Το όλο θέμα δεν έχει καμία απολύτως σχέση με την αντιμετώπιση της ανεργίας. Το αντίθετο μάλιστα. Η ΕΕ, έχοντας ως δεδομένο ότι θα υπάρχει συνεχής αύξηση του αριθμού των ανέργων, εκπονεί, μαζί με τις κυβερνήσεις των χωρών - μελών, διάφορα προγράμματα κατάρτισης και επανακατάρτισης, που υποτίθεται ότι απευθύνονται προς εργαζόμενους και ανέργους. Στην ουσία με τα χρήματα των σχετικών προγραμμάτων εξασφαλίζεται για τους μεγαλοεπιχειρηματίες ιδιαίτερα φτηνό εργατικό δυναμικό, αφού θα εισπράττουν επιδοτήσεις για να απασχολούν νέους ανέργους, σπουδαστές Επαγγελματικών Σχολών και ΙΕΚ που θα εργάζονται ως μαθητευόμενοι για μια μπουκιά ψωμί, ή θα προσλαμβάνουν αποφοίτους Τεχνικής Εκπαίδευσης, φοιτητές ΑΕΙ και ΤΕΙ, οι οποίοι θα προσφέρουν κανονική εργασία, αλλά θα αμείβονται ως πρακτικά ασκούμενοι.
Βέβαια, το ψέμα έχει κοντά ποδάρια. Ετσι, αν κάποιος κάνει την αριθμητική πράξη και διαιρέσει τα κονδύλια που θα δοθούν για τα προγράμματα, δηλαδή τα 600 εκατομμύρια ευρώ, με τον αριθμό των 350.000 ατόμων που υποτίθεται ότι θα ωφεληθούν από αυτά, εύκολα θα διαπιστώσει ότι, στην καλύτερη περίπτωση, μιλάμε για ένα όφελος των 1.714 ευρώ κι ...έξω από την πόρτα.
Το βέβαιο είναι ότι ακόμα και αν κάποιος μπορέσει να αποσπάσει αυτό το ποσό, δε θα λύσει κανένα απολύτως πρόβλημα. Μόνο τα χαράτσια να σκεφτείς, έχουν καταβροχθίσει πολλαπλάσια ποσά. Ας αφήσουν, λοιπόν, τα παραμύθια. Οι εργαζόμενοι δεν έχουν ανάγκη από τέτοιου είδους προγράμματα διαχείρισης της φτώχειας και της ανέχειας. Εχουν ανάγκη από εργασία, δουλειά μόνιμη με σταθερό και αξιοπρεπές μεροκάματο, ώστε να μπορούν να τα βγάζουν πέρα. Ολα τα άλλα, όταν μάλιστα τα προτείνουν εκείνοι που ευθύνονται για τη σύγχρονη φτώχεια, αποτελούν πρόκληση και κοροϊδία.
«Είναι εύλογη η επιθυμία του κ. Τσίπρα να οικοδομήσει ένα διεθνές προφίλ και να γίνει αποδεκτός στις σημαντικές χώρες ως η "εναλλακτική λύση" για την Ελλάδα. Ομως, για να το πετύχει αυτό θα πρέπει να τιθασεύσει τις ακραίες συνιστώσες και να μετακινηθεί προς πιο μετριοπαθείς θέσεις. Ως ηγέτης της αξιωματικής αντιπολίτευσης οφείλει να προβεί σε μια περισσότερο ρεαλιστική ανάγνωση της κατάστασης και να προτείνει εφικτές λύσεις. Ετσι θα αυξήσει την αξιοπιστία και αποδοχή του». Περιττές μάλλον οι υποδείξεις του αρθρογράφου της «Καθημερινής» προς τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ ενόψει του ταξιδιού του σε Ουάσιγκτον και Ν. Υόρκη στο τρίτο δεκαήμερο του μήνα. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ είναι σαν έτοιμος από καιρό γι' αυτό το ταξίδι και έχει προ πολλού καταθέσει τα διαπιστευτήρια του για να γίνει αποδεκτός. Αλλωστε, δεν τον κάλεσε τυχαία το γνωστό ινστιτούτο Brookings, ένας από τους σημαντικότερους μηχανισμούς διαμόρφωσης της «κοινής γνώμης» και ανάδειξης ηγετών, εννοείται συμβατών με τις «αξίες» της ιμπεριαλιστικής υπερδύναμης. Προηγουμένως βέβαια είχε πάρει το πράσινο φως και τα κατάλληλα μηνύματα από τον ΣΥΡΙΖΑ που δεν έκρυβε το θαυμασμό του για την πολιτική Ομπάμα σε συνδυασμό με τον αντιμερκελισμό του. Αβάσιμες είναι επίσης οι ανησυχίες του αρθρογράφου όσον αφορά «τις προειδοποιήσεις που έχει επανειλημμένα εκτοξεύσει (σ.σ. ο Α. Τσίπρας) κατά επίδοξων επενδυτών, ότι εάν έρθει στην εξουσία όλα θα επανεξεταστούν». Προφανώς δεν θυμάται ότι τέτοιες «προειδοποιήσεις» είχαν υπάρξει απ' όλους, δίχως εξαίρεση, επίδοξους διαχειριστές του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ πριν αναλάβουν το τιμόνι της εξουσίας, ακριβώς γιατί ήθελαν να έχουν λυμένα τα χέρια τους στη «μοιρασιά της πίτας»...
Οι τρεις άξονες για την ανάκαμψη (ρευστότητα, ιδιωτικοποιήσεις, διαρθρωτικές αλλαγές) που εξαγγέλθηκαν για ακόμα μια φορά με τυμπανοκρουσίες από την κυβέρνηση, μπορεί να προκαλούν δικαιολογημένα χαμόγελα και αισιοδοξία στα ντόπια και ξένα μονοπώλια, δεν πρόκειται όμως να βελτιώσουν στο ελάχιστο την κατάσταση του λαού. Αντίθετα, θα μεγαλώσουν τη φτώχεια και τη δυστυχία, ενώ κάθε άλλο παρά θα μειώσουν την ανεργία, όπως προκλητικά και θρασύτατα εμπαίζουν το λαό οι κυβερνώντες. Η επιπλέον ρευστότητα που υπόσχεται η κυβέρνηση μέσω των κονδυλίων του ΕΣΠΑ, του επενδυτικού νόμου, του ΕΤΕΑΝ και της υλοποίησης συμφωνιών μέσω εγγυήσεων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων υπολογίζεται στα 7 δισ. ευρώ. Τα δισ. αυτά κι άλλα τόσα και παραπάνω από την εξόφληση των χρεών του κράτους προς τους επιχειρηματικούς ομίλους - «προμηθευτές» του, θα πάνε κατευθείαν στους μονοπωλιακούς ομίλους. Επενδύσεις όταν γίνουν θα είναι «αποδοτικές» για το κεφάλαιο, θα είναι «στοχευμένες» ακριβώς σε τομείς της οικονομίας που διασφαλίζουν γρήγορη και υψηλή κερδοφορία. Δύναμη για το κεφάλαιο και συμφορά για το λαό είναι ο άλλος άξονας της ανάκαμψης, δηλαδή οι ιδιωτικοποιήσεις και το πλιάτσικο του φυσικού και ορυκτού πλούτου, που όπως έχει δείξει η ιστορική πείρα, φέρνουν περισσότερη ανεργία, ευέλικτες εργασιακές σχέσεις και μισθούς πείνας και πιο ακριβές υπηρεσίες. Οσο για τις «διαρθρωτικές αλλαγές» που ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα, αυτές έχουν ήδη υλοποιηθεί μέσα από την καταβαράθρωση των μισθών, την κατάργηση των εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων. Η εναλλακτική λύση όμως δε βρίσκεται σε ένα άλλο μείγμα διαχείρισης, το οποίο μάλιστα θα είναι και προϊόν «σκληρής διαπραγμάτευσης» με την ΕΕ, όπως ευαγγελίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ, που δε βλέπει την ώρα να πάρει τα ηνία της εξουσίας. Η μόνη φιλολαϊκή διέξοδος βρίσκεται στην αποδέσμευση από την ΕΕ και την κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων από μια λαϊκή εξουσία.