ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 23 Νοέμβρη 2000
Σελ. /40
Για το Μέτωπο και τα προβλήματα μετάβασης

Η ορθότητα της πολιτικής γραμμής που χάραξε το 15ο Συνέδριο του Κόμματός μας έχει αποδειχθεί στην πράξη. Συνέβαλε στην ανάπτυξη της ταξικής πάλης, στην προώθηση της συσπείρωσης δυνάμεων στη γραμμή της αντίστασης-σύγκρουσης-ρήξης με την εξουσία των μονοπωλίων. Αυτή η γραμμή είναι που βάζει δυσκολίες, ανησυχεί την άρχουσα τάξη. Γι' αυτό και πυκνώνουν ο αυταρχισμός, οι επιθέσεις κρατικών και παρακρατικών μηχανισμών, οι «υποδείξεις» για τη νομιμότητα του ΚΚΕ, η ενορχηστρωμένη ιδεολογική επίθεση. Στόχος της τελευταίας είναι η επίδραση στον περίγυρο του Κόμματος και μέσω αυτού στην πολιτική του γραμμή και τελικά στην ενσωμάτωσή του.

Σε αυτή την προσπάθεια βρίσκουν πολύπλευρη στήριξη από την άρχουσα τάξη οι απόψεις πρώην συντρόφων, που στοχεύουν ακριβώς στην καρδιά της στρατηγικής και του χαρακτήρα του Κόμματος, όσον αφορά τη στάση του απέναντι στον ιμπεριαλισμό, τη γραμμή συμμαχιών και την πολιτική ενότητας της εργατικής τάξης που αυτή προϋποθέτει, τις φυσιογνωμικές του αρχές. Ακόμα, αξιοποιούνται στην προσπάθεια ανώδυνης αναμόρφωσης του πολιτικού συστήματος, ώστε να απορροφηθούν κραδασμοί που μπορεί να απελευθερώσουν νέες λαϊκές δυνάμεις, ιδιαίτερα σήμερα που κυοφορούνται διεργασίες στο φόντο της αντιλαϊκής επίθεσης της ολιγαρχίας.

Η τακτική μας σήμερα παίρνει υπόψη τη λενινιστική υποθήκη για αντικειμενικό υπολογισμό όλων των ταξικών δυνάμεων στη χώρα μας και στο περίγυρο, τη διεθνή πείρα. Παρά το σημερινό αρνητικό συσχετισμό δύναμης αντικειμενικά διευρύνονται οι δυνατότητες συσπείρωσης ευρύτερων δυνάμεων στην πάλη ενάντια στον ιμπεριαλισμό, και στη χώρα μας και διεθνώς. Ωριμάζουν ακόμα περισσότερο οι υλικές προϋποθέσεις για το σοσιαλισμό και στη χώρα μας. Για να βαδίσουμε μπροστά πρέπει να βαδίσουμε προς το σοσιαλισμό.

Η επιστημονική πρόβλεψη πως «διαμορφώνονται συνθήκες απότομης όξυνσης όλων των αντιθέσεων του διεθνούς καπιταλιστικού συστήματος, των φαινομένων σήψης και διαφθοράς» δεν πρέπει ωστόσο να μας οδηγεί σε μια λαθεμένη άποψη ότι το σύστημα θα καταρρεύσει μόνο του, ή ότι η αντικατάστασή του θα έρθει αυτόματα. Η πρόβλεψη αυτή υπογραμμίζει την τάση να αποχτάει αυξημένη προτεραιότητα η πολιτική πάλη της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, καθώς η εξέλιξη θα βάζει επιτακτικά το πρόβλημα της εξουσίας. Τονίζει στο σήμερα την κεντρική θέση που αποκτά το πρόβλημα, μα και η δυναμική, της πορείας αλλαγής του συσχετισμού δύναμης. Απαιτεί ως βάση της συμμαχίας και της συσπείρωσης όχι γενικά κάποια συμφωνία σε κάποιους στόχους, αλλά ένα ορισμένο επίπεδο πολιτικής συμφωνίας.

Μια οπτική γωνία που υποβιβάζει την πολιτική πάλη στο επίπεδο της οικονομικής, προσπαθώντας απλώς να της προσδώσει πολιτικό χαρακτήρα, ξεχνά ότι η ταξική πάλη έχει ως κύριο πεδίο την πολιτική, που στον πυρήνα της βρίσκεται το πρόβλημα της εξουσίας και του κράτους. Καμιά διεκδίκηση, κανένα πρόβλημα, όσο προωθημένα κι αν είναι, δεν οδηγούν από μόνα τους στην ανατροπή του καπιταλισμού.

Το πέρασμα από το μερικό στο γενικό, από το αίτημα στον άξονα συσπείρωσης και από εκεί στην κατεύθυνση της πολιτικής, από τα μέτωπα πάλης στο Μέτωπο και στον εναλλακτικό δρόμο διεξόδου και εξουσίας θα διευκολύνεται στο βαθμό που θα ανεβαίνει όχι απλά η ταξική ενότητα δράσης της εργατικής τάξης, αλλά και η πολιτική της ενότητα, η συσπείρωσή της γύρω από το ΚΚΕ.

Το Μέτωπο, ως κοινωνικοπολιτική συμμαχία της εργατικής τάξης με άλλα στρώματα, χτίζεται μέσα στις ταξικές συγκρούσεις και τους αγώνες, είναι όμως «μέτωπο πάλης», που δεν προβάλλει και παλεύει απλά ένα σύνολο αιτημάτων, έστω με πιο ανεβασμένη μορφή, αλλά αμφισβητεί τη μονοπωλιακή εξουσία, διεκδικεί τη διακυβέρνηση της χώρας.

Οικοδομείται σε ένα πλαίσιο αξόνων με εσωτερική συνοχή και κατεύθυνση, που περιγράφονται με το γενικό τίτλο «λαϊκή οικονομία», που αναδεικνύει τη δυνατότητα να αναπτυχθεί διαφορετικά, προς όφελος του λαού, η χώρα μας, δυνατότητα που για να μετασχηματιστεί σε πραγματικότητα προϋποθέτει ανατροπές στο επίπεδο της εξουσίας, ανατροπές που θα προκαλούν ή θα συνδυάζονται με ανακατατάξεις στο διεθνή περίγυρο, με αναταράξεις και ρήγματα στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα.

Δεν αποτελεί όρο για τη συγκρότηση του Μετώπου η συμφωνία για πέρασμα της εξουσίας στην εργατική τάξη. Αυτό παραμένει διεκδίκηση του Κόμματος, όχι υποχρεωτική διεκδίκηση του Μετώπου.

Το πώς, πότε και με ποιο τρόπο και αφορμή θα μπει το πρόβλημα της εξουσίας στην ημερήσια διάταξη, δεν μπορεί να το προκαθορίσει κανείς. Η ιστορία δε χωρά σε διανοητικά κατασκευάσματα. Οι υποθέσεις για τον τρόπο εξέλιξης μάς δίνουν ενδείξεις μόνο, που μας χρησιμεύουν για να δίνουμε μια όσο το δυνατό πιο σαφή κατεύθυνση στην πρακτική δράση. Και η περιγραφή που κάνει το πρόγραμμα του Κόμματος και η θέση 20 μάς δίνουν τέτοιες κατευθύνσεις, που πατάνε στην ιστορική εμπειρία του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος.

Εκείνο που θα αποφασίζει θα είναι ο κοινωνικός και πολιτικός συσχετισμός, η εξέλιξή του. Η γέννηση λαϊκών θεσμών στην πορεία της πάλης, ιδιαίτερα στην άνοδό της, είναι επίσης στοιχείο που επηρεάζεται από αυτόν. Οι θεσμοί (που δεν ταυτίζονται με τις νομικές μορφές που μπορεί να παίρνουν) δε δημιουργούν τις κοινωνικές σχέσεις, αντίθετα δημιουργούνται από αυτές, αποκρυσταλλώνουν ένα δοσμένο ή δυναμικό συσχετισμό. Ωστόσο, ρυθμίζουν και αντεπιδρούν στις κοινωνικές σχέσεις και στις αντιθέσεις τους: είτε στην κατεύθυνση της άμβλυνσης είτε στην κατεύθυνση της λύσης της αντίθεσης. Σε επαναστατικές καταστάσεις, ή σε φάσεις απότομης ανόδου του κινήματος, λαϊκοί θεσμοί μπορούν να εμφανίζονται ως σπέρματα της λαϊκής εξουσίας και σε αντίθεση με το αστικό κράτος. Σε συνθήκες πολιτικής κρίσης, που ωστόσο δεν αγκαλιάζει ακόμα ολόκληρο τον κρατικό μηχανισμό, αυτή μπορεί να εκφραστεί στο επίπεδο του κοινοβουλίου, σε κυβέρνηση αντιμονοπωλιακών δυνάμεων, κυβέρνηση που δεν ταυτίζεται με τη λαϊκή εξουσία. Να επιτυγχάνεται δηλαδή μια τέτοια στιγμιαία συγκέντρωση δυνάμεων που βάζει τέρμα στη λειτουργικότητα του κοινοβουλίου ως μορφής της πολιτικής διακυβέρνησης της άρχουσας τάξης. Σε αυτή τη στιγμή, που εκφράζεται η αδυναμία του δυνατού και η δύναμη των αδυνάτων, χωρίς ωστόσο να έχει αποκρυσταλλωθεί ακόμα ο συγκεκριμένος συσχετισμός, η ανάπτυξη των λαϊκών θεσμών και της οργάνωσης της εργατικής τάξης, σε συμπόρευση ή και σε αντίθεση με αυτή την κυβέρνηση θα αποφασίζει πάντα σε συνδυασμό και με άλλους παράγοντες.

Ακόμα και το πέρασμα της εξουσίας στα χέρια τέτοιων λαϊκών οργάνων δε συνιστά από μόνο του ολοκλήρωση της σοσιαλιστικής επανάστασης (είναι ενδεικτικό το πώς ο Λένιν έβλεπε το ζήτημα το Σεπτέμβρη του 1917, όταν ακόμη στα Σοβιέτ κυριαρχούσαν οι μενσεβίκοι και οι εσέροι. Τότε μίλαγε ακόμη για την πάλη των τάξεων και των κομμάτων μέσα στα σοβιέτ) στο βαθμό που δεν έχει κριθεί ο κοινωνικός και πολιτικός συσχετισμός και στα πλαίσια του μετώπου και στα πλαίσια της κοινωνίας.

Πολλά κρίνονται ωστόσο, όχι στο αόριστο μέλλον αλλά και στο συγκεκριμένο παρόν: από τον τρόπο, την κατεύθυνση και την πρωτοβουλία στην πορεία οικοδόμησης του Μετώπου σήμερα.

Το θέμα, για παράδειγμα, της αποφασιστικής πολιτικής, ιδεολογικής, οργανωτικής ισχυροποίησης του Κόμματος και της ανάπτυξής του στην εργατική τάξη πρώτα απ' όλα, ιδιαίτερα σε κλάδους και τομείς μεγάλης συγκέντρωσης, συσχετίζεται όχι μόνο με την οικοδόμηση του Μετώπου σήμερα, αλλά και με την πορεία του αύριο.

Η συσπείρωση δυνάμεων σε μέτωπα πάλης, αλλά ιδιαίτερα η αποκρυστάλλωσή της σε μορφές πολιτικής συσπείρωσης, θα αποκτά ολοένα και αυξάνουσα βαρύτητα.

Το ασίγαστο Μέτωπο σε λογικές ενσωμάτωσης αλλά και σε φαινόμενα αποξένωσης από τις πλατιές μάζες, όπου υπάρχουν, είναι προϋπόθεση για την επιτάχυνση της πολιτικής συσπείρωσης. Ιδιαίτερα σήμερα που, παρά τη δυσκολία των συσχετισμών και την απατηλή σταθερότητα του πολιτικού συστήματος, πληθαίνουν αυτοί που ακόμα κι αν ακόμη σκύβουν το κεφάλι μπρος στην Ιερά Εξέταση της «νέας τάξης», νιώθουν τους προσεισμούς και ψιθυρίζουν «και όμως κινείται!».

ΝΙΚΟΣ ΣΕΡΕΤΑΚΗΣ

Μέλος του Γραφείου του ΚΣ της ΚΝΕ

Να ανεβάσουμε ποιοτικά την ιδεολογική μας παρέμβαση στο λαό

Τα δέκα χρόνια που πέρασαν από την ανατροπή του σοσιαλισμού και την κρίση του κομμουνιστικού κινήματος ήταν από πολλές απόψεις διδακτικά. Μέσα στην περίοδο μιας δεκαετίας, η Ιστορία έδειξε να σταματά. Κατακτήσεις των εργαζομένων πάρθηκαν πίσω, εστίες πολέμου πολλαπλασιάστηκαν, επαναφέρθηκαν στο προσκήνιο νέες μορφές χειραγώγησης της κοινωνικής συνείδησης που διαμορφώνει η εργατική τάξη και τα άλλα, καταπιεζόμενα από τα μονοπώλια, λαϊκά στρώματα.

Βασικό μοτίβο αυτών των ιδεολογημάτων - που δημιουργούνται και αναπαράγονται από τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του αστικού κράτους (σχολείο, εκκλησία, ΜΜΕ κ.ά.) αλλά κυρίως εδράζονται στις συνθήκες της παραγωγής και στις ίδιες τις παραγωγικές σχέσεις και ό,τι απορρέει από αυτές, (βλ. φενακισμένη συνείδηση, φετιχισμό του εμπορεύματος, ψευδαίσθηση ατομικής ελευθερίας κ.ά.) - είναι η αδυναμία των λαϊκών μαζών να χαράξουν μια άλλη, ριζικά διαφορετική πορεία στο κοινωνικό γίγνεσθαι.

Κι όμως τα πράγματα δεν είναι έτσι.

Πώς μπορούμε όμως να θεμελιώσουμε επιστημονικά και ταυτόχρονα να εκλαϊκεύσουμε την κομμουνιστική μας αισιοδοξία; Πώς μπορούμε να σχεδιάσουμε την καθημερινή μαζική μας δράση τη στιγμή που ολοένα και περισσότερα αναχώματα δημιουργούνται στην αφύπνιση, στη δραστηριοποίηση των μαζών, σε μια περίοδο που η επιθετικότητα του ιμπεριαλισμού οξύνεται και παίρνει νέες πιο καλο-δουλεμένες μορφές; Η απάντηση βρίσκεται στον εντοπισμό των δυνατοτήτων της εποχής μας για την "απελευθέρωση της εργασίας" και στην κατανόηση ότι η Ιστορία, μέσα από τις αντιφάσεις της έχει ανοιχτό ορίζοντα, στη δυναμική της ταξικής πάλης. Χρειάζεται να μιλήσουμε όχι μόνο για τις συνθήκες του σήμερα αλλά να επικεντρώσουμε στην αντιπαράθεση γύρω από τις «ανάγκες» που ικανοποιεί ο καπιταλισμός και τις πραγματικά ανθρώπινες που ικανοποιεί ο σοσιαλισμός. Να συζητήσουμε για την αναντιστοιχία μεταξύ των αναγκών που ικανοποιούνται στα πλαίσια του καπιταλισμού (ουσιαστικά πρόκειται για τους αναγκαίους όρους αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης) και των τεράστιων δυνατοτήτων της ανθρωπότητας όχι μόνο να λύσει τα προβλήματά της αλλά και το σύνολο των λαών στον πλανήτη να ζει μια πραγματικά ανθρώπινη ζωή. Αυτή η παρέμβαση δεν μπορεί να γίνεται μακριά από τους καθημερινούς αγώνες και την καθημερινή ζύμωση. Η σημασία της προκύπτει ακριβώς από την ανάγκη να συνδυάζουμε τη συνδικαλιστική πάλη με την πολιτική και ιδεολογική. Δεν μπορούμε για παράδειγμα να λέμε ότι δουλεύουμε σωστά και με προοπτική τη λογική των συσπειρώσεων χωρίς να επιμένουμε - και μάλιστα με αυξημένες απαιτήσεις - στη σημαντικότατη προσπάθεια του απεγκλωβισμού των λαϊκών συνειδήσεων από την επιρροή της αστικής πολιτικής και ιδεολογίας.

Στις Θέσεις για το 16ο Συνέδριο τίθεται πολύ σωστά το ζήτημα του προσανατολισμού των κομματικών δυνάμεων στην υπόθεση της συσπείρωσης δυνάμεων και ακόμα παραπέρα η ανάγκη να μπολιάζεται η δράση μας από το αναγεννητικό στοιχείο της ρήξης, της διαφορετικής προοπτικής της κοινωνίας. Για να γίνω πιο συγκεκριμένος, το ζήτημα δεν είναι μόνο αν είμαστε μαζικοί στο χώρο μας (χωρίς φυσικά να μην είναι σημαντικό), ούτε αν "τρέχουμε" από το πρωί ως το βράδυ, αλλά - λαμβάνοντας υπόψη τις νέες εξελίξεις και την πολύ καλά σχεδιασμένη ιδεολογική παρέμβαση της αστικής τάξης στις λαϊκές συνειδήσεις - τι ποιοτικές σχέσεις χτίζουμε με τον κόσμο στο χώρο που δρούμε, κατά πόσο - όπως γράφεται και στις Θέσεις - «γίνονται συστηματικά αποκαλύψεις στην εργατική τάξη και κυρίως αναπτύσσονται οι Θέσεις του Κόμματος για τις σύγχρονες ανάγκες και απαιτήσεις της». Κατά πόσο όλοι μας συνδυάζουμε την τέχνη της προσέλκυσης των μαζών με την επιστήμη της ανάλυσης των συνθηκών ζωής του λαού και των δυνατοτήτων της εποχής.

Στις Θέσεις για το 16ο Συνέδριο συγκεκριμενοποιείται το ζήτημα των στόχων του μετώπου αλλά και της σχέσης τους με την πορεία της επαναστατικής διαδικασίας, της λαϊκής εξουσίας και λαϊκής οικονομίας. Πρόκειται κατά τη γνώμη μου για μια σημαντική προώθηση στις επεξεργασίες μας, με βάση την οποία μπορούμε από καλύτερες θέσεις να διεξάγουμε την ιδεολογική αντιπαράθεση με τις λογικές του "μονόδρομου" και του "απομονωτισμού" και ταυτόχρονα να μπορούμε να εξειδικεύσουμε τους στόχους πάλης που βάζουμε στο κίνημα.

Είναι ένα σημαντικό βήμα που απαντά από τη σκοπιά των ταξικών συμφερόντων της εργατικής τάξης και των συμμάχων της στο ερώτημα: «τι στοχεύουμε τώρα». Παρ' όλα αυτά θα ήταν εγκληματικό λάθος να επαναπαυτούμε στις δάφνες μας - η αστική τάξη δεν το κάνει ποτέ, τουλάχιστον οι συνεπείς εκπρόσωποί της, αντίθετα, αναζητά συνεχώς νέες μορφές εγκλωβισμού των μαζών και μάλιστα τα τελευταία χρόνια "χτυπά στο ψαχνό", αντιπαρατίθεται όχι μόνο στα επιμέρους αλλά και στην προοπτική. Ετσι πιστεύω πως όχι μόνο δεν είναι πολυτέλεια αλλά αντίθετα αναγκαιότητα των καιρών να απαντήσουμε με το όραμά μας, την προοπτική της ικανοποίησης των λαϊκών αναγκών, της κοινωνίας του σοσιαλισμού - κομμουνισμού όχι απλά σαν μια μακρινή διέξοδο από την κρίση αλλά σαν απαίτηση του σήμερα τόσο από την άποψη των υλικών συνθηκών και του επιπέδου ανάπτυξης του καπιταλισμού στην Ελλάδα, όσο και από την πλευρά της ριζικής ρήξης με το παλιό, με τις συνθήκες ζωής των εργαζομένων αλλά και με τις πραγματικές τους ανάγκες που το σύστημα θέλει να τους πείσει ότι μπορούν να χωρέσουν στο απάνθρωπο πρόσωπο της καπιταλιστικής κοινωνίας.

Αυτή η προσπάθειά μας δεν πρέπει να γίνεται περιστασιακά, δεν μπορεί να εξαντλείται σε κεντρικούς σταθμούς (βουλευτικές εκλογές κ.ά.) αλλά να πραγματοποιείται μέσα στη μαζική δουλιά, χωρίς φόβους ότι ο λόγος μας θα φανεί απόμακρος στους εργαζόμενους. Μέσα στις μάζες θα δοκιμαστούμε, μέσα στην ένταση της ταξικής πάλης και της ιδεολογικής αντιπαράθεσης με άλλες δυνάμεις και τους μηχανισμούς του κράτους, θα γίνεται ολοένα και πιο δυνατή η συνειδητοποίηση της ανάγκης του άλλου δρόμου, της ρήξης, θα κατανοούνται οι διαχωριστικές γραμμές και θα δημιουργούνται οι όροι για μαζική μετατόπιση συνειδήσεων.

Υ.Γ.: Δεν είχα ακόμα τελειώσει το άρθρο αυτό όταν διάβασα το αφιέρωμα της "Ελευθεροτυπίας" στο 16ο Συνέδριο (5/11/00), όπου βασικό μοτίβο είναι ότι "το ΚΚΕ πηγαίνει προς τα πίσω". Φυσικά δεν είναι νέο φαινόμενο η σαπίλα του ιμπεριαλισμού να εκδηλώνεται και στην ιδεολογία του, έτσι δε νομίζω πως είναι εκτός θέματος να προσθέσω ότι στις μέρες μας πέρα από το ότι η ιδεολογική δουλιά των κομμουνιστών πρέπει να απαντά πειστικά στα ερωτήματα: τι οικονομία χρειαζόμαστε, τι είδους εξουσία μπορεί να την επιβάλει, τι συσπείρωση χρειάζεται για όλα αυτά, ταυτόχρονα όμως μέσα στη δυναμική της ταξικής πάλης πρέπει να αναδεικνύει και ένα πρότυπο ζωής, αυτό του αγώνα, της αισιοδοξίας για τον αγώνα και της επιστημονικής γνώσης της κοινωνίας μας αλλά και των δυνατοτήτων της εποχής μας.

Ας αφήσουμε, λοιπόν, τους μοντέρνους υπερασπιστές της αστικής τάξης να "εμπνέονται" από τα λόγια: "... δεν έχουμε να κάνουμε αληθινά με έναν σκοπό ζωής. Ο σκοπός αυτός έχει αφεθεί στη διάκριση του καθενός. Ο καθένας είναι υπεύθυνος για τον εαυτό του. Και όλοι γνωρίζουν πόσο λίγος είναι τούτος ο εαυτός...".

Εμείς οι κομμουνιστές μπορούμε σαν "λάτρεις του παλιού" να εμπνεόμαστε από τα λόγια του Μαρξ το 1841: "Οποιος δε βρίσκει περισσότερη ευχαρίστηση στο να χτίσει με τα δικά του μέσα τον κόσμο ολόκληρο και να 'ναι κοσμοπλάστης, παρά να παλεύει αιώνια με το τομαράκι του, αυτός έχει επισύρει το "ανάθεμα" του πνεύματος, έχει δηλαδή διωχτεί από το ναό και την αιώνια απόλαυση του πνεύματος κι έχει καταδικαστεί να τραγουδά νανουρίσματα πάνω από την ιδιωτική του ευδαιμονία και να ονειρεύεται τη νύχτα τον εαυτό του".

Με το 16ο Συνέδριο θα βγούμε πιο δυνατοί, ικανοί να συσπειρώσουμε το λαό μας για τη μεγάλη έφοδο προς τους ουρανούς. Ο ανοιχτός χαρακτήρας της Ιστορίας θα εκδηλωθεί μέσα από τις σκληρές ταξικές μάχες του 21ου αιώνα, το Μέτωπο θα χτιστεί και η κάθε λογής υμνητές του καπιταλισμού θα τρέχουν ανήσυχοι να κρυφτούν, φοβούμενοι το... καινούριο.


ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ
ΙΕ του ΚΣ της ΚΝΕ

Πρόταση ζωτικής σημασίας

Στην αρχή μιας νέας χιλιετίας, οι Θέσεις για το 16ο Συνέδριο είναι μια πρόταση ζωτικής σημασίας για την οικοδόμηση του ΑΑΔΜ πάλης που αφορά τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού. Βασικοί αποδέκτες, η Εργατική Τάξη (Ε.Τ.), τα μεσαία στρώματα της πόλης και του χωριού και η νεολαία.

Φυσικά, η κάθε κοινωνική δύναμη, αντίστοιχα με τη θέση της στο συγκεκριμένο καταμερισμό εργασίας, αφομοιώνει το μήνυμα για την αναγκαιότητα της κοινωνικοπολιτικής συμμαχίας. Αναμφίβολα η Ε.Τ. και οι άλλες κοινωνικές κατηγορίες (ΕΒΕ, αγρότες κτλ.) διατηρούν τη διαφορετικότητα τους, όμως αυτή η πραγματικότητα δεν πρέπει να είναι ανασταλτική σε κοινές ενέργειες, γιατί σήμερα ο κοινός αντίπαλος είναι περισσότερο ορατός.

Για να αντιμετωπιστεί η στρατηγική επίθεσης της αστικής τάξης (α.τ.) που ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια τα θέλει όλα δικά της, προβάλλει επιτακτικά η ανάγκη να διαμορφωθούν διάφορες μορφές συσπείρωσης και συνεργασίας με αντιιμπεριαλιστικούς αντιμονοπωλιακούς στόχους, να αναπτυχθούν μέτωπα πάλης ενάντια στις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις.

Βέβαια, χρειάζεται να υπογραμμιστεί ότι σήμερα οι συνθήκες είναι πολύ διαφορετικές από την προηγούμενη 10ετία του '80, το μεγάλο κεφάλαιο ασκεί φοβερή πίεση, ενσωματώνει στην αστική ιδεολογία πολιτικές και συνδικαλιστικές ηγεσίες, τους αφαιρεί κάθε δυνατότητα ελιγμών. Ακριβώς για το λόγο αυτό η κοινωνικοπολιτική συμμαχία, για να ανταποκρίνεται στις δύσκολες συνθήκες, δεν αρκεί να προβάλει και να εξαντλείται σε επιμέρους αιτήματα και διεκδικήσεις ή ακόμα και να θέτει ζητήματα δημοκρατικής λειτουργίας του συνδικαλιστικού κινήματος. Τα επιμέρους αιτήματα και διεκδικήσεις πρέπει να μπολιάζονται με την αμφισβήτηση και να αναπτύσσεται αγώνας για την ανατροπή της νεοφιλελεύθερης πολιτικής. Συνεπώς, αυτή τη σοβαρή αποστολή δεν μπορούν να τη διεκπεραιώσουν ξεπερασμένα σχήματα «δημοκρατικών δυνάμεων», που συντηρούν τεχνητές διαχωριστικές γραμμές χωρίς να θίγουν το κύριο, δηλαδή την αντίθεση μεταξύ κεφαλαίου - εργασίας και ουσιαστικά εξυπηρετούν τη διαιώνιση της κυριαρχίας της άρχουσας τάξης.

Στα πλαίσια της δουλιάς των κομματικών διαδικασιών και του Προσυνεδριακού Διαλόγου, αναπτύσσονται απόψεις και ιδέες οι οποίες πράγματι μπορεί να είναι γόνιμες. Το ζήτημα είναι ότι η έννοια δημοκρατία και οι αρχές έχουν συγκεκριμένο περιεχόμενο και πρέπει να βρίσκονται σε αντιστοιχία με την καθημερινή στάση ζωής, με την προσφορά στη συλλογική δράση. Διαφορετικά η αναντίστοιχη επίκληση σε διάσταση από το περιεχόμενο έχει το στοιχείο της υποκρισίας συνειδητά ή όχι, αδιάφορο και απλά δυσφημίζει και εξυπηρετεί άλλες τακτικές. Στη θέση 28 «για τα προβλήματα, τις ανάγκες των μικρομεσαίων επιχειρήσεων», αναφέρεται ότι «προβάλλει επιτακτικά η ανάγκη να παλέψουν μαζί με το λαό ώστε στα πλαίσια του προγραμματισμού της λαϊκής οικονομίας να διαμορφωθούν οι κοινωνικοπολιτικές προϋποθέσεις και για τη δική τους συγκέντρωση της παραγωγής με συνεταιρισμούς, στην παραγωγή, στην προμήθεια πρώτων υλών, στη διάθεση των εμπορευμάτων σε συνεργασία με τον αντίστοιχο δημόσιο τομέα». Ακόμη «ο αγώνας τους σήμερα ενταγμένος στους γενικότερους στόχους για τη συγκρότηση του ΑΑΔΜ συνδέεται με διεκδίκηση αντιμονοπωλιακών μέτρων».

Πράγματι, η παραπάνω πολιτική πρόταση δίνει διέξοδο και προοπτική στους μικρούς ΕΒΕ και αυτοαπασχολούμενους.

Δεν αγνοούμε τις υπαρκτές δυσκολίες για να αφομοιωθεί αυτή η πολιτική σκέψη και να γίνει συνείδηση των μικροαστικών στρωμάτων και υπόθεση πάλης.

Οι στόχοι μας όμως δεν καθορίζονται από το συσχετισμό δυνάμεων, αντίθετα είναι ρεαλιστικό να συνδέσουμε την τακτική με τη στρατηγική, με βάση τα προβλήματα που διαμορφώνει η ίδια καπιταλιστική εξέλιξη, με συσπειρώσεις και μέτωπα πάνω σε αιτήματα που θα αμφισβητούν την κυρίαρχη ιδεολογία και θα προωθούν την εναλλακτική πρόταση της λαϊκής εξουσίας και της λαϊκής οικονομίας.

Η παράταξή μας (ΔΗΚΕΒΕ) έχει αποστολή να γίνει ο πόλος συσπείρωσης των πιο αγωνιστικών και πιο ριζοσπαστικών δυνάμεων στο χώρο πέρα από ιδεολογικές και πολιτικές διαφορές, αλλά με την υποχρέωση του αντιμονοπωλιακού προσανατολισμού και της ενιαίας στάσης προς τα έξω. Συνεπώς ο κάθε συνεργαζόμενος δεν μπορεί να χαρακτηριστεί αποστάτης ακριβώς γιατί είναι συνεργαζόμενος.

Το ζήτημα είναι οι κομμουνιστές ΔΗΚΕΒίτες συμμετέχουν στη ΔΗΚΕΒΕ με βάση τις κομματικές αποφάσεις ή θα τη χρησιμοποιούν για να βάλουν από την πίσω πόρτα αλλοιωμένες θέσεις στον κομματικό χώρο (συνεργασίες σκοπιμότητας για ιδιωτική χρήση, θέση για τα επιμελητήρια κλπ.). Η κατάσταση στο συνδικαλιστικό κίνημα των ΕΒΕ είναι αρκετά δύσκολη, στην πυραμίδα διαμορφώνεται μια συνδικαλιστική γραφειοκρατία, η οποία συντηρείται με υψηλές αποζημιώσεις από συμμετοχή σε διάφορες επιτροπές και όργανα, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια αποδείχτηκε ότι η πολιτική που παράγεται από αυτές τις επιτροπές στηρίζει τη νεοφιλελεύθερη διαχείριση, το ερώτημα είναι θα θεωρήσουμε αυτοσκοπό και απαράβατη αρχή τη συμμετοχή μας σε αυτές τις επιτροπές ΟΚΕ κλπ. όπως υποστηρίζουν ορισμένοι (όχι τυχαία) με εμφανή τα στοιχεία της υποκρισίας και ουτοπίας ή θα εξετάζουμε κάθε φορά τη στάση μας και την τακτική μας αναλόγως; Η πλειοψηφία που έχει συγκροτηθεί στη ΓΣΕΒΕΕ και σε πολλές ομοσπονδίες με ευθύνη των ΠΑΣΚΕΒΕ, ΔΑΚΜΕ, και της ΑΣΚΕΒΕ θα αντιμετωπιστεί με τη λογική του καλού συνομιλητή και με βάση τις θεσμικές υποχρεώσεις που απορρέουν από τη λειτουργία του συνδικαλιστικού κινήματος με σύμφωνη θέση για τη θεσμοθέτηση του πόρου και τη λειτουργία του ΚΕΚ με ορισμένες ενστάσεις στη διαχείριση ή θα αναπτύξουμε με ενιαία στάση τις διατυπωμένες θέσεις μας, να δημιουργήσουμε ρήξη με τη λογική της ενσωμάτωσης και στήριξης της νεοφιλελεύθερης πολιτικής που θα φτάσει σε όλη τη δομή του συνδικαλιστικού κινήματος και προπαντός να συνεγείρουν τη συνείδηση των ΕΒΕ, οι οποίοι σήμερα δεν αρκεί να εκφράζουν μόνο την αντίθεσή τους στα μονοπώλια και τις πολυεθνικές, αλλά να αντιμετωπίζουν το μεγάλο κεφάλαιο από θέση αντιπάλου και να συνδέουν την πάλη τους για την κατάργηση της εκμετάλλευσης από την αστική τάξη.

Συν/φοι, για την οικοδόμηση του ΑΑΔΜ, που θα υπηρετεί την εναλλακτική πρόταση εξουσίας, εγγύηση είναι ο ιδεολογικός πολιτικός εξοπλισμός μας, το οργανωτικό δυνάμωμα του ΚΚΕ και το ανοιχτό μέτωπο στη λογική της διαχείρισης.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΦΕΤΣΗΣ

ΚΟΒ ΞΥΛΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ