Ο «Ρ» παρουσιάζει εκτενή αποσπάσματα από την παρουσίαση του ομότιτλου βιβλίου που έκανε ο συγγραφέας του, Αναστάσης Γκίκας, στο 23ο Συνέδριο της Ομοσπονδίας Οικοδόμων Ελλάδας
Η καταγραφή και αποτύπωση της Ιστορίας ενός κλάδου και του κινήματός του δεν είναι απλή υπόθεση. Και αυτό - βεβαίως - γιατί δεν αποτελεί (δεν πρέπει και δεν μπορεί να αποτελεί) απλά και μόνο ένα άθροισμα ημερομηνιών, γεγονότων, προσώπων ή πραγμάτων. Τουναντίον, πρόκειται για αναπόσπαστο τμήμα της συλλογικής εμπειρίας της ταξικής πάλης: Μιας εμπειρίας, που γενόμενη κτήμα και γνώση στα χέρια της εργατικής τάξης, μπορεί να αποτελέσει ισχυρό όπλο στην πάλη της στο σήμερα και το αύριο.
Κάθε κεφάλαιο (σ.σ. του βιβλίου), που αντιπροσωπεύει αντίστοιχα και μια χρονική ενότητα, καταπιάνεται αρχικά με τη βιομηχανία (στα πλαίσια της γενικότερης ανάπτυξης του καπιταλισμού στην Ελλάδα και ειδικότερα), με την εξέλιξή της και τον αντίκτυπο κάθε φορά στον κλάδο. Με τις αλλαγές στον τρόπο και τις μορφές οργάνωσης της παραγωγής, στον αριθμό και τη σύνθεση των απασχολουμένων στην οικοδομή, κ.ο.κ. Κεντρικό στοιχείο που αναδεικνύεται εδώ είναι η θεμελιώδης, διαχρονική και ανειρήνευτη αντίθεση των συμφερόντων κεφαλαίου - εργασίας: Με τους πρώτους να απομυζούν τεράστια πλούτη σε βάρος και από τον ιδρώτα των δεύτερων. "Θαμπώνονται τα μάτια μας", κατήγγειλε η ταξική Ομοσπονδία των Οικοδόμων το 1957, "από τις πολυκατοικίες και τα μέγαρα που εμείς φτιάχνουμε και αγανακτάμε για τα χάλια μας. Ούτε παράγκα δεν μας ανήκει, συνάδελφοι, να βάλουμε το κεφάλι μας. Και μήπως είναι αυτό μονάχα; Και το ψωμί πολλές φορές και κείνο μας λείπει"1.
Οι συνέπειες της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης βάραιναν διαχρονικά στις πλάτες των οικοδόμων: Φτώχεια, πείνα, ανεργία, θάνατος. Είναι πράγματι συγκλονιστικές οι απανωτές αναφορές στον Τύπο - στον απόηχο της καπιταλιστικής κρίσης τη δεκαετία του 1930 - για το θάνατο εργατών οικοδόμων από την πείνα ή το κρύο.
"Προχθές πέθανε ο εργάτης οικοδόμος Στρατής Μπισκιτζής, πρόσφυγας", έγραφε ο "Ριζοσπάστης" τον Ιούνη του 1932. "Ο θάνατός του προήλθε από την πείνα". 26/1/1934: "Πέθανε ο άνεργος οικοδόμος απ' τον συνοικισμό Βενιζελοχώρι από την πείνα. Αφησε γυναίκα και 4 παιδιά". 18/1/1936: "Πριν τις γιορτές βρέθηκε στο δρόμο ξεπαγιασμένος ο άνεργος οικοδόμος Π. Χατζόπουλος". Ηταν 70 χρόνων και ακόμα πάλευε για ένα μεροκάματο. Για δεκαετίες οι οικοδόμοι θα δώσουν σκληρές μάχες για τη βελτίωση των όρων και συνθηκών εργασίας και ζωής τους: Για το ασφαλιστικό, το συνταξιοδοτικό, για επιδόματα ανεργίας, για την ασφάλεια στο χώρο δουλειάς, κ.ο.κ. Τίποτα δεν τους χαρίστηκε. Ολα κατακτήθηκαν μέσα από αλλεπάλληλους, σφοδρούς και αταλάντευτους αγώνες με την εργοδοσία και το κράτος της. Οι κατακτήσεις του κινήματος των οικοδόμων υπήρξαν άμεσα συνδεδεμένες με το βαθμό της συνδικαλιστικής οργάνωσης, το συσχετισμό δυνάμεων μέσα στο κίνημα, αλλά και το επίπεδο της ταξικής πάλης συνολικότερα. Δεν ήταν λίγες πάντως οι φορές, όπου το κίνημα των οικοδόμων, με τη μαζικότητα, το δυναμισμό και τη στιβαρή ταξική του κατεύθυνση, μπόρεσε να μπει μπροστά, αποτελώντας την εμπροσθοφυλακή, το "βαρύ πυροβολικό" της εργατικής τάξης της χώρας μας, ανοίγοντας δρόμους σε δικαιώματα και κατακτήσεις, όχι μόνο για τους ίδιους, αλλά και για μια σειρά άλλους κλάδους.
Εκθέτοντας τη συμμετοχή και το ρόλο των νέων οικοδόμων στους ταξικούς αγώνες της περιόδου ενώπιον των αντιπροσώπων της 1ης Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης των Οικοδόμων, το 1963, ο εκπρόσωπος της Συντονιστικής των Νέων τόνισε: "Οι νέοι οικοδόμοι, με τιμή και ενθουσιασμό, πήραν μέρος σ' όλους αυτούς τους αγώνες (αναφέρεται στο Δεκέμβρη του 1960 και τον Οκτώβρη του 1962), στάθηκαν στις πρώτες γραμμές των αγώνων του κλάδου μας, βρέθηκαν μπροστά στις πιο σκληρές συγκρούσεις για τα συμφέροντά μας, χτυπήθηκαν, τραυματίστηκαν, μάτωσαν, πέσαν θύματα των διωγμών, σύρθηκαν στα δικαστήρια και κει υπεράσπισαν με αξιοπρέπεια και με θάρρος τα συμφέροντα του κλάδου, και των νέων εργαζομένων, και γενικά, στάθηκαν, με μια λέξη, υποδειγματικοί στη συμμετοχή τους σε όλους αυτούς τους αγώνες και τις κινητοποιήσεις. Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα των γεγονότων του Οκτωβρίου, όπου το 90% των τραυματιών και το 80% αυτών που οδηγήθηκαν στα δικαστήρια ήταν νέοι. Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα του 17χρονου νέου οικοδόμου που δέχτηκε τις σφαίρες της αστυνομίας στο κορμί του και του άλλου, μόλις 19 χρονών, που με θέρμη υπερασπίστηκε απ' το εδώλιο του κατηγορουμένου, στις τελευταίες δίκες, τα συμφέροντα του κλάδου μας και τα ιδιαίτερα αιτήματα των νέων εργαζομένων... Αν κερδίσουμε τη νεολαία, κερδίζουμε τις μάχες. Αν κερδίσουμε τη νεολαία, κερδίζουμε το αύριο"3.
Αξίζει όμως να κάνουμε μια σύντομη αναφορά και στη φιλειρηνική - αντιιμπεριαλιστική δράση των οικοδόμων, οι οποίοι στάθηκαν σταθερά και αταλάντευτα στο πλευρό των απανταχού λαών που αγωνίζονταν, της Κούβας, του Βιετνάμ, της Παλαιστίνης και βεβαίως της Κύπρου. Οπως τόνιζε την επαύριον της δολοφονίας του μαχητή της ειρήνης βουλευτή της ΕΔΑ Γρηγόρη Λαμπράκη, το Δελτίο των μπετατζήδων, "Οι οικοδόμοι θα φυλάξουν το όραμα ενός ειρηνικού κόσμου που γι' αυτόν έπεσε ο Γρ. Λαμπράκης και θα αντλούν πάντοτε δυνάμεις από το παράδειγμά του και την αυτοθυσία του"5.
Στον αντίποδα, η Ομοσπονδία Λυκιαρδόπουλου, η ΠΟΕΟ, η οποία δεν έπαψε ποτέ να "εγκαλεί" τα ταξικά συνδικάτα, υποδεικνύοντας πως "ούτε η κρίσις εις τον Αγιον Δομίνικον, ούτε το Βιετνάμ" αποτελούν "συνθήματα εργατικά" ή "εργατικές διεκδικήσεις". Αιτήματα, όπως "να φύγει το ΝΑΤΟ" ή "ο αμερικανικός στόλος από τα Ελληνικά ύδατα", ήταν για την ΠΟΕΟ "στάχτη εις τα μάτια" των οικοδόμων. Στον ίδιο τόνο και η ΓΣΕΕ, η οποία, από τη μια κατήγγειλε την πρώτη Μαραθώνια Πορεία Ειρήνης ως "κομμουνιστική επιχείρηση" και από την άλλη οργάνωνε αποστολές "ενημέρωσης" στο ΝΑΤΟ6.
Ο ρόλος των δυνάμεων της ενσωμάτωσης στο οικοδομικό συνδικαλιστικό κίνημα αποκαλύπτεται στοιχειοθετημένα και από πληθώρα πηγών στο σύνολο του βιβλίου. Οι δυνάμεις αυτές, άλλοτε επιστρατεύοντας την κομμουνιστοφοβία και τον αντικομμουνισμό, άλλοτε χρησιμοποιώντας "αριστερή φρασεολογία", δεν έπαψαν ποτέ να το υπονομεύουν. Οπου δεν μπόρεσαν να τα καταφέρουν μέσα από την ιδεολογικοπολιτική διαπάλη, μέσα από την κατάκτηση της πλειοψηφίας στα σωματεία με τη συνδικαλιστική τους δράση (πράγμα σπάνιο), τα κατάφερναν με διασπάσεις, με τη δημιουργία αντισυνδέσμων ή σωματείων - σφραγίδων. Σε αυτό συνέδραμε αποφασιστικά και η συνδικαλιστική νομοθεσία, η οποία ευνοούσε τον πολυκερματισμό - και συνάμα τον καλύτερο έλεγχο - του συνδικαλιστικού κινήματος, αφού κάθε φορά που οι ταξικές δυνάμεις κατακτούσαν την πλειοψηφία σε ένα συνδικάτο, οι δυνάμεις της ενσωμάτωσης μπορούσαν πολύ απλά να ιδρύσουν ένα άλλο, ενώ μέσα από την αθρόα σύσταση σωματείων κατάφερναν διαχρονικά να κατασκευάζουν τεχνητές πλειοψηφίες στα δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια όργανα του συνδικαλιστικού κινήματος. Ενδεικτικά είναι τα Πρακτικά της Ομοσπονδίας Λυκιαρδόπουλου της 22 Μαΐου 1965, όπου τονίζονταν μεταξύ άλλων: "Πρέπει ν' αναφέρω ότι η κατάστασις της Ομοσπονδίας δεν πάει καλά... Μας παίρνουν συνεχώς σωματεία. Από αυτή τη στιγμή θα πρέπει να αρχίσουμε να κάνουμε δύο σωματεία όπου μας παίρνουν ένα, εκτός και αν νομίζετε ότι θα πρέπει να πέσομε αδόξως. Αυτοί κάνουν πόλεμο να μας παίρνουν τα σωματεία, εμείς θα κάνουμε πόλεμο να φτιάχνουμε άλλα"7. Τόσο απλά.
Συνομιλητές της εκάστοτε εξουσίας, "δημοκρατικής" ή δικτατορικής, οι δυνάμεις του εργοδοτικού συνδικαλισμού υπήρξαν το μακρύ χέρι της κυβέρνησης στο εργατικό κίνημα, με τη συνεργασία τους με τις αρχές (ακόμα και με την ίδια την Ασφάλεια) να εκδηλώνεται άλλοτε συγκαλυμμένα και άλλοτε εντελώς απροκάλυπτα. Τους όρκους πίστεως και τις δηλώσεις μετανοίας της ΓΣΕΕ συμπλήρωναν πάντοτε οι αρχές του λεγόμενου Ελεύθερου Συνδικαλισμού περί συνεργασίας και όχι της πάλης των τάξεων.
Και δίπλα σε όλα αυτά, βεβαίως, η ανοιχτή καταστολή. Από τη χρήση του στρατού ενάντια στους απεργούς τη δεκαετία του 1920 και παρακρατικών - φασιστικών οργανώσεων τη δεκαετία του 1930, στα ξερονήσια, τις φυλακές και το συνδικαλιστικό της Ασφάλειας τις δεκαετίες του 1950 και του 1960, έως τις "αύρες" της μεταπολίτευσης. Η βία απέναντι στους εργάτες που αγωνίζονταν δεν έλειψε ποτέ. Οι οικοδόμοι, ως πρωτοπόροι στις ειδικότερες αλλά και γενικότερες κινητοποιήσεις της εργατιάς, εισέπραξαν σημαντικό μέρος αυτής της βίας. Εκατοντάδες ήταν οι διωκόμενοι, οι φυλακισμένοι και εξόριστοι οικοδόμοι της περιόδου που εξετάζουμε. Στο βιβλίο γίνεται μια σοβαρή προσπάθεια καταγραφής τους. Η ηρωική τους στάση ενώπιον των δικαστών τους (είτε επρόκειτο για τα δικαστήρια της "δημοκρατίας" είτε για τα έκτακτα στρατοδικεία της δικτατορίας), αποτελεί παράδειγμα αγωνιστικού ήθους.
Κλάδος σκληραγωγημένος και σκληροτράχηλος από τη φύση της δουλειάς και ψημένος στο καμίνι της ταξικής πάλης, οι οικοδόμοι δεν αποτελούσαν φυσικά εύκολο αντίπαλο. Οι συγκρούσεις με τις δυνάμεις καταστολής ήταν σφοδρές. Σε τέτοιο βαθμό, μάλιστα, που πολλά όργανα της τάξης δήλωναν ασθένεια κάθε φορά που οι οικοδόμοι κατέβαιναν σε απεργία, γνωρίζοντας τι θα αντιμετωπίσουν.
Πολλά θα μπορούσαμε να πούμε, πράγματι, αλλά δεν μας το επιτρέπει ο χρόνος. Ας δούμε λοιπόν συνοπτικά τα περιεχόμενα του βιβλίου. Διατρέχοντας την ιστορική διαδρομή του κινήματος των οικοδόμων, από τις ρίζες του έως τη δεκαετία του 1970 και το 10ο Συνέδριο της Ομοσπονδίας, το βιβλίο είναι χωρισμένο σε 7 κεφάλαια - ενότητες.
Το 1ο κεφάλαιο καταπιάνεται συνοπτικά με τη λεγόμενη "προϊστορία" του κινήματος: Με την εξέλιξη της συνδικαλιστικής οργάνωσης από τις συντεχνίες του μεσαίωνα έως τις αλληλοβοηθητικού χαρακτήρα μεικτές οργανώσεις εργατών - εργοδοτών (στα τέλη του 19ου αιώνα) και τα πρώτα ταξικά σωματεία (στις αρχές του 20ού).
Το 2ο κεφάλαιο περιλαμβάνει την περίοδο του Μεσοπολέμου (1918 - 1936). Εδώ ξεχωρίζει βεβαίως η ίδρυση της Ομοσπονδίας, απόρροια της ωριμότητας του κινήματος και της αναζήτησης, από μεγάλο μέρος των εργαζομένων, καλύτερης οργανωτικής συγκρότησής του. Η ίδρυση της Ομοσπονδίας συνένωσε τη δύναμη των σωματείων, έλυσε το ζήτημα της ενιαιοποίησης των αιτημάτων και των αγώνων του κλάδου. Προσανατόλισε την πάλη σε ταξική γραμμή, όξυνε την αντιπαράθεση με τον κυβερνητικό - εργοδοτικό συνδικαλισμό, το ρεφορμισμό. Βοήθησε να αναδειχθεί ακόμα καλύτερα η σύγκρουση των δύο γραμμών στο εργατικό κίνημα, συμβάλλοντας γενικότερα στην ανάπτυξη του ταξικού κινήματος.
Το 3ο κεφάλαιο καταπιάνεται με την περίοδο από τη μεταξική δικτατορία έως την ΕΑΜική Εθνική Αντίσταση και τον αγώνα του Δημοκρατικού Στρατού, δηλαδή με τα χρόνια 1936 - 1949. Στην ενότητα αυτή αναδεικνύεται η συμβολή των οικοδόμων στην αντιδικτατορική πάλη, στην αντίσταση κατά του φασίστα κατακτητή και των ντόπιων συνεργατών του μέσα από το Εργατικό ΕΑΜ, το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ, καθώς και κατόπιν στην πάλη του ΔΣΕ. Ειδικό ενδιαφέρον έχουν οι διεργασίες στο εργατικό - συνδικαλιστικό κίνημα μετά την απελευθέρωση, οι νίκες του Εργατικού Αντιφασιστικού Συνασπισμού (του ΕΡΓΑΣ) και οι μεθοδεύσεις της ντόπιας αντίδρασης - αλλά και ξένων συνδικαλιστικών και διπλωματικών παραγόντων - για τη βίαιη και από τα πάνω αλλαγή των συσχετισμών στα συνδικάτα. Η άλωση του συνδικαλιστικού κινήματος ολοκληρώθηκε με το ξήλωμα όλων σχεδόν των δημοκρατικά εκλεγμένων συνεπών συνδικαλιστών (γεγονός που συνήθως ακολουθούσε η φυλάκιση ή εκτόπισή τους) και την αντικατάστασή τους από "εγκεκριμένους" εργατοπατέρες, πολλοί εκ των οποίων είχαν ήδη δώσει τα ανάλογα διαπιστευτήρια ως μεταξικοί ή κατοχικοί συνδικαλιστές. Πρόκειται για ονόματα τα οποία συνεχίζουμε κατόπιν να συναντάμε και επί "δημοκρατίας" (δεκαετίες 1950 και 1960) και επί χούντας, αλλά και στη συνέχεια (πάλι επί "δημοκρατίας"), αποκαλύπτοντας με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο τη "διαχρονικότητα" του εργοδοτικού, κρατικά ενσωματωμένου συνδικαλισμού.
Το 4ο κεφάλαιο εξετάζει τη δεκαετία του 1950 και την τιτάνια προσπάθεια που κατέβαλαν οι ταξικές δυνάμεις στο οικοδομικό κίνημα για την ανασύνταξή του, μέσα στις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες που είχαν δημιουργηθεί στον απόηχο της ένοπλης ήττας του λαϊκού κινήματος. Εκτός από τον χωροφύλακα, οι οικοδόμοι είχαν να αντιμετωπίσουν και την απαξίωση των συνδικάτων στη συνείδηση των εργατών. Απαξίωση, που είχε επιφέρει ο εργοδοτικός συνδικαλισμός. "Ο χαρτοπόλεμος της Ομοσπονδίας, του ΕΚΑ και των σωματείων", αναφέρει στη μαρτυρία του ένας παλαίμαχος συνδικαλιστής οικοδόμος, "κάλυπταν όλο το χώρο των κινητοποιήσεων της εργατικής τάξης. Πήγαιναν τα "στελέχη" των εργαζομένων, με μια τσάντα παραγεμισμένη με χαρτιά και εφημερίδες στον εκάστοτε υπουργό Εργασίας, πίνανε το καφεδάκι τους, χαριτολογώντας, άλλαζαν φιλοφρονήσεις και τελείωνε η δουλειά. Κάπου - κάπου, ανακοινώνονταν στους εργάτες οι υποσχέσεις των αρμοδίων κι όλα δούλευαν ρολόι. Γι' αυτό και τα σωματεία ήταν πάντα αδειανά από εργάτες. Δεν υπήρχε εμπιστοσύνη στη συνδικαλιστική ηγεσία των Μακρήδων και των Θεοδωρικών, γιατί δεν είχαν λύσει κανένα πρόβλημα των εργατών... Πώς λοιπόν τώρα αυτοί οι άνθρωποι θα δέχονταν τις δικές μας προτάσεις, για κινητοποιήσεις, για συγκεντρώσεις και απεργίες; Εμοιαζαν σα το διάβολο με το λιβάνι. Το συνδικαλιστικό τμήμα της Ασφάλειας αλώνιζε παντού. Από την αυγή, ως αργά τη νύχτα, όπου να πήγαινες μπροστά σου τους έβλεπες... Αυτή και χειρότερη ακόμα ήταν η κατάσταση που βρήκαν οι δικοί μας συνδικαλιστές, από την αρχή που πάτησαν το πόδι τους στο φρούριο των Μακρή - Θεοδωρικών"8.
Η περίοδος μέχρι τη χούντα εξετάζεται με λεπτομέρεια στο κεφάλαιο 6. Τα χρόνια αυτά συντελείται μια πλήρης ανατροπή στο συσχετισμό δύναμης στο οικοδομικό κίνημα, με επίκεντρο τη Συντονιστική των διαγραμμένων από την Ομοσπονδία σωματείων. Η πορεία της Συντονιστικής είναι πράγματι εντυπωσιακή. Στις αρχές του 1960 αριθμούσε μόλις 15 σωματεία, συγκεντρωμένα στην πλειοψηφία τους στην Αθήνα και τον Πειραιά. Τον Απρίλη του 1964 μετατράπηκε σε πανελλαδικό όργανο, συσπειρώνοντας έως τα τέλη του έτους 128 οικοδομικές και ξυλουργικές οργανώσεις. Το Μάη του 1966 οι οργανώσεις αυτές είχαν γίνει 155 9.
Ακολουθεί το 7ο κεφάλαιο που πραγματεύεται τα χρόνια της χούντας, το ρόλο της Ομοσπονδίας και την αντιδικτατορική πάλη των οικοδόμων (με την ιδιαίτερη, βαρύνουσα συμβολή τους στην εξέγερση του Πολυτεχνείου). Τέλος, το βιβλίο κλείνει με την περίοδο της μεταπολίτευσης έως και το 10ο Συνέδριο της Ομοσπονδίας (το 1977), όπου ολοκληρώθηκε η νίκη των ταξικών δυνάμεων επί του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού.
Παραπομπές
1. Βλ. Εγκύκλιος Ομοσπονδίας Εργατοτεχνιτών Οικοδόμων Ελλάδος, 24/5/1957 (ΑΟΟ), Στατιστική Επετηρίς της Ελλάδος, 1958 και Οικονομικός Ταχυδρόμος, 21/5/1959
2. Δελτίον, 15/6/1963
3. Κουτί 404.5, Αρχείο ΕΔΑ (ΑΣΚΙ)
4. Αυγή, 24/3/1963
5. Αυγή, 25/5/1963, 28/5/1963, Δελτίον, 15/6/1963, Μπουλντής Κ., 2005, σελ. 122
6. Προκήρυξις της ΠΟΕΟΞ προς όλους τους οικοδόμους της χώρας, Ιούλης 1965, κουτί 404.1, Αρχείο ΕΔΑ (ΑΣΚΙ) και Προκήρυξις της ΠΟΕΟ προς τους οικοδόμους της χώρας, Ιούνης 1964 (ΑΟΟ), Εργατικό Βήμα, 28/4/1963, Εγκύκλιος ΓΣΕΕ, αρ. 16, 28/2/1962, κουτί 358, Αρχείο ΕΔΑ (ΑΣΚΙ)
7. Πρακτικόν Συνεδριάσεως Γραμματείας ΠΟΕΟΞ, 22/5/1965 (ΑΟΟ)
8. Μαρτυρία του Δημήτρη Πατρέλη όπως παρατίθεται στο Στάβερης Η., 2003, σελ. 33-34
9. Εγγραφο 98063: Ενημερωτικό Σημείωμα για τα συνέδρια των Οικοδόμων και Αυτοκινητιστών πριν το 14ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ, 23/10/1965 (Αρχείο ΚΚΕ), Εγκύκλιος της Ευρείας Συνεργασίας Οικοδομικών Οργανώσεων και Κατεργασίας Ξύλου Ελλάδας, αρ. 10, 26/5/1966, κουτί 404.2, Αρχείο ΕΔΑ (ΑΣΚΙ), Ελεύθερα Συνδικάτα, 1/12/1964, Αυγή, 8/3/1966