ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 22 Ιούνη 2014
Σελ. /40
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ
Αντιναζιστικά έργα
«Μεφίστο» από το Εθνικό Θέατρο

«Μεφίστο» (η σκηνή του βιογραφικού φινάλε της παράστασης)

Patroklos Skafidas

«Μεφίστο» (η σκηνή του βιογραφικού φινάλε της παράστασης)
Το Εθνικό Θέατρο παρουσίασε (καθυστερημένα, αλλά ευτυχώς θα επαναληφθεί το χειμώνα) τον «Μεφίστο» του πεζογράφου και δραματουργού Κλάους Μαν, στη διασκευή της Αριάν Μνουσκίν, υλοποιώντας την αξιέπαινη πρόταση του σκηνοθέτη Νίκου Μαστοράκη να ανεβάσει αυτό το σπουδαίο, διαχρονικής και επίκαιρης αξίας αντιναζιστικό έργο. Η στήλη, πριν ασχοληθεί με αυτήν την άκρως ενδιαφέρουσα παράσταση, θα παραθέσει λίγα ιστορικά στοιχεία για την πολύπαθη από το ναζισμό οικογένεια Μαν και για το μυθ-ιστόρημα «Μεφίστο» (γνωστό και από την συνταρακτική ταινία του Ούγγρου σκηνοθέτη Ιστβαντ Ζάμπο).

Ο Κλάους Μαν (1906 - 1949), εγγονός πλούσιου εμπόρου και γερουσιαστή, πρωτότοκος του σημαντικότερου συγγραφέα της γερμανικής λογοτεχνίας του 20ού αιώνα, Τόμας Μαν (1875 - 1955, Νόμπελ Λογοτεχνίας 1929) και της πλούσιας, πορτογαλο-κρεολής Εβραίας Κάτιας Πριγκσχάιμ. Συγγραφέας από τα μαθητικά του χρόνια, αντίθετος στις εθνικιστικές απόψεις του πατέρα του (ο Τ. Μαν τις αποκήρυξε το 1922), επηρεάστηκε ιδεολογικά από τον αδελφό του πατέρα του, τον μαρξιστή Χάινριχ Μαν (1871 - 1950). Ο Χάινριχ Μαν, διακεκριμένος συγγραφέας, εκλεγμένος πρόεδρος του Τμήματος Λογοτεχνίας της Πρωσικής Ακαδημίας Τεχνών, με εντολή του καγκελαρίου Χίτλερ παύθηκε το 1933, διώχθηκε, κατέφυγε στη Γαλλία και στερήθηκε τη γερμανική ιθαγένεια. Συμπορευόμενος με τους Γάλλους και Γερμανούς κομμουνιστές, αγωνίστηκε με το αντιφασιστικό Γαλλικό Λαϊκό Μέτωπο και τέθηκε επικεφαλής του Γερμανικού Λαϊκού Μετώπου. Οταν εισέβαλαν οι ναζί στη Γαλλία, διωκόμενος, διέφυγε στην Ισπανία και μετά στις ΗΠΑ, όπου πέθανε.

«Παραλήπτης άγνωστος»
«Παραλήπτης άγνωστος»
Από το 1922, οπότε εμφανίστηκαν οι ναζιστικές συμμορίες του Χίτλερ, οι Μαν αγωνίζονταν - λόγω και έργω - ενάντιά του. Το 1933 η οικογένεια, αναγκαστικά διασκορπισμένη, εγκατέλειψε τη Γερμανία και διέφυγε σε ευρωπαϊκές χώρες και στις ΗΠΑ, συνεχίζοντας τον αντιναζιστικό αγώνα. Ο Τ. Μαν, παρακολουθούσε τα εγκλήματα του ναζισμού (και στον πολιτισμό), αλλά και τις ήττες του στα μέτωπα του πολέμου. Διαβλέποντας τη συντριβή του, εμπνευσμένος από τον «Φάουστ» του Γκαίτε, το 1943 αρχίζει να γράφει στις ΗΠΑ, το ολοκληρώνει το 1945, αμέσως μετά τη λήξη του πολέμου και το 1947 εκδίδει το μυθιστόρημα «Δόκτορ Φάουστους». Ενα πολιτικό μυθιστόρημα για την εμφάνιση, εξέλιξη και το τέλος του εθνικοσοσιαλισμού - ναζισμού, μέσα από την «άνοδο» και την ντροπιαστική «πτώση» του κεντρικού προσώπου, ενός αρχιμουσικού συνεργάτη του ναζιστικού καθεστώτος. Ενα μυθιστόρημα «αισιόδοξος αντίλογος» στο μυθιστόρημα του γιου του, το «Μεφίστο». Ο Τ. Μαν - και τα παιδιά του - απογοητευμένος από την ψευδεπίγραφη «αποναζιστικοποίηση» του γερμανικού κράτους δεν ξαναγύρισε στην πατρίδα του. Εγκαταστάθηκε στην Ελβετία, όπου πέθανε. Ως Αμερικανός υπήκοος έκανε μια ομιλία στην ΟΔΓ, ενώ παραμονές του θανάτου του, προσκεκλημένος τιμητικά, έδωσε διαλέξεις στη ΓΛΔ.

Το ναζισμό πολέμησαν και τα μεγαλύτερα παιδιά του Τ. Μαν. Ο Κλάους (μετά την αυτοκτονία του, το 1949, ο πατέρας του τον χαρακτήρισε ως «τον πιο ταλαντούχο συγγραφέα της γενιάς του») και η κόρη του, ηθοποιός - συγγραφέας Ερικα. Αντιναζιστική πρόκληση ήταν το πολιτικό θέατρο - καμπαρέ που ο Κλάους και η Ερικα έγραφαν και παρουσίαζαν με το θίασο που δημιούργησαν με τους Πάμελα Βέντεκιντ (αρραβωνιαστικιά του Κλάους, ηθοποιός, κόρη του δραματουργού Φρανκ Βέντεκιντ) και Γκούσταβ Γκρίντγκενς (γνωστός ως «αριστερός» ηθοποιός, σύζυγος της Ερικα), η συνεργασία με το αριστερό θέατρο «Κάμερσπίλε» του Αμβούργου, η φιλία με κομμουνιστές και σοσιαλιστές καλλιτέχνες. «Μοιραίο» πρόσωπο γι' αυτούς και πολλούς άλλους καλλιτέχνες στάθηκε Γκούσταβ Γκρίντγκενς, φημισμένος για την ερμηνεία του (1932) στο ρόλο του «δαίμονα» Μεφίστο στον «Φάουστ» του Γκαίτε. Ο Γκρίντγκενς, αναίτια χώρισε την Ερικα, προφανώς χάριν της καριέρας του. Το 1933, με την υπαγωγή του θεατρικού τομέα στις εντολές του ναζί «δαίμονα» Γκέρινγκ, ο Κλάους, η Ερικα και άλλοι καλλιτέχνες φυγαδεύτηκαν στο εξωτερικό, ενώ άλλοι δόλια δολοφονήθηκαν, συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν. Αντίθετα, ο Γκούσταβ Γκρίντγκενς, «πουλώντας» την ψυχή του στο «διάβολο» - το ναζιστικό καθεστώς - υπερπρωταγωνιστεί, διευθύνει το βερολινέζικο «Στάατστεάτερ» και ανακηρύσσεται «Κρατικός Ηθοποιός». Μεταπολεμικά, αντί της ατίμωσης για τις φιλοναζιστικές υπηρεσίες του, «ανταμείφθηκε» ως πρωταγωνιστής, σκηνοθέτης, διευθυντής φημισμένων θεάτρων, πρόεδρος του Συνδέσμου Σκηνικών Επαγγελμάτων Γερμανίας, γεγονός που πίκραινε τον βασανισμένο από μακρόχρονες περιπλανήσεις σε Ευρώπη και Αμερική και πάθη Κλάους Μαν.

Ο Κλάους Μαν, εξόριστος στο Αμστερνταμ, το 1936 γράφει και εκδίδει το «Μεφίστο (μυθιστόρημα μιας καριέρας)», εκθέτοντας τα βιώματά του, της Ερικα και φίλων τους από το γερμανικό θέατρο, πριν και μετά την άνοδο του Χίτλερ. Τη λογοκρισία, το χαφιεδισμό, την τρομοκρατία του ναζιστικού καθεστώτος, τη δίωξη (καλλιτεχνική και φυσική) αντιφασιστών, την προδοσία, την εξαγορά συνειδήσεων. Τα περισσότερα πρόσωπα παραπέμπουν σε υπαρκτούς συγγραφείς, ηθοποιούς, σκηνοθέτες, τεχνικούς, σε παράγοντες του θεάτρου και πραγματικά γεγονότα. Επίκεντρο είναι ο Χέντρικ Χέφγκεν (μετονομασία του Γκούσταβ Γκρίντγκενς), «αριστερός» πρωταγωνιστής ενός θιάσου, φημισμένος ως «Μεφίστο» στον «Φάουστ», που «πουλήθηκε» στο ναζιστικό καθεστώς. Το μυθιστόρημα εκδόθηκε στη ΓΛΔ το 1956. Στην ΟΔΓ, με τέσσερις δικαστικές αποφάσεις (1965, 1966, 1968, 1971), μετά από προσφυγές του θετού γιου του Γούσταβ Γκρίντγκενς, απαγορεύεται η κυκλοφορία του. Κυκλοφορεί το 1981 και πάλι διώκεται. Το 1979, η Αριάν Μνουσκίν, ανακαλύπτει το μυθιστόρημα, ερευνά το βίο των υπαρκτών προσώπων, το διασκευάζει, με κεντρικό αφηγητή τον Κλάους Μπρίκνερ (Κλάους Μαν), πλάθει και φανταστικά πρόσωπα και το ανεβάζει στο «Θέατρο του Ηλιου», ως έργο ντοκουμέντο του προ και μετα-ναζιστικού θεάτρου, με τη μορφή «θεάτρου μέσα στο θέατρο», παραθέτοντας στο φινάλε συνοπτικά βιογραφικά στοιχεία των υπαρκτών προσώπων. Το 1979, ο νεοναζισμός «επωαζόταν» ακόμη. Ετσι, η διασκευή της Μνουσκίν επικεντρώθηκε στις ιδέες και τη ζωή των υπαρκτών προσώπων (κυρίως στο πρώτο μέρος), παρά στο ναζιστικό ζόφο που καταγγέλλει το μυθιστόρημα. Σήμερα, που ο νεοναζισμός προβάλλει απειλητικά, θα άρμοζε περισσότερο μια διασκευή ανάλογη του κύριου στόχου του μυθιστορήματος, παρόμοια του κινηματογραφικού «Μεφίστο».

Ο Νίκος Μαστοράκης επεξεργάστηκε τη διασκευή (μετάφραση Λουίζας Μητσάκου), σκηνοθέτησε σεβαστικά, ρεαλιστικά αλλά ευρηματικά, το ντοκουμενταρίστικο, θεατρο-ιστορικό και προσωπογραφικό χαρακτήρα της και πρόβαλε τον αντιναζιστικό στόχο της. Σχεδίασε ο ίδιος το λιτά καλαίσθητο σκηνικό και τα κοστούμια εποχής και καθοδήγησε τις συνολικά αξιόλογες ερμηνείες των ηθοποιών. Περισσότερο δραστικές ήταν οι λιτές ερμηνείες των: Μαρίας Ζορμπά, Αλκη Παναγιωτίδη, Αλέξανδρου Λογοθέτη, Θάνου Τοκάκη, Μηνά Χατζησάββα, Νίκου Ψαρρά, Θύμιου Κούκιου, Υβόννης Μαλτέζου, Χάρη Τζωρτζάκη. Για θεατρινισμό και «πόζα» ελέγχονται οι ερμηνείες των Κωνσταντίνας Τάκαλου, Χάρη Φραγκούλη, Μαρίνας Ασλάνογλου, Βίκυς Βολιώτη, Γιούλικας Σκαφιδά. Πραγματικά δημιουργική είναι η συμβολή των συνεργατών της σκηνοθεσίας: Σταύρου Γασπαράτου (μουσική), Αμαλίας Μπένετ (κίνηση), Σάκη Μπιρμπίλη (φωτισμοί), Μελίνας Παιονίδου (μουσική διδασκαλία).

«Παραλήπτης άγνωστος» στο «Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων»

Το 1938 δημοσιεύεται σε αμερικανικό περιοδικό και μετά σε βιβλίο η νουβέλα της Κάθριν Κρίσμαν Τέιλορ «Παραλήπτης άγνωστος». Με τη μορφή αλληλογραφίας δύο Γερμανών αδελφικών φίλων, μεταναστών στις ΗΠΑ κατά το μεσοπόλεμο και δημιουργών και συνεταίρων μιας επιτυχημένης γκαλερί, η συγγραφέας καταγγέλλει την άνοδο του ναζισμού, την εξάπλωση των εθνικιστικών ιδεών στο γερμανικό λαό, την άκριτη αποδοχή της ναζιστικής εξουσίας, τη συμφεροντολογική συνεργασία μαζί της, τον απάνθρωπο ρατσισμό της, τις διωκτικές μεθόδους της, την τρομοκρατική και εξοντωτική τακτική της ενάντια σε οποιονδήποτε υποπτευόταν, ακόμα κι αν ήταν «άνθρωπός» της. Πριν από την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, ο ένας από τους δύο φίλους, παραμένοντας συνέταιρος της γκαλερί, επιστρέφει στη Γερμανία. Με το μερίδιό του από την γκαλερί ζει σε πολυτελές σπίτι, με την Γερμανίδα γυναίκα του και τα παιδιά του. «Καθαρόαιμος» Γερμανός ευημερεί. Συναναστρέφεται ναζί αξιωματούχους. Γίνεται κρατικό στέλεχος και τελικά προδότης της φιλίας. Ζητά από τον εβραϊκής καταγωγής συνεταίρο του στα γράμματα και τα χρήματα που του στέλνει να μη φαίνονται τα ονόματα του αποστολέα και του παραλήπτη. Δεν βοηθά για να σωθεί η πρώην Εβραία αγαπημένη του, η ηθοποιός αδελφή του συνεταίρου του. Πρόδωσε την αγάπη και τη φιλία, αλλά «πληρώνει» γι' αυτό. Καθώς τα γράμματα και τα χρήματα από την Αμερική, αποκαλύπτουν τη συνεργασία του με έναν Εβραίο, γίνεται έρμαιο του ναζισμού κι ας τον υπηρέτησε. Τις 19 επιστολές που περιλαμβάνει η νουβέλα, σε μετάφραση και απέριττη σκηνοθεσία της Νάντιας Φώσκολου, σκηνογραφία και βίντεο της Μικαέλας Λιακατά, με τη μορφή «διαλογικών» μονολόγων «εκφώνησαν» λιτά αλλά και αισθαντικά οι Δημήτρης Αγαρτζίδης και Αλμπέρτο Φάις.


ΘΥΜΕΛΗ


ΟΓιώργος Κακουλίδης και η στήλη του «Το Απόλυτο Ρόδο» απουσιάζουν εκτάκτως.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ