Η ανησυχία και η αγωνία που έχει προκαλέσει στους εκπαιδευτικούς η κυβέρνηση, πετώντας μέσα σε μια νύχτα εκτός σχολείων 2.000 εκπαιδευτικούς των ΕΠΑΛ - ΕΠΑΣ με την κατάργηση ειδικοτήτων και μετατάσσοντας υποχρεωτικά άλλους 5.000 - 6.000 εκπαιδευτικούς στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση και σε διοικητικές υπηρεσίες, είναι εύλογη. Ολος αυτός ο κόσμος είτε χάνει τη δουλειά του, είτε αναγκάζεται να μετακομίσει σε άλλη πόλη, ανατρέπεται ο οικογενειακός του προγραμματισμός, ενώ διαρκώς στο βάθος του τούνελ βλέπει και την πόρτα της απόλυσης έτοιμη να ανοίξει...
Τα παραπάνω έχουν προφανείς συνέπειες στην ίδια την εκπαιδευτική διαδικασία: Θα έχουμε σχολεία με πολύ λιγότερους εκπαιδευτικούς που δύσκολα θα μπορούν να λειτουργήσουν.
Υπάρχουν, όμως, και οι έμμεσες συνέπειες που ήδη έχουν αρχίζει να φαίνονται. Οι εκπαιδευτικοί στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση αρχίζουν να κοιτούν τις εγκυκλίους για τη νέα χρονιά και το νομοσχέδιο που δημοσιεύτηκε για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, μετρώντας τις ώρες της ειδικότητάς τους, υπολογίζοντας αν μειώνονται κι αν κινδυνεύουν οι οργανικές τους θέσεις. Ετσι φτάνουμε σε σημεία να επιχειρηματολογούν για παράδειγμα κάποιοι για τη μείωση των ωρών ενός μαθήματος, όχι από τη σκοπιά του αν είναι χρήσιμο το μάθημα για τους μαθητές και πόσες ώρες απαιτεί το μάθημα για να διδαχτεί, αλλά από τη σκοπιά του ότι η μείωση των ωρών θα μειώσει θέσεις εκπαιδευτικών...
Το σίγουρο είναι ότι κανένας εκπαιδευτικός δεν περισσεύει. Για να κερδηθεί όμως αυτό, δε βοηθάει η συντεχνιακή αντιπαράθεση μεταξύ των εκπαιδευτικών διαφορετικών ειδικοτήτων.
Ας δούμε, λοιπόν, ορισμένα στοιχεία σχετικά με το τι σημαίνει υπόθεση όλης της κοινωνίας το μεγάλωμα του παιδιού. Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση και κατά τη διάρκεια της σοσιαλιστικής οικοδόμησης δημιουργήθηκε ένα πλέγμα μέτρων προστασίας της μητέρας και του παιδιού από τη βρεφική ηλικία. Το σοβιετικό κράτος πάντοτε θεωρούσε σαν ένα από τα βασικά του καθήκοντα την προστασία της μητέρας και του παιδιού και την εξασφάλιση στη γυναίκα εκείνων των συνθηκών, που θα της επιτρέπουν να συνδυάζει την παραγωγική και κοινωνική δραστηριότητα, δηλαδή τη δουλειά και το σπίτι με τη μητρότητα και την ανατροφή των παιδιών της.
Πιο συγκεκριμένα: Το 1987 πάνω από 16 εκατομμύρια Σοβιετικά παιδιά πήγαιναν σε 140.000 παιδικούς σταθμούς. Στην πραγματικότητα, δεν υπήρχε παιδί που να μην πηγαίνει σε παιδικό σταθμό. Το κράτος κάλυπτε τα 4/5 των εξόδων συντήρησής τους. Εν έτει 2013, στην καπιταλιστική Ιταλία, ζητάνε από τις οικογένειες παιδιών που πάνε στα σχολεία να πληρώνουν έως και 3 ευρώ το δικό τους φαγητό! Στην Ελλάδα, κόβουν ακόμα κι από το φαΐ των παιδιών για να καλύψουν ανάγκες και να πάρουν κι άλλα παιδιά στους σταθμούς.
Στη Σοβιετική Ενωση πρόβλημα διατροφής δεν υπήρχε. Το φαινόμενο με τα υποσιτισμένα παιδιά που λιποθυμούν στα σχολεία ή τους παιδικούς σταθμούς ήταν άγνωστο. Η μεταφορά των παιδιών όπου χρειαζόταν γινόταν με έξοδα του κράτους και όχι να πρέπει ο γονιός να πληρώνει και γι' αυτό όπως γίνεται εδώ.
Την προστασία της υγείας των παιδιών αναλάμβαναν τα ιδρύματα για τη θεραπεία και την πρόληψη παιδικών ασθενειών, τα νοσοκομεία παίδων, πολυκλινικές, παιδικά τμήματα των γενικών νοσοκομείων, σανατόρια, βρεφικοί και παιδικοί σταθμοί, τμήματα σχολικής υγιεινής, υγειονομικοί σταθμοί κ.ά. Βασικό ρόλο στην ιατρική περίθαλψη των παιδιών έπαιζαν οι παιδικές πολυκλινικές και τα εξωτερικά ιατρεία. Για πρώτη φορά στον κόσμο, καθιερώθηκε η γενική ιατρική παρακολούθηση των παιδιών από παιδιάτρους και μόνιμες νοσοκόμες.
Ολα αυτά τα είχε πετύχει ένα κράτος σοσιαλιστικό. Ηταν κατακτήσεις της κοινωνίας που πάλευε με στόχο την κάλυψη των ολοένα αυξανόμενων αναγκών των ανθρώπων. Ολα τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζουν σήμερα η εργατική τάξη και τ' άλλα λαϊκά στρώματα σε σχέση με τους όρους της ζωής τους στον καπιταλισμό, ή παραμένουν άλυτα ή αφαιρούνται από τους κεφαλαιοκράτες, ήταν άγνωστα στο σοσιαλισμό.