Βγαίνει στις αίθουσες η πολύ καλή ταινία του Στίβεν Νάιτ «Σε λάθος χρόνο» (2013). Στην καρδιά του καλοκαιριού ένα αξιόλογο φιλμ που θα έπρεπε να τύχει φθινοπωρινής προσοχής... Εβδομάδα καλοκαιρινή, δηλαδή κινηματογραφικά αδύναμη, εάν εξαιρέσουμε και την επανέκδοση του κλασικού Γκοντάρ «Αλφαβίλ» (1965). Στο φάσμα των υπολοίπων όντως καλοκαιρινών πρεμιέρων είναι ανώφελο να ψάχνει κανείς για κάτι περισσότερο από στείρα διασκέδαση, τόσο σε ό,τι αφορά το ρομαντικό και ανάλατο καλοκαιρινό ταξιδιωτικό στο Παρίσι και τη Νότια Γαλλία, ευθυγραμμισμένο σε ντεκόρ καρτ ποστάλ, «Το κόλπο της ζωής μας» (2013) του Τζόελ Χόπκινς με τους λαμπερούς σταρ Εμα Τόμσον και Πιρς Μπρόσναν, όσο και την αμερικανική περιπέτεια σε 3D «Ηρακλής: Οι θρακικοί πόλεμοι» (2014) σε σκηνοθεσία του Μπρετ Ράτνερ...
Οντως πρόκειται για απίστευτη επίδοση του Χάρντι που τον συνοδεύουν ηχητικά έμπειρες φωνές χωρίς πρόσωπο, που συνομιλούν μαζί του στο τηλέφωνο, ρόλοι δευτερεύοντες. Η ταινία είναι απλή. Μινιμαλιστική. Ενας αποφασισμένος άνδρας, που επέλεξε ενσυνείδητα να ταξιδέψει με το αυτοκίνητό του προς ένα συγκεκριμένο προορισμό, επειδή συνέβη κάτι εκτός προγράμματος. Ο οδηγός και το κινητό του τηλέφωνο σε ανοιχτή ακρόαση. Πολλά μπορούν να «στραβώσουν», όταν μια ολόκληρη ταινία κρατείται έγκλειστη σε έναν και μοναδικό χώρο, με έναν και μοναδικό ηθοποιό. Στην περίπτωση όμως που όλα λειτουργήσουν όπως πρέπει, το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό. Αυτό ακριβώς συμβαίνει στην ταινία του Νάιτ. Η κάμερα σαρώνει τον αυτοκινητόδρομο, τα αναμμένα φανάρια των οχημάτων και, επιστρέφοντας πάντα στον Αϊβαν, τον κινηματογραφεί από κάθε πιθανή και δυνατή γωνία λήψης. Κι ας είναι αμετάβλητες καταστάσεις και συμπεριφορές, η ταινία, χάρη στην εκπληκτική της τεχνική δεξιοτεχνία και το απίστευτα παρόν θέμα, με τους μαστορικά αληθινούς διαλόγους, βασισμένους στην αρχή της δράσης/αντίδρασης, ανάγει αυτό το ταξίδι ως σύνολο σε ένα φανταστικό φιλμ. Τα τηλεφωνήματα πάνε κι έρχονται, ο Αϊβαν συνομιλεί ακατάπαυστα με κάποιον στο τηλέφωνο και ο σκηνοθέτης, βήμα - βήμα και με τεχνική θρίλερ, χτίζει το πλαίσιο της περίεργης συμπεριφοράς του ήρωά του, καθοδηγώντας μας στον μικρόκοσμο του Αϊβαν, που συνίσταται σε ένα τηλέφωνο, μια BMW και το τραχύ εσωτερικό τοπίο ενός αποφασισμένου ανθρώπου. Ενός θετικού επιστήμονα, που αναφέρεται, κυριολεκτικά και μεταφορικά, στο μείγμα του τσιμέντου. «Αν σπάσει κάτι στα θεμέλια - λέει σε συνεργάτη του - τότε η ζημιά επεκτείνεται γρήγορα στο υπόλοιπο της οικοδομής και η κατάρρευση είναι μόνο ζήτημα χρόνου». Τα πάντα καταρρέουν και για τον Λοκ, που σε όλο το φιλμ οδηγάει. Χάνει την οικογένειά του, τη δουλειά του... Χωρίς χρήση αφηγηματικής φωνής ή φλας μπακ, ο σκηνοθέτης σκιαγραφεί γραμμικά τη ζωηρή εικόνα ενός άνδρα στα όρια νευρικού κλονισμού, που μπορεί να πυροδοτείται από θυμό και τύψεις, αλλά παλεύει να κρατήσει υπό έλεγχο τη φωνή του, γιατί είναι πολλά που κρέμονται από πάνω του... Κάπου διαγράφεται μια ατμόσφαιρα «Αμλετ» πίσω από το τιμόνι, όταν μεταξύ των πυκνών συνδιαλέξεων ο Αϊβαν εκρήγνυται σε ένα αδιέξοδο, μονομερές ξέσπασμα προς τον πεθαμένο πατέρα του, το παράδειγμα προς αποφυγή...
Η όλη ίντριγκα της ιστορίας πηγάζει από την απαράβατη υπόσχεση που έδωσε στον εαυτό του. Να μη γίνει ποτέ σαν τον πατέρα του. Θεμελιακή αρχή του Αϊβαν Λοκ. Εποικοδομητικό να αναλαμβάνεις τόσο ευθύνες όσο και συνέπειες που δεν οδηγούν αυτονόητα σε κάτι θετικό και ένας άνθρωπος με ανάγκη για έλεγχο πρέπει να διδάσκεται από τη ζωή, που κάθε της λεπτομέρεια δεν υπόκειται σε σχεδιασμούς... Το δράμα δωματίου - η ταινία μοιάζει με φιλμαρισμένο θέατρο - είναι δύσκολη υπόθεση. Ο περιορισμένος χώρος εδώ είναι στην κυριολεξία περιορισμένος. Και από το μοναδικό ηθοποιό δε βλέπουμε παρά το κεφάλι και το άνω μπούστο. Αρα ο δημιουργός της ταινίας βρίσκεται αντιμέτωπος με τεράστιες απαιτήσεις σε επίπεδο σκέψεων, διαλόγων και ερμηνείας.
Η ταινία «Λοκ» πάνω απ' όλα είναι μια άσκηση στη δραματουργία. Μια κατασκευή της νόησης, επιμέρους συγκλονιστική και πολύ καλοφτιαγμένη. Ο Στίβεν Νάιτ και ο Τομ Χάρντι κρατούν άσβεστη την ένταση, παρά τον εκπληκτικά ευκίνητο και πνευματώδη αφηγηματικό ζουρλομανδύα. Παρά ταύτα, κάποια λιγοστά σημεία υπερβολών/κοιλιάς κατεβάζουν κατά τι το απόλυτο άριστα που θα της έπρεπε.
Με τους: Τομ Χάρντι κ.ά.
Παραγωγή: ΗΠΑ, Μ. ΒΡΕΤΑΝΙΑ (2013).
Με τους: Αννα Καρίνα, Εντι Κόνσταντιν, Ακίμ Ταμίροφ, Κρίστα Λανγκ κ.ά.
Παραγωγή: ΓΑΛΛΙΑ (1965).
Τα αδέλφια Λέα, Αντριέν και ο μικρός, εκ γενετής κωφάλαλος, Τεό έρχονται από το Παρίσι - όπου ζουν με τη μητέρα τους - στην Προβηγκία, για τις καλοκαιρινές διακοπές. Δεν είναι οι διακοπές που τα παιδιά ονειρεύτηκαν, αλλά η μοναδική λύση ανάγκης για τη μαμά τους, που πάει στο Κεμπέκ να διερευνήσει το έδαφος, μια που σκέφτεται να μετακομίσει στον Καναδά με τα παιδιά της μετά τον πρόσφατο χωρισμό της με τον πατέρα των παιδιών... Τα παιδιά συναντούν πρώτη φορά τον παππού Πολ από την Προβηγκία - για 20 ολόκληρα χρόνια η μαμά τους δε μιλάει με τον πατέρα της. Ο παππούς, ελαιοπαραγωγός, είναι δεμένος με τη γη περισσότερο από τους ανθρώπους. Αγροίκος, απότομος, παλαιών αρχών, πίνει ασταμάτητα παστίς. Να, το περίγραμμα μέσα στο οποίο ανθίζουν οι συγκρούσεις οι οικογενειακές, των διαφορετικών γενεών, διαφορετικών χαρακτήρων, βορρά και νότου κλπ. Και οι νέοι αρχίζουν να μαλακώνουν, όταν ανακαλύπτουν ότι και οι γέροι υπήρξαν νέοι, μέσα από φωτογραφίες και την επίσκεψη της τρελής (μάλλον γελοίας) παρέας των χίπηδων του '70.
Ταινία άνιση, με ένα χαριτωμένο πρώτο μέρος, συγκριτικά πάντα με το δεύτερο. Ιντριγκες προβλέψιμες, γκαγκς σε μεγάλο βαθμό γκροτέσκα, τίποτα δεν πείθει στο φιλμ, που μια ακατάσχετη αίσθηση ξαναϊδωμένου πλημμυρίζει το θεατή. Αισιόδοξο το ηθικό δίδαγμα: Γνώση, κατανόηση, καλή θέληση και προαίρεση βοηθούν τους ανθρώπους να συνυπάρχουν... Σημαντικότερος και ουσιαστικότερος βέβαια πρωταγωνιστής, δίπλα στον ώριμο Ζαν Ρενό, η ονειρεμένη και ονειρική Προβηγκία. Και μόνο γι' αυτόν το λόγο, αξίζει να το δείτε.
Με τους: Ζαν Ρενό, Αννα Γκαλιένα, Ιγκ Οφρέ, Σαρλότ ντε Τουρκχέιμ, Κλοέ Ζουανέ κ.ά.
Παραγωγή: ΓΑΛΛΙΑ (2014).