ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 10 Οχτώβρη 2013
Σελ. /24
Ενα «Παρελθόν» με λαμπρό μέλλον...

Συμπαθητική κινηματογραφικά η εβδομάδα με την πρώτη γαλλική ταινία του Ιρανού Ασγκάρ Φαραντί να υπερτερεί πάνω στις υπόλοιπες. Απαραίτητο κερασάκι ένα αμερικάνικο θρίλερ ψευδο-τρόμου, παραγωγής 2013 που τιτλοφορείται «Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΕΞΟΡΚΙΣΜΟΣ ΙΙ» σε σκηνοθεσία Εντ Γκας - Ντόνελι. Το δεύτερο αυτό μέρος, απαλλαγμένο από τη διαδικασία του ντοκιμαντέρ και με δυστυχώς αναξιοποίητο το ντεκόρ της Νέας Ορλεάνης, ειδικά μετά τον καταλύτη «Κατρίνα», ξαναπιάνει την ιστορία από κει που την άφησε το αρχικό της κομμάτι με τρόπο ιδιαίτερα δύσπεπτο, βασίζοντας όλο το σενάριο σε κομπογιαννίτικα τρικ, όπως τα ειδικά εφέ και τα γκροτέσκα οράματα. Κι όλα αυτά «νερόβραστα» μέσα από μια νηφάλια, πιο κλασική, σκηνοθεσία χωρίς πια την κάμερα στον ώμο και με προβληματικό αφηγηματικό ρυθμό. Μπορεί η Ασλεϊ Μπελ στον πρωταγωνιστικό ρόλο να είναι καλή τόσο σαν μπερδεμένη «αθώα» όσο και σαν κυριαρχημένη από φόβο και τρόμο... Η ταινία αυτή δε θα έπρεπε καν να περάσει από τις αίθουσες αλλά να πάει κατευθείαν για βίντεο...

Απαραίτητη και η ελληνική βδομαδιάτικη παρουσία, αυτή τη φορά με το κενό περιεχομένου και κακό τεχνικά «LUTON» του Μιχάλη Κωνσταντάτου, μια ιστορία για τρία εντελώς διαφορετικά άτομα που στο πλαίσιο μιας καταπιεστικής καθημερινότητας βρίσκει ο καθένας τους το δικό του τρόπο διαφυγής...

Απαραίτητη και μια τουλάχιστον οικογενειακή ταινία κινουμένων σχεδίων. Απόψε πρεμιέρα και για την αμερικάνικη παραγωγή «ΕΓΩ Ο ΑΠΑΙΣΙΟΤΑΤΟΣ 2» (2013) σε σκηνοθεσία των Πιερ Κοφέν και Κρις Ρενό... Μια ελαφρώς απογοητευτική συνέχεια του πρώτου μέρους, μεταγλωττισμένη στα ελληνικά και σε έκδοση 3D...

Ομως, συνεχίζεται στο «Ζέφυρο» - επί της Τρώων 36 στα Ανω Πετράλωνα, στο Θησείο - η προβολή (από σήμερα και για μια εβδομάδα) δύο κλασικών επιτευγμάτων του ιταλικού νεορεαλισμού, σε σκηνοθεσία Βιτόριο Ντε Σίκα. «Ο ΚΛΕΦΤΗΣ ΠΟΔΗΛΑΤΩΝ», με ώρα προβολής καθημερινά στις 20.00, και το «ΘΑΥΜΑ ΣΤΟ ΜΙΛΑΝΟ», που ακολουθεί στις 22.00...


ΚΡΙΤΙΚΗ:
Τζία ΓΙΟΒΑΝΗ

ΛΥΚ ΜΠΕΣΟΝ
Επικίνδυνη Οικογένεια

Φιλμ βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Τονίνο Μπενακουίστα «Malavita» - με ελαφρές παρεμβάσεις στην ιστορία σε ό,τι αφορά τις ενδοοικογενειακές σχέσεις. Πρόκειται για γαλλοαμερικάνικη συμπαραγωγή που γέρνει βέβαια ανισόβαρα προς το αμερικάνικο μέρος κι ας εκτυλίσσεται εν μέσω αυθεντικής γαλλικής Νορμανδίας. Δεν πρόκειται για φιλμ για τη μαφία. Αλλά για την καθημερινότητα μιας οικογένειας Αμερικανών, πρώην μαφιόζων, ενταγμένων σε πρόγραμμα μαρτύρων υπό προστασία του FBI, που προσπαθούν καταναγκαστικά να ενσωματωθούν στο νέο τους περιβάλλον και την καινούργια τους ζωή που, και αυτή, αποδεικνύεται όχι τόσο ήσυχη και αναίμακτη.

Στο πρώτο μισάωρο της ταινίας μαθαίνουμε ότι στη γαλλική «ύπαιθρο» όλα είναι ανιαρά... Το πολιτισμικό σοκ είναι γεγονός! Στα ράφια του μικρού παντοπωλείου δεν υπάρχει βούτυρο φιστικιού και το σίριαλ «Dallas» προβάλλεται στη γαλλική τηλεόραση, άκουσον άκουσον, μεταγλωττισμένο... οι ενήλικες και οι ανήλικοι είναι όλοι τους άσχημοι και κουμπωμένοι... Χιλιοτετριμμένα τα κλισέ για τους αυτόχθονες και ρέουν άφθονα... Σε αντίθεση με την οικογένεια Μπλέικ που όλοι τους είναι όμορφοι, έξυπνοι και κυρίως... ξύπνιοι! Συμπέρασμα: Είναι σαφώς καλύτερο να είσαι Αμερικάνος!

Ο εγκατεστημένος στην Αμερική Γάλλος σκηνοθέτης Λυκ Μπεσόν - ιδιοκτήτης της εταιρείας παραγωγής και διακίνησης οπτικοακουστικών προϊόντων «Europa Corp» - επιστρέφει στο σινεμά με ένα πόνημα «δελεαστικό» λόγω θέματος και κυρίως κάστινγκ. Εδώ συναντάμε ονόματα τρανταχτά, εμπορικά, άρα ανταποδοτικά. Τον Ντε Νίρο στον πρωταγωνιστικό ρόλο ενός μάτσο πάτερ φαμίλια, ενός μετανοημένου μαφιόζου, μάρτυρα υπό προστασία... Κι ο Ντε Νίρο θεωρείται άριστος γνώστης του θέματος μαφία... Το ίδιο και η σύζυγός του, την υποδύεται η Μισέλ Φάιφερ, ηθοποιός με παρελθόν σε γκανγκστερικές ταινίες όπως το «SCARFACE» (1983) του Μπράιαν Ντε Πάλμαπου την ανέδειξε. Η Φάιφερ βρίσκει όντως το πόστο της στο φιλμ σαν μετρημένη «μαμά» και μετρημένη μοιραία γυναίκα... Το ίδιο ισχύει και για τα δυο τέκνα της οικογένειας που εμφυσούν αμερικάνικα ήθη στο σχολικό τους περιβάλλον... αλλά και το μαύρο σκύλο με το όνομα «Μαλαβίτα» μάρτυρας ο καημένος και κοινωνός των διαδραματιζόμενων. Κι η νεοϋορκέζικη μαφία εξακολουθεί να ψάχνει τους «προδότες» στη νότια Γαλλία... αλλ' όταν τυχαία τους ανακαλύπτει στη βόρεια, η σφαγή είναι αναπόφευκτη κι όλα γίνονται γυαλιά καρφιά «α λ' αμερικαίν»...

Με ύφος εκκεντρικού νουάρ, με σαρκασμό παρόντα από την αρχή ως το τέλος και σαδιστική βία, η ταινία παρωδία με κωμικοδραματικούς τόνους και όχι ιδιαίτερο γέλιο, έχει άφθονες τρύπες, τόσο σε επίπεδο ασυνάρτητης ιστορίας, όσο εγκαταλελειμμένων subplots (υπο-ιστοριών), αλλά και απότομων τονικών αλλαγών. Είναι όμως περιττό να αναζητείται αξιοπιστία σε τέτοιου είδους προϊόντα... «Η ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ» προτείνει μια διασκέδαση αποτροπιασμού σε πλαίσιο χαρωπού αμοραλισμού και καθίσταται ψιλοενδιαφέρουσα μόνο και μόνο για τη ζεστή και πικάντικη ερμηνεία των ηθοποιών.

Η ταινία ξεκινά την αφήγηση του σύντομου χρονικού παραμονής της οικογένειας Μπλέικ στο κρησφύγετο της Νορμανδίας με διαδρομή με αυτοκίνητο και κλείνει με τον ίδιο τρόπο, όταν η οικογένεια μετακινείται προς το επόμενο καταφύγιό της...

Παίζουν: Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Μισέλ Φάιφερ, Τόμι Λι Τζόουνς, Ρικάρντο Κορντέρο, Νταϊάνα Αγκρον, κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ, Γαλλία (2013).

ΑΣΓΚΑΡ ΦΑΡΑΝΤΙ
Το παρελθόν

Πρώτη ταινία που ο άξιος Ιρανός σκηνοθέτης γυρίζει στη Γαλλία διατηρώντας όμως ένα ιρανικό άγγιγμα (touch) με το ρόλο του Αχμάντ. Η ταινία αντιπροσωπεύει αυτό που πρέπει να προσφέρει το συμβατικό σινεμά: Συγκίνηση, σουσπάνς, δόσιμο. Το αποτέλεσμα στέφεται με απόλυτη επιτυχία, η συγκίνηση δεν αποδυναμώνεται πουθενά και κανένα πλάνο δεν περισσεύει... Ακόμα και από τις πιο φλύαρες σεκάνς... Θεϊκό! Φιλμ ανθρωποκεντρικό που σπρώχνει τον θεατή να ανατρέξει στα δικά του μύχια ερωτήματα πάνω στον έρωτα, στο πένθος, στην προσήλωση... Ο σκηνοθέτης δεν «κρίνει» τους χαρακτήρες... Οπως και στο φιλμ «ΕΝΑΣ ΧΩΡΙΣΜΟΣ» ο κάθε ρόλος έχει τους δικούς του λόγους, όλοι υποφέρουν και γίνονται επιρρεπείς στην υιοθέτηση συμπεριφορών αδέξιων ή προκλητικών. Ολοι οι χαρακτήρες είναι «ψαγμένοι» και όλοι ανεξαιρέτως αντιμετωπίζονται με αξιοσημείωτη αίσθηση ισότητας. «ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ» είναι μια ταινία που το μέλλον της διαγράφεται λαμπρό...

Ακόμα και η ήσυχη και σπαρακτική εισαγωγική ενότητα που διαρκεί μια αιωνιότητα, σε γραπώνει όπως ένα θρίλερ... Μετά από 4 χρόνια χωρισμού, ο Ιρανός Αχμάντ προσγειώνεται από την Τεχεράνη στο Παρίσι. Η Γαλλίδα, πρώην σύζυγός του Μαρί, του ζήτησε να έρθει να υπογράψει τα χαρτιά διαζυγίου τους, μια που εκείνη επιθυμεί να επισημοποιήσει την καινούρια της σχέση με τον Σαμίρ - καίτοι ακόμα παντρεμένος με μια γυναίκα που βρίσκεται σε πολύμηνο κώμα μετά από απόπειρα αυτοκτονίας. Η Μαρί φιλοξενεί τον Αχμάντ στο σπίτι της στο Sevran, όπου ζει με τις δυο της κόρες από προηγούμενο γάμο, και τον μικρό γιο του Σαμίρ. Η ατμόσφαιρα δεν είναι ήρεμη, η σχέση της Μαρί με τη μεγάλη της κόρη Λουσί είναι εμφανώς συγκρουσιακή. Ο Αχμάντ με ψυχραιμία προσπαθεί να συμβάλει στη βελτίωση των σχέσεων μάνας / κόρης, τραβώντας σιγά σιγά το πέπλο που αποκαλύπτει ένα μυστικό από το παρελθόν... Τα θαμμένα μυστικά βγαίνουν στην επιφάνεια... Γιατί η γυναίκα του Σαμίρ βρίσκεται σε πολύμηνο κώμα μετά από απόπειρα αυτοκτονίας; Τι μπορεί να πει κανείς για την εξέγερση της έφηβης Λουσί; Η Μαρί ξανάφτιαξε τη ζωή της. Ο Αχμάντ επιστρέφει, ζώντας ακόμα μέσα στην κρυφή ελπίδα να τα ξαναφτιάξει μαζί της... Αλλά όπως πάντα, τίποτα δεν γίνεται όπως θα ήθελε κανείς...

Ο Φαραντί, πιστός στα προηγούμενα φιλμ του, υφαίνει ένα αξεμπέρδευτο πεδίο έντασης. Εδώ πρόκειται για έγχυση παρελθόντος στο εσωτερικό του ενεστώτα χρόνου, πρόκειται για μια διογκωμένη φούσκα από πράγματα που δεν λέγονται. «ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ» καταμετράται στα συναισθηματικά του θρίλερ, όπως τα «ΠΥΡΟΤΕΧΝΗΜΑΤΑ ΤΗΝ ΤΕΤΑΡΤΗ» και το «ΤΙ ΑΠΕΓΙΝΕ Η ΕΛΛΙ». Ολα τους εγγράφονται σε μια ρεαλιστική παράδοση που διασταυρώνεται μέσα από εκλεκτικές συγγένειες με τον κόσμο του Κλοντ Σοτέ και του Μορίς Πιαλά. Ο σκηνοθέτης βαδίζει στα χνάρια του προγενέστερου έργου του. Στηρίζεται σε ένα σενάριο «συρταρωτό», στην αριστοτεχνική διεύθυνση των ηθοποιών και της αφήγησης, όπως επίσης στο «εκτός πλάνου» πεδίο και σε «αυτό που δεν λέγεται»... Η σκηνοθεσία του Φαραντί συνιστά απόσταγμα ακρίβειας που βγαίνει από τα μύχια του δράματος των στενών σχέσεων. Δυο χρόνια μετά το «ΕΝΑΣ ΧΩΡΙΣΜΟΣ», ο σκηνοθέτης φθάνει σε μια σπάνια όσμωση: Κρατιέται συνεχώς στην κορυφή των συναισθημάτων, ποτέ δεν τα ρίχνει σε ηπιότητα ή σε δυσφορία. Στην τελευταία του ταινία πραγματοποιεί ενδοσκόπηση των θεμάτων που σχετίζονται με την κατηγορία των «σύνθετων οικογενειών». Προσπάθεια δοσμένη με αποφασιστικότητα και συναισθηματική φινέτσα. Η ιδιοφυΐα του Φαραντί συνίσταται στο ότι φροντίζει να αποφεύγει συστηματικά τις παγίδες που στήνει το Παρίσι, ιδωμένο από την οπτική ενός ξένου. Η ευφυΐα του διακρίνεται από την κομψή προσέγγιση της αφήγησης που γλιστρά στην καρδιά ενός πολιτισμού, στις συνήθειες και στους τύπους των διαπροσωπικών σχέσεων, που δεν είναι οικείες στον σκηνοθέτη, αλλά και από τη γοητευτική αποκρυπτογράφηση καταστάσεων και χαρακτήρων, οι βεβαιότητες των οποίων κατακρημνίζονται από τις αποκαλύψεις που σκάνε σα βραδυφλεγείς βόμβες. Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι το κεντρικό ψέμα - που προκαλεί την αυτοκτονία της συζύγου του Σαμίρ - ανατίθεται στον πιο δευτερεύοντα κοινωνικά χαρακτήρα.

Οι ηθοποιοί, μεγάλοι και μικροί, αξιέπαινοι. Οι μαρκαρισμένοι χαρακτήρες με τις τόσες αποχρώσεις βρίσκονται στον αντίποδα του μανιχαϊσμού (κανείς δεν είναι μόνο καλός ή μόνο κακός). Η Μπερενίς Μπεζό στο ρόλο της Μαρί, ρόλος που αρχικά προοριζόταν για την Μαριόν Κοτιγιάρ, δεν έχει υπάρξει καλύτερη. Εμφανίζεται μεταμορφωμένη, σαν να φωτίζεται εσωτερικά και μοιάζει με Ιρανή στην εξορία. Ο Φαραντί, όπως όλοι οι μεγάλοι, φέρνει μέσα του και μαζί του τον «κόσμο» του. Στο έργο του, με αυτή την περίεργη αύρα μελαγχολίας, τίποτα δεν αλλάζει ουσιαστικά. Λίγο τον νοιάζουν οι τόποι, οι γλώσσες, οι πόλεις γιατί είναι στα ανθρώπινα όντα που εστιάζει, πάντα στα ίδια, κάτω από τις μάσκες... Ο σκηνοθέτης κλίνει προς τις ηθικές αφηγήσεις όπου οι χαρακτήρες τίθενται πάντα ενώπιον των ευθυνών τους ενώ στιλιστικά βελτιώνεται συνεχώς μέσα από την πραγματική «λιτότητα»...

Παίζουν: Μπερενίς Μπεζό, Αλί Μοσαφά, Ταχάρ Ραχίμ, Πολίν Μπουρλέ, Σαμπρίνα Ουαζανί, κ.ά.

Παραγωγή: Γαλλία, Ιράν (2013).

ΝΤΕΝΙ ΒΙΛΝΕΒ
Prisoners

Ο Καναδός - από το γαλλικό Μοντρεάλ - κινηματογραφιστής Ντενί Βιλνέβ, που προτάθηκε για Οσκαρ για το δράμα του«INCENDIES», κατάφερε να βάλει... πόδι στο Χόλιγουντ που του ανέθεσε τη σκηνοθεσία του αστυνομικού θρίλερ «PRISONERS». Μπορεί η πρώτη του αυτή αγγλόφωνη ταινία να πάσχει από έλλειμμα ουσιαστικής προσωπικότητας, αλλά ο σκηνοθέτης υπογράφει ένα δυόμιση ωρών θρίλερ που αντέχει στη σύγκριση με θαυμαστά επιτεύγματα του είδους, προσφέροντας καταπληκτική δραματική δυναμική, τόσο που ο θεατής να παρακολουθεί με σφίξιμο στο στομάχι τους μαιάνδρους μιας δύσβατης έρευνας, και τον παράλληλο πόνο των οικογενειών... Η δράση τοποθετείται κάπου στα προάστια της Βοστόνης, σε μικροαστικές περιοχές που ταλανίζονται από την ύφεση, το φόβο και κάθε είδους «αδυσώπητα» στοιχεία. Σημαντικό το ότι οι χωμάτινα καφέ και πέτρινα γκρίζες εικόνες του Βιλνέβ έχουν την ιδιότητα να χαράσσονται βαθιά σε μια κινηματογραφόφιλη μνήμη...

Δυο νεαρές οικογένειες γιορτάζουν μαζί το «Thanksgiving», τα προεόρτια των Χριστουγέννων. Οσο οι μεγάλοι πίνουν και συζητούν στο καθιστικό, οι δυο μικρές κόρες των αντίστοιχων οικογενειών βγαίνουν να παίξουν έξω. Και εξαφανίζονται... στο χειμωνιάτικο υγρό απογευματινό τοπίο, το βυθισμένο στην απειλητική ομίχλη. Οι γονείς που τις αναζητούν, εντοπίζουν έναν ύποπτο, ένα καθυστερημένο πνευματικά νεαρό γείτονα που έχει παρκάρει το «κάμπερ» του εκεί κοντά. Ο νεαρός ανακρίνεται από την Αστυνομία αλλά αφήνεται ελεύθερος. Ο πατέρας της μιας μικρής, τρελός από τον πόνο, δεν μπορεί να πειστεί ότι ο νεαρός είναι αθώος και χρησιμοποιεί κάθε μέσο για να τον κάνει να ομολογήσει...

Ο σκηνοθέτης αποδεικνύεται άριστος στην καθοδήγηση των ηθοποιών που δίνουν ερμηνείες εξαίρετες. Επικεφαλής τους ο Χιου Τζάκμαν στο ρόλο του απελπισμένου, αλκοολικού σε αποτοξίνωση, πατέρα με το υπόγειο του σπιτιού του φτιαγμένο λες για πυρηνικό καταφύγιο και με τα φρύδια του να σμίγουν συνεχώς από την ένταση που τον δέρνει ανελέητα. Ωστόσο, οι όλο και πιο αποτρόπαιες ενέργειες αυτού του απελπισμένου πατέρα έρχονται σε αντίθεση με το πνεύμα του τοπικού επιθεωρητή της Αστυνομίας, ρόλο που υποδύεται λαμπρά ο Τζέικ Τζιλενχάαλ. Πρόκειται για έναν ενδιαφέροντα χαρακτήρα, με μαύρους κύκλους γύρω από τα μάτια που συνεχώς ανοιγοκλείνουν λόγω νευρικού τικ και με κακοφτιαγμένα τατουάζ... Ο αστυνομικός όμως αυτός, ποτέ του δεν έχασε υπόθεση...

Η έντονη αντίθεση ανάμεσα στους δύο άνδρες και το χάσμα ανάμεσα στο τι ο καθένας τους αντιπροσωπεύει και τι προτίθεται να κάνει, τροφοδοτεί μια συναρπαστική ένταση ηθικής τάξης.

Το θρίλερ του Βιλνέβ δε στηρίζεται τόσο στις απρόσμενες ανατροπές, όσο στη γερή οικοδόμηση μιας μόνιμης αίσθησης φόβου που παραμένει, παρά το γεγονός ότι διάφοροι εμφανίζονται και πάραυτα εξαφανίζονται από τον κατάλογο των υπόπτων.

Ο Βιλνέβ σκιτσάρει το πορτρέτο μιας κοινωνίας στραγγισμένης από κάθε ελπίδα και αισιοδοξία, γεμάτης φόβο και καχυποψία. Κι όταν το μυστήριο τελικά λυθεί δεν έχει επέλθει καμιά αίσθηση κάθαρσης... Ετσι πρέπει... κι εδώ ακριβώς βρίσκεται η δύναμη της ενδιαφέρουσας αυτής ταινίας...

Παίζουν: Χιου Τζάκμαν, Τζέικ Τζιλενχάαλ, Μελίσα Λίο, Βιόλα Ντέιβις κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ (2013).

ΣΠΥΡΟΣ ΤΕΣΚΟΣ
Χαραγμένες ζωές

«Ανθρακες ο θησαυρός», το ενταγμένο στο σύστημα, αποπροσανατολιστικό, αντιμνημονιακής κατά βάση προσέγγισης -με ό,τι ιδεολογήματα αυτό συνεπάγεται- το ντοκιμαντέρ του Σπύρου Τέσκου. Και μπαγιάτικο, δεδομένου ότι στο μεγαλύτερό του μέρος, πρόκειται για εικόνες και απόψεις πλειστάκις «deja vu» (που έχουμε ξαναδεί)... Για την Ευρώπη που για 3ηφορά στην Ιστορία της ζει τον οικονομικό φασισμό, για την Αλήθεια και το Ψέμα, αναφορικά με την Δημοκρατία (την αστική που εδώ ανάγεται σε ουσιαστική...) και το Φασισμό στη σημερινή Ελλάδα.

Σε αυτό το «αριστερής» κατανάλωσης αντιδιαλεκτικό ντοκιμαντέρ, όπου τίποτα δε σχολιάζεται, τίποτα δεν αντιπαραβάλλεται και τίποτα δεν αμφισβητείται, ακούγεται πλήθος, ταυτισμένων όμως, αποστειρωμένων από κομματικούς «πειθαναγκασμούς και εξαρτήσεις» προσωπικών μαρτυριών, ειδημόνων και μη, οι οποίες διακινούνται μέσα από τρία κανάλια, δομικούς πυλώνες του ντοκιμαντέρ. Το χύμα υλικό συνδέεται με τρόπο πρόχειρο που δεν οδηγεί με παρρησία σε κάποιο «δια ταύτα». Αναφορές γίνονται α) σε χρόνους παρελθόντες κι εποχές οδυνηρές της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας, β) στον οικονομικοπολιτικό ρόλο της Γερμανίας σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη και γ) διαπιστώσεις -καταλαμβάνουν και το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας- πάνω στη σημερινή, οδυνηρή, βαθιά κρίση που πλήττει την εργατική τάξη, τα φτωχά και τα μεσαία λαϊκά στρώματα... Αυτούς κι όχι όλους!

Οι Χαϊνόφσκι και Σόιμαν απέδειξαν ότι πολιτικό ντοκιμαντέρ χωρίς το εργαλείο της επιστημονικής κοσμοθεωρίας του διαλεκτικού και ιστορικού υλισμού δεν μπορεί ποτέ να στρατεύεται πραγματικά στη δίκαιη υπόθεση των πολλών, γιατί η τέχνη -όπως και η επιστήμη- συνιστούν προσπάθεια του ανθρώπου να αφομοιώσει και να κατακτήσει την πραγματικότητα. Στην καπιταλιστική κοινωνία που η υποδούλωση του ανθρώπου είναι απολύτως οικονομική (και όχι φυσική) γι' αυτό και λιγότερο εμφανής, αυτοί που πλήττονται έχουν ταξικό πρόσημο, είναι η εργατική τάξη. Αυτοί που τους «πλήττουν» έχουν κι αυτοί ταξικό πρόσημο. Λέγονται κεφαλαιοκράτες και είναι ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής. Αυτή η δεύτερη -τραγική μειοψηφία- τρέφεται και υπάρχει χάρη στην εκμετάλλευση των πρώτων. Της εργατικής τάξης που την εξουσιάζει, επιβάλλει τη θέλησή της, «την αναγκαστική εκμεταλλευτική - οικονομική σχέση στην κοινωνική εργασία, δηλαδή τη σχέση κεφαλαίου - μισθωτής εργασίας χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα: Τον ιδεολογικό πειθαναγκασμό (εκπαίδευση/ ΜΜΕ), τον πολιτικό πειθαναγκασμό (κυβερνητικές πολιτικές εναλλαγές μέσα στο σύστημα) τον κατασταλτικό (εργοδοτική απειλή, ένοπλες δυνάμεις, σώματα ασφαλείας κλπ.). Ολα αυτά παίρνουν τη μορφή ενός πλέγματος νομικών σχέσεων που εμφανίζεται σαν να εξασφαλίζει "ισορροπίες" μεταξύ των αντίθετων κοινωνικών δυνάμεων, σαν να υφίσταται πάνω από τις ταξικές αντιθέσεις, σαν να εκφράζει μια ενότητα και ολότητα, την "εθνική" η οποία προστατεύεται από τον "νόμο των νόμων", το Σύνταγμα...» (Ριζοσπάστης 6/10, σελ. 9). Αυτή η σύντομη παράγραφος συμπυκνώνει σαν τυφλοσούρτης την αποδεκτή προσέγγιση πάνω στις θεματικές της ταινίας. Προσέγγιση του τύπου «λίθοι και πλίνθοι και κέραμοι ατάκτως ερριμμένα» συνιστά απλά χάσιμο χρόνου...



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ