Eurokinissi |
Το πιο δύσκολο ζήτημα που συναντήσαμε και στην εκλογική μάχη είναι η μη συνειδητοποίηση του πραγματικού αντιπάλου της εργατικής τάξης και των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων, από τη μεγάλη πλειοψηφία τους. Αυτό είναι ένας παράγοντας δυσκολίας απεγκλωβισμού από τα κόμματα του συστήματος. Γιατί αντίπαλος δεν είναι μόνο μια κυβέρνηση, αλλά τα μονοπώλια, η εξουσία τους, δηλαδή το κράτος τους, οι έξωθεν σύμμαχοί τους, το ΝΑΤΟ, η ΕΕ κλπ. Αυτό αποτελεί και μια από τις μεγαλύτερες δυσκολίες στην αλλαγή συσχετισμού δυνάμεων.
Πολλή συζήτηση έγινε την επόμενη ακριβώς μέρα των εκλογών για τι σηματοδοτεί το αποτέλεσμα. Ο ΣΥΡΙΖΑ μίλησε για ανατροπή του πολιτικού σκηνικού, για κοσμοϊστορικό γεγονός («πρώτη φορά η Αριστερά»), ενώ η ΝΔ από την άλλη αμφισβήτησε αυτά τα στοιχεία με βάση ότι το προβάδισμα του ΣΥΡΙΖΑ προκύπτει από την υποχώρηση της ΝΔ και τη συγκράτηση δυνάμεων του πρώτου, κάτι που δεν μαρτυρά καμιά δυναμική.
Η ΚΕ του ΚΚΕ στην ανακοίνωσή της «Για το αποτέλεσμα των εκλογών της 18ης και 25ης Μάη 2014», («Ριζοσπάστης» 27/5/2014) εκτιμά τα αποτελέσματα των εκλογών με βάση ταξικά κριτήρια, έχοντας καθαρό ότι για να μιλήσουμε για συσχετισμό δυνάμεων χρειάζεται να ξεκινήσουμε από το ταξικό επίπεδο, δηλαδή από το γεγονός ότι στην καπιταλιστική κοινωνία υπάρχει η εργατική τάξη και οι σύμμαχοί της, οι αυτοαπασχολούμενοι και οι φτωχοί αγρότες, υπάρχει και η αστική τάξη, το κεφάλαιο και οι δικοί τους σύμμαχοι. Την αντανάκλαση αυτής της πραγματικότητας και τα συμφέροντα των διαφορετικών τάξεων πρέπει να δούμε στο πολιτικό επίπεδο.
Το αποτέλεσμα συγκρίνεται με αυτό του Ιούνη του 2012, με δεδομένο ότι στις ευρωεκλογές τέθηκαν διλήμματα που αφορούν περισσότερο τις βουλευτικές εκλογές. Ζήτημα σταθερότητας έθεσε η συγκυβέρνηση, ζήτημα να φύγει η κυβέρνηση έβαλε ο ΣΥΡΙΖΑ. Με δεδομένο επίσης ότι τόσο η διάταξη των πολιτικών δυνάμεων όσο και οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες είναι πιο κοντά στις συνθήκες του Ιούνη του 2012 παρά με το 2009 ή το 2010, όταν δηλαδή κυριαρχούσε ο κλασικός δικομματισμός ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, όταν ακόμα δεν είχαν εκδηλωθεί όλες οι επιπτώσεις της κρίσης στους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα, δεν είχε διαμορφωθεί ο πλαστός διαχωρισμός «μνημονιακών» - «αντιμνημονιακών» δυνάμεων κ.ά.
Η πιο ακραία έκφραση αυτής της αναντιστοιχίας είναι το υψηλό ποσοστό της ΧΑ. Συνολικά υπάρχει πισωγύρισμα στη λαϊκή συνείδηση, μεγαλύτερη συντηρητικοποίηση.
Η άρχουσα τάξη και το πολιτικό σύστημα διαθέτουν ακόμα σοβαρές εφεδρείες "να αλλάζει ο Μανωλιός και να βάζει τα ρούχα του αλλιώς", με βάση τις ψήφους και τα προγράμματα τόσο του ΣΥΡΙΖΑ, όσο και της ΕΛΙΑΣ και του ΠΟΤΑΜΙΟΥ».
Το γεγονός αυτό τεκμηριώνεται και από τα νούμερα: Γύρω στο 90% ψήφισαν υπέρ κομμάτων που στηρίζουν τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης, την ΕΕ και την Ευρωζώνη. Αυτό το άθροισμα βγάζουν οι ψήφοι υπέρ των κομμάτων της συγκυβέρνησης, της αξιωματικής αντιπολίτευσης και όλων των άλλων κομμάτων του ευρωμονόδρομου. Γύρω στο 17% ψήφισαν ακραίο εθνικισμό και «πατριδοκαπηλία», αν δει κανείς το ποσοστό που συγκέντρωσαν τα «δεξιότερα» της ΝΔ πολιτικά σχήματα, με το 10%, μάλιστα, να ψηφίζει ένα καθαρά ναζιστικό κόμμα. Γύρω στο 40% στήριξαν τα κόμματα της συγκυβέρνησης (ΝΔ - ΠΑΣΟΚ), καθώς και σχήματα (Ποτάμι, ΛΑ.Ο.Σ., Γέφυρες, το κόμμα του Χατζημαρκάκη, τμήμα της ΔΗΜΑΡ κ.ά.) που, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, δηλώνουν διαθέσιμα να στηρίξουν τη σημερινή συγκυβέρνηση, επιδιώκοντας ορισμένες αλλαγές στο μείγμα πολιτικής. Ενώ οι λεγόμενοι κεντροαριστεροί πολιτικοί σχηματισμοί, το «κέντρο» που θέλει να παίξει ρόλο κυβερνητικού εταίρου σε κυβερνήσεις συνεργασίας είτε με κορμό τη ΝΔ είτε με το ΣΥΡΙΖΑ συγκεντρώνουν περίπου 17%. Αποδεικνύεται δηλαδή ότι η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων μένουν εγκλωβισμένοι στα αστικά κόμματα, τα κόμματα του ευρωμονόδρομου, ενώ και με την ψήφο τους έδωσαν ώθηση σε εναλλακτικά σενάρια κυβερνήσεων συνεργασίας και κυβερνητικής εναλλαγής.
«Με το εκλογικό αποτέλεσμα καταγράφεται η λαϊκή δυσαρέσκεια απέναντι σε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, που σήκωσαν το βάρος της αντιλαϊκής κυβερνητικής πολιτικής και του ευρωμονόδρομου.
Το συνολικό αποτέλεσμα, όμως, δεν δείχνει ανατροπή του αντιλαϊκού πολιτικού συσχετισμού, δεν συνιστά "νέο πολιτικό σκηνικό" προς όφελος του λαού.
Αν και σημαντικό μέρος ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ επένδυσαν σε αυτή την επιλογή έναν αριστερό προσανατολισμό, ωστόσο η πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ δεν εκφράζει ισχυροποίηση της αριστερής, ριζοσπαστικής, αντικαπιταλιστικής, αντιμονοπωλιακής πολιτικής.
Το εκλογικό αποτέλεσμα, που δίνει προβάδισμα στον ΣΥΡΙΖΑ, διατηρώντας περίπου τα ποσοστά του Ιούνη 2012, διαμορφώθηκε σε συνθήκες - κάτω από την πίεση της άμεσης κυβερνητικής εναλλαγής - ως δήθεν ανάσχεση στη σημερινή αντιλαϊκή πολιτική. Ωστόσο, η διαχειριστική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ δεν τον φέρνει σε πραγματική αντίθεση με την κυβερνητική αντιλαϊκή πολιτική. Ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε θέλει ούτε μπορεί να δώσει φιλολαϊκή λύση, βρίσκεται στην απέναντι όχθη από το λαό».
Το 26,6% που ψήφισε τον ΣΥΡΙΖΑ και κατάφερε να του δώσει προβάδισμα σε σχέση με τη ΝΔ, στήριξε ένα κόμμα που έχει κάνει ακόμα περισσότερα βήματα προσαρμογής ως δύναμη αστικής διαχείρισης. Εχει δώσει εξετάσεις στο κεφάλαιο και τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, έχει εγκαταλείψει όποια συνθηματολογία και αν είχε, έχει ξεμασκαρευτεί η στρατηγική του σύμπλευση με τη συγκυβέρνηση, ενώ έχει παίξει ρόλο στην ανάσχεση όποιου ριζοσπαστισμού. Μήπως, άλλωστε, ο ΣΥΡΙΖΑ με τη στάση του δεν βοήθησε ώστε μια τάση έστω και θολής αμφισβήτησης της ΕΕ, που είχε καταγραφεί πριν από το Μάη του 2012 πάνω από το 50%, σήμερα να έχει περιοριστεί μόλις στο 20%;
Αυτή η εκτίμηση δέχτηκε τα πυρά του ΣΥΡΙΖΑ αφενός γιατί αποκαλύπτει το χαρακτήρα του ως δύναμης που υπηρετεί το κεφάλαιο και τον ευρωμονόδρομο, αφετέρου γιατί αυτή η αποκάλυψη του χαλάει τη μόστρα της «πρώτης» δύναμης ως παράγοντα που ο λαός πρέπει να εμπιστευτεί ακόμη πιο πολύ.
Η λογική που αναπτύχθηκε από διάφορα αστικά επιτελεία, αλλά και τον ΣΥΡΙΖΑ ως προς την ερμηνεία των αποτελεσμάτων της ΧΑ είναι επικίνδυνη και αποπροσανατολιστική. Η ΧΑ δεν είναι απότοκο της αγανάκτησης από τη φτώχεια και την εξαθλίωση. Τα ιδεολογικά στοιχεία της ΧΑ, ο αντικομμουνισμός, ο εθνικισμός, ο λαϊκισμός, η πατριδοκαπηλία, ο ρατσισμός, το μίσος στο εργατικό κίνημα έχουν ζυμωθεί σε ευρύτερα εργατικά - λαϊκά στρώματα για δεκαετίες από όλα τα αστικά κόμματα. Επίσης συνέβαλε η συνθηματολογία που αναπτύχθηκε κυρίως στα πλαίσια του λεγόμενου κινήματος των αγανακτισμένων, που αποπροσανατόλιζε από τον πραγματικό αντίπαλο, βγάζοντας λάδι το κεφάλαιο για την κρίση και επικεντρώνοντας στους «κλέφτες πολιτικούς», τη «δοσίλογη κυβέρνηση», το «έξω τα κόμματα και τα συνδικάτα» κλπ. Η ενδυνάμωσή της έχει να κάνει και με το γεγονός ότι στηρίζεται σε μηχανισμούς του αστικού κράτους και του κεφαλαίου και γι' αυτό υπάρχουν σήμερα πάρα πολλές αποδείξεις. Το σύστημα τη φουσκώνει ως έναν από τους μοχλούς ενάντια στο εργατικό κίνημα.
Στην ανακοίνωση για το εκλογικό αποτέλεσμα η ΚΕ του ΚΚΕ σημειώνει ότι:
«Χρειάζεται να δυναμώσει ακόμη περισσότερο μέσα στην εργατική τάξη, στη νεολαία και το κίνημα η γραμμή της αντεπίθεσης και της ρήξης σε αντίθεση με τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης, την ΕΕ και την πολιτική που στηρίζει αυτόν το δρόμο, με την ενσωμάτωση και την παθητική προσμονή. Και αυτό γιατί ανεξάρτητα από τις όποιες πολιτικές εξελίξεις και τη διαμόρφωση του συσχετισμού μεταξύ των κομμάτων της ΕΕ και της αστικής διαχείρισης, την επόμενη μέρα θα είναι παρόντα και απέναντι από το λαό τα ευρωενωσιακά μνημόνια διαρκείας και οι στόχοι της ανταγωνιστικότητας και ανάκαμψης του κεφαλαίου, που οδηγούν σε μεγαλύτερη χρεοκοπία του λαού, δεν μπορούν να λύσουν τα οξυμένα λαϊκά προβλήματα».