Eurokinissi |
Το σύνολο των προτάσεων του ΟΟΣΑ για την «ανταγωνιστικότητα» προβάλλονται ως νέες, ωστόσο η έκθεσή του - παραγγελία της ίδιας της συγκυβέρνησης - επί της ουσίας κινείται στην ίδια ακριβώς ρότα των αξιώσεων που έχουν υποβάλει τα ντόπια τμήματα του κεφαλαίου, όπως ο ΣΕΒ, φαρμακοβιομήχανοι, μεγαλέμποροι, πολλά χρόνια πριν από την εκδήλωση της καπιταλιστικής κρίσης. Πολύ πριν από την εκδήλωσή της άλλωστε, αντίστοιχες εκθέσεις-«καρμπόν» είχαν δημοσιεύσει τόσο ο ίδιος ο ΟΟΣΑ όσο και οι άλλοι ιμπεριαλιστικοί οργανισμοί. Στην πραγματικότητα είναι βγαλμένες από τα παλιά κιτάπια του κεφαλαίου και μάλιστα από την περίοδο των ισχυρών ρυθμών αύξησης του παραγόμενου ΑΕΠ.
Το συντριπτικά μεγαλύτερο κομμάτι από τις 329 προτάσεις «ανταγωνιστικότητας» δεν προβλέπεται ούτε στα μνημόνια ούτε και στις δανειακές συμβάσεις. Πρόκειται κατά κύριο λόγο για τις λεγόμενες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, χωρίς «δημοσιονομικό όφελος» για τον κρατικό προϋπολογισμό. Προβάλλονται ωστόσο ως έμμεση οδός ανάκαμψης των κρατικών εσόδων, που θα προέλθουν από την τόνωση των επενδύσεων, άρα και της απασχόλησης και της «δημιουργίας θέσεων εργασίας». Στην πραγματικότητα εντάσσονται στη συζήτηση για το ποιο μείγμα πολιτικής θα τονώσει σε μεγαλύτερο βαθμό την ανταγωνιστικότητα των μονοπωλίων.
Από το 2005 σε έκθεση του ΟΟΣΑ γινόταν λόγος για μέτρα όπως η «απελευθέρωση του ωραρίου των καταστημάτων», για την «ανάγκη εφαρμογής συνεχιζόμενων μεταρρυθμίσεων», συνεχούς «βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας», για μεγαλύτερη απελευθέρωση στους τομείς του ηλεκτρισμού και του φυσικού αερίου, ενίσχυση της επιχειρηματικότητας. Στην ίδια έκθεση επανέρχονταν το αντιλαϊκό τροπάριο για το «υψηλό κόστος της ανειδίκευτης εργασίας» και η αξίωση για αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης και μείωση των συντάξεων, για «μεγαλύτερη ευελιξία» στο καθεστώς απολύσεων εργαζομένων, με επισημάνσεις του τύπου ότι το «νομοθετικό πλαίσιο προστασίας είναι πολύ αυστηρό».
Την ίδια χρονιά (2005) γινόταν συζήτηση γύρω από την περιβόητη «Οδηγία Μπολκενστάιν», για την «απελευθέρωση επαγγελμάτων και υπηρεσιών», που σήμερα πλέον, μπροστά σε αυτά που συμβαίνουν, φαντάζει ως απλή ...τροχιοδεικτική βολή. Σε αυτό το πλαίσιο ο επικεφαλής, τότε, του Συνασπισμού Αλ. Αλαβάνος, κατηγορούσε την ...«περίεργη Κομισιόν του Μπαρόζο, η οποία εξελίσσεται σε ένα γραφειοκρατικό μόρφωμα χωρίς πολιτική ευλυγισία, χωρίς πολιτικούς στόχους και προοπτικές, όπως ήταν την εποχή του Ντελόρ». Ο ίδιος εκτιμούσε ότι σε επίπεδο ΕΕ δίνονται μεγάλες και σκληρές μάχες ενάντια στην Οδηγία, ότι η Κομισιόν βγαίνει «τσαλακωμένη» και «συνεχώς ηττώμενη», ότι «έφαγε τα μούτρα της, διότι μια σειρά κυβερνήσεις, με πρώτες της Γαλλίας και της Γερμανίας, αρνήθηκαν», αλλά και σε ό,τι αφορά στο Σύμφωνο Σταθερότητας, όπου «είχαμε μια χαλάρωση των όρων»... Στην πραγματικότητα βέβαια, είναι εμφανείς οι ενδοαστικές αντιθέσεις, οι ανταγωνισμοί στους κόλπους της ΕΕ, που εκφράζονταν και τότε γύρω από το μείγμα της διαχείρισης που κρινόταν αναγκαίο ανάλογα με τη συγκυρία. Αντίστοιχης κοπής είναι και οι «μάχες» που επαγγέλλεται σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ.
Το 2007, σε νεότερη έκθεση, ο ΟΟΣΑ έβλεπε σημαντικούς ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ για τα επόμενα χρόνια, ωστόσο αποδείχτηκε πέρα για πέρα αποκομμένος από την πραγματικότητα που ακολούθησε. Ο επικεφαλής του ΟΟΣΑ Α. Γκουρία, σε συνέντευξη που είχε δώσει τότε και πάλι από την Αθήνα, σημείωνε: «Εχετε πολύ υψηλή νεανική ανεργία, άρα πρέπει να υπάρχει μια αγορά που να προσφέρει χαμηλότερους μισθούς από τους κατώτατους», συμπληρώνοντας ότι σε καθεστώς «υψηλών κατώτατων μισθών» δεν γίνονται προσλήψεις.
Ταυτόχρονα, πρότειναν μείωση των ασφαλιστικών εισφορών από την πλευρά της εργοδοσίας και διευκόλυνση των απολύσεων. Και βέβαια μόνο προφητεία δεν ήταν και η πρόταση για «μεταρρυθμίσεις» στο σύστημα των συλλογικών διαπραγματεύσεων, με την «αποκέντρωσή» τους σε επίπεδο επιχείρησης ή επαγγέλματος. Να σημειωθεί ότι ο ΟΟΣΑ είχε ταχθεί επίσης υπέρ της ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων, της επιβολής διδάκτρων στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, καθώς και της χορήγησης δανείων στους φοιτητές...
Το ΔΝΤ, από την πλευρά του, σε ανάλογη έκθεση το 2007, έστρωνε το χαλί στην αποσύνδεση του βασικού μισθού από τις αυξήσεις των μέσων μισθών και στην εξάλειψη της επέκτασης των συλλογικών συμβάσεων εργασίας στις επιχειρήσεις που δεν αντιπροσωπεύονται στις διαπραγματεύσεις, επισημαίνοντας παράλληλα ότι το «αυξανόμενο κόστος εργασίας επηρεάζει αρνητικά την κερδοφορία του τουριστικού κλάδου». Ταυτόχρονα άνοιγαν και το ζήτημα των απολύσεων στο Δημόσιο. Κατά τα λοιπά εκτιμούσαν ότι το ΑΕΠ θα συνέχιζε την ανιούσα και για τα επόμενα χρόνια, επιβεβαιώνοντας έτσι ότι τα προτεινόμενα μέτρα δεν συνδέονταν ούτε με την καπιταλιστική κρίση (την οποία άλλωστε δεν μπορούσαν να διακρίνουν), ούτε βέβαια με τα επερχόμενα μνημόνια.
Η σημερινή μελέτη του ΟΟΣΑ προτείνει την υιοθέτηση συνολικά 329 παρεμβάσεων, τη συντριπτική πλειονότητα των οποίων σπεύδει να δηλώσει ότι υιοθετεί η συγκυβέρνηση. Οι προτάσεις του ΟΟΣΑ αποτελούν «χρόνιο πόθο» των επιχειρηματικών ομίλων, ενώ ταυτόχρονα ενσωματώνουν τις προτάσεις που, εδώ και πάνω από 10 χρόνια, έχει βάλει στο τραπέζι ο ΙΟΒΕ του ΣΕΒ.
«Αυτό που απαιτείται πλέον είναι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις», καθώς «η δημοσιονομική προσαρμογή έχει σχεδόν ολοκληρωθεί και η διεργασία της εσωτερικής υποτίμησης έχει κάνει τον κύκλο της», δήλωσε ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), Κ. Ρέγκλινγκ. Στη σημερινή φάση, η συζήτηση αφορά στο μείγμα της αντιλαϊκής πολιτικής, η οποία σε κάθε περίπτωση θα κλιμακωθεί, είτε με μνημόνια και δανειακές συμβάσεις είτε χωρίς αυτά, ακριβώς γιατί αυτό απαιτεί η θωράκιση και η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου.
Μεταξύ των προτάσεων του ΟΟΣΑ συγκαταλέγονται οι εξής:
Το γεγονός ότι οι προτάσεις του ΟΟΣΑ και των ντόπιων μονοπωλίων είναι ίδιες τόσο στην περίοδο των υψηλών ρυθμών καπιταλιστικής ανάπτυξης, όσο και στη φάση της βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης επιβεβαιώνει ότι τα αντιλαϊκά μέτρα δεν είναι επιταγή του μνημονίου, όπως τα παρουσιάζουν ο ΣΥΡΙΖΑ και άλλοι «αντιμνημονιακοί», αλλά στρατηγικές επιλογές για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου.
Σε κάθε μείγμα διαχείρισης που κινείται στο δοσμένο πλαίσιο του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης και της συμμετοχής της χώρας σε ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς δεν μπορεί παρά να βρίσκονται σε πρώτη προτεραιότητα αντιλαϊκές «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις», λίγο - πολύ σαν αυτές που προτείνει ο ΟΟΣΑ.
Η καπιταλιστική ανταγωνιστικότητα είναι εχθρική για το λαό, με όποιο περιτύλιγμα κι αν προσπαθούν να την πλασάρουν: Προϋποθέτει ένταση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων και εκτοπισμό των μικρών επαγγελματιών. Από αυτήν τη σκοπιά πρέπει να αντιπαλέψει τα μέτρα ο λαός, απορρίπτοντας κάθε μείγμα πολιτικής που οδηγεί στο ίδιο αποτέλεσμα από άλλο δρόμο.