Πάντως, πρεμιέρα κάνει απόψε η αμερικάνικη αισθηματική κωμωδία «ΔΟΝ ΖΟΥΑΝ» (2013), το σκηνοθετικό ντεμπούτο του ηθοποιού Τζόζεφ Γκόρντον Λέβιτ, ο οποίος μάλιστα ερμηνεύει τον πρωταγωνιστικό ανδρικό ρόλο της ιστορίας. O Γκόρντον Λέβιτ υποδύεται τον Τζον, ένα σαγηνευτικό φουσκωτό αρσιβαρίστα με ιδιαίτερα αναπτυγμένη τη σεξουαλική του τεχνική... που όμως περνά το χρόνο του μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή, κολλημένος σε σελίδες πορνό... Γιατί, θέμα της ταινίας είναι η σχέση ενός άντρα εθισμένου στο πορνό και μιας κοπέλας που βλέπει ιδιαίτερα πολλές ρομαντικές κομεντί. Οταν όμως η ταινία αισθάνεται υποχρεωμένη να αναφερθεί στο γιατί ο Τζον έχει αγκιστρωθεί στην πορνογραφία, το πλοίο αρχίζει να βουλιάζει σε έναν ωκεανό σεξισμού... Δείγμα αντιπροσωπευτικό, οι καθόλου έξυπνοι ή ενδιαφέροντες διάλογοι, μέσα από τους οποίους περιγράφονται και αξιολογούνται οι γυναίκες που ο Τζον και η παρέα του γλυκοκοιτάζουν, όταν, κάθε βδομάδα, κάνουν το γύρο των νυχτερινών κέντρων διασκέδασης... Δίπλα στον Τζον εμφανίζονται τρεις κύριες γυναικείες φιγούρες: Η μέγαιρα φίλη, η δεσποτική μητέρα και η σιωπηλή μάρτυς - συμμαθήτρια του Τζον στο βραδινό σχολείο. Η Σκάρλετ Γιόχανσον κρατά το ρόλο / χαρακτήρα της πρώτης, ισχνός από το σενάριο, ένα στερεότυπο συναισθηματικής, συντηρητικής, πιεστικής και αλαζονικής φιλενάδας που δικαίως φρικιάζει όταν ανακαλύπτει ότι ο Τζον περνά τον καιρό του βλέποντας πορνό. Πρόκειται για κωμωδία πάνω στο σεξ, που περιμένει τον θεατή να κάνει όλη τη δουλειά... Η «στεγνή» σκηνοθεσία πάνω σε ένα σενάριο που μοιάζει κολάζ από κακοκομμένα κομμάτια από άλλα φιλμ, χαρακτηρίζεται από επαναληπτικότητα και χαντακώνεται λόγω των κλισέ. Οι πολυάριθμες σκηνές από τα κλαμπ, όπως και τα γρήγορα κοψίματα με τις εικόνες πορνό, εμφανίζονται σαν μοντάζ, ενώ το φιλμ αποσκοπώντας να αγκαλιάσει τον κολλώδη, σοβινιστή ήρωά του, κάνει πρόθυμα χρήση κάθε «μάτσο» κλισέ για να το εξασφαλίσει. Βέβαια, η έννοια κλισέ δεν συνεπάγεται υποχρεωτικά κάτι κακό, όταν γίνεται καλά... εδώ όμως, δεν γίνεται καλά...
Πρεμιέρα επίσης και για το sequel των αμερικάνικων κινούμενων σχεδίων «ΒΡΕΧΕΙ ΚΕΦΤΕΔΕΣ 2» (2013). Σε εκδοχή 3D - για ακριβότερο εισιτήριο και μόνο - και μεταγλωττισμένη στα ελληνικά η οικογενειακή κωμωδία, σε σκηνοθεσία των Κόντι Κάμερον και Κρις Περν. Παιδική η ταινία αλλά, όπως εύστοχα αναφέρει ο συνάδελφος Κωνσταντίνος Κομματάς, «αξίζει να επισημανθεί μια αρκετά φορτική, αν και ενδιαφέρουσα στο επίπεδο της σύλληψης, συνεχής προώθηση της ιδέας των μεταλλαγμένων σε ένα κοινό θεατών όπως της συγκεκριμένης ταινίας που απαρτίζεται σχεδόν αποκλειστικά από παιδιά μικρής ηλικίας.
Μάλλον μια παρόμοια συμπεριφορά πρέπει να θεωρηθεί ιδιαίτερα αντιδεοντολογική και να στιγματιστεί μπροστά στην ελληνική κοινωνία, η οποία προς το παρόν έχει αποφύγει την επέλαση των γιγάντων της γενετικής μηχανικής που όπως φαίνεται επιβάλλουν την agenda τους ακόμη και στον χώρο της κινηματογραφικής βιομηχανίας».
Πρεμιέρα σήμερα και για το, ωριαίας διάρκειας, ντοκιμαντέρ των Φάνη Λογοθέτη και Σπύρου Ανδρεάδη για τη μουσική στον κινηματογράφο. Πρόκειται για ελληνική παραγωγή του 2012, για μια συλλογική προσπάθεια που παρουσιάζει συνεντεύξεις από επαγγελματίες του κινηματογράφου, της μουσικής και άλλων τεχνών και αφήνει μια αίσθηση μαγείας. Τίτλος της ταινίας «OST - ORIGINAL SOUNDTRACK».
Οσο τώρα για το γαλλικό πόνημα της βδομάδας «Ο ΑΦΡΟΣ ΤΩΝ ΗΜΕΡΩΝ» (2013), του κινηματογραφιστή Μισέλ Γκοντρί, που μεταφέρει στον κινηματογράφο το ομότιτλο μυθιστόρημα του Μπορίς Βιάν, υποχρεούμαι να ομολογήσω ότι δεν άντεξα, πέραν της μισής ώρας, σε τέτοιο τσουνάμι ασυνάρτητης σουρεαλιστικής φαντασίας, για μια μικρή δακρύβρεχτη ιστορία αγάπης... Οι καταιγιστικές οπτικές εφευρέσεις του πολυτεχνίτη Γκοντρί - με στόχο να «κατασκευάσει» τη δική του, προσωπική ερμηνεία του «κόσμου» του θρύλου Μπορίς Βιάν - καταλήγουν σε ένα αποτέλεσμα προβληματικό και πρησμένο σαν από αλλεργική αντίδραση... Αυτό δεν αφορά τόσο τους όρους προσαρμογής, όσο την επιθυμία του σκηνοθέτη να είναι στο ύψος της σουρεαλιστικής και ονειρικής ποίησης του πρωτότυπου λογοτεχνικού κειμένου. Ετσι, χωρίς μέτρο, μπουκώνει την εικόνα με μυριάδες αφόρητα ξαναζεσταμένα στοιχεία... Βέβαια, οι τολμηροί που θα δουν την ταινία χωρίς άλλο θα δικαιωθούν από τη χαρισματική παρουσία - και ερμηνεία - του Ρομέν Ντουρίς...
«Ο ΛΑΟΣ ΠΡΟΣΤΑΖΕΙ» (1941) που ολοκληρώνεται μετά το ξέσπασμα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, είναι ένα γοητευτικό, με αντιφασιστικό μήνυμα μέσα από συμβολισμούς και αλληγορίες άλλοτε πιο εμφανείς κι άλλοτε καλυμμένες, λαϊκιστικό, μελοδραματικό παραμύθι για τον «κοινό» , «μέσο» άνθρωπο και τη λαϊκή δύναμη. Αυτό το συναισθηματικό και σκληρό φιλμ εντάσσεται σε μια λαϊκιστική τριλογία, με θέμα τον αμερικανικό ατομικισμό: «MR. DEEDS GOES TO TOWN» (1936) το πρώτο, «MR. DEEDS GOES TO WASHINGTON» (1939) το δεύτερο, ενώ το σε επανέκδοση φιλμ της βδομάδας αποτελεί το τρίτο της τριλογίας και θεωρείται το πιο αδύναμο από όλα.
Ο χρηματιστής και ιδιοκτήτης πετρελαιοπηγών Νόρτον αγοράζει μια εφημερίδα και φυσικά, απολύει πολλούς εργαζόμενους. Μια απολυμένη, η δημοσιογράφος Αν Μίτσελ, γράφει ένα δυνατό άρθρο, που δήθεν βασίζεται στο δήθεν γράμμα ενός άνεργου και άστεγου, κάποιου Τζον Ντου που απειλεί να αυτοκτονήσει την παραμονή των Χριστουγέννων, ως διαμαρτυρία, για τις κοινωνικές αδικίες. Το άρθρο προκαλεί αίσθηση κι όλοι θέλουν να μάθουν ποιος είναι αυτός ο Τζον Ντου. Η Αν για να σώσει τη δουλειά της δημιουργεί, επί πληρωμή, έναν ανύπαρκτο αυτόχειρα - από έναν πρώην παίκτη του ράγκμπι - και αρχίζει να γράφει σειρά πολύ επιτυχημένων άρθρων υπογράφοντας με το όνομά του... Εν τω μεταξύ, φουντώνει ένα κίνημα κοινωνικής μεταρρύθμισης που δημιουργήθηκε από τις ιδέες του Τζον Ντου, λέσχες Τζον Ντου ξεφυτρώνουν παντού στην Αμερική και η φιλοσοφία του σαρώνει τη χώρα... Οταν το κίνημα Τζον Ντου αγγίζει το ζενίθ, ο εκδότης Νόρτον αποκαλύπτει το σχέδιό του, προάγοντας προσωπικές, φασιστικές φιλοδοξίες. Ομως ο Τζον Ντου πιστεύει ολόψυχα σε αυτό που πρεσβεύει και αποφασίζει να εκθέσει τον εκδότη σε ένα μαζικό συνέδριο. Ο εκδότης χρησιμοποιεί την αστυνομία για να εμποδίσει τον Τζον να μιλήσει και αποκαλύπτει την όλη απάτη. Ο Τζον Ντου αισθάνεται ότι ο μόνος τρόπος να εξιλεωθεί είναι τελικά να ... πηδήξει στο κενό. Η προσηλυτισμένη πλέον στη φιλοσοφία του Ντου Αν, τον εκλιπαρεί να μην το κάνει, να μην παραιτηθεί και καταφέρνει στο τέλος να τον μεταπείσει. Κι ο Τζον Ντου υπόσχεται αγώνα ενάντια στο φασισμό... ενώ ο «Υμνος στη Χαρά» του Μπετόβεν ξεσπά σαν έκρηξη στην ηχητική μπάντα.
Ο λαϊκισμός είναι τόσο παλιός όσο και οι ίδιες οι ΗΠΑ. Οι ρίζες του βρίσκονται στις εύκολα κατανοήσιμες θεμελιώδεις αλήθειες πίσω από την πολιτική του φιλοσοφία: η παράδοση του «Ευαγγελίου», η παράδοση της δημοκρατίας, η παράδοση της έννοιας της «αυτοβοήθειας»... Ιδέες απλές και ευκολονόητες μακριά από ορολογίες και θεωρίες για την κατανόηση του κόσμου που απαιτούν γνώση, σκέψη και δράση.
Παίζουν: Γκάρι Κούπερ, Μπάρμπαρα Στάνγουικ, κ.ά.
Παραγωγή: ΗΠΑ (1941).
Η ταινία του Γκρίνγκρας βασίστηκε στο βιβλίο «A Captain's Duty: Somali Pirates,Navy SEALS, and Dangerous Days at Sea» των Richard Phillips και Stephan Tatty που διηγείται, το «αδιανόητο» που συνέβη 200 χρόνια μετά την τελευταία πειρατεία σε αμερικάνικο πλοίο...
Το γεγονός στο οποίο στηρίζεται η μυθοπλασία έλαβε χώρα το 2009, σε πλοίο της πολυεθνικής Maersk που μετέφερε φορτίο από την Αλαμπάμα των ΗΠΑ στην Κένυα. Ο καπετάνιος και το πλήρωμα συνελήφθησαν από τέσσερις οπλισμένους, ξυπόλητους Σομαλούς που ξανοίχτηκαν στο πέλαγος αποφασισμένοι για προσοδοφόρες επιχειρήσεις... Η επίθεση πραγματοποιείται λίγο μετά την έναρξη του φιλμ χωρίς όμως να εμποδίζει και το υπόλοιπο της ταινίας να είναι γεμάτο αγωνία. Το φιλμ διέπεται από μια αφήγηση «παντογνώστη» που δεν αναμένει παρά την έφοδο των πειρατών ώστε να αρχίσει να υφαίνει μαζί τις πολλές, διαφορετικές ιστορίες στην επιφάνεια του τεράστιου πλεούμενου που ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί σαν λαβύρινθο, με ένα σχεδιασμό όπου τα πάντα επιτρέπονται, σε μια κατάσταση καθαρής απόγνωσης... Γιατί, με το που το πλοίο αφήνει το λιμάνι του Ομάν, γνωρίζουμε καλά, ότι τα πάντα θα πάνε στραβά...
Η κάμερα πλανάται σε ένα μαγεμένο τοπίο από κοντέινερ και γερανούς... Μηχανήματα και μέταλλο και σχεδόν αισθάνεσαι την αλατισμένη γεύση του πετρελαίου. Η απειλή όλο και πλησιάζει στο αδυσώπητο φως της μέρας... Οι Σομαλοί είναι φτωχοί και ταπεινωμένοι... Μέσα σε απόλυτη απόγνωση καταφέρνουν να καταλάβουν το γιγαντιαίο πλοίο και βρίσκονται πρόσωπο με πρόσωπο με τον καπετάνιο Ρίτσαρντ Φίλιπς. Απ' αυτό το σημείο και για τις επόμενες δυο ώρες μπαίνουμε στο σκοτεινό τούνελ του σασπένς. Για να αλλάξει η ταινία τόνο στα μισά της διαδρομής ώστε ο «μάτσο» μιλιταρισμός τελικά να εφάπτεται με το όριο του αποδεκτού από το χειραγωγημένο κοινό.
«Μας παίρνετε όλα τα ψάρια. Τι απομένει σε μας;» ρωτά ένας πειρατής όταν η σύγκρουση χτυπά κόκκινο, η απάντηση βέβαια είναι σιωπή... Ο Γκρίνγκρας προσπαθεί να παραθέσει κάποια "θέση" μέσα από ρητορική Δαβίδ και Γολιάθ, για τις ΗΠΑ ως ύστατη υπερδύναμη, ως αστυνόμου της οικουμένης που, σε βάρος των άλλων, αποφασίζει και διατάζει για το δικαίωμα ιδιοκτησίας, κλπ... Ο Τομ Χανκς ερμηνεύει μοναδικά το σπασμωδικό πορτρέτο ενός πανικόβλητου άνδρα, του ακέραιου καπετάνιου Ρίτσαρντ Φίλιπς που έχει υποστεί θανάσιμη ψυχολογική πίεση αλλά είναι δυνατός και βρυχάται ακόμα... Λέγεται ότι ίσως πρόκειται για τον καλύτερο ρόλο της καριέρας του, κάτι που μυρίζει υποψηφιότητα για Οσκαρ...
Παίζουν: Τομ Χανκς, Κάθριν Κίνερ, κ.ά.
Παραγωγή: ΗΠΑ (2013).
Ο Λόουερι με κλασικό τρόπο και με προσέγγιση χωρίς ίχνος κριτικής των ηρώων του, ξαναζωντανεύει τις μυθικές και απαγορευμένες ιστορίες που όλοι δείχνουν να αγαπούν. Καταθέτει την περιπλοκότητα ενός ερωτικού τριγώνου, εικονογραφώντας την προσωπική τραγωδία των ηρώων του με μια πολύτιμη φινέτσα, η οποία καλύπτει με αύρα απλότητας την ιστορία του οδυνηρού τους έρωτα. Η βία πνίγεται στο αγροτικό τοπίο και η νατουραλιστική ομορφιά της εικόνας, στη ζεστή γλυκύτητα ενός σινεμά κι ενός κινηματογραφικού είδους γοητευτικά ευανάγνωστου. Αυτό το φιλμ νουάρ που βηματίζει πάνω στην τεντωμένη χορδή του ρομαντισμού, αυτό το θρίλερ γουέστερν θλιμμένου ποιητικού λυρισμού με τους εύθραυστους και διάφανους ήρωες, χειρίζεται άριστα την τέχνη της σκηνοθεσίας και επιδεικνύει αφηγηματικές ικανότητες στην τέχνη της «έκλειψης», γραφή που δείχνει εμπιστοσύνη στην εξυπνάδα του θεατή...
Ο Ντέιβιντ Λόουερι ετοιμάζει ήδη τη δεύτερη ταινία του. Θα έχει τον τίτλο «THE OLD MAN AND THE GUN» και θα πρωταγωνιστεί ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ στο ρόλο ενός ληστή τραπεζών(!) που καταφέρνει να αποδράσει (!)...
Παίζουν: Κάισι Αφλεκ, Ρούνεϊ Μάρα, Μπεν Φόστερ, Κιθ Καραντάιν, κ.ά.
Παραγωγή: ΗΠΑ (2013).