Γι' αυτό και η ρατσιστική, ναζιστική προπαγάνδα και δράση, όπως και η οργανωμένη έκφρασή τους που είναι κυρίως η Χρυσή Αυγή, δεν αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά με νόμους και τυπικές απαγορεύσεις μέσα στον καπιταλισμό και το αστικό πολιτικό σύστημα.
Η θέση αυτή επιβεβαιώνεται από την εμπειρία μιας σειράς χωρών, όπου οι απαγορεύσεις δεν έχουν εμποδίσει τη λειτουργία και εγκληματική δράση πληθώρας ρατσιστικών και νεοναζιστικών οργανώσεων.
Επιβεβαιώνεται και από την εμπειρία της χώρας μας, όπου σχεδόν ποτέ δεν εφαρμόστηκε η ισχύουσα ειδική αντιρατσιστική νομοθεσία ούτε και οι γενικές διατάξεις του Ποινικού Κώδικα που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν, παρ' όλη την επικίνδυνη αύξηση των εγκλημάτων με ρατσιστικό κίνητρο. Αυτό δεν οφείλεται σε νομική ή διοικητική ανεπάρκεια, αλλά στην πολιτική όλων των μέχρι σήμερα κυβερνήσεων.
Το εργατικό κίνημα, η αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή συμμαχία, που έρχεται σε σύγκρουση με το σύστημα που γεννά το ρατσισμό και το φασισμό, όχι μόνο δε συμβιβάζονται με τη ρατσιστική και νεοναζιστική προπαγάνδα και δράση στο σημερινό σύστημα, αλλά παλεύει με κάθε μέσο, για να συντριβούν από τον ίδιο το λαό οι ρατσιστικές και νεοναζιστικές θεωρίες και πρακτικές. Υπάρχει εμπειρία αποφασιστικής αντιμετώπισης και απομόνωσης της Χρυσής Αυγής και άλλων ρατσιστικών, ναζιστικών οργανώσεων μέσα στους χώρους δουλειάς και τις λαϊκές γειτονιές από τα εργατικά σωματεία και άλλους φορείς του κινήματος, που μπορεί και πρέπει να εμπλουτισθεί και να γενικευτεί. Το Κόμμα μας θα συνεχίσει να δίνει όλες του τις δυνάμεις σε αυτήν την κατεύθυνση.
Τα κόμματα της συγκυβέρνησης, όλα τα αστικά κόμματα, που τώρα διαγκωνίζονται για το ποιος θα φανεί καλύτερος «αντιρατσιστής», έχουν, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, υπερασπιστεί, εφαρμόσει ή ανεχτεί θεωρίες και πρακτικές που ενισχύουν ρατσιστικές συμπεριφορές. Είναι βαθιές και γνωστές οι σχέσεις που έχουν οι ρατσιστικές - ναζιστικές οργανώσεις με τμήματα του κεφαλαίου και με το ίδιο το αστικό κράτος και τους μηχανισμούς του και αυτό έχει αποδειχτεί πάμπολλες φορές.
Εξ άλλου, τα κόμματα που δεν αμφισβητούν την καπιταλιστική ιδιοκτησία και εξουσία, ακόμη κι αν αυτοπροσδιορίζονται ως «αριστερά», έχει ιστορικά αποδειχθεί ότι συμβάλλουν στο άνοιγμα του δρόμου για τα ρατσιστικά, ναζιστικά κόμματα, ανεξάρτητα από την αντιφασιστική - αντιρατσιστική τους ρητορική.
Οι αντιπαραθέσεις, οι παλινωδίες, με αφορμή το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο, αντανακλούν τις δυσκολίες της αστικής διαχείρισης της καπιταλιστικής κρίσης, υπαρκτές αντιθέσεις γύρω από το αστικό δίπολο «εθνικισμός - κοσμοπολιτισμός», αντιθέσεις τμημάτων της άρχουσας τάξης σχετικά με τις διεθνείς τους συμμαχίες. Εξυπηρετούν, συγχρόνως, σκοπιμότητες μικροκομματικές - εκλογικές, αποπροσανατολισμού του λαού και αναμόρφωσης του πολιτικού σκηνικού.
Συντάχθηκαν, ενσωματώνοντας στο εθνικό Δίκαιο της Ελλάδας συγκεκριμένη απόφαση - πλαίσιο της ΕΕ του 2008 που, με προκάλυμμα το ρατσισμό και την ξενοφοβία, ανοίγει το δρόμο για διώξεις σε βάρος του εργατικού - λαϊκού κινήματος και ριζοσπαστικών μαζικών οργανώσεων, ποινικοποιεί την ιστορική άποψη που είναι αντίθετη με την κυρίαρχη αστική, τις ιδέες και τη δράση που αμφισβητούν την κυρίαρχη ιδεολογία, πρώτ' απ' όλα την ιδεολογία και δράση των Κομμουνιστικών Κομμάτων.
Η συγκεκριμένη απόφαση της ΕΕ αποτελεί ένα σημαντικό κρίκο στην αλυσίδα της ανιστόρητης και άθλιας επιχείρησης για εξομοίωση του ναζισμού με τον κομμουνισμό, που προσβάλλει τη μνήμη των 20 εκατομμυρίων νεκρών στρατιωτών και λαού της Σοβιετικής Ενωσης, των χιλιάδων νεκρών αγωνιστών σε μια σειρά χώρες που πήραν μέρος στον αγώνα κατά του ναζισμού - φασισμού, μεταξύ των οποίων και Ελλήνων.
Η εμπειρία από την εφαρμογή αυτής της απόφασης σε διάφορα κράτη - μέλη της ΕΕ και του Συμβουλίου της Ευρώπης, όπου η ηρωική, απελευθερωτική δράση του Κόκκινου Στρατού θεωρείται «γενοκτονία» και όπου έχουν απαγορευθεί η κομμουνιστική ιδεολογία, τα Κομμουνιστικά Κόμματα και σύμβολα, αποδεικνύει τις βαθύτερες στοχεύσεις αυτής της πρωτοβουλίας.
Σχετικά με τις επιμέρους διαφορές τους, η πρόταση ΠΑΣΟΚ - ΔΗΜΑΡ αποτελεί την πιο συνεπή μεταφορά στο ελληνικό Δίκαιο της αντιδραστικής απόφασης της ΕΕ, ενώ η πρόταση της ΝΔ παρέχει προκλητική ασυλία σε κάθε αστυνομικό, εκπαιδευτικό, ιερέα να παρακινεί ελεύθερα σε ρατσιστικές συμπεριφορές και εγκλήματα. Γι' αυτό και το ΚΚΕ δεν πρόκειται να τις ψηφίσει.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, που μέχρι τώρα έχει αλλάξει τουλάχιστον τρεις φορές θέση για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό», κατέληξε σε δική του πρόταση, στην οποία αποτυπώνεται η πάγια τακτική του. Συγκεκριμένα, στην αιτιολογική του έκθεση αθωώνει το εκμεταλλευτικό σύστημα και τις κυβερνήσεις που το διαχειρίζονται, δημιουργεί αυταπάτες στο λαό, θεωρώντας ως αιτίες της αύξησης των ρατσιστικών κρουσμάτων την ανεπάρκεια του νομικού πλαισίου και τις κακές διοικητικές πρακτικές.
Δεν καταδικάζει την απόφαση - πλαίσιο της ΕΕ, αντίθετα την εξωραΐζει, αποδίδοντας τη μέχρι τώρα αποτυχία ενσωμάτωσής της σε λαθεμένη δήθεν κατανόηση από την κυβέρνηση του πραγματικού της στόχου. Επικαλείται τον επίτροπο του Συμβουλίου της Ευρώπης Ν. Μούιζνιεκς και το Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας που εντάσσουν στην ίδια κατηγορία το ρατσισμό με τα «εγκλήματα μίσους» και τις ρατσιστικές οργανώσεις με τις «εξτρεμιστικές» ομάδες.
Η Χρυσή Αυγή, με τη δική της πρόταση, δείχνει άλλη μια φορά το ρατσιστικό της μένος, αναμασώντας μάλιστα τις θεωρίες των ΗΠΑ και της ΕΕ, ότι η μετανάστευση ξεριζωμένων λαών από τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους και τις πολύπλευρες επεμβάσεις αποτελεί «ασύμμετρη απειλή».
Το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ
Αθήνα 7/6/2013