ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 17 Φλεβάρη 2013
Σελ. /16
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Στην υπηρεσία των αναγκών του κεφαλαίου

Μια μικρή αναδρομή στο τι και πώς εξυπηρετείται από τους Οργανισμούς του ΥΠΠΟ, για να κατανοηθεί το πολιτικό και ιδεολογικό πλαίσιο και του νέου σχεδίου

Συμβασιούχοι ΥΠΠΟ το 2001...

Eurokinissi

Συμβασιούχοι ΥΠΠΟ το 2001...
Το θέμα του νέου Οργανισμού του υπουργείου Πολιτισμού (Γενική Γραμματεία Πολιτισμού η σημερινή, επίσημη ονομασία του μετά τη συγχώνευσή του με το υπουργείο Παιδείας) επανήλθε στην επικαιρότητα πρόσφατα, οκτώ χρόνια μετά την αποτυχημένη απόπειρα της τότε πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΠΟ, επί υφυπουργίας Π. Τατούλη, να «φέρει» νέο Οργανισμό με τη μορφή νομοσχεδίου... μόλις ένα χρόνο μετά τον Οργανισμό της προηγούμενης πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΠΟ (Ε. Βενιζέλος) της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ.

Οι αντιδράσεις, τόσο στην πρόταση Τατούλη, όσο και στον Οργανισμό του Ε. Βενιζέλου ήταν έντονες από την επιστημονική κοινότητα και τους φορείς των εργαζομένων στην Αρχαιολογική Υπηρεσία, αφού, κατά την προσφιλή «τακτική» του δικομματισμού, κάθε κυβέρνηση συνέχιζε στον, επικίνδυνο για την πολιτιστική κληρονομιά, δρόμο της προηγούμενης. Δρόμο που είχε ανοίξει η Συνθήκη του Μάαστριχτ για τον πολιτισμό ήδη από το 1992, έχοντας σαν στρατηγικό στόχο την πλήρη εμπορευματοποίηση του Πολιτισμού, ενώ, η μετατροπή του, πιο συγκεκριμένα, σε πεδίο κερδοφορίας για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας του ευρω-ενωσιακού κεφαλαίου αποφασίστηκε στο πλαίσιο της Στρατηγικής της Λισαβόνας το 2000, ολοκληρώνοντας έτσι το πλαίσιο, μέσα στο οποίο κινείται η κυρίαρχη, αστική πολιτιστική πολιτική τις δύο τελευταίες δεκαετίες. Στόχος ο οποίος συνοδεύεται, βέβαια, από τη μοναδική δυνατότητα του πολιτιστικού τομέα να διεισδύει και να χειραγωγεί συνειδήσεις όταν τα μονοπώλια έχουν την εξουσία.

...το 2004
...το 2004
Οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ της 10ετίας του '90 έκαναν «ευαγγέλιο» τις απαιτήσεις του ευρωενωσιακού και εγχώριου κεφαλαίου και στον Πολιτισμό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα εφαρμογής αυτής της πολιτικής αποτελούν όλοι οι «πολιτιστικοί» νόμοι, ιδίως από το 1997 και μετά, που ακύρωσαν κάθε κατάκτηση του κινήματος στον πολιτισμό τις περασμένες δεκαετίες και «σαλαμοποίησαν» τις κρατικές αρμοδιότητες σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού ή δημόσιου δικαίου (από το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης μέχρι τα μεγάλα κρατικά μουσεία της χώρας) στο όνομα της «διοικητικής αυτοτέλειας» και της «οικονομικής ευελιξίας». Στρώνοντας έτσι το δρόμο στις κυβερνήσεις της ΝΔ, οι οποίες, με το αποπροσανατολιστικό «σύνθημα» για το «μη κρατικοδίαιτο Πολιτισμό» έβαλαν το δικό τους «λιθαράκι» στην επίτευξη των στρατηγικών στόχων του κεφαλαίου.

Εκτοτε, δεν υπάρχει απόφαση και δράση της ΕΕ - και αντίστοιχη πολιτική από τις ελληνικές κυβερνήσεις - που να μην επιταχύνει την εφαρμογή του παραπάνω αντιδραστικού και επικίνδυνου πλαισίου. Επιβεβαιώνοντας με κάθε τρόπο - σε κάθε τομέα πολιτικής - και με κάθε αφορμή, ότι η επίθεση που δέχεται ό,τι απέμεινε από τη δημόσια διαχείριση του πολιτισμού τα τελευταία δύο χρόνια, δεν είναι αποτέλεσμα ούτε της κρίσης, ούτε των μνημονίων. Αλλά, αντίθετα, η κρίση και τα μνημόνια είναι η ευκαιρία (η πρώτη) και τα εργαλεία (τα δεύτερα), ώστε το σύστημα να εφαρμόσει σε όποιο εύρος μπορεί (σ.σ. ανάλογα με το μέγεθος και την ποιότητα της λαϊκής αντίστασης, δηλαδή) τα στρατηγικά του σχέδια.

Ο,τι δε συρρικνώνεται... εξαφανίζεται

Νέο Μουσείο Ακρόπολης: Το νομικό του καθεστώς ως ΝΠΔΔ έχει τις «ρίζες» του στην πρώτη «αποκόλληση» κρατικών μουσείων από τις «μητρικές» Εφορείες Αρχαιοτήτων στον Οργανισμό του 2003

Icon

Νέο Μουσείο Ακρόπολης: Το νομικό του καθεστώς ως ΝΠΔΔ έχει τις «ρίζες» του στην πρώτη «αποκόλληση» κρατικών μουσείων από τις «μητρικές» Εφορείες Αρχαιοτήτων στον Οργανισμό του 2003
Η παραπάνω διαπίστωση είναι κομβική, για να ερμηνευθεί όχι μόνο ό,τι συμβαίνει στην κρατική πολιτική για τον πολιτισμό, αλλά συνολικά ο τρόπος που αντιδρά το αστικό κράτος σε περιόδους καπιταλιστικών κρίσεων. Στην προκειμένη περίπτωση ερμηνεύει και το περιεχόμενο του προωθούμενου σχεδίου Οργανισμού του ΥΠΠΟ, που η πολιτική του ηγεσία φέρεται μεν να λέει ότι «δεν πρόκειται να υλοποιηθεί το συγκεκριμένο σχέδιο και η σύνταξη του νέου οργανογράμματος θα γίνει με τη συμμετοχή και συνεργασία των εργαζομένων», αλλά σίγουρα, κάθε σχέδιο θα υπηρετεί τον ίδιο επικίνδυνο προσανατολισμό. Αυτή η φερόμενη αντίδραση της ηγεσίας του ΥΠΠΟ αναφέρεται στην ανακοίνωση της ομοσπονδίας των εργαζομένων στο ΥΠΠΟ, η οποία πάντως χαρακτηρίζει το σχέδιο «ως απαράδεκτο», γιατί «υποβαθμίζει και συρρικνώνει περαιτέρω τον αναπτυξιακό ρόλο του υπουργείου και οδηγεί σε αφανισμό τον πολιτισμό».

Αφήνοντας, επί του παρόντος, το για ποιον θα μπορούσε να είναι «αναπτυξιακός» ο ρόλος του υπουργείου Πολιτισμού στον καπιταλισμό, τόσο η ομοσπονδία, όσο και ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων και το ελληνικό τμήμα του ICOMOS (Διεθνές Συμβούλιο Μνημείων και Τοποθεσιών) - και πρόκειται μόνο για τις πρώτες αντιδράσεις ενός σχεδίου που δεν έχει δοθεί επίσημα - συγκλίνουν στην κριτική τους στα παρακάτω:

Η Εφορεία Εναλίων είναι μία από τις Ειδικές Περιφερειακές Υπηρεσίες του ΥΠΠΟ... που απουσιάζουν εντελώς από το σχέδιο του Οργανισμού!
Η Εφορεία Εναλίων είναι μία από τις Ειδικές Περιφερειακές Υπηρεσίες του ΥΠΠΟ... που απουσιάζουν εντελώς από το σχέδιο του Οργανισμού!
- Δεν προβλέπονται... θέσεις εργασίας! Ο ΣΕΑ σχολιάζει ότι «αν όντως ισχύουν οι διαβεβαιώσεις της πολιτικής ηγεσίας περί μη απολύσεων από τη Γενική Γραμματεία Πολιτισμού, γιατί τότε δεν συμπεριλαμβάνεται το σύνολο των θέσεων εργασίας στα διαδοχικά προτεινόμενα προσχέδια Οργανογράμματος;». Ελα ντε...

- Δεν προβλέπεται χωριστή Διεύθυνση Οικονομικών, με τους εργαζόμενους να φοβούνται ότι αυτό θα αποτελέσει την αφορμή για ακόμη μεγαλύτερη υποχρηματοδότηση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας από το κράτος.

- Δεν προβλέπονται... όλες οι Ειδικές Περιφερειακές Υπηρεσίες του ΥΠΠΟ. Οπως το θέτουν οι αρχαιολόγοι, από το οργανόγραμμα απουσιάζουν εντελώς τα μεγάλα μουσεία της χώρας, η Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων, η Εφορεία Αρχαιοπωλείων και Ιδιωτικών Συλλογών, οι Εφορείες Παλαιοανθρωπολογίας - Σπηλαιολογίας, τα Αρχαιολογικά Ινστιτούτα.

- Συρρίκνωση της δομής του υπουργείου κατά 65% - σύμφωνα με την ομοσπονδία - με τον ΣΕΑ να λέει ότι «η περικοπή των Διευθύνσεων (κατά 60%!) της Κεντρικής Υπηρεσίας είναι τεράστια, γίνεται με παράλογο τρόπο και αυθαίρετα κριτήρια, ενώ θα οδηγήσει σε τεχνητή "διόγκωση" του - ήδη ανεπαρκούς - προσωπικού. Χαρακτηριστικό είναι ότι από τις επτά σημερινές Διευθύνσεις της ΓΔΑΠΚ (Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων), οι πέντε συγχωνεύονται σε μία υπερδιεύθυνση! Πέραν της προφανούς υποβάθμισης σε Τμήμα (!) νευραλγικών και ξεχωριστών μεταξύ τους τομέων του πολιτισμού, είναι προφανές ότι μια Διεύθυνση, που περιλαμβάνει τα 3/5 των αρμοδιοτήτων της ΓΔΑΠΚ, είναι αδύνατο να λειτουργήσει».

- Οι περιφερειακές υπηρεσίες ενοποιούνται σε 53 σε όλη τη χώρα - μία ανά νομό, εκτός του Ν. Λευκάδας, τρεις στην Αττική και δύο στη Θεσσαλονίκη - «εάν όμως δε συμπληρωθεί με τις θέσεις εργασίας (...) τότε δεν μπορεί να υπάρξει περαιτέρω συζήτηση». «Ακατανόητο», όμως, χαρακτηρίζουν οι αρχαιολόγοι τον τρόπο με τον οποίο διαρθρώνονται σε τμήματα οι 53 Εφορείες Αρχαιοτήτων, «με συνένωση - για παράδειγμα - του υπάρχοντος Τμήματος Αρχαιολογικών και Τεχνικών Εργων (απαραίτητου για κρίσιμες λειτουργίες των Εφορειών, όπως η υλοποίηση των έργων ΕΣΠΑ) με το Τμήμα Συντήρησης σε ενιαίο "Τμήμα Αρχαιολογικών Ερευνών και Συντήρησης", υποβαθμίζοντας με τον τρόπο αυτό τη συντήρηση, που αποτελεί νευραλγικό τομέα της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς».

...το 2011... ανεξαρτήτως Οργανισμού
...το 2011... ανεξαρτήτως Οργανισμού
- Ο σύγχρονος πολιτισμός... εξαφανίζεται, αφού από τη σημερινή Γενική Διεύθυνση Σύγχρονου Πολιτισμού με διακριτές Διευθύνσεις (Γραμμάτων, Θεάτρου, Χορού, Μουσικής, Κινηματογράφου, Εικαστικών) καταλήγουν σε τρεις Διευθύνσεις «Στρατηγικού Προγραμματισμού», «Εφαρμογής Πολιτιστικής Πολιτικής» και «Εποπτείας και Διαχείρισης» που παραπέμπουν σαφώς σε ένα κράτος - «μάνατζερ» της πολιτιστικής «αγοράς».

Ισως να αναρωτηθεί κάποιος ότι οι αλλαγές στη δομή δε συνιστούν αναγκαστικά χειροτέρευση των όρων παρέμβασης του κράτους στην πολιτιστική πολιτική. Ομως, το πώς δομείται κάτι αντανακλά το περιεχόμενο και τους στόχους του. Επιπλέον, ο οποιοσδήποτε οργανισμός δε σχεδιάζεται σε «κενό αέρος», αλλά αποτελεί εργαλείο εφαρμογής συγκεκριμένης πολιτικής. Η πείρα των τελευταίων τουλάχιστον δέκα χρόνων δείχνει ότι η «μετάθεση» της διαχείρισης του πολιτισμού από την «αγορά» έχει ενταθεί και επιχειρείται πλέον μέσα από κάθε πολιτικό σχεδιασμό, από τον κρατικό προϋπολογισμό μέχρι τον «Καλλικράτη». Ολα αυτά βρίσκονται κάτω από την «ομπρέλα» της στρατηγικής της ΕΕ για ολοένα και μεγαλύτερη αύξηση της κερδοφορίας του κεφαλαίου πάνω στα «αποκαΐδια» των εργασιακών και όλων των άλλων δικαιωμάτων που κατέκτησαν οι λαοί με το αίμα τους.

Διδακτικό παρελθόν

Το πόσο άρρηκτα δεμένος είναι κάθε σχεδιασμός λειτουργίας ενός υπουργείου - εν προκειμένω του ΥΠΠΟ - με τους παραπάνω στόχους αναδεικνύεται από πολλές πλευρές. Ετσι, το Μάρτη του 2005, ο τότε υφυπουργός Πολιτισμού, Π. Τατούλης, συνέδεσε το τότε σχέδιο Οργανισμού με τις «κατευθύνσεις της ΕΕ για την περίοδο 2007 - 2013», στους άξονες των οποίων εντασσόταν, μεταξύ άλλων, η «ενίσχυση της στρατηγικής προσέγγισης του προγραμματισμού της Δημόσιας Διοίκησης, με παράλληλη αποκέντρωση αρμοδιοτήτων μέσω εταιρικών σχέσεων σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Επίσης, η «διεύρυνση της ικανότητας συνεργασίας δημόσιων - ιδιωτικών φορέων και κινητοποίησης (μόχλευσης) ιδιωτικών πόρων για τη συγχρηματοδότηση επενδύσεων». Δηλαδή, τη βαθύτερη υπαγωγή του δημόσιου τομέα, εδώ του πολιτιστικού, στις ορέξεις του κεφαλαίου. Ολα αυτά, πέντε χρόνια πριν από τον «Καλλικράτη» που κάνει ακριβώς αυτό.

Από τότε, μάλιστα, δηλωνόταν ότι το ΥΠΠΟ, με το νέο Οργανισμό «θα λειτουργεί ως "συντονιστής" της κοινωνίας στα πολιτιστικά θέματα, λαμβάνοντας υπόψη και την αναπτυξιακή προοπτική τους», δηλαδή την εμπορευματοποίησή τους. Ειδικά για το σύγχρονο πολιτισμό, «το κράτος διασφαλίζει τις πολιτιστικές υποδομές και ένα πλαίσιο θεσμών που ευνοούν τη δημιουργία, χωρίς όμως η πολιτεία να εμπλέκεται σ' αυτήν». Δε θυμίζει εντυπωσιακά την πρόβλεψη του σημερινού σχεδίου Οργανισμού για το σύγχρονο πολιτισμό;

Αξίζει, επίσης, να θυμίσουμε ότι ακόμη και όταν οι Οργανισμοί του ΥΠΠΟ έμοιαζαν «γαλαντόμοι» ως προς τις δυνατότητες λειτουργίας της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, στην πράξη δεν εφαρμόζονταν λόγω της διαχρονικής υποστελέχωσης και υποχρηματοδότησης των κρατικών δομών προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς. Χαρακτηριστικά, να θυμίσουμε ότι το Γενάρη του 2005 το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο ενέκρινε το πρόγραμμα δράσης της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, από το οποίο όμως προέκυπτε ότι 20 υπηρεσίες της που προβλέπονταν από τον Οργανισμό επί υπουργίας Ε. Βενιζέλου... δε συστάθηκαν ποτέ! Ετσι, από τις 93 συνολικά υπηρεσίες της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων (Κεντρική Υπηρεσία και Εφορείες Αρχαιοτήτων) υπέβαλαν πρόγραμμα δράσης οι 73...

Εκείνος ο Οργανισμός δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το καλοκαίρι του 2003, αντικαθιστώντας αυτόν που ίσχυε από το 1977. Το ίδιο το ΥΠΠΟ συνέδεσε τότε το νέο Οργανισμό με τη νομοθετική πρόβλεψη 3.500 οργανικών θέσεων του υπουργείου, αφού οι νέες υπηρεσίες που δημιουργούνταν σχεδόν σε κάθε νομό της χώρας θα έπρεπε να στελεχωθούν. Ομως, όπως είχαν επισημάνει από τότε οι χιλιάδες συμβασιούχοι του ΥΠΠΟ - οι οποίοι και πάλι δεν αρκούσαν ως αριθμός για το τεράστιο έργο της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας - πρόβλεψη θέσεων δε σημαίνει και προκήρυξή τους. Και είχαν δίκιο. Η ζωή έδειξε ότι η εργασιακή ομηρία άνθησε και ανθεί στο ΥΠΠΟ παράλληλα με τη συνέχιση και χειροτέρευση της υποστελέχωσης και υποχρηματοδότησης του πολιτισμού. Καταστάσεις που τα τελευταία χρόνια, με τις χιλιάδες απολύσεις και την καταβύθιση των κρατικών δαπανών στον πολιτισμό, έχουν γίνει πλέον περισσότερο εφιαλτικές.

Η συνέχεια της ταξικής πολιτικής στον πολιτισμό όπως αντανακλάται στους Οργανισμούς του ΥΠΠΟ είναι αδιάλειπτη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το νομικό καθεστώς των κρατικών μουσείων, μέσα από το οποίο παίχτηκε η «πρώτη πράξη» της διαδικασίας εμπορευματοποίησής τους με κορύφωση το νέο Μουσείο Ακρόπολης. Η αρχή έγινε με θεσμικό πλαίσιο που διαμορφώθηκε από το ΠΑΣΟΚ με τον Οργανισμό του υπουργείου Πολιτισμού του 2003 (ΠΑΣΟΚ), ο οποίος απέκοψε μεγάλα κρατικά μουσεία της χώρας από τις «μητρικές» Εφορείες Αρχαιοτήτων, συγκροτώντας «αυτόνομους» οργανισμούς, στη λογική της «ευελιξίας» και της «αυτοτέλειας».

Η ΝΔ επιχείρησε το 2005 να κάνει ένα ακόμη βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση με το νομοσχέδιο για νέο Οργανισμό του ΥΠΠΟ, ο οποίος προέβλεπε τη μετατροπή 10 μεγάλων και σημαντικών μουσείων της χώρας (Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, Μουσείο Ακροπόλεως, Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο, Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού, Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου, Μουσείο Ασιατικής Τέχνης, Νομισματικό Μουσείο, Νέο Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας - Μουσείο Ιστορίας Ολυμπιακών Αγώνων και Μουσείο Δελφών) σε ΝΠΔΔ, απλώς «εποπτευόμενα» από το ΥΠΠΟ, αλλά «με πλήρη διοικητική, δημοσιονομική και λειτουργική αυτοτέλεια». Λόγω των αντιδράσεων των εργαζομένων στο ΥΠΠΟ το νομοσχέδιο δεν προχώρησε. Επρόκειτο, όμως, για υποχώρηση τακτικής: Το 2008, η τότε κυβέρνηση (ΝΔ) «κατέβασε» το νομοσχέδιο με το οποίο το νέο Μουσείο Ακρόπολης «συστήνεται» ως ΝΠΔΔ ακριβώς με την ίδια λογική και σκοπούς.

Τα παραπάνω τεκμηριώνουν το συμπέρασμα ότι και το νέο σχέδιο Οργανισμού της Γενικής Γραμματείας Πολιτισμού (ΥΠΠΟ) ανεξάρτητα από την πιο απροκάλυπτη, ως προς τους στόχους, μορφή του, αλλά και ανεξάρτητα από την τελική εκδοχή του, αποτελεί κορύφωση μιας μακράς διαδικασίας διαμόρφωσης των μηχανισμών λειτουργίας του κράτους έτσι ώστε να είναι πάντα συμβατοί με τις εκάστοτε ανάγκες του κεφαλαίου. Απέναντι σε αυτήν την πραγματικότητα, οι εργαζόμενοι στον πολιτισμό, μαζί με τους άλλους εργαζόμενους, πρέπει να αντιτάξουν την πάλη για τη διαμόρφωση της πραγματικότητας στη βάση των δικών τους συμφερόντων. Εκείνη η πραγματικότητα θα λύσει και το ζήτημα της ουσιαστικής προστασίας και ανάδειξης και της πολιτιστικής κληρονομιάς για κάθε γενιά.


Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ