάννη Δρακόπουλου. Αξιέπαινες είναι και οι αρμόζουσες στο ρόλο τους ερμηνείες των Αλίκης Αλεξανδράκη (Γλυκερία), Μαρίνας Ασλάνογλου (Λίτσα) και Αλέξανδρου Πέρου (Ανδρέας).

«Σωτηρία Μπέλλου - Η περιπλανώμενη ζωή μιας ρεμπέτισσας»
«Σωτηρία Μπέλλου - Η περιπλανώμενη ζωή μιας ρεμπέτισσας»
«Φτωχοί και άγιοι» στο «Βασιλάκου»

Σεμνά σεβαστικό «προσκύνημα» στο πνεύμα, την ψυχή, το βαθύτατο ουμανισμό, τις ποικίλες «πηγές» της γλώσσας του (αρχαία, βυζαντινή, μεσαιωνική, νεότερη λόγια και δημώδη), το ποιητικό αίσθημα και τον καθάριο ρεαλισμό του παπαδιαμαντικού έργου αποτελεί η παράσταση «Φτωχοί και άγιοι», της ομάδας «methexis», στο θέατρο «Βασιλάκου». Οι Καβαλιώτες συγγραφείς (και αδέλφια) Αντώνης και Κωνσταντίνος Κούφαλης, βασιζόμενοι σε πέντε βιωματικής, κυρίως, αφετηρίας διηγήματα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη («Το χριστόψωμο», «Η σταχομαζώχτρα», «Η Ντελησυφέρω», «Ο Αμερικάνος», «Ο πολιτισμός εις το χωρίον»), συνέθεσαν ένα σκηνικό κείμενο που καταυγάζει την καταγωγή του Παπαδιαμάντη από το φτωχό λαό, την πίστη και αγάπη του για τους «αγίους» - τους φτωχούς, αδικημένους από τους ισχυρούς, μαχόμενους για τη ζωή, ανθρώπους του λαού, το σεβασμό του στα ήθη, τις αξίες, τα έθιμα και τις παραδόσεις τους. Την εκτίμησή του για το βιοποριστικό μόχθο τους. Την υπεράσπιση των δίκιων και δικαιωμάτων τους. Τη θλίψη του για τα βάσανά τους. Τη μεγάλη έγνοια και τον πόνο του για το πιο αδικημένο και βασανισμένο τμήμα του φτωχού λαού και ιδιαίτερα της αγροτιάς, τις γυναίκες. Μέσα στο απέριττα καλαίσθητο σκηνικό - μια σύνθεση τελάρων με μινιατούρες φυσικών τοπίων (Γκάι Στεφάνου) και φτωχικά λαϊκά κοστούμια (Τατιάνα Σουχορούκωφ), με υποβλητική μουσική και ήχους (Αλέξανδρος Σιδηρόπουλος), η λιτή, αλλά και αισθαντική σκηνοθεσία (Ανδρομάχη Χρυσομάλλη) συνέθεσε το «παζλ» των πέντε διηγημάτων αναδεικνύοντας την ομορφιά της κοινής, λαϊκής ύφανσης, «κλωστής» - περιεχομένου και μορφής - με την οποία τα «ύφανε» ο αθάνατος Σκιαθίτης δημιουργός. Σεμνή, ομόψυχη και τελεσφόρα είναι η - εναλλασσόμενη σε διάφορους ρόλους - υποκριτική κατάθεση των ηθοποιών (με σειρά εμφάνισης) Λεωνίδα Χρυσομάλλη, Εύης Μητσοπούλου, Ανδρομάχης Χρυσομάλλη, Θεόδωρου Θεοδωρίδη, Νεκταρίας Γιαννουδάκη, Ηλία Γκογιάννου.

«Φτωχοί και άγιοι»
«Φτωχοί και άγιοι»
«Σωτηρία Μπέλλου - Η περιπλανώμενη ζωή μιας ρεμπέτισσας» στο «Κάππα»

«Σωτηρία, με λένε» τιτλοφορούνταν το έργο της Σοφίας Αδαμίδου (βασισμένο στο βιογραφικό βιβλίο της για την ανεπανάληπτη ερμηνεύτρια του ρεμπέτικου, του λαϊκού και έντεχνου τραγουδιού) το οποίο ανέβασε πριν τρία, περίπου, χρόνια το θέατρο «Στοά», σε απέριττα δυνατή σκηνοθεσία του Θανάση Παπαγεωργίου, με συναρπαστική, υποδειγματικής απλότητας και εσωτερικότητας, ερμηνεία της Λήδας Πρωτοψάλτη. Εκείνη η πρώτη, «παρθενική» γραφή του έργου, διακρινόταν για τη δραματουργική «οικονομία» της σε όλα. Στη βιογραφική πλοκή, στους διαλόγους, στα βασικά χαρακτηριστικά του γλωσσικού ιδιώματος της Μπέλλου. Διακρινόταν, δηλαδή, για την ανάδειξη των ουσιαστικών, των κύριων στοιχείων της καταγωγής, της πατρικής οικογένειας, του προσωπικού βίου, της σταδιοδρομίας, της ερμηνευτικής εξέλιξης, του χαρακτήρα, του τρόπου ζωής, των βιωμάτων, των ιδεών και αισθημάτων, των πόθων, παθών, λαθών, της αρρώστιας και του θανάτου της τραγουδίστριας. Η συγγραφέας, με τη δεύτερη γραφή του έργου, με τίτλο «Σωτηρία Μπέλλου - Η περιπλανώμενη ζωή μιας ρεμπέτισσας» (βασιζόμενη επίσης στο βιογραφικό βιβλίο της), δείχνοντας ικανότητα ανάπτυξης της πλοκής και των διαλόγων, επέκτεινε κατά πολύ τη σκηνική βιογράφηση της Μπέλλου, περιλαμβάνοντας πολλαπλάσια στοιχεία του βίου και πολλά τραγούδια που ερμήνευσε. Πλήθος λεπτομερειών από βιώματα, αγώνες, γεγονότα, «τραύματα», ανθρώπους της ζωής της, ομοτέχνους, συνεργάτες, φίλους, εχθρούς, σκέψεις, επιθυμίες, συνήθειες, συμπεριφορές, συναισθήματα, αγάπες, μίση, ατόφιες κουβέντες της και τη σχέση «συγκρουσιακής» φιλίας της με τη νεαρή νοσηλεύτριά της στο νοσοκομείο. Η σκηνοθεσία της Αθανασίας Καραγιαννοπούλου, προσαρμοζόμενη σ' αυτή τη δεύτερη γραφή του έργου, οδηγήθηκε σε μια «παραστασιοποίηση», μια «θεαματοποίηση» όσων αυτοβιογραφούμενη αφηγείται η Μπέλλου, όχι καθηλωμένη στο κρεβάτι του νοσοκομείου (όπως στην πρώτη εκδοχή του έργου), αλλά κινούμενη, πολύ μάλιστα, σ' όλη τη σκηνή και το προσκήνιο. «Θεαματοποίηση» που εξηγείται με την εύλογη και θεμιτή επιδίωξη της σκηνοθεσίας η παράσταση αυτή να διαφέρει από την παράσταση της «Στοάς», αλλά και που την «υπαγόρευσε» η μουσική επιμέλεια - επιλογή (από την Α. Καραγιαννοπούλου) πολλών μεγάλων τραγουδιστικών επιτυχιών της Μπέλλου (από την Α. Καραγιαννοπούλου). «Θεαματοποίηση» στην οποία συμβάλλουν το ρεαλιστικό σκηνικό του Μανόλη Παντελιδάκη, τα κοστούμια της Μαρίας Κοντοδήμα (αναγκαία σημείωση: τα κοστούμια της παράστασης παρασάγκας απέχουν από ενδυματολογικά - χρωματικά και σχεδιαστικά - γούστα της Μπέλλου), η κινησιολογία του Φωκά Ευαγγελινού, οι φωτισμοί της Κατερίνας Μαραγκουδάκη. Καθοριστικό, ευεργετικό στήριγμα της σκηνοθετικής κατεύθυνσης είναι η ερμηνεία της Ντίνας Κώνστα, που με τα δυνατά εκφραστικά μέσα της, το λαϊκό της αίσθημα, την αμεσότητα και φυσικότητα του λόγου, το «υπόγειο» και «λοξό» χιούμορ που διαθέτει και το σκηνικό της «νεύρο», μορφοποιεί, επίσης εξαιρετικά, το δυναμικό, ελεύθερο, ατίθασο χαρακτήρα της Μπέλλου, τον ιδιαίτερο ψυχισμό, τους καημούς, τα μεράκια και τα χούγια της. Γόνιμη υποκριτικά η Εφη Κόντα (νοσοκόμα).


ΘΥΜΕΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ