Συμφωνώντας με τα προσυνεδριακά κείμενα του ΚΚΕ, που αποτυπώνουν με ακρίβεια την πραγματικότητα και με σαφή τρόπο προσδιορίζουν όσα πρέπει να γίνουν με ορίζοντα την αλλαγή του εκμεταλλευτικού συστήματος που ζούμε, θέλω να σημειώσω ορισμένες σκέψεις μου, σαν συμβολή σε αυτή την προσπάθεια του Κόμματος.
Χρειάζεται να προσέξουμε ιδιαίτερα την πολιτική συμμαχιών του Κόμματος, που είναι άρρηκτα δεμένη με στη στρατηγική μας.
Θεωρούμε απόλυτα αναγκαία την προσέλκυση μεσαίων στρωμάτων, από την αγροτιά και τους αυτοαπασχολούμενους, σαν συμμάχων της εργατικής τάξης στην επαναστατική της πορεία και φυσικά τους επιδιώκουμε παίρνοντας υπόψη τη διαμορφωμένη πραγματικότητα.
Παίρνουμε υπόψη μας πως δεν υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις, στη σημερινή πολιτική πραγματικότητα, που να υπερασπίζονται τα συμφέροντα των αυτοαπασχολούμενων και της αγροτιάς, για να συζητήσουμε μαζί τους. Πως όσοι τους γυροφέρνουν επιχειρούν να τους συσπειρώσουν δημαγωγικά σαν ψηφοφόρους, δε θέλουν να ξεφύγουν και δεν ξεφεύγουν από τη διαχείριση του συστήματος. Δεν μπορούν να τους εκπροσωπήσουν.
Με αυτά τα δεδομένα και εφόσον είναι πολιτικά παράλογο να βάλουμε εμείς, σαν Κόμμα, κάποιους άλλους να φτιάξουν τα πολιτικά σχήματα που λείπουν από τα μεσαία στρώματα, στηριγμένοι στις καθοριστικές δυνατότητες της εργατικής τάξης, την καθοδηγούμε να οικοδομήσει την κοινωνικο-πολιτική συμμαχία της με τους αυτοαπασχολούμενους και την αγροτιά, πατώντας πάνω στα αντικειμενικά κοινά συμφέροντα που έχουν απέναντι στα μονοπώλια, αξιοποιώντας όσο μπορεί καλύτερα την διαδικασία των συσπειρώσεων και τη λογική των μετώπων.
Σε κάθε περίπτωση, σαν βάση οικοδόμησης αυτής της συμμαχίας δε χρησιμοποιούμε απλά και μόνο τα όποια οξυμένα προβλήματα, αλλά και τις αιτίες που τα αναπαράγουν και τα οξύνουν, σε αυτό το εκμεταλλευτικό σύστημα, δίνοντας πολύ καθαρά και τη στρατηγική μας επιδίωξη. Δε βάζουμε σαν προϋπόθεση συμμετοχής τη συμφωνία με ολόκληρο το πρόγραμμά μας και έτσι η προτεινόμενη λαϊκή συμμαχία αποκτάει ξεχωριστές δυνατότητες για ευρύτητα και προοπτικές μεγαλύτερης διεύρυνσης.
Εφόσον είναι ξεκάθαρο, όπως, δεν μπορούν στον καπιταλισμό να υπάρξουν νησίδες ευημερίας των εργαζομένων, έτσι η εργατική λαϊκή εξουσία, σε μια χώρα, δεν μπορεί να υπάρξει σε συνθήκες καπιταλισμού, όσο κυριαρχεί η ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής. Γι' αυτό και η πάλη για την κατάκτησή της προϋποθέτει, όπως πάντα, την ενσωμάτωση της αντικαπιταλιστικής γραμμής. Την ανατροπή του καπιταλισμού.
Αυτή την πεντακάθαρη τοποθέτηση που έχει θεωρητική βάση και πρακτική έκφραση, τη θεωρούμε απόλυτα αναγκαία, επιβεβλημένη και ρεαλιστική, στις συγκεκριμένες συνθήκες, αφού πριν και πάνω από όλα στηρίζει την αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεών μας στον πρωταγωνιστικό ρόλο της εργατικής τάξης, που από την ίδια της τη φύση είναι ο πλέον αξιόπιστος εγγυητής των εξελίξεων.
Με τούτες τι φράσεις δε λέμε κάτι καινούριο. Πολύ περισσότερο δεν αλλάζουμε τίποτε, αφού αντικαπιταλιστική γραμμή, αντιμονοπωλιακή λογική και αντιιμπεριαλιστική δράση συνυπάρχουν και συμπορεύονται αρμονικά στην, σταθερά και αταλάντευτα, επιδιωκόμενη προώθηση του στρατηγικού μας στόχου, που προβλέπει την ανατροπή του καπιταλισμού και την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής και, προοπτικά, της κομμουνιστικής κοινωνίας.
Οι επεξεργασίες του 19ου Συνέδριου, συμπυκνώνοντας την πείρα των μέχρι σήμερα προσπαθειών μας, αναμένεται να βοηθήσουν παραπέρα τη μεγαλύτερη, πλατύτερη, βαθύτερη και αποτελεσματικότερη παρέμβασή μας στο λαό, την ανάπτυξη της δράσης μας και φυσικά στην καλύτερη οργάνωση της ταξικής πάλης με την προοπτική της νίκης που χρειάζονται η εργατική τάξη και ο λαός. Σε αυτή την βάση, εύκολα μπορεί να αντιληφθεί κανείς τις αυθαιρεσίες και τον υποκειμενισμό που κρύβονται πίσω από ορισμένες διατυπώσεις, που δημόσια και αντιπαραθετικά, γίνονται για το Κόμμα μας:
Ξεκάθαρα δείχνουν, πως, όσοι έχουν αυτές τις απόψεις, δεν έχουν βγάλει συμπεράσματα από τον εναγκαλισμό μας με τους σοσιαλδημοκράτες, την περίοδο της αντιφασιστικής πάλης. Δείχνουν πως δεν αντιλαμβάνονται πόσο σοβαρά αυτό επιδρά στον αποπροσανατολισμό του λαού και στην καλλιέργεια αυταπατών.
Δείχνουν να πιστεύουν πως θα μπορούσαμε να έχουμε κυβέρνηση συνεργασίας με τους οπορτουνιστές του ΣΥΡΙΖΑ για να ξεπεράσουμε δήθεν τις δυσκολίες της οικονομικής κρίσης και των ιδιαίτερα οξυμένων κοινωνικο-πολιτικών προβλημάτων στη χώρα μας, αγνοώντας συνειδητά, πόσο ακριβά θα πλήρωνε και για πόσες δεκαετίες την υποδούλωσή του στο συγκεκριμένο εκμεταλλευτικό σύστημα που ζούμε.
Κατά τη γνώμη μου, χρειάζεται να προσέξουμε ιδιαίτερα το πώς θα κατανοηθούν αυτά τα ζητήματα από τα μέλη και τους φίλους του Κόμματος.
Αν σωστά κυριαρχήσει η κομματική λογική που περιέχεται στα ντοκουμέντα μας, θα έχουμε συμβάλει στο ατσάλωμα του Κόμματος. Στην άνοδο της ικανότητάς του να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τον οπορτουνισμό σε κάθε του έκφραση.
Οι Θέσεις της ΚΕ, το προτεινόμενο Πρόγραμμα και το Καταστατικό θεωρώ ότι βρίσκονται στη σωστή κατεύθυνση.
Η ορθότητα όμως των Θέσεων και των αποφάσεων που θα καταλήξει το Συνέδριο δεν εξασφαλίζουν ντε-φάκτο την πορεία προς τα μπρος. Εξαρτάται πρώτα και κύρια από όλα τα μέλη του Κόμματος η επιβεβαίωσή τους στη ζωή. Η δημιουργική εφαρμογή και ανάλυσή τους στην κοινωνία είναι έργο που πέφτει στις πλάτες όλων μας.
Για να γίνει αυτό, θεωρώ ότι πρέπει η δράση μας να αποχτήσει νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά.
Η αστική τάξη με την καθημερινή εξαθλίωση όλο και περισσότερων λαϊκών στρωμάτων έχει διπλό στόχο:
Πρώτος στόχος να εξασφαλίσει την επιβίωση και κερδοφορία του κεφαλαίου.
Δεύτερος και σημαντικότερος η υποταγή κάθε φωνής αντίστασης, το πέρασμα κλίματος ηττοπάθειας και μοιρολατρίας αλλά και παραπέρα η πίεση στο ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα και στο ΚΚΕ να τα «διπλώσουν».
Εκεί θα κριθεί η δική μας αντοχή. Πρέπει ατσαλωμένοι ιδεολογικά και πολιτικά να μην επιτρέψουμε ούτε το ΚΚΕ να κάνει πίσω, αλλά και η εργατική τάξη να καταλάβει ότι δεν πρέπει να νερώνει πια το κρασί της.
Εκούσια ή ακούσια, οι απόψεις που ακούγονται και μέσα στο Κόμμα αλλά πολύ περισσότερο από «φίλους» έξω από αυτό, για την εγκατάλειψη δήθεν του Προγράμματός του ντυμένες με μπόλικα τσιτάτα Μαρξισμού - Λενινισμού σε ένα οδηγούν. Ενα άλλο ΚΚΕ βολικό και υποταγμένο.
Πρέπει να αναμετρηθούμε και να απορρίψουμε τέτοιες λογικές. Βασική αφετηρία έχουν τις κοινοβουλευτικές αυταπάτες, που κακά τα ψέματα, καλλιεργήθηκαν και μέσα στο Κόμμα αλλά πολύ περισσότερο στους φίλους και οπαδούς. Η μακρά και «εύκολη» περίοδος από τη μεταπολίτευση και μετά, η απόκρουση της προσπάθειας διάλυσης του Κόμματος, η επιβεβαίωση των αναλύσεών του όλα αυτά τα χρόνια, δημιούργησαν ένα αίσθημα αυτοϊκανοποίησης και διολίσθησης - εδώ υπάρχει η διολίσθηση - ότι η επαναστατική αλλαγή της κοινωνίας αφορά την ανάληψη της κυβέρνησης κάποια Δευτέρα μετά τις εκλογές. Ευνόησαν όλα αυτά την ανάπτυξη απόψεων για ανάγκη «πλατιών συνεργασιών», «κυβερνητικές λύσεις σωτηρίας του λαού». Τώρα που το Κόμμα έκανε το ποιοτικό άλμα και καθορίζει ότι η ανατροπή θα στηριχτεί στην κοινωνική συμμαχία και όχι σε πολιτικές συμμαχίες κορυφών, ότι δεν μπορείς να αποκοιμίζεις το κίνημα με παραμύθια λύσεων εντός του συστήματος, ότι χρέος της εργατικής τάξης είναι να αμφισβητήσει την εξουσία της αστικής τάξης και όχι να τη διαχειριστεί καλύτερα, κάποιοι ξεβολεύτηκαν.
Να απαντήσουμε συγκεκριμένα ποιο θα είναι το αύριο. Πώς η λαϊκή εξουσία θα λύσει τα προβλήματα του λαού. Αυτό απαιτεί καλή γνώση των προβλημάτων κάθε χώρου, σύνδεση του μερικού με το γενικό.
Οταν μένουμε μόνο στο ειδικό χανόμαστε στις αυταπάτες που καλλιεργεί ο αντίπαλος, όταν μιλάμε γενικά μπαίνουμε στη λογική «του μοντέλου» και πού εφαρμόζεται.
Χρειάζεται μόνιμη επαφή, συγκεκριμένες χρεώσεις, να ακούσουμε την άποψή του, να λύνουμε απορίες. Εμπιστοσύνη αλλά και κριτική όπου βλέπουμε ότι υπάρχουν λαθεμένες απόψεις, βοήθεια να ξεπεραστούν.
Οχι περιστασιακή επαφή σε κάθε εκλογική μάχη ή πριν από μια απεργία. Ο περίγυρος του Κόμματος είναι πρόθυμος να μπει στη μάχη όταν βλέπει ότι τον εμπιστεύεσαι.
Σε επίπεδο συντονισμού των μετωπικών οργανώσεων δεν νομίζω ότι κανείς θα πρέπει να είναι ικανοποιημένος. Πρέπει να επιμείνουμε σ' αυτό. Είναι αδιανόητο οι γραμματείες να βρίσκονται (ή το συνηθέστερο να μη βρίσκονται) μπροστά σε κάποια απεργία. Μέτωπο δεν είναι η κοινή παρουσία στην πορεία, στην απεργία. Είναι πόσο συνδέουμε τα προβλήματα κάθε χώρου σε κοινή κατεύθυνση. Πόσο αναπτύσσουμε κοινές δράσεις για τα προβλήματα. Πώς θα πείσουμε τον ΕΒΕ για την κοινή δράση με την εργατική τάξη, όταν δεν υπάρχει μόνιμη επαφή μεταξύ των δυνάμεών μας π.χ.στους εμποροϋπάλληλους με τις δυνάμεις μας στον Εμπορικό Σύλλογο.
Η Λαϊκή Επιτροπή δεν είναι μια διαδικασία δημιουργίας μιας ακόμη επιτροπής. Το στήσιμό της θα είναι αποτέλεσμα βασανιστικής διαδικασίας που πρέπει να ξεπηδήσει από την πρωτοπόρα δράση στα πρωτοβάθμια σωματεία. Θα έχουμε προβλήματα με τις Λαϊκές Επιτροπές όσο δεν αλλάζουν οι συσχετισμοί στο κίνημα, όσο δεν μαζικοποιούνται τα σωματεία, όσο δεν βάζουν στα αιτήματά τους στόχους της συμμαχίας. Η Λαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να είναι το μάτι και το χέρι του ταξικού σωματείου στη γειτονιά. Η Λαϊκή Επιτροπή που δεν έρχεται σαν αποτέλεσμα της τέτοιας δράσης των σωματείων, θα περιοριστεί σε μια επιτροπή κομματικών δυνάμεων και επιρροών που θα διανέμει τρόφιμα και θα συνδέει ρεύμα, όσο κι αν δεν υποτιμούμε τέτοιες δράσεις.
Αυτά δίνουν το παράδειγμα, αυτά είναι η εικόνα μας σε όλα τα λαϊκά στρώματα. Και εκεί χρειάζεται ποιοτική αλλαγή στη δράση μας. Απαιτείται σίγουρα πολύς κόπος για να πάρει ταξική ρότα ένα σωματείο σε οποιοδήποτε χώρο. Και μετά; Εχουμε πολλή δουλειά να κάνουμε στην ενεργοποίησή του, στον εμπλουτισμό της ζωής και της δράσης του, πώς με τη λειτουργία του το κάνουμε σπίτι του εργάτη, του ΕΒΕ, του αγρότη. Κριτήριο της δουλειάς μας να είναι πόσα σωματεία έχουν ζωή, δράση, πόσο μαζικοποιούνται, πόσες συνελεύσεις έγιναν, τι αποφάσεις πήραν. Πόσο καθορίζουν τις πρωτοβουλίες που θα πάρει το ΠΑΜΕ, η ΠΑΣΕΒΕ, η ΠΑΣΥ. Θα έχουμε κάνει βήματα όταν η απόφαση π.χ. για την κήρυξη απεργίας είναι απόφαση εκατοντάδων συνελεύσεων στους τόπους δουλειάς.
Εκεί στην καθημερινή δράση θα αλλάξουν συνειδήσεις, θα βρούμε τον πρωτοπόρο, τον αγωνιστή, το μελλοντικό μέλος του Κόμματος.
Χρειάζεται εξειδίκευση και ανάπτυξη η πολιτική μας και είναι θετικό ότι στον προγραμματισμό της νέας ΚΕ μπαίνει Πανελλαδική Συνδιάσκεψη για τους ΕΒΕ. Είναι ο χώρος που λόγω του όγκου του θα δώσει στο επόμενο διάστημα μεγάλο αριθμό ανώριμων μαζών που εξαθλιωμένες θα ψάχνουν έκφραση. Η δουλειά μας στο χώρο των ΕΒΕ όπως αποδεικνύει και η πείρα των αντίστοιχων οργανώσεων είναι πολύ δύσκολη. Εδώ μιλάμε για στρώματα με αυταπάτες, με ισχυρή επίδραση της μικροϊδιοκτησίας πάνω τους. Στρώματα που οι συνδικαλιστικές τους ηγεσίες ολότελα συμβιβασμένες και υποταγμένες τα σπρώχνουν στην υποταγή ρίχνοντάς τους ψίχουλα από τα διάφορα προγράμματα. Απαιτούνται επεξεργασίες ακόμη και κατά κλάδο, σύνδεση των προβλημάτων με τα αντίστοιχα των εργαζομένων των κλάδων αυτών.
Κλείνοντας, οι συνθήκες απαιτούν ένα Κόμμα δυνατό, ενωμένο ιδεολογικά και πολιτικά, με στελέχη βγαλμένα από το καμίνι του μαζικού κινήματος.
Κόμμα που δεν θα αφήσει κανένα χώρο, καμιά «πλατεία», έρμαιο στις αυταπάτες που επιδιώκουν να πλασάρουν οι κάθε λογής υπηρέτες του συστήματος.
Κόμμα που θα πείσει την εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα, ότι ο αγώνας για το σήμερα αν δε δεθεί με τον αγώνα για τη δική τους εξουσία οδηγεί απλά στην διαιώνιση της εκμετάλλευσής τους.
Αν δεν υπήρχε θα έπρεπε να το φτιάξουμε, τώρα που υπάρχει πρέπει να του δώσουμε φτερά με τις αποφάσεις του 19ουΣυνεδρίου.