Η παρέμβαση του Κ. Σημίτη με αυτό το άρθρο για την έξοδο της Ελλάδας από την καπιταλιστική οικονομική κρίση με προειδοποιήσεις τόσο στην κυβέρνηση όσο και στον ΣΥΡΙΖΑ δείχνει τους προβληματισμούς των αστών ή τμημάτων τους μπροστά στις όποιες πολιτικές επιλογές ικανοποίησης των συμφερόντων τους. Φανερώνει την ενδοαστική διαπάλη, αλλά και την αγωνία αναζήτησης ταυτόχρονα πολιτικής λύσης που να αντιμετωπίζει τις αντιφάσεις του ίδιου του καπιταλισμού, προκειμένου να σταθεροποιηθεί και να αναπτύσσεται, με δεδομένο ένα περιβάλλον με μεγάλες δυσκολίες σπαρασσόμενο από αντιθέσεις και ανταγωνισμούς που αυξάνουν ακόμη περισσότερο τις αβεβαιότητες. Με δεδομένη την ανισομετρία στην καπιταλιστική ανάπτυξη που οξύνει και δυσκολεύει τη διέξοδο.
Ανεξάρτητα από την σκοπιμότητα της παραπάνω επισήμανσης, χρειάζεται να τονίσουμε τα εξής:
Η καπιταλιστική οικονομική κρίση επιδρά σε αλλαγές στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα. Η ΕΕ και η Ευρωζώνη δέχονται ισχυρότερα τις πιέσεις του διεθνούς ανταγωνισμού, ενώ δυναμώνουν συνεχώς και οι εσωτερικές αντιθέσεις. Η εκδήλωση της κρίσης ενίσχυσε την υποχώρηση των μεριδίων ΗΠΑ, ΕΕ και Ιαπωνίας στο Παγκόσμιο Ακαθάριστο Προϊόν. Οι ΗΠΑ εξακολουθούν να κατέχουν την 1η θέση, όμως το μερίδιό τους στο Παγκόσμιο Ακαθάριστο Προϊόν υποχωρεί από 22,23% το 2005 σε 18,9% το 2012 (βάσει ισοτιμιών αγοραστικής δύναμης). Η Ευρωζώνη δε διατηρεί πλέον τη 2η θέση, με το μερίδιό της να υποχωρεί από 16,53% το 2005 σε 13,73% το 2012 (η ΕΕ-27 ως σύνολο βρίσκεται σε ισοδύναμη θέση με τις ΗΠΑ). Αντίθετα, αυξήθηκαν τα μερίδια της Κίνας και της Ινδίας στο Παγκόσμιο Ακαθάριστο Προϊόν. Η Κίνα πέρασε στη δεύτερη θέση.
Επομένως, οι επισημάνσεις του Κ. Σημίτη «πατούν» στην πραγματικότητα της κρίσης. Βεβαίως, δε λέει κάτι καινούργιο αλλά αναδεικνύει την αναγκαιότητα του «ενιαίου» της Ευρωζώνης, το οποίο όμως σκοντάφτει στα ιδιαίτερα συμφέροντα του κεφαλαίου κάθε κράτους - μέλους, οξύνοντας τους υπαρκτούς εσωτερικούς στην Ευρωζώνη ανταγωνισμούς. Επειδή κρίση σημαίνει και καταστροφή κεφαλαίου, κάθε κράτος - μέλος ενδιαφέρεται να βγει από την κρίση, η καπιταλιστική του οικονομία με όσο το δυνατό λιγότερες απώλειες και συγκριτικά πιο ισχυρό. Η ενιαία Ευρωζώνη είναι λοιπόν αδύνατη αντικειμενικά και ο ανταγωνισμός της Ευρωζώνης με τις υπόλοιπες καπιταλιστικές οικονομίες καθορίζεται από τις αντιφάσεις και την ανισομετρία στο εσωτερικό της.
Ας δούμε, όμως, τα προβλήματα που αναδεικνύει ο Κ. Σημίτης και που δυσκολεύουν την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση.
Γράφει: «Μία σύντομη απαρίθμηση των κρίσιμων θεμάτων της χώρας δείχνει το εύρος της επιβεβλημένης αλλαγής. Η παραγωγική βάση της χώρας είναι περιορισμένη, η ποιότητα των προϊόντων χαμηλή, οι τεχνολογικές γνώσεις ανεπαρκείς, το κόστος παραγωγής υψηλό. Συνέπεια είναι η χαμηλή ανταγωνιστικότητα. Η παραγωγή που δεν βρίσκει διεξόδους στις διεθνείς αγορές δεν μπορεί να στηρίξει σταθερούς ρυθμούς ανάπτυξης. Η Ελλάδα ξοδεύει περισσότερο απ' ό,τι παράγει. Το κράτος είναι αναποτελεσματικό. Η ανεργία. Η μη παραγωγική απασχόληση. Το μεγάλο ποσοστό αυτοαπασχολουμένων λόγω των περιορισμένων δυνατοτήτων ανεύρεσης ικανοποιητικής εργασίας. Οι δυσκολίες στην πραγματοποίηση μεταρρυθμίσεων λόγω έντονης αντίδρασης του πλέγματος εξουσίας που διαμόρφωσε η συλλειτουργία κομμάτων, συντεχνιών οικονομικών συμφερόντων και πελατειακών δικτύων. Η χωρίς ενδοιασμούς αντιπαλότητα που χαρακτηρίζει την πολιτική ζωή».
Ο Κ. Σημίτης αναδεικνύει την αναγκαιότητα συνδυασμένων μέτρων σε όφελος των επιχειρηματικών ομίλων που απαιτούν πρώτ' απ' όλα παραπέρα χτύπημα των εργασιακών δικαιωμάτων. Πώς μεταφράζονται όλα τα παραπάνω:
Αλλά συνεχίζει: «Τα προβλήματα της χώρας δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν από την Ελλάδα είτε σε αντιπαράθεση με την Ευρωπαϊκή Eνωση είτε αδιαφορώντας για τις εξελίξεις στον ευρωπαϊκό χώρο».
Για τον οποίο αναφέρει: «Η Ευρωπαϊκή Eνωση και η Ευρωζώνη αντιμετωπίζουν και αυτές μια σειρά από προβλήματα που είτε συναρτώνται με την αντιμετώπιση του ελληνικού θέματος, είτε με την πρόληψη μιας παρόμοιας κρίσης στο μέλλον. Τέτοια είναι:
1. Η διαφορά επιπέδων ανάπτυξης μεταξύ του πυρήνα της Ενωσης και της περιφέρειάς της, η μειωμένη ανταγωνιστικότητα των περιφερειακών χωρών και τα μεγάλα ελλείμματα στο ισοζύγιο πληρωμών τους. Παροδικές βελτιώσεις και νέες κρίσεις θα είναι αναπόφευκτες όσο θα υπάρχει αισθητή διαφορά ανταγωνιστικότητας μεταξύ των εταίρων.
2. Λύση αποτελεί είτε η αμοιβαιοποίηση των χρεών που δεν επιτρέπεται σήμερα είτε η δημιουργία ενός συστήματος μεταφοράς πόρων προς την περιφέρεια πέραν των υφισταμένων σήμερα μεταβιβάσεων των διαρθρωτικών ταμείων. Τα θέματα αυτά παραμένουν ωστόσο ταμπού στην Ευρωπαϊκή Eνωση. Απόλυτη σιωπή συνάντησαν και άλλες προτάσεις π.χ. για τη δημιουργία ενός υπερεθνικού συστήματος ασφάλισης, που θα παρέχει στοχευμένη στήριξη σε χώρες που έχουν υποστεί σοβαρά οικονομικά πλήγματα.
3. Η Ευρωζώνη χρειάζεται οπωσδήποτε μια οικονομική κυβέρνηση ικανή να την καθοδηγεί.
4. Η ανάγκη στενότερης συνεργασίας μεταξύ των κρατών - μελών και δραστικής επέκτασης της ενιαίας διακυβέρνησης είναι αναμφισβήτητη. Διαδεδομένη είναι, επίσης, η γνώμη ότι για να επιτευχθεί μια ενιαία και αποτελεσματική διακυβέρνηση είναι απαραίτητη η θεσμοθέτηση ενός υπουργείου οικονομικών της Ενωσης.
(...)
6. Οι προτάσεις για έναν νέο τρόπο συνολικής διακυβέρνησης της Ενωσης δεν έχουν μέχρι τώρα απασχολήσει συστηματικά είτε τις κυβερνήσεις των κρατών - μελών είτε τα όργανα της Eνωσης στις μεταξύ τους επίσημες συζητήσεις. Συναντούν τις έντονες αντιρρήσεις ορισμένων κρατών, που φοβούνται ότι θα χάσουν κάθε δυνατότητα επιρροής στις εξελίξεις σε περίπτωση πολιτικής ενοποίησης. Οι πολίτες σε αρκετές χώρες φαίνεται να αμφισβητούν τη θεσμοθέτηση μιας υπερεθνικής οικονομικής ή και πολιτικής εξουσίας που θα μπορεί να αποφασίζει για θέματα της χώρας τους, ανεξάρτητα από την άποψη της κυβέρνησης ή του κοινοβουλίου τους. Πιο εφικτή είναι μια νέα Συνθήκη για την Ευρωζώνη, η οποία θα ενοποιήσει τις σημερινές πολλαπλές ρυθμίσεις σ' ένα πιο λειτουργικό πλαίσιο και θα θεσμοθετήσει τις αναγκαίες αλλαγές για μια οικονομική κυβέρνηση που επιλέγεται και λογοδοτεί δημοκρατικά».
Τα μισά από αυτά που βάζει ο Κ. Σημίτης ως πρόταση διεξόδου από την κρίση είναι είτε απραγματοποίητα είτε αντιδραστικά, έρχονται σε ευθεία αντίθεση με τα εργατικά - λαϊκά συμφέροντα, ενώ για τα οξυμένα λαϊκά προβλήματα υπόσχεται τη διαχείρισή τους και όχι βεβαίως την επίλυσή τους. Είναι, όμως, αντικειμενικό ότι κάθε πολιτική στήριξης της εξόδου από την κρίση εντός του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης και της ΕΕ δεν μπορεί παρά να έχει αυτά τα χαρακτηριστικά ανεξάρτητα από το μείγμα που θα ακολουθηθεί, από οποιαδήποτε κυβέρνηση αστικής διαχείρισης, όπως και αν αυτοχαρακτηρίζεται. Από αυτήν την πλευρά ο Κ. Σημίτης είναι συνεπής στις διαπιστώσεις του και έχει δίκιο όταν λέει ότι «κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση βάζουν τις εκ διαμέτρου αντιτιθέμενες απόψεις τους στην υπηρεσία του κοινού σκοπού», δηλαδή στη στήριξη της καπιταλιστικής ανάκαμψης.
Η εργατική τάξη και τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι φιλολαϊκή διέξοδος από την κρίση στο πλαίσιο του καπιταλισμού δεν υπάρχει. Μονόδρομος είναι η πάλη για αποδέσμευση από την ΕΕ, μονομερή διαγραφή του χρέους και κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων με εργατική - λαϊκή εξουσία.