ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 6 Γενάρη 2001 - Κυριακή 7 Γενάρη 2001
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ - ΠΑΣΟΚ
Η τετραετία κρίνεται φέτος...

Γρηγοριάδης Κώστας

Ετος εσωκομματικών περιδινήσεων θα είναι το 2001 για το ΠΑΣΟΚ, εφόσον φυσικά η «κληρονομιά» που άφησε η χρονιά που πέρασε βάλει εκ νέου τη σφραγίδα της. Και πρόκειται για «βαριά κληρονομιά»:

α) Αμέσως μετά τις εκλογές του περασμένου Απρίλη το κυβερνητικό κόμμα ταλανίστηκε από τη... «γιγαντομαχία» Πάγκαλου - Βενιζέλου με αφορμή τα κονδύλια του υπουργείου Πολιτισμού.

β) Ακολούθησε η «κοτερομαχία», που τα «απόνερά» της έφτασαν μέχρι το στενότερο περιβάλλον του πρωθυπουργού (ο Κ.Σημίτης επλήγη μέσω του περιβάλλοντός του και από την εμπλοκή του Χρ. Ροκόφυλλου στην υπόθεση του «Σαμίνα», αλλά και του Χρ. Σαλαλέ, που από επικεφαλής του ΟΠΑΠ μετοίκησε σε εταιρία του Σ. Κόκκαλη). Η «κοτερομαχία», δε, πέρα από τα προεόρτια γύρω από το πρόσωπο του Θ.Πάγκαλου, έθεσε τα «θεμέλια» για την κοινοποίηση στο πανελλήνιο της ρήξης Σκανδαλίδη - Τσουκάτου.

γ) Το... σύνδρομο των συντροφικών μαχαιρωμάτων συνεχίστηκε με τον «αποκεφαλισμό» του Θ. Πάγκαλου από την κυβέρνηση, έπειτα από τις καθόλου κολακευτικές του αναφορές στον Γ. Παπανδρέου, που ήρθαν λίγο μετά το επεισόδιο που προκλήθηκε με την κ. Αγγελοπούλου και το «Αθήνα 2004», και

δ) Το 2000 έκλεισε με την «καθαίρεση» του Θ. Τσουκάτου από τη θέση του «στρατηγού», στην οποία ο ίδιος ο πρωθυπουργός τον είχε αναβαθμίσει, έπειτα από την κίνηση των 53 βουλευτών του ΠΑΣΟΚ, να καταθέσουν νομοσχέδιο στη Βουλή, στην οποία και πρωτοστάτησε.

Ολα τα παραπάνω είναι εκδηλώσεις μιας εσωτερικής κρίσης της κυβέρνησης που τα βασικότερα αίτιά της δεν έχουν ακόμα εμφανιστεί στο προσκήνιο. Τα αίτια θα πρέπει να αναζητηθούν στην εμφανιζόμενη ως αδυναμία του ΠΑΣΟΚ - και συνολικά του πολιτικού συστήματος - να εγκλωβίζει τη λαϊκή δυσαρέσκεια που, όσο εφαρμόζεται και εντείνεται η αντιλαϊκή πολιτική, παίρνει χαρακτηριστικά αγανάκτησης. Από εδώ ανακύπτει και ο εξέχον κίνδυνος για την πλουτοκρατία και τα κόμματά της, με πρώτο το κυβερνητικό: Η λαϊκή αυτή αγανάκτηση να μετατραπεί σε ριζοσπαστικοποίηση και μαχητική δράση για την ανατροπή μιας πολιτικής που επιτίθεται σε όλα τα μέτωπα (εργασιακό, ασφαλιστικό, υγεία, παιδεία, ιδιωτικοποιήσεις δημόσιας περιουσίας κλπ) και πλήττει καίρια τα συμφέροντα των εργαζομένων.

Ο κίνδυνος αυτός, λοιπόν, δημιουργεί στην ολιγαρχία την ανάγκη να αναζητά τα αναχώματα για την αντιμετώπιση μιας κοινωνικής έκρηξης. Πολύ περισσότερο, η άρχουσα τάξη επιδιώκει να ακυρώσει την προσπάθεια για τη συγκρότηση ενός λαϊκού μετώπου πάλης - στο οποίο πρωτοστατεί το ΚΚΕ - που θα θέσει με πολιτικό τρόπο το αίτημα για μια «άλλη» πολιτική. Συνεπώς τα μέτρα που αναγκάζεται να λάβει η πλουτοκρατία επενεργούν στο υφιστάμενο πολιτικό σκηνικό, δημιουργούν ρήγματα στην εικόνα του, εντείνουν ζυμώσεις και ανακατατάξεις, προκαλούν μια κινητικότητα στο όνομα ενός κυοφορούμενου «ανανεωμένου» πολιτικού τοπίου.

Στο κέντρο αυτής της κινητικότητας βρίσκεται αντικειμενικά το ΠΑΣΟΚ. Η ηγεσία του τελευταίου, διαισθανόμενη τι πρόκειται να συμβεί ως συνέπεια της πολιτικής της, ήδη από την επομένη των εκλογών του περασμένου Απρίλη μιλούσε για την ανάγκη «ανασύνθεσης του πολιτικού σκηνικού» ως αναγκαία προϋπόθεση για τη διατήρηση από το ΠΑΣΟΚ - και φυσικά της ηγεσίας του - της δυνατότητας «να καθορίζουμε εμείς κι όχι οι άλλοι τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις».

Ταυτόχρονα, ο πρωθυπουργός, απευθυνόμενος στο μεγάλο κεφάλαιο φυσικά, δε φείδεται δηλώσεων στις οποίες απαριθμεί τι πρόσφερε η κυβέρνησή του στα θησαυροφυλάκια της ολιγαρχίας. Τελευταία απαρίθμηση αυτών των «επιτευγμάτων» έγινε στη συνέντευξη του Κ. Σημίτη προς τους ξένους ανταποκριτές, παραμονή της ψήφισης του προϋπολογισμού. Αν σκεφτεί κανείς ότι το θέμα της «διαπλοκολογίας» κρατά για μεγαλύτερο διάστημα απ' ό,τι τις προηγούμενες φορές, ίσως οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι ο πρωθυπουργός έχει την ανάγκη αυτών των απαριθμήσεων και... υπενθυμίσεων, ώστε να πείσει τους... ενδιαφερόμενους πως κρατά καλά το τιμόνι, και ότι δεν υπάρχει ικανότερος να διαχειριστεί τις υποθέσεις τους και πως όπως υπήρξε συνεπής μέχρι τώρα (ΟΝΕ κλπ), έτσι θα υπάρξει συνεπής «διαιτητής» και στο μέλλον (μοιρασιά του Γ' ΚΠΣ, ξεπούλημα επιχειρήσεων σε στρατηγικούς κλάδους κλπ)...

Αν όμως οι δηλώσεις αυτές, τόσο του Κ. Σημίτη, όσο και του Κ. Σκανδαλίδη, εκφράζουν την αγωνία για τη διατήρηση των «πρωτείων» και στο μέλλον, οι δηλώσεις Τσοχατζόπουλου, που σε μια κρίση «αριστεροσύνης» διέγνωσε μια ροπή της κυβέρνησης προς το «φιλελευθερισμό», υποδηλώνουν την επιθυμία του, στο ενδεχόμενο ενός εφ' όλης της ύλης ανακατέματος της τράπουλας να έχει δηλώσει «παρών» και να πετύχει ό,τι δεν πέτυχε το 1996. Εξ ου και τα περί «διαρχίας» στο ΠΑΣΟΚ, που ενόψει του συνεδρίου του κόμματος, η πλευρά Τσοχατζόπουλου δε θέλει να τα υποστηρίζει δημοσίως, αλλά ούτε και τα απορρίπτει...

Σε κάθε περίπτωση το ΠΑΣΟΚ θα βρεθεί τη νέα χρονιά αντιμέτωπο με μια διττή πρόκληση:

Αφενός, μέσα από τους «κοινωνικούς διαλόγους» και τα «σοσιαλιστικά» φληναφήματα να παγιδεύει τους εργαζόμενους σε μια πολιτική στάση που θα κατευθύνεται από την αρχή «το μη χείρον βέλτιστον». Πράγμα εξαιρετικά δύσκολο, πλέον.

Αφετέρου, θα πρέπει να πείσει τα ταξικά συμφέροντα που εκπροσωπεί ότι έχει τη δυνατότητα να συνεχίσει να αποτελεί το πρώτο βιολί του πολιτικού τους προσωπικού. Θα θελήσει, γι' αυτό το λόγο, να αποτρέψει κινήσεις τύπου Αβραμόπουλου που θα ξεκινούν από το εσωτερικό του. Θα θελήσει, επίσης, μέσα από τα «κεντροαριστερά» παραμύθια, να αντιμετωπίσει καταστάσεις που θα θέτουν σε αμφισβήτηση την πρωτοκαθεδρία του στο πολιτικό σύστημα της ολιγαρχίας.

Το σίγουρο, πάντως, είναι ότι οι εξελίξεις σε ό,τι αφορά το ΠΑΣΟΚ δε θα κριθούν με ορίζοντα το 2004, οπότε και θεωρητικά θα γίνουν οι επόμενες εκλογές. Το σίγουρο είναι - το υποστηρίζουν οι ίδιοι - πως για το ΠΑΣΟΚ η πιο κρίσιμη χρονιά της τετραετίας (και για να υπάρξει τετραετία!) είναι η φετινή.


Ν. Μπ.

ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Διεργασίες για πιο αποτελεσματικό ρόλο

Την αυγή του 2001 ο Κ. Καραμανλής μάλλον θα μελαγχολεί αναπολώντας την κατάσταση που βρισκόταν το κόμμα του ένα χρόνο νωρίτερα. Τότε που η προοπτική εφόδου στην εξουσία είχε συσπειρώσει το σύνολο της λεγόμενης κεντροδεξιάς και η παράταξη εμφάνιζε εικόνα ενότητας, η οποία είχε αρκετά χρόνια να παρουσιαστεί.

Ενα χρόνο μετά όμως, η εικόνα αυτή όχι μόνο έχει θρυμματιστεί, αλλά η χρόνια εσωκομματική κρίση επανακάμπτει, απειλώντας σοβαρά να σύρει σε νέες διασπαστικές περιπέτειες τη ΝΔ. Η αναγγελία προθέσεων για ίδρυση νέου κόμματος από τον Δ. Αβραμόπουλο, ήρθε σχεδόν ως «φυσιολογικό επακόλουθο» της κατάστασης που επικρατεί στο εσωτερικό της ΝΔ και πάτησε πάνω σε αυτήν. Είχε προηγηθεί το κόμμα υπό τον Γ. Καρατζαφέρη, η «απομάκρυνση» του Στ. Μάνου από τη Ρηγίλλης, η «αποστασιοποίηση» του Αντ. Σαμαρά, ενώ στο εσωτερικό του κόμματος, παρά τις κατά καιρούς υφέσεις, παραμένει αξεπέραστη η διαίρεση στα στρατόπεδα των καραμανλικών και μητσοτακικών.

Είναι φανερό ότι η ηγεσία της ΝΔ πληρώνει το τίμημα της εκλογικής ήττας του περασμένου Απρίλη, παρά την αρχική καυχησιολογία και θριαμβολογία της Ρηγίλλης ότι με το εκλογικό ποσοστό που πέτυχε ο Κ. Καραμανλής παραμένει παντοδύναμος. Από την άλλη, δεν μπορεί να θεωρηθούν εντελώς αβάσιμοι οι ισχυρισμοί στενών συνεργατών του προέδρου της ΝΔ, σύμφωνα με τους οποίους η εσωκομματική αναταραχή συνδέεται ή αποδίδεται στη στάση του Κ. Καραμανλή απέναντι στα διαπλεκόμενα συμφέροντα. Ωστόσο, αυτό (έπρεπε να) το περίμεναν στη Ρηγίλλης, από τη στιγμή που η ηγεσία του κόμματος ενεπλάκη στη διαμάχη των οικονομικών συμφερόντων παίρνοντας σαφώς το μέρος της μίας πλευράς... Ο Κ. Καραμανλής είχε την ευκαιρία να διαπιστώσει καθ' όλη τη διάρκεια της σταυροφορίας κατά της διαπλοκής τους προηγούμενους μήνες, ότι το κόμμα «διασχίζεται» από άλλες κάθετες γραμμές που συνδέουν αρκετούς από τους βουλευτές και τα στελέχη με διάφορους ισχυρούς επιχειρηματικούς ομίλους και ότι στην πραγματικότητα ποτέ δεν κατάφερε να εξασφαλίσει την επιθυμητή εσωκομματική σύμπνοια κάτω από τη σημαία του αγώνα κατά της διαπλοκής.

Φυσικά, η ηγεσία της ΝΔ δεν πρόκειται να συμπεριλάβει στα αίτια για την κρίση που μαστίζει την πολιτική που επαγγέλλεται και τους τρόπους που επιχειρεί να την προωθήσει. Αντίθετα, πιστεύει ότι είναι «φυσική» αποστολή της να βρίσκεται στην πρωτοπορία για την επιβολή των πιο σκληρών νεοφιλελεύθερων μέτρων. Επειδή, όμως, η ηγεσία του εκσυγχρονισμένου ΠΑΣΟΚ έχει προ πολλού καταφέρει να τη συναγωνίζεται επάξια και πιο αποτελεσματικά, η ΝΔ βρέθηκε να αντιμετωπίζει πρόβλημα αποσαφήνισης της ιδεολογικοπολιτικής φυσιογνωμίας της! Το πρόβλημα αυτό βέβαια τίθεται από το ίδιο το σύστημα που θέλει να εξωθήσει τη ΝΔ ακόμα πιο δεξιά, πράγμα που η ηγεσία της ΝΔ δε φαίνεται να έχει κανένα ενδοιασμό να ακολουθήσει. Ετσι, δε διστάζει να βγαίνει πιο μπροστά από την κυβέρνηση και να ανοίγει το δρόμο για τις πιο σκληρές νεοφιλελεύθερες διαρθρωτικές αλλαγές (σαρωτικές ιδιωτικοποιήσεις, απελευθερώσεις αγορών, κατεδάφιση των κατακτήσεων και δικαιωμάτων των εργαζόμενων, ενίσχυση του αστυνομικού κράτους, κ.ο.κ., «αδιαφορώντας» αν αυτή τη στάση της εκμεταλλεύεται δεόντως η κυβερνητική προπαγάνδα προκειμένου να καλλιεργήσει τη βολική γι' αυτήν εικόνα ότι «είναι λιγότερο σκληρή» και «περισσότερο κοινωνικά ευαίσθητη». Ο Κ. Καραμανλής πιστεύει ότι τελικά οι ψηφοφόροι δε θα έχουν άλλη επιλογή εξουσίας και κάτω από το σιδερένιο νόμο του δικομματισμού, θα στραφούν προς το κόμμα του για να φύγει «η κουρασμένη κυβέρνηση Σημίτη».

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, ο χώρος της λεγόμενης κεντροδεξιάς «προσφέρεται» και χρησιμοποιείται, άλλη μια φορά, από τους αρχιτέκτονες του πολιτικού συστήματος ως εργαστήριο πειραμάτων για τη μορφή που θα έχει στο μέλλον το δικομματικό σύστημα. Στο πλαίσιο αυτό, η ΝΔ πρέπει να δοκιμαστεί και να πείσει τα μεγάλα αφεντικά ότι διαθέτει τα «εχέγγυα» για να δώσει στην αποτελεσματική διαχείριση νέα ορμή. Από το χώρο αυτό επίσης πλασάρεται η «τελευταία λέξη» του νεοφιλελευθερισμού (περίπτωση Μάνου, Ανδριανόπουλου, κ.ά.) όσο και οι «σύγχρονες» μέθοδοι εφαρμογής και διαχείρισής του.

Συνέδριο - σταθμός

Από αυτή την άποψη, το συνέδριο της ΝΔ το Μάρτη θα αποτελέσει πράγματι σταθμό γενικότερα για το δικομματισμό. Στο συνέδριο δε θα κριθεί μόνο, όπως επιδιώκει η ηγεσία της ΝΔ, η μορφή του νέου κόμματος, αλλά και η ενότητα και η πορεία της κεντροδεξιάς. Ο Κ. Καραμανλής αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί να πάει σε ένα συνέδριο ρουτίνας ή επίδειξης ισχύος, γιατί δεν είναι πλέον μόνος του στο παιχνίδι. Η Ντ. Μπακογιάννη δείχνει αποφασισμένη να ενισχύσει σημαντικά τη θέση της στο εσωκομματικό παιχνίδι εξουσίας και για πρώτη, ίσως, φορά, φαίνεται να συγκεντρώνει τις απαραίτητες προϋποθέσεις (κλίμα αμφισβήτησης του Κ. Καραμανλή από βουλευτές και στελέχη, στήριξη από οικονομικά συμφέροντα, κ.ά.). Στη γωνία παραμονεύει πάντα ο Δ. Αβραμόπουλος, ο οποίος θα εισπράξει το μερίδιό του στην περίπτωση που το συνέδριο δεν καταφέρει να αποδείξει ότι η ΝΔ είναι σε θέση να καλύψει «το κενό». Το μερίδιο θα είναι αυξημένο στο βαθμό που η εικόνα διχασμού και διάσπασης κυριαρχήσει και μετά το συνέδριο. Είναι φανερό ότι τα πάντα θα κριθούν από τη στάση του Κ. Καραμανλή, ο οποίος πιέζεται έντονα να αλλάξει το «αρχηγικό μοντέλο» και την «ιδιοκτησιακή αντίληψη». Ασφαλώς και είναι υποχρεωμένος να προχωρήσει σε κάποιους συμβιβασμούς και αναδιανομή ρόλων, το ζήτημα όμως είναι αν όλα αυτά αποδειχθούν ικανά να αποτρέψουν μια νέα κρίση και ίσως νέα διάσπαση της ΝΔ.

Οποια όμως και αν είναι η έκβαση της κρίσης στη ΝΔ, το σίγουρο είναι ότι δεν πρόκειται να αλλάξει η φυσιογνωμία της και σίγουρα δε θα πάψει να παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στην επίθεση ενάντια στα λαϊκά συμφέροντα.


Παναγιώτης ΚΑΚΑΛΗΣ.

ΔΗΚΚΙ
Δυσάρεστη η χρονιά που πέρασε

Ο χρόνος που πέρασε αποτέλεσε για το ΔΗΚΚΙ τη δυσκολότερη χρονιά από την ίδρυση του κόμματος, αφού συνδυάστηκε με την εκλογική αποτυχία του. Στις εκλογές του Απρίλη το ΔΗΚΚΙ δεν κατόρθωσε να ξεπεράσει το «φράγμα» των τριών ποσοστιαίων μονάδων με αποτέλεσμα να χάσει την κοινοβουλευτική του εκπροσώπηση. Ο τελευταίος μήνας του χρόνου πάντως, βρήκε το ΔΗΚΚΙ να πραγματοποιεί το πρώτο τακτικό συνέδριό του, ένα συνέδριο στο οποίο οι σύνεδροι ανέδειξαν εκ νέου πρόεδρο του κόμματος τον Δ. Τσοβόλα και παράλληλα εξέφρασαν την αναγκαιότητα για μια «νέα αρχή».

Η μείωση του ποσοστού του ΔΗΚΚΙ που συνδυάστηκε με την αποτυχία του κόμματος να εισέλθει για δεύτερη φορά στο Κοινοβούλιο, σκόρπισε απογοήτευση μέσα στις τάξεις των στελεχών και μελών του. Μάλιστα, τους αμέσως επόμενους μήνες μετά τις εκλογές, υπήρξε σκληρή κριτική από μέλη του κόμματος, τόσο προς το πρόσωπο του Δ. Τσοβόλα όσο και προς τα πρόσωπα άλλων κορυφαίων στελεχών του κινήματος. Σύμφωνα με δηλώσεις στελεχών που έγιναν μπροστά αλλά και πίσω από τα φώτα της δημοσιότητας, έκαναν λόγο για «προεδρικές» ευθύνες στην εκλογική αποτυχία. Δεν ήταν μάλιστα λίγες οι φορές που σχολιάστηκαν αρνητικά οι προεκλογικές δηλώσεις του Δ. Τσοβόλα, ο οποίος κατά κόρον σε όλη εκείνη την περίοδο έκανε λόγο για μετεκλογική συμμαχία με το ΠΑΣΟΚ, στην περίπτωση που το δεύτερο δε συγκέντρωνε ικανό ποσοστό για να αναλάβει την εξουσία. Βέβαια, ο Δ. Τσοβόλας, τόσο κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων Τύπου, όσο και των συνεντεύξεων που έδωσε σε πολλά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, υποστήριζε ότι το ΔΗΚΚΙ «θα συνεργαστεί με το άλλο ΠΑΣΟΚ», χωρίς ωστόσο σε καμιά των περιπτώσεων να ξεκαθαρίζει και να αποσαφηνίζει τι ακριβώς εννοούσε...

Πάντως, σ' αυτό το σημείο πρέπει να αναφέρουμε κάτι που ακόμα και σήμερα συνεχίζουν να τονίζουν άνθρωποι του ΔΗΚΚΙ, δηλαδή ότι κατά την προεκλογική περίοδο δέχτηκαν «βρώμικη επίθεση από το ΠΑΣΟΚ», με αποτέλεσμα πολλοί υποψήφιοι ψηφοφόροι τους, όπως υποστήριξαν, να «σπάσουν την τελευταία στιγμή».

Στο συνέδριο που πραγματοποιήθηκε στο διάστημα 1 - 3 του Δεκέμβρη, επισημοποιήθηκε μέσα και από τα κείμενα η ταυτότητα του ΔΗΚΚΙ. Οπως ανέφερε και ο πρόεδρός του, πρόκειται για «πατριωτικό, προοδευτικό, πολιτικό κίνημα των απροστάτευτων πολιτών». Οπως τονίστηκε στο συνέδριο, το ΔΗΚΚΙ φιλοδοξεί να δώσει «μια ρεαλιστική, σύγχρονη και προοδευτική εναλλακτική πρόταση εξουσίας. Μια άλλη οικονομική, κοινωνική και εξωτερική πολιτική που πρέπει να ακολουθήσει η χώρα στο άμεσο μέλλον».

Βέβαια, παρά τις συγκεκριμένες προτάσεις και την κριτική που ασκεί το ΔΗΚΚΙ και ενώ συνεχίζει να υποστηρίζει ότι η ευρωπαϊκή πολιτική που περιλήφθηκε στη Σύμβαση του Μάαστριχτ και συμπληρώθηκε από τη Σύμβαση του Αμστερνταμ δεν προωθεί την ενωμένη Ευρώπη των λαών και των πολιτών, στην ουσία του θέματος δεν προτείνει μια εναλλακτική λύση, η οποία θα κινείται έξω από τη λογική των μονοπωλίων και των ιμπεριαλιστικών ενώσεων, αφού θεωρούν ότι αποτελεί μονόδρομο η υφιστάμενη κατάσταση.

Θετική ήταν πάντως η συμβολή του ΔΗΚΚΙ στη συσπείρωση δυνάμεων στο ΠΑΜΕ, στον αγώνα κατά του ΝΑΤΟ και των επεμβάσεων των ιμπεριαλιστών στην ευρύτερη περιοχή και για τις δημοκρατικές ελευθερίες.

Επίσης, στο συγκεκριμένο συνέδριο, κατατέθηκε η πρόταση από τον Δ. Τσοβόλα - και έγινε αποδεχτή από το σώμα - για γενικότερη συνεργασία όλων των «αριστερών και προοδευτικών κομμάτων της χώρας για τη δημιουργία ενός αντινεοφιλελεύθερου, προοδευτικού και πατριωτικού κινήματος», αρχής γενομένης από τις δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές. Βεβαίως, ο πρόεδρος του ΔΗΚΚΙ επιμένει να θεωρεί «αριστερές» και να εντάσσει στο αντινεοφιλελεύθερο κίνημα δυνάμεις, όπως π.χ. ο Συνασπισμός, που με την όλη πολιτική και στάση τους ρίχνουν νερό στο μύλο της νεοφιλελεύθερης πολιτικής που βιώνει σήμερα ο ελληνικός λαός.


Π. Θ.

Κόντρα στη νέα (α)ταξία
Τα ΕΥΡΩ-ΟΝΕ νομισματικά μυστήρια

Σε μερικά από τα γιορταστικά τραπέζια και τις φιλικές παρέες προβληματισμένων και σκεπτόμενων ανθρώπων, ένα από τα θέματα συζήτησης αυτών των ημερών, είναι και η εκπαιδευτική μύηση των υπηκόων της που επιχειρεί η κυβέρνηση, πάνω στη λογιστική - προς το παρόν - πλευρά της... ευρωνομισματικής.

Ενας περίπου χρόνος απομένει ακόμη, ως τη στιγμή που η ελληνική κόπια του ευρωνομίσματος, με σύμβολο την κουκουβάγια, μπει ουσιαστικά στις καθημερινές συναλλαγές, με την «κλειδωμένη» ισοτιμία στο μπεζαχτά της υπερκυρίαρχης Ευρωπαϊκής Τράπεζας.

Και το βασικό θέμα δεν είναι, όπως προσπαθούν να μας παραπλανήσουν, αν θα μυηθούμε γρήγορα σε ό,τι αφορά στις μετατροπές των λογαριασμών. Ούτε σε ποιον θα περιέλθουν τα δεκατάκια των υποδιαστολών του ευρωνομίσματος που θα στρογγυλοποιηθούν σε βάρος μας.

Το κυρίαρχο είναι, αν θα αυξηθούν ή όχι, οι ουσιαστικές αποδοχές, αν θα ενισχυθεί η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων, σε σύνδεση με την «αειφόρο» συνέχιση της σκληρής περιοριστικής οικονομικής πολιτικής και τη σαρωτική καταιγίδα των ιδιωτικοποιήσεων που δεν αποκλείεται να περιλάβουν και τον Παρθενώνα.

«Εξ όνυχος τον λέοντα», και όλα δείχνουν, αρχίζοντας από τον τρέχοντα προϋπολογισμό και το παιχνίδι των επιτοκίων ευθυγράμμισης προς τις επιταγές του υπερεθνικού τραπεζίτη των Βρυξελλών, ότι η αφαίμαξη των εργαζομένων θα είναι μεγαλύτερη, αποτιμούμενη, με την αλχημεία του ευρωνομίσματος. Οπως μεγαλύτερη θα είναι και η έξοδος προς την ανεργία, που επιφυλάσσει η ιδιωτικοποιημένη οικονομία της υπερεκμετάλλευσης.

Δεν κρύβει ο πρωθυπουργός μας την αποφασιστικότητα να συνεχίσει άτεγκτα, ανελέητα και αταλάντευτα την ίδια πολιτική, γιατί αυτός και οι συνεργάτες του, με την απόλυτη συγκατάθεση και της αξιωματικής αντιπολίτευσης, έχουν βάλει «στοίχημα», με τις αόρατες, προφανώς, δυνάμεις συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου που προχωρούν ακάθεκτες στη μονοπωλιακή εκμετάλλευση των αγορών, στην πλανητική και στην ευρωπαϊκή της έκφραση και απομίμηση.

Η σοφή κουκουβάγια της γνώσης, ως σύμβολο της ελληνικής κόπιας του «εν Βρυξέλλαις βαπτιζόμενου» ευρωνομίσματος, βρίσκει άσοφους τους μαθητευόμενους μάγους της ευρω-ιδέας και των ολυμπιακών μεγαλοϊδεατισμών.


Του
Γιώργου Κ. ΤΣΑΠΟΓΑ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ