Δεκαοχτάχρονος βρέθηκε στην ίδια «μοίρα» και στους ίδιους χώρους με βασανισμένους - και από τη φυματίωση - πρωτοπόρους, κομμουνιστές εργάτες. Από εκείνους άκουσε, έμαθε, ένιωσε το μόχθο, τους αγώνες, τα πάθη και τους πόθους τους. Βίωσε τη βιοπάλη της εργατικής τάξης, μετείχε στους κοινωνικούς και απελευθερωτικούς αγώνες της.
Ταγμένος με τη μαχόμενη εργατική τάξη, από τα τέλη του 1931 διευθύνει το καλλιτεχνικό τμήμα της «Εργατικής Λέσχης» του Εργατικού Κέντρου Αθήνας. Το 1932 εντάσσεται στον πολιτιστικό φορέα «Πρωτοπόροι». Ακολουθεί η ένταξή του στο ΚΚΕ.
Στο τεύχος 2 (Φλεβάρης 1933) των «Νέων Πρωτοπόρων» δημοσιεύει υπό τη βινιέτα «ΠΡΟΣ ΤΙΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΜΑΣ», το ποίημα «Στα παιδιά των προλετάριων», το οποίο με την ευκαιρία της φετινής Εργατικής Πρωτομαγιάς και της επετείου γέννησης του ποιητή της, αναδημοσιεύει, για πρώτη φορά από τότε, ο σημερινός «Ριζοσπάστης».
Κάλεσμα στους εργαζόμενους στην Αρχαιολογική Υπηρεσία να στηρίξουν το ΚΚΕ, στηρίζοντας ουσιαστικά το δικό τους μέλλον στην κοινή πάλη με το σύνολο της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων.
Η απουσία του, διάχυτη ακόμη, σαρώνει τις σκέψεις που προκαλεί το έργο του και η στάση ζωής του
Ο «Ρ» συνομιλεί με νέους και εργαζόμενους που συμμετείχαν με τις ομάδες τους στο φετινό τουρνουά