ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 30 Μάρτη 2013 - 1η έκδοση
Σελ. /48
Θέσεις που πάνε πιο μπροστά το Κόμμα

Συμφωνώ και με τα τρία προτεινόμενα ντοκουμέντα που εμπεριέχονται στις Θέσεις για το 19ο Συνέδριο. Θεωρώ ότι εκφράζουν την πορεία της συλλογικής ωρίμανσης του Κόμματος στο διάστημα μετά το 15ο Συνέδριο το 1996. Ιδιαίτερα το Πρόγραμμα και το Καταστατικό για την οργάνωση που απαιτούν οι καιροί προσαρμόζεται στην πολύ σημαντική επεξεργασία που κατέκτησε το Κόμμα με το 18ο Συνέδριο για την εκτίμησή μας για το σοσιαλισμό που γνωρίσαμε και την δική μας αντίληψη για το σοσιαλισμό που θέλουμε. Αυτή η απόφαση του Συνεδρίου, που είναι μια επεξεργασία αποτέλεσμα πολυετούς συλλογικής έρευνας, με πρωτοπόρα την δουλειά των Τμημάτων της Κεντρικής Επιτροπής, είναι ιδιαίτερα σημαντική και δίνει ώθηση όχι μόνο στη δουλειά του Κόμματός μας, αλλά βοηθάει και άλλα αδελφά Κομμουνιστικά Κόμματα που στηρίζονται στον Μαρξισμό - Λενινισμό, τιμάνε τον τίτλο και κυρίως την αποστολή του ΚΚ, που είναι να καθοδηγήσει την εργατική τάξη στη σοσιαλιστική επανάσταση που θα ανατρέψει τον καπιταλισμό.

Συμφωνώ με τη χρήση του όρου Λαϊκή Συμμαχία που είναι το κεντρικό ζήτημα για τη συγκέντρωση δυνάμεων για την επανάσταση. Ανταποκρίνεται καλύτερα σε αυτό που θέλουμε να προβάλουμε και που βελτιώνει την ουσία του Αντιιμπεριαλιστικού Αντιμονοπωλιακού Δημοκρατικού Μετώπου (ΑΑΔΜ) που υπήρχε στο 15ο Συνέδριο. Μπαίνει δηλαδή το κύριο, πού δίνουμε το βάρος για να προσεγγίσουμε το στρατηγικό μας στόχο. Και αυτό είναι η συμμαχία κοινωνικών δυνάμεων με πρωταρχικό στοιχείο την ενότητα της εργατικής τάξης και τη συμπόρευση με τους φτωχούς αυτοαπασχολούμενους στην πόλη και στην ύπαιθρο στην αγροτική οικονομία, ενάντια στον κοινό εχθρό, τα μονοπώλια που είναι το βασικό γνώρισμα του καπιταλισμού στην ανώτερη και τελευταία φάση του, τον ιμπεριαλισμό. Αυτό εκφράζεται με τις Λαϊκές Επιτροπές στις γειτονιές που διευρύνουν τη δράση τους, με τον συντονισμό του αγώνα, το κοινό πλαίσιο πάλης του ταξικού εργατικού κινήματος του ΠΑΜΕ, με τις συσπειρώσεις των φτωχών αυτοαπασχολουμένων επαγγελματιών και αγροτών, τους νέους και τις γυναίκες από τα λαϊκά στρώματα. Ενα πλαίσιο πάλης που δε μένει μόνο στο σήμερα αλλά ανοίγει προοπτικές για το αύριο για την κοινωνία στην οποία θα ικανοποιούνται οι σύγχρονες λαϊκές ανάγκες.

Θεωρώ ότι στο κείμενο των θέσεων θα μπορούσε στη Θέση 62 να υπάρχει μια πιο αναλυτική εξήγηση γιατί επιλέγουμε αυτόν τον συνεκτικό όρο. Να πούμε δηλαδή ότι το ΑΑΔΜ αφήνει κάποια περιθώρια συγχύσεων για την διαμόρφωση αντίληψης περί μεταβατικού σταδίου, που συλλογικά και με πολλές ευκαιρίες έχουμε απορρίψει. Δηλαδή να κατανοηθεί ότι παλεύουμε καθημερινά για τη Λαϊκή Συμμαχία, όχι για να συγκροτηθεί κάποια στιγμή ένα σχήμα μια κυβέρνηση στα πλαίσια του αστικού κοινοβουλευτισμού αλλά ως συγκέντρωση λαϊκών δυνάμεων, που στις κατάλληλες συνθήκες «όταν οι πάνω δεν θα μπορούν και οι κάτω δεν θα θέλουν» (επαναστατική κατάσταση) θα μπορέσει να συγκροτηθεί σε επαναστατικό μέτωπο με μπροστάρη την εργατική τάξη και να γκρεμίσει την αστική τάξη από την εξουσία και η εξουσία πολιτική και οικονομική να περάσει στα χέρια της εργατικής τάξης. Είναι ζήτημα εξαιρετικής σημασίας σε τι βαθμό θα έχει προχωρήσει ακριβώς αυτή η λαϊκή συμμαχία όταν έρθει η επαναστατική κατάσταση. Δηλαδή πώς θα έχει ανασυνταχθεί πρώτα και κύρια το εργατικό κίνημα με ταξικό προσανατολισμό - ένα ζήτημα πρώτης προτεραιότητας για το Κόμμα που μπήκε και στα προηγούμενα συνέδρια - πράγμα που θα παίξει καθοριστικό ρόλο στη σύγκρουση με τους αστούς, θα διαλύσει μικροαστικές, οπορτουνιστικές και κοινοβουλευτικές αυταπάτες που εξακολουθούν να υπάρχουν και σε δικές μας δυστυχώς δυνάμεις.

Τις Θέσεις του 19ου Συνεδρίου σωστά διαπερνά ο εμπλουτισμός της προγραμματικής μας αντίληψης για την επικαιρότητα και αναγκαιότητα του σοσιαλισμού, δεμένος με τις σύγχρονες εξελίξεις στο καπιταλιστικό σύστημα. Η πίστη ότι η εργατική τάξη, μαζί με την πλειοψηφία των καταπιεζόμενων λαϊκών στρωμάτων θα κάνουν την επανάσταση, θα οικοδομήσουν το σοσιαλισμό - κομμουνισμό με τη δική τους λαϊκή εξουσία.

Το Κόμμα μας ξεκαθαρίζει ακόμα πιο αποφασιστικά ότι ανάμεσα στον καπιταλισμό και το σοσιαλισμό δε μεσολαβεί κάποιο ενδιάμεσο κοινωνικοοικονομικό σύστημα, και δεν μπορεί να υπάρχει επομένως και κάποιος ενδιάμεσος τύπος εξουσίας. Η εξουσία θα είναι ή αστική ή εργατική. Η θέση για τη δυνατότητα και την αναγκαιότητα εγκαθίδρυσης ενδιάμεσης εξουσίας δεν επιβεβαιώθηκε σε καμία χώρα με όποια θεωρία και αν επιχειρήθηκε να σερβιριστεί από αναχωρητές του Μαρξισμού - Λενινισμού: «ευρωκομμουνισμός», «εθνικοί δρόμοι για το σοσιαλισμό» , «σοσιαλισμός με αγορά».

Οποιαδήποτε κυβέρνηση (προοδευτική, αριστερή, αντιμνημονιακή, αντιιμπεριαλιστική) δεν μπορεί να λύσει οριστικά λαϊκά προβλήματα στη βάση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, άρα και της ταξικής εκμετάλλευσης. Σωστά, επομένως, οι Θέσεις σημειώνουν ότι θα ήταν λάθος στρατηγικού χαρακτήρα η συμμετοχή μας σε αστική κυβέρνηση. Ζήτημα για το οποίο ως Κόμμα δεχτήκαμε σφοδρή ιδεολογικοπολιτική επίθεση, από εχθρούς και «φίλους». Η θέση αυτή παρά τις δυσκολίες που δημιουργεί είναι παρακαταθήκη για την συνειδητοποίηση από όσο το δυνατόν περισσότερες λαϊκές δυνάμεις της αναγκαιότητας της σύγκρουσης με το κεφάλαιο.

Για το ζήτημα της θέσης της Ελλάδας στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, που γίνεται και πολύς λόγος στον προσυνεδριακό διάλογο, θεωρώ ότι αντιλήψεις που αμφισβητούν τις εξαρτήσεις και την ανισόμετρη αλληλεξάρτηση ως ταυτόχρονο φαινόμενο στον σύγχρονο καπιταλιστικό κόσμο, οδηγούν αντικειμενικά σε «πατριωτικά» σχήματα συνεργασίας με κομμάτι των αστών. Για μια λεγόμενη «πατριωτική κυβέρνηση», που εμφανίζεται ως «σκαλοπάτι» ανάμεσα στην αστική και την εργατική εξουσία, στην ουσία για να διαχειριστεί τον καπιταλισμό, με ολέθρια αποτελέσματα όπως έχει δείξει η ντόπια και διεθνής εμπειρία.

Η θεωρία των σταδίων και σωστά έχει καταδικαστεί, καθώς στοίχισε ακριβά στο Κόμμα τον προηγούμενο αιώνα και συνεχίζει να στοιχίζει στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα. Πολύτιμη είναι η συμβολή και η επεξεργασία της Ιστορίας του Κόμματός μας που συλλογικά καταλήξαμε με το Β' Τόμο του Δοκιμίου Ιστορίας, μετά από πολύμηνη συζήτηση και Πανελλαδική Συνδιάσκεψη. Ο λόγος ύπαρξης του ΚΚΕ, δεν είναι για να διαχειριστεί την καπιταλιστική βαρβαρότητα αλλά για να την ανατρέψει. Η τακτική μας επομένως μόνο έχοντας ως επίκεντρο αυτό, θα υπηρετεί τη στρατηγική μας.


Δημήτρης Καραγιάννης
ΚΟΒ «Ριζοσπάστη»

Για τις Θέσεις της ΚΕ

Οι Θέσεις της ΚΕ για το 19ο Συνέδριο, με τις οποίες συμφωνώ, είναι σε σωστή κατεύθυνση, εξετάζουν ουσιαστικά τις κοινωνικοοικονομικές και πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα και διεθνώς. Αναπτύσσουν τη σωστή στρατηγική του Κόμματος με το σχέδιο Προγράμματος. Μπορούν και πρέπει να αποτελέσουν βάση και υλικό για να προβληματιστούμε δημιουργικά πώς θα ξεπεράσουμε τις αδυναμίες μας, πώς θα δουλέψουμε αποτελεσματικότερα με τη στρατηγική μας στην εργατική τάξη, τα φτωχά μεσαία στρώματα και τη νεολαία. Θα ήθελα να αναπτύξω ορισμένες σκέψεις όσον αφορά στην ιδεολογική δουλειά του Κόμματος.

Η ιδεολογική δουλειά ως στοιχείο της κομματικής οικοδόμησης, της ανασύνταξης του εργατικού - λαϊκού κινήματος (Θ. 31) είχε εντοπιστεί και απασχόλησε και το 18ο Συνέδριο και την Πανελλαδική Συνδιάσκεψη για τη δουλειά του ΚΚΕ στην Εργατική Τάξη και στο Συνδικαλιστικό Κίνημα: «Η πάλη του εργατικού κινήματος θα είναι πάντα περιορισμένη και χωρίς προοπτική, αν δε διεξάγεται συνδυασμένα με όλες τις μορφές, ιδεολογική, πολιτική, οικονομική, αν ο αγώνας δεν υποτάσσεται στη συγκέντρωση και προετοιμασία της εργατικής τάξης για τη νίκη σε επίπεδο εξουσίας, για την κατάργηση της εξουσίας των μονοπωλίων και της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Απαιτείται, επομένως, πιο βαθιά ιδεολογική και πολιτική δουλειά, για να αποκαλύπτονται οι μηχανισμοί εκμετάλλευσης και κυρίως οι όροι για την κατάργησή τους [...] Η πολιτικοποίηση, η πολιτική πάλη, πρέπει να συμβάλει στη συνειδητοποίηση της λύσης του βασικού προβλήματος που είναι το πρόβλημα της εξουσίας».

Η ουσιαστική ανάπτυξη και βελτίωση της ιδεολογικής δουλειάς είναι ένα ζήτημα ουσίας που πρέπει να απασχολήσει τα καθοδηγητικά όργανα ενόψει του 19ο Συνέδριου και μετά τη λήξη του. Πρέπει να κερδίζει έδαφος αυτή η κατεύθυνση σε βάρος του πρακτικισμού, του διαχωρισμού της συζήτησης, του σχεδίου, της δράσης στις ΚΟΒ και στα όργανα από την ιδεολογικοπολιτική συζήτηση.

Παρόλο που στο συγκεκριμένο ζήτημα υπάρχει βελτίωση, πρέπει με βάση τις απαιτήσεις της ταξικής πάλης, σήμερα και στο μέλλον να μετρήσουμε περισσότερα βήματα. Και λέω μελλοντικά διότι το μεγαλύτερο μέρος του σημερινού κομματικού και ΚΝίτικου δυναμικού θα είναι το στελεχικό δυναμικό του Κόμματος που θα βρεθεί πιθανά μπροστά σε συνθετότερες συνθήκες. Η ικανότητα ανάλυσης και σωστής ερμηνείας των κοινωνικοοικονομικών και πολιτικών εξελίξεων δεν κατακτιέται σε μια νύχτα, ούτε επειδή είναι διασφαλισμένη σήμερα είναι και μελλοντικά κατοχυρωμένη.

Πολλές φορές, η ιδεολογική δουλειά κατανοείται αφενός ως μαθήματα, διαλέξεις μέσα στο Κόμμα, αφετέρου ως συζητήσεις και εκδηλώσεις που αφορούν ανθρώπους εκτός Κόμματος. Σωστά είναι αυτά και πρέπει να συνεχιστούν και μάλιστα να πληθύνουν.

Ομως, αν δούμε μονόπλευρα την ιδεολογική δουλειά θα καταλήξουμε σε αυτό που αναφέρουν οι Θέσεις «η ιδεολογική δουλειά κινδυνεύει από τη ρουτίνα και την τυποποίηση» (σελ.28), δηλαδή να μη γίνεται σε κάθε όργανο μέχρι την ΚΟΒ και ΟΒ, ζωντανή βάσει των εξελίξεων, δουλειά κατανόησης και εκλαΐκευσής τους εφαρμόζοντας τη μαρξιστική λενινιστική κοσμοθεωρία.

Τέτοια προσπάθεια πραγματοποίησαν μέσα στο 2012 οι οργανώσεις σε σχολές οικονομικών επιστημών ΑΕΙ-ΤΕΙ. Ηταν προσπάθεια για να γίνουν αναπόσπαστα στοιχεία της καθημερινής μας παρέμβασης: η γνώση της μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας αλλά και της διδασκόμενης αστικής, η γνώση των ιδεολογημάτων που προωθεί το επιστημονικό προσωπικό της αστικής τάξης, οι νεολαίες των ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ ειδικά γύρω από τα αίτια της οικονομικής κρίσης και τη διέξοδο από αυτή, να εξετάζεται πώς τα παραπάνω επιδρούν στη διαμόρφωση της συνείδησης του φοιτητή, στην προσπάθειά μας για να κινητοποιούνται και να οργανώνονται για τα καθημερινά προβλήματά τους, πώς θα δίνεται βαθύτερο περιεχόμενο στην πάλη τους.

Συναντάμε σοβαρά εμπόδια από ορισμένα ιδεολογήματα όπως: «Η κυβέρνηση περιορίζεται στο να διεκπεραιώνει τα καθήκοντα που της αναθέτουν οι τροϊκανοί» και «η χώρα πρέπει να διαθέτει ένα «σχέδιο Β» για την περίπτωση που υπάρξει βαθύτερη κρίση και κατάρρευση της ΕΕ» (Κοτζιάς) κ.α. Με αυτά ανάγεται η αιτία της οικονομικής κρίσης στην κυβερνητική πολιτική και όχι στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, καλλιεργούνται αυταπάτες ότι η εργατική τάξη μπορεί να έχει συμφέρον από μία εναλλακτική αστική διαχείριση της κρίσης συμπεριλαμβανομένης και μίας εξόδου από την ΕΕ/Ευρωζώνη μέσα στον καπιταλισμό. Βεβαίως, ο προβληματισμός των αστών έχει πραγματική βάση. Αυτή είναι η ανισόμετρη ανάπτυξη των καπιταλιστικών κρατών, οι αντιθέσεις μεταξύ τους στο πεδίο της οικονομίας που αντανακλώνται στην πολιτική.

Ακόμα πιο επικίνδυνα είναι τα ίδια ιδεολογήματα περί φιλολαϊκής εξόδου από την Ευρωζώνη/ΕΕ, με αναπροσανατολισμό των διεθνών συμμαχιών και στα πλαίσια των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής και του αστικού κράτους, από αριστερή κυβέρνηση. Αυτή η δήθεν διέξοδος ντύνεται με «αριστερή» «επαναστατική» φρασεολογία και πλασάρονται ως αιτήματα πάλης για τους φοιτητές και εργαζόμενους, από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ και άλλους.

Από αυτήν την άποψη, ο προβληματισμός ορισμένων για μία κυβέρνηση αντιιμπεριαλιστικών δυνάμεων - «που θα μπορούσε να συμβάλει στην πάλη του λαού, θα τον ανακούφιζε» ή ακόμα «που θα έφερνε πιο κοντά επαναστατικές συνθήκες» - στην ουσία του δεν διαφέρει από την πρόταση εναλλακτικής διαχείρισης του καπιταλισμού. Αποτελεί μία άλλη εκδοχή της θεωρίας των σταδίων προσαρμοσμένη στη σύγχρονη διαπάλη, ώστε να μη φαίνεται η «σκουριά» της. Είναι θεωρητικά λάθος και δεν έχει επιβεβαιωθεί από την ιστορική πείρα.

Αντίθετα, η χρησιμοποίηση ιστορικών παραδειγμάτων όπως π.χ. των Λαϊκών Δημοκρατιών στα οποία αναφέρονται ορισμένοι για να υποστηρίξουν ότι ένα ΚΚ μπορεί να αξιοποιήσει τη συμμετοχή του σε μία κυβέρνηση σε αστικό έδαφος για την επαναστατική διαδικασία, αποτελεί καθαρά υποκειμενική ερμηνεία της Ιστορίας, που δεν λαμβάνει υπόψη τις συγκεκριμένες συνθήκες που διαμορφώθηκαν σε αυτές τις χώρες μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου οι οποίες δεν έχουν καμία σχέση με τις σημερινές.

Χρήσιμη είναι η ιστορική πείρα του Κόμματος και τα συμπεράσματα από αυτή, τα οποία δίνονται από τον Β' Τόμο του Δοκιμίου Ιστορίας του ΚΚΕ, και αφορούν στην λανθασμένη ανάλυση του Κόμματος για την εξέλιξη του ελληνικού καπιταλισμού (εξαρτημένος από τις ΗΠΑ και γι' αυτό και καθυστερημένος), τον προσδιορισμό του χαρακτήρα της επανάστασης και εξουσίας (προηγείται ένα αστικοδημοκρατικό στάδιο εξουσίας πριν το σοσιαλισμό), την πολιτική συμμαχιών (δημιουργία της ΕΔΑ), κ.α.

Από αυτή τη δουλειά των Οργανώσεών μας πλήθυναν τα παιδιά λαϊκών οικογενειών, οι νέοι εργαζόμενοι που προσέγγισαν το ΚΚΕ μέσα στους αγώνες, συζήτησαν την πολιτική του πρόταση, τις υλικές δυνατότητες που καθιστούν το σοσιαλισμό αναγκαίο σήμερα, κάποια από αυτά εντάχθηκαν στην ΚΝΕ.

Ενας τέτοιος τρόπος δουλειάς πρέπει να γενικεύεται, να πηγαίνει χέρι-χέρι με την ένταξη στα συνδικάτα, στους συλλόγους, με την ανάπτυξη αγώνων στη βάση των καθημερινών προβλημάτων. Είναι ένας δύσκολος ανηφορικός δρόμος που αποτελεί μονόδρομο για την πολιτικοποίηση της πάλης, για την προετοιμασία του υποκειμενικού παράγοντα για το (μακρινό;) μέλλον.


Χρήστος Παπαλεωνίδας
ΚΟΒ ΕΜΠ

To Κόμμα μας να αξιοποιήσει την εμπειρία των τελευταίων χρόνων

Το Κόμμα μας βρίσκεται μπροστά στο 19ο Συνέδριό του έχοντας μαζέψει πολύ σημαντική πείρα παλεύοντας μέσα σε φάση ιδιαίτερης όξυνσης της οικονομικής κρίσης υπερσυσσώρευσης του καπιταλισμού και συνακόλουθα έντασης της ταξικής πάλης. Είναι αυτονόητο ότι ένταση της ταξικής πάλης δε σημαίνει μόνο ένταση των αγώνων της εργατικής τάξης (αλλά και άλλων στρωμάτων που πλήττονται από την κρίση) αλλά και ιδιαίτερη επίθεση της αστικής τάξης σε βάρος των εργατών και ειδικά του Κόμματός τους.

Θεωρώ ότι οι Θέσεις της ΚΕ και το νέο Πρόγραμμα που προτείνεται για έγκριση κινούνται σε κατεύθυνση θετική, αποτελούν ουσιώδη συμπύκνωση εμπειριών των ταξικών αγώνων που αναπτύχθηκαν και των συμπερασμάτων από την πολύμορφη επίθεση που δέχτηκε το Κόμμα και τελικά καθίσταται σημαντικό όπλο για τη δουλειά μας από εδώ και πέρα.

Το ζήτημα της οικοδόμησης της Λαϊκής Συμμαχίας αναφέρεται συχνά στα πλαίσια του προσυνεδριακού διαλόγου και συχνά παρατίθεται αντιθετικά προς τη θέση οικοδόμησης του ΑΑΔΜ σύμφωνα με το Πρόγραμμα του 15ουΣυνεδρίου. Αυτό που είναι το πραγματικό διακύβευμα των διαφορετικών απόψεων είναι το κατά πόσο το Κόμμα θα έπρεπε να αφήσει ανοιχτό το ζήτημα της συμμετοχής ή πολύ περισσότερο να επιδιώξει το ίδιο την συγκρότηση ή τη συμμετοχή σε αστική κυβέρνηση, όπως και αν αυτή ονομαστεί («αριστερή», «λαϊκής ενότητας», «εθνικής σωτηρίας» κ.τ.λ.).

Συμμετοχή όμως σε μια αστική κυβέρνηση σημαίνει αυτόματα ότι διαχειρίζεσαι το αστικό κράτος. Το κράτος δεν είναι ένας αυτονομημένος διοικητικός μηχανισμός αλλά είναι πάντα το κράτος της τάξης που έχει την πραγματική εξουσία δηλαδή στην προκειμένη περίπτωση της αστικής. Είναι σήμερα ο μηχανισμός βίας των αστών σε βάρος της εργατικής τάξης, ο μηχανισμός που επιβάλλει την οικονομική αφαίμαξή της και την πολιτική καθυπόταξή της. Συμμετοχή λοιπόν του ΚΚΕ σε αστική κυβέρνηση σημαίνει αναπόφευκτα συμμετοχή στη διεύθυνση του κρατικού μηχανισμού σε βάρος της εργατικής τάξης. Δεν έχει σημασία, αν η παρουσία ενός ΚΚ θα απάλυνε ίσως ορισμένες οριακά ακραίες συνέπειες της κρίσης (που και αυτό είναι εξαιρετικά αμφίβολο πέρα από ακραία σοσιαλδημοκρατική θέση). Η ουσία είναι πως ένα ΚΚ, καλούμενο να διαχειριστεί τον καπιταλισμό μοιραία θα βρεθεί απέναντι στην εργατική τάξη και τους αγώνες που έστω ατελώς (χωρίς την καθοδήγηση του ΚΚ) θα αναπτυχθούν. Ολος ο μηχανισμός παραμένει σταθερά στα χέρια των αστών, το ίδιο και το νομικό οπλοστάσιο και οι μηχανισμοί καταστολής. Το είδαμε αυτό στη Γαλλία όπου η ιδιωτικοποίηση της AirFrance έγινε με στέλεχος του ΚΚΓ ως υπουργού Μεταφορών, το είδαμε στην «αριστερή» κυβέρνηση του Βερολίνου και αλλού. Αυτό θα ήταν αδιανόητο για το Κόμμα μας. Αλλιώς φτάνουμε στην «ευρωκομμουνιστική», σοσιαλδημοκρατική θέση πως το κράτος αποτελεί απλά αντικαθρέφτισμα του συσχετισμού δύναμης και συνεπώς είναι δυνατός ο ριζικός μετασχηματισμός του κράτους σε μια πορεία προς τον «δημοκρατικό σοσιαλισμό» και τελικά στην πλήρη ενσωμάτωση στο καπιταλιστικό σύστημα.

Το 15ο Συνέδριο ποτέ δεν έθεσε ως στόχο και τη δημιουργία μια κυβέρνησης με αντιιμπεριαλιστικά χαρακτηριστικά και κοινοβουλευτική συγκρότηση. Το ανέφερε ως πιθανότητα και προειδοποιούσε ότι μια τέτοια κυβέρνηση θα είναι βραχύβια από την ίδια τη φύση της. Αναπόφευκτα θα κατέρρεε τόσο από τις ίδιες τις αντιφάσεις της όσο και από την αντίδραση που θα συναντούσε. Χωρίς να αξιοποιηθεί μια πλατιά λαϊκή συμμαχία που να βαδίσει αποφασιστικά μπροστά και να βάλει τις βάσεις για το σοσιαλισμό δε θα είχε τύχη. Δε βλέπω αντιφάσεις και αντιπαραθέσεις μεταξύ του παλιού προγράμματος και του νέου που προτείνεται και συζητάμε. Και τότε ξεκαθαρίζαμε ότι το Μέτωπο θα συγκροτηθεί πρώτα και κύρια ως μέτωπο κοινωνικών δυνάμεων. Το Κόμμα ενσωματώνει την πείρα και διορθώνει σημεία που δημιουργούσαν σύγχυση. Ενα παράδειγμα είναι το κατά πόσο υφίστανται άλλες πολιτικές δυνάμεις που θα μπορούσαν να συμμετέχουν στο Μέτωπο. Το Κόμμα μας με καλοπιστία στα όρια της ευπιστίας επιχείρησε να διερευνήσει μια τέτοια δυνατότητα με κόμματα και ομάδες όπως το ΔΗΚΚΙ, η ΑΚΟΑ, η ΚΑΝ κ.τ.λ μάλιστα και σε εκλογικές μάχες αλλά και το συνδικαλιστικό κίνημα. Αποδείχτηκε ότι αυτοί δεν έκαναν πολλά περισσότερα από το να παζαρεύουν μια βουλευτική έδρα ή την οικονομική ενίσχυσή τους. Ας μην μπούμε, λοιπόν, σε μια λογική να ψαχτούμε με τον ΣΥΡΙΖΑ ή ένα μέρος του ή σχήματα χωρίς κοινωνική αναφορά και με έντονο αντικομμουνισμό. Οσοι ασκούν κριτική στις Θέσεις της ΚΕ αποφεύγουν να μιλήσουν για τη βάση των συμμαχιών του Κόμματος που προτείνουν.

Παλεύοντας για την κοινωνική λαϊκή συμμαχία μπορεί να δημιουργηθούν και άλλα κόμματα που θα θελήσουν να συμμετέχουν και να ακουμπούν στους στόχους της λαϊκής εξουσίας εκφράζοντας μικροϊδιοκτήτες γης, αυτοαπασχολούμενους που θα συμμετέχουν στα όργανα της λαϊκής συμμαχίας δίνοντας τη δική τους διεκδίκηση αντιπροσώπευσης και μέσα στη συμμαχία με τις παρατάξεις τους κ.τ.λ. Με αυτή την έννοια, σωστά ξεκαθαρίζεται ότι η Λαϊκή Συμμαχία ως τέτοια δε συμμετέχει στις εκλογές για το αστικό κοινοβούλιο (κάτι που προφανώς θα κάνει το ΚΚΕ και ίσως άλλα κόμματα) γιατί κάτι τέτοιο, πέρα από το ότι θα καταργούσε τον αυτοτελή χαρακτήρα του ΚΚΕ, θα ήταν αντιφατικό προς τον ίδιο το χαρακτήρα της Συμμαχίας που αποτελεί όργανο για μια άλλη διαφορετική εξουσία στην ουσία αλλά και τις δομές της.

Σίγουρα το κακό εκλογικό αποτέλεσμα έφερε απογοήτευση σε πολλούς φίλους, οπαδούς αλλά και μέλη του Κόμματος. Αυτό δεν αντανακλά μόνο τη λογική στενοχώρια για μια εκλογική μάχη που δεν τα πήγαμε καλά. Φαίνεται ότι δεν έχουμε απαλλαγεί και από τις δικές μας κοινοβουλευτικές αυταπάτες. Γίνονται συγκρίσεις με τον ΣΥΡΙΖΑ λες και θα ήταν ποτέ δυνατόν να έχουμε παρόμοια εξέλιξη με ένα κόμμα που δεν έχει κανένα πρόβλημα με το ίδιο σύστημα, που ζητά την εκλογική του ενίσχυση για να λύσει όλα τα προβλήματα που πλέον έχει μετατραπεί σε ένα ανοιχτά σοσιαλδημοκρατικό κόμμα που ψάχνει να ψαρέψει από παντού. Την παραμικρή χαραμάδα αν είχαμε αφήσει για πιθανή συνεργασία με ΣΥΡΙΖΑ, η εκλογική ήττα θα ήταν ακόμα μεγαλύτερη και μόνο γιατί αυτό (η μεταξύ μας συνεργασία) ουσιαστικά θα είχε ως προϋπόθεση να βγει ο ΣΥΡΙΖΑ πρώτο κόμμα και τελικά θα ήταν έμμεση πρόταση υπερψήφισής του. Απείρως σκληρότερη θα ήταν βέβαια η ιδεολογικοπολιτική ήττα από την οποία πολύ δύσκολα θα συνερχόμασταν καθώς θα βρισκόμασταν εσαεί υποψήφιοι ως αριστερό δεκανίκι μιας αστικής κυβέρνησης και θα ήμασταν αυτοί που θα καλλιεργούσαμε τέτοιες αυταπάτες. Αυτό βέβαια σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει υποτίμηση της εκλογικής δουλειάς. Αντίθετα πρέπει να προσανατολιζόμαστε στο να τονίζουμε και την άμεση πρακτική ωφελιμότητα ενός καλού εκλογικού αποτελέσματος του Κόμματος για το λαό και τη σημασία του ως δείκτη του βαθμού συσπείρωσης δυνάμεων στην πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού - κομμουνισμού.

Είμαι βέβαιος ότι το 19ο Συνέδριο θα ενσωματώσει στην ιδεολογικοπολιτική θωράκιση αλλά και την καθημερινή δουλειά του Κόμματος σημαντική εμπειρία και θα δώσει αισιόδοξη προοπτική.


Βασίλης Καραντζίδης
ΝΕ Φλώρινας

Μερικές σκέψεις για τις Θέσεις

Οι θέσεις και το σχέδιο προγράμματος της ΚΕ για το 19ο Συνέδριο του Κόμματος αποτελούν ενιαίο διαλεκτικά δεμένο κείμενο που προσανατολίζουν την τακτική στη συσπείρωση δυνάμεων με στόχο και προοπτική το στρατηγικό στόχο που δεν είναι άλλος από τη σοσιαλιστική επανάσταση, την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου, τη διάλυση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, το τσάκισμα του αστικού κράτους, την κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, τη διεύθυνση της σοσιαλιστικής παραγωγής με κεντρικό σχεδιασμό, την οικοδόμηση του σοσιαλισμού-κομουνισμού. Ο προσανατολισμός της ενδυνάμωσης της Λαϊκής Συμμαχίας ανάμεσα στην εργατική τάξη και τους μισοπρολετάριους, τους φτωχούς αυτοαπασχολουμένους και αγρότες, τη νεολαία και τις γυναίκες με αντιμονοπωλιακό αντικαπιταλιστικό προσανατολισμό ώστε να αποκρουστούν τα αντιλαϊκά μέτρα

Για το Κόμμα αποτελεί παρακαταθήκη η κατανόηση της εργατικής-λαϊκής εξουσίας ως δικτατορία του προλεταριάτου, η απαγκίστρωση από αθεμελίωτες ιστορικά άλλα και με όρους μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας προσεγγίσεις όπως της λογικής των σταδίων, δηλαδή «ενδιάμεσης εξουσίας» μεταξύ σοσιαλισμού καπιταλισμού, της οπορτουνιστικής αντίληψης για τη «φιλολαϊκή» διαχείριση της αστικής εξουσίας του καπιταλισμού. Στα κομουνιστικά κόμματα που επικράτησαν οι αντιλήψεις της «φιλολαϊκής αστικής διαχείρισης» και των σταδίων οδηγήθηκαν είτε στην αυτοδιάλυσή τους (όπως για παράδειγμα το Κομουνιστικό Κόμμα Μεγάλης Βρετανίας, το Κομμουνιστικό Κόμμα Ολλανδίας, το Κομουνιστικό Κόμμα Βελγίου, το Κομουνιστικό Κόμμα Ιταλίας) είτε στον εκφυλισμό τους (Κομουνιστικό Κόμμα Γαλλίας) με ολέθριες συνέπειες για την εργατική τάξη και το κίνημά της στις χώρες αυτές.

Η εμπειρία από τη δράση της ΚΟΒ Βελγίου άλλα και από τις πολιτικές εξελίξεις στις Κάτω Χώρες επιβεβαιώνουν τις θέσεις της ΚΕ. Εάν το εργατικό κίνημα δεν έχει χαραγμένη ρώτα την ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων αφομοιώνεται από το αστικό πολιτικό σύστημα, ενώ η έλλειψη ταξικού προσανατολισμού οδηγεί στον ταξικό συμβιβασμό και στην ήττα. Και στο Βέλγιο όπως και στην Ελλάδα ο πόλεμος στην εργατική τάξη γίνεται πιο ανελέητος. Σε όλη την Ευρωπαϊκή Ενωση αστικές κυβερνήσεις (είτε φιλελεύθερες είτε σοσιαλδημοκρατικές, κεντροαριστερές είτε κεντροδεξιές), και πλουτοκρατία έχουν εξαπολύσει επίθεση στις κατακτήσεις και τα δικαιώματα της εργατικής τάξης, των λαϊκών στρωμάτων και της νεολαίας για να ενισχύσουν την κερδοφορία των μονοπωλίων εν μέσω κρίσης.

Η βελγική κυβέρνηση συνεργασίας (Σοσιαλδημοκρατών, Συντηρητικών και Φιλελεύθερων) μαζί με τη σύνεση των περιφερειακών πολυκομματικών κυβερνήσεων Βρυξελλών, Φλάνδρας και Βαλονίας εφαρμόζει την ίδια ευρωενωσιακή πολιτική των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Στο τραπέζι του κοινωνικού διαλόγου κάθονται οι συμβιβασμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες και των 3 συνδικαλιστικών ομοσπονδιών για να κάνουν "δήθεν" διαπραγμάτευση στις προτάσεις της κυβέρνησης που μεταξύ άλλων περιλαμβάνουν προτάσεις για: Πάγωμα ή και μείωση των συλλογικών συμβάσεων, εξίσωση ορίου συνταξιοδότησης για γυναίκες και άντρες και αύξησή του στα 67, κατάργηση των πρόωρων συντάξεων, μείωση των αναπηρικών συντάξεων, αναδιάρθρωσης του συστήματος «κοινωνικής πρόνοιας ή ό,τι έχει απομείνει από αυτό με μείωση των επιδομάτων, εισαγωγή όρων για τη χορήγηση επιδόματος ενεργείας, δραστική μείωση των παροχών για υγεία και παιδεία.

Την ίδια στιγμή χαρίζονται φοροαπαλλαγές και ζεστό χρήμα στα μονοπώλια που κλείνουν εργοστάσια και οδηγούν στην ανεργία χιλιάδες κόσμο. Χαρακτηριστικά στο Βέλγιο μόνο το 2012 και τις αρχές το 2013 έχουν κλείσει ή έχουν απολύσει μαζικά εργάτες τα εξής εργοστάσια: εργοστάσιο της αυτοβιομηχανίας FORD 10.700 απολυμένοι, μεταλλουργία «Arcelor Mittal» 1.300 απολυμένοι, εργοστάσιο βαρέων οχημάτων «Caterpillar» 1.400 απολυμένοι. Σε όλες τις περιπτώσεις οι συμβιβασμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες χαιρέτιζαν τον πακτωλό επιδοτήσεων που δινόντουσαν στα μονοπώλια, χαιρέτιζαν τις φοροαπαλλαγές που μοίραζε η κυβέρνηση στους μεγάλους καπιταλιστικούς ομίλους και διαπραγματεύονταν με την εργοδοσία και την κυβέρνηση τις μειώσεις μισθών, τις αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις και την εισαγωγή εργολαβικών συνεργείων. Εθαβαν τα αίτημα των εργατών για απεργία και καλλιεργούσαν το συμβιβασμό. Δεν είναι άλλωστε λίγες οι φορές που έφτασαν στο σημείο να μην παρέχουν κάλυψη σε δίκαιες κινητοποιήσεις εργατών που δέχτηκαν τη βίαια αστυνομική και δικαστική καταστολή. Τα παραπάνω είναι αποτέλεσμα του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος το όποιο είναι παραδομένο στον ταξικό συμβιβασμό που είναι εναγκαλισμένο με τα κόμματα της αστικής διαχείρισης του ευρωμονοδρόμου καθώς στο Βέλγιο και οι τρεις συνδικαλιστικές ομοσπονδίες που υπάρχουν Σοσιαλδημοκρατική, Χριστιανοδημοκρατική και Φιλελεύθερη είναι συνδεδεμένες με τα αντίστοιχα κόμματα.

Μέσα σε αυτές τις συνθήκες οι Ελληνες μετανάστες είναι θύματα της αντιλαϊκής πολιτικής και στο Βέλγιο και στην Ελλάδα. Στη χώρα παραμονής έχουν να αντιμετωπίσουν την ανασφάλιστη εργασία, τα δουλεμπορικά γραφεία, την εργασιακή τρομοκρατία και ανασφάλεια.

Ολο το προηγούμενο διάστημα οι Κομματικές και Κνίτικες δυνάμεις έδωσαν τη μάχη οργάνωσης της πάλης των Ελλήνων μεταναστών και φοιτητών, παρέμβασης στο ντόπιο κίνημα και ενημέρωσης από την δράση του Κόμματος και του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος στην Ελλάδα. Με χαρακτηριστικό σταθμό την οργάνωση εκδηλώσεων αλληλεγγύης στον αγώνα των Χαλυβουργών, αγώνας που παραδειγμάτισε και ενέπνευσε τους Βέλγους εργάτες αναδεικνύοντας τη σημασία του συνθήματος «Χωρίς εσένα γρανάζι δεν γυρνά, εργάτη μπορείς χωρίς αφεντικά» ως προβολή της επίκαιρης ανάγκης σήμερα να κτυπηθεί η εξουσία των μονοπωλίων, ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής.

Ως αποτέλεσμα της εμπειρίας από την οργάνωση της πάλης ενάντια στο κλείσιμο των ελληνικών σχολείων των μεταναστών και της παρέμβασης μας στο ντόπιο κίνημα μπαίνει η επιτακτική ανάγκη της δημιουργίας Επιτροπών Αγώνα που θα παρεμβαίνουν ενάντια στην αντιλαϊκή πολιτική των Κυβερνήσεων στην Ελλάδα και το Βέλγιο, ενάντια στην στρατηγική της ΕΕ και του κεφαλαίου. Θα αναπτύσσουν την ταξική ενότητα με την ντόπια εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, θα αποκαλύπτουν το συμβιβασμένο εργοδοτικό συνδικαλισμό και θα δουλεύουν αιτήματα για κάθε λαϊκή ανάγκη σε αντιμονοπωλιακή αντικαπιταλιστική κατεύθυνση.


Παναγιώτης Ρεντζελάς
ΚΟΒ Βελγίου



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ