ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 7 Δεκέμβρη 2014
Σελ. /40
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ «ΕΥΡΩΠΗ 2020»
Προσαρμοσμένοι στα μονοπώλια οι στόχοι για την απασχόληση

Πώς και γιατί η Ευρωπαϊκή Ενωση θέλει να ανεβάσει στο 75% το ποσοστό απασχόλησης στις ηλικίες 20-64 μέχρι το 2020

Ανθρωποι κάθε ηλικίας στις ουρές του ΟΑΕΔ
Ανθρωποι κάθε ηλικίας στις ουρές του ΟΑΕΔ
Την περασμένη εβδομάδα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (ΕΚ) υιοθέτησε ψήφισμα «για την απασχόληση και τις κοινωνικές πτυχές της στρατηγικής "Ευρώπη 2020"». Το ψήφισμα περιέχει αποκαλυπτικά στοιχεία για την πορεία υλοποίησης της στρατηγικής της ΕΕ, η οποία από το 2010 και μετά διαδέχτηκε τη «Στρατηγική της Λισαβόνας».

Τα στοιχεία επαληθεύουν τις αντιφάσεις του συστήματος και το αδιέξοδο που συνεπάγεται για τους εργαζόμενους και το λαό ο καπιταλιστικός δρόμος ανάπτυξης. Ταυτόχρονα, αποκαλύπτεται το βαθιά αντιδραστικό περιεχόμενο των μέτρων που παίρνονται σε όλη την ΕΕ, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι για την ανάπτυξη και την απασχόληση.

Θυμίζουμε ότι η «Ευρώπη 2020» είναι η στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την ανάπτυξη και την απασχόληση, που ξεκίνησε το 2010, με ορίζοντα το 2020. Σύμφωνα με τον επίσημο ιστότοπο της ΕΕ, «στόχος της δεν είναι απλώς η αντιμετώπιση της κρίσης (...), αλλά και των μειονεκτημάτων του αναπτυξιακού μας μοντέλου, καθώς και η δημιουργία των συνθηκών για μια έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη».

Σε επίπεδο ΕΕ, έχουν τεθεί πέντε πρωταρχικοί στόχοι που πρέπει να επιτευχθούν μέχρι το τέλος του 2020. Οι στόχοι αυτοί αφορούν την απασχόληση, την έρευνα και την ανάπτυξη, το κλίμα/την ενέργεια, την εκπαίδευση, την κοινωνική ένταξη και τη μείωση της φτώχειας. Μεταξύ άλλων, η στρατηγική βάζει στόχο μέχρι το 2020 να ανέβει στο 75% το ποσοστό απασχόλησης στην ηλικιακή κατηγορία 20-64 ετών. Αριθμητικά, αυτό ισοδυναμεί με 16 εκατομμύρια επιπλέον απασχολούμενους στα κράτη - μέλη της ΕΕ.

Τι είναι αυτό που τους «καίει» πραγματικά και θέλουν να αυξήσουν το ποσοστό της απασχόλησης; Τα κείμενά τους δεν κρύβουν λόγια. Σύμφωνα με αυτά:

  • Το εργατικό δυναμικό της Ευρώπης συρρικνώνεται ως αποτέλεσμα των δημογραφικών αλλαγών - λιγότεροι εργαζόμενοι συντηρούν έναν ολοένα μεγαλύτερο αριθμό ανενεργών ατόμων.
  • Το ποσοστό απασχόλησης είναι ιδιαίτερα χαμηλό για τις γυναίκες (63% έναντι 76% για τους άνδρες ηλικίας 20-64) και για τους εργαζόμενους μεγαλύτερης ηλικίας, 55-64 ετών (46% έναντι 62% στις ΗΠΑ και την Ιαπωνία).
  • Οι Ευρωπαίοι εργάζονται λίγες ώρες - κατά 10% λιγότερες σε σύγκριση με τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία.
  • Η οικονομική κρίση προκάλεσε υψηλή ανεργία ανάμεσα στους νέους -πάνω από 21%- και έκανε δυσκολότερη την εύρεση εργασίας για τους ανέργους.
  • Στην ΕΕ, περίπου 80 εκατομμύρια άτομα έχουν ελάχιστες ή βασικές δεξιότητες και επωφελούνται λιγότερο από τις δυνατότητες της διά βίου μάθησης σε σχέση με τα πιο μορφωμένα άτομα.
  • Εως το 2020, 16 εκατ. περισσότερες θέσεις εργασίας θα απαιτούν υψηλά προσόντα, ενώ οι θέσεις εργασίας που απαιτούν ειδίκευση χαμηλού επιπέδου θα μειωθούν κατά 12 εκατομμύρια. Η απόκτηση και τελειοποίηση νέων δεξιοτήτων είναι όλο και πιο σημαντικές.
Τι λένε και τι εννοούν

Τι φαίνεται από τα παραπάνω; Πρώτον, ότι ο στόχος για αύξηση της απασχόλησης είναι άμεσα συνδεδεμένος με τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της καπιταλιστικής οικονομίας της ΕΕ, σε σύγκριση μάλιστα με τους βασικούς «αντιπάλους» της, τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία. Καθόλου τυχαία, η ΕΕ διαπιστώνει ότι εκεί που τα ποσοστά απασχόλησης είναι πιο αυξημένα, η οικονομία είναι πιο ανταγωνιστική.

Ο «καημός» βέβαια της ΕΕ και κάθε άλλης καπιταλιστικής οικονομίας δεν είναι να εξασφαλίσει μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλους τους «ικανούς προς εργασία», όπως παρουσιάζονται στις στατιστικές τους. Αλλωστε, ακόμα και ο ορισμός που δίνουν στην έννοια του «απασχολούμενου», δεν αφήνει περιθώρια να παρερμηνευτούν οι προθέσεις τους.

Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, που αναπαράγει τους ορισμούς της Eurostat, απασχολούμενοι θεωρούνται «τα άτομα ηλικίας 15 ετών και άνω, τα οποία την εβδομάδα αναφοράς είτε εργάστηκαν έστω και μία ώρα με σκοπό την αμοιβή ή το κέρδος, είτε εργάστηκαν στην οικογενειακή επιχείρηση, είτε δεν εργάστηκαν αλλά είχαν μια εργασία ή επιχείρηση από την οποία απουσίαζαν προσωρινά».

Με βάση τα παραπάνω, στους άνεργους εντάσσονται «τα άτομα ηλικίας 15-74 ετών που δε χαρακτηρίστηκαν ως απασχολούμενοι, ήταν άμεσα διαθέσιμα για εργασία και είτε αναζητούσαν ενεργά εργασία τις τελευταίες τέσσερις εβδομάδες είτε έχουν βρει εργασία που θα αναλάβουν μέσα στους επόμενους τρεις μήνες».

Συνεπώς, αύξηση της απασχόλησης σημαίνει αύξηση του οικονομικά ενεργού πληθυσμού που μεταπηδάει ή έχει τα «προσόντα» να μεταπηδήσει από την κατηγορία του ανέργου στην κατηγορία του «απασχολήσιμου», ανεξάρτητα αν εργάζεται μια ή οκτώ ώρες την ημέρα, μια ή έξι μέρες τη βδομάδα, μια ή τέσσερις εβδομάδες το μήνα και πάει λέγοντας.

Αυτό συμβαίνει βέβαια επειδή η άναρχη καπιταλιστική παραγωγή δεν μπορεί και δε θέλει να εξαλείψει την ανεργία, είτε η οικονομία βρίσκεται σε ανάπτυξη, είτε σε κρίση. Πολύ περισσότερο, δεν μπορεί να εξασφαλίσει πλήρη και σταθερή εργασία για όλους. Επομένως, αλλού είναι ο καημός τους όταν μιλάνε για αύξηση της απασχόλησης.

Το ενδιαφέρον τους συνδέεται άμεσα με τις ανάγκες των μονοπωλίων τόσο σε εργατικό δυναμικό, όσο και σε «εφεδρικό στρατό», που αποτελείται από τους άνεργους και αξιοποιείται πολλαπλά, ανάλογα με τη συγκυρία και τα σκαμπανεβάσματα της παραγωγής.

Αναλώσιμοι νέοι και γυναίκες

Η ΕΕ διαπιστώνει επίσης ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα σε ό,τι αφορά τα χαμηλά ποσοστά απασχόλησης, εντοπίζεται στις γυναίκες και τους νέους. Το πρόβλημα μάλιστα επιδεινώθηκε με την κρίση. Είναι αποδεδειγμένο ιστορικά ότι η μαζική είσοδος γυναικών και παιδιών στην παραγωγή, συνέβαλε στο να μειωθεί η αξία της εργατικής δύναμης και έτσι ο καπιταλιστής να την αγοράζει φτηνότερα.

Ακόμα και σήμερα, που υποτίθεται ότι έχει προχωρήσει ο εκσυγχρονισμός της νομοθεσίας για την «ισότητα», οι γυναίκες στην Ευρωπαϊκή Ενωση αμείβονται, κατά μέσο όρο, κατά 17,5% χαμηλότερα από τους άνδρες καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής τους. Για τους νέους, οι διαφορετικοί μισθοί είναι πλέον θεσμοθετημένοι, καθώς προβλέπεται κατώτατος μισθός 511 ευρώ μεικτά για τους κάτω από 25 ετών, αντί των 586 ευρώ μεικτά για τους άνω των 25 ετών. Η διαφορά αυτή στις αμοιβές συμβάλλει στη γενική πτώση (ή συγκράτηση) των μισθών για άνδρες και γυναίκες, παλιούς και νέους εργαζόμενους.

Αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους που το κεφάλαιο θέλει να τραβήξει περισσότερες γυναίκες στην παραγωγή. Οι καπιταλιστές, όμως, θέλουν το σκύλο χορτάτο και την πίτα άγγιχτη: Απ' τη μια η γυναίκα στο σπίτι, να φροντίζει για τα παιδιά και τους γέροντες, που σε διαφορετική περίπτωση θα έπρεπε να μεριμνά το κράτος, και από την άλλη να προσφέρει την εργατική της δύναμη τόσο όσο την έχει ανάγκη η καπιταλιστική παραγωγή, συμβάλλοντας ταυτόχρονα στο γενικότερο φτήνεμα της εργατικής δύναμης, προς όφελος του κεφαλαίου.

Γι' αυτό είναι υποκρισία η δακρύβρεχτη διαπίστωση που κάνει το ψήφισμα του ΕΚ ότι «η αύξηση του ποσοστού απασχόλησης των γυναικών σε ορισμένα κράτη - μέλη οφείλεται κυρίως στην αύξηση της μερικής απασχόλησης» και ότι «όταν μετράται σε ισοδύναμα πλήρους απασχόλησης, μόνο το 53,5% του γυναικείου εργατικού δυναμικού απασχολείται στην ΕΕ», ενώ «το 2012, το ποσοστό μερικής απασχόλησης των γυναικών ανερχόταν σε 32,9%, σε σύγκριση με το 8,4% για τους άνδρες».

Πρόκειται για τους ίδιους που διαφήμιζαν τις ελαστικές σχέσεις εργασίας και την ημιαπασχόληση ως το ιδανικό «μοντέλο» για τις γυναίκες, που ζητάνε τάχα να συνδυάζουν την οικογενειακή ζωή με την εργασία.

Το ίδιο ισχύει και για τους άνεργους. Είναι ο «εφεδρικός στρατός» που πρέπει να μπαινοβγαίνει στην παραγωγή ανάλογα με τις διακυμάνσεις της και ταυτόχρονα να αποτελεί φόβητρο για τους εργαζόμενους, προκειμένου να διατηρούν χαμηλωμένες τις απαιτήσεις τους απέναντι στην εργοδοσία και το κράτος. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι ένα από τα πιο διαδεδομένα επιχειρήματα της εργοδοσίας για να πετσοκόψει μισθούς και δικαιώματα μέσα στην κρίση, ήταν ότι «εσείς τουλάχιστον έχετε δουλειά» και ότι «απ' έξω περιμένουν χιλιάδες να πάρουν τη θέση σας».

Μάθε παιδί μου γράμματα...

Το κεφάλαιο χρειάζεται τους άνεργους, αλλά όχι οποιουσδήποτε άνεργους. Θέλει ο εφεδρικός του στρατός να διαθέτει εκείνα τα προσόντα και τις δεξιότητες, που όταν το επιβάλλουν οι ανάγκες της παραγωγής, να είναι «ετοιμοπόλεμος», να μπορεί αμέσως να προσφέρει την εργασία που έχει ανάγκη ο καπιταλιστής.

Για παράδειγμα, μετά την καπιταλιστική κρίση, στη φάση της ανάπτυξης, θα προκύψει ανάγκη έστω και για περιορισμένο αριθμό νέων εργατικών χεριών. Αυτό όμως δεν θα αφορά το ίδιο όλους τους κλάδους, ώστε οι σημερινοί άνεργοι - έστω και ένα μέρος από αυτούς - να μπορέσουν να επανέλθουν στην παραγωγή και μάλιστα στο «πόστο» που κατείχε πριν από την κρίση. Επιπλέον, η αναρχία στον καπιταλισμό (ο καπιταλιστής επενδύει μόνο εκεί που προσδοκά να βγάλει κέρδος) δημιουργεί από μόνη της την ανάγκη να μετακινείται ο εργαζόμενος και ο άνεργος από κλάδο σε κλάδο, και επομένως να προετοιμάζεται σε όλη τη διάρκεια της ζωής του γι' αυτό το σκοπό.

Να γιατί η ΕΕ ανησυχεί για το γεγονός ότι υπάρχουν σήμερα περίπου 80 εκατομμύρια άτομα με ελάχιστες ή βασικές δεξιότητες, που δεν «παίρνουν» από βελτιώσεις στο πλαίσιο της «διά βίου μάθησης» και κινδυνεύουν περισσότερο να μείνουν εκτός παραγωγής. Να γιατί χάνουν τον ύπνο τους από το γεγονός ότι έως το 2020, «16 εκατ. περισσότερες θέσεις εργασίας θα απαιτούν υψηλά προσόντα, ενώ οι θέσεις εργασίας που απαιτούν ειδίκευση χαμηλού επιπέδου θα μειωθούν κατά 12 εκατομμύρια».

Από δω προκύπτει και το συμπέρασμα ότι «η απόκτηση και τελειοποίηση νέων δεξιοτήτων είναι όλο και πιο σημαντικές», άρα και η καλύτερη και ταχύτερη προσαρμογή των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης στις διαρκώς μεταβαλλόμενες ανάγκες των μονοπωλίων.

Γι' αυτό καλπάζει το «μοντέλο» της διττής εκπαίδευσης, όπου ο σπουδαστής περνάει το μισό χρόνο στην αίθουσα ή το εργαστήρι και τον άλλο μισό σε κάποια επιχείρηση, δουλεύοντας κοψοχρονιά, με το μανδύα της πρακτικής άσκησης. Στην πραγματικότητα, αποκτά και εκπαιδεύεται στις δεξιότητες εκείνες που είναι αναγκαίες για το κεφάλαιο στη δοσμένη στιγμή και θα τις αξιοποιήσει μόνο για το χρόνο που του χρειάζονται.

Μια ζωή στην «κινητικότητα»

Διαφημιστικό του συστήματος EURES που υπόσχεται δουλειές, καριέρα και επιτυχία...
Διαφημιστικό του συστήματος EURES που υπόσχεται δουλειές, καριέρα και επιτυχία...
Αμεσα συνδεδεμένη με τους στόχους της απασχόλησης είναι η έννοια της «εργασιακής κινητικότητας» που έχει εισάγει η ΕΕ. Το ψήφισμα του ΕΚ «ζητεί από τα κράτη - μέλη και την Επιτροπή να προωθήσουν και να βελτιώσουν τους μηχανισμούς εργασιακής κινητικότητας, ειδικότερα την Ευρωπαϊκή Πύλη για την Επαγγελματική Κινητικότητα (EURES) και τις δημόσιες υπηρεσίες απασχόλησης, προκειμένου να ενισχυθεί η απασχόληση και η απασχόληση των νέων».

Με τον όρο «κινητικότητα» εννοούν τη μετακίνηση ενός εργαζόμενου σε πολλά διαφορετικά αντικείμενα εργασίας, επιχειρήσεις, κλάδους, πόλεις, ακόμα και χώρες, σε όλη τη διάρκεια του εργάσιμου βίου του, αν θέλει να έχει ένα εισόδημα. Αυτό σημαίνει ότι τελειώνει κάθε υποψία σταθερής και μόνιμης δουλειάς, με πλήρη δικαιώματα.

Αυτή, όμως, δεν είναι η μόνη «παρενέργεια» της κινητικότητας. Για να μπορεί ένας εργαζόμενος να κινείται αδιαμαρτύρητα από κλάδο σε κλάδο, θα πρέπει να είναι «απελευθερωμένος» από κατοχυρωμένα ασφαλιστικά και εργασιακά δικαιώματα (π.χ. τριετίες) που αφορούν τον έναν ή τον άλλο κλάδο. Αυτό σημαίνει εξίσωση προς τα κάτω όλων των δικαιωμάτων και κατάργηση των όποιων ιδιαίτερων κατακτήσεων υπήρχαν σε ορισμένους κλάδους της παραγωγής.

Κινητικότητα σημαίνει ακόμα άρση των δεσμεύσεων που δημιουργεί η ιδιοκατοίκηση, η οποία είναι υψηλή στην Ελλάδα. Με άλλα λόγια, το κεφάλαιο θέλει να έχει εντελώς λυμένα τα χέρια του όταν βγαίνει στην αγορά εργασίας. Στα ράφια της θέλει να βρίσκει τον εργαζόμενο με τις δεξιότητες που του χρειάζονται τη δεδομένη στιγμή, στην τιμή που τον θέλει, χωρίς «σκαλώματα» που τον εμποδίζουν να μετακινηθεί εκεί που απαιτεί η παραγωγή, χωρίς ασφαλιστικά και μισθολογικά προαπαιτούμενα, που διαμορφώθηκαν σε προηγούμενα στάδια του εργασιακού του βίου.

Τέλος, εξίσου σημαντικό για το κεφάλαιο στην ΕΕ είναι το γεγονός ότι οι Ευρωπαίοι εργάζονται κατά 10% λιγότερο από τους Αμερικανούς και τους Ιάπωνες, γεγονός που πλήττει επίσης την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της ΕΕ. Αύξηση όμως του χρόνου εργασίας σημαίνει εντατικοποίηση της δουλειάς και αυτόν το στόχο υποκρύπτει η διαπίστωση που κάνει η ΕΕ.

Συνταξιούχοι - «φύρα» και άνεργοι - εφεδρεία

Η ΕΕ σημειώνει κυνικά ότι όποιος δεν έχει έστω και ένα ελάχιστο εισόδημα, όπως και όσοι έχουν πάψει να εργάζονται λόγω συνταξιοδότησης, επιβαρύνουν υπέρμετρα τα δημοσιονομικά των κρατών - μελών, με δαπάνες Πρόνοιας (επιδόματα ανεργίας, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη ανασφάλιστων κ.ά.). Τα λεφτά αυτά τα στερούνται τα μονοπώλια, είτε ως άμεσες, είτε ως έμμεσες ενισχύσεις (φοροαπαλλαγές, εισφοροαπαλλαγές, επιδοτήσεις κ.ά.). Αντίστροφα, το κράτος στερείται φορολογικά και άλλα έσοδα, ασφαλιστικές εισφορές κ.ά.

Αρα, ένας από τους λόγους που πρέπει να αυξηθεί η απασχόληση, είναι για να απαλλαγεί το κράτος από τη «συντήρηση» όλου αυτού του πληθυσμού που είτε επειδή βγήκε στη σύνταξη, είτε επειδή δε συμμετέχει στην παραγωγή, χωρίς δική του ευθύνη, έπαψε να αποτελεί πηγή εκμετάλλευσης και κέρδους για το κεφάλαιο. Ακόμα και λίγες ώρες τη βδομάδα να δουλεύει ένας άνεργος, φεύγει από τη λίστα όσων δικαιούνται τη στοιχειώδη μέριμνα από το κράτος και ταυτόχρονα προσφέρει την εργατική του δύναμη σε κάποιον εργοδότη.

Το ίδιο ισχύει και όταν αλλάζουν οι γενικές προϋποθέσεις συνταξιοδότησης (αυξάνουν τα ελάχιστα αναγκαία ένσημα ή τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης, όπως ετοιμάζονται να κάνουν ξανά τώρα), όταν καταργούνται οι λεγόμενες «πρόωρες» συνταξιοδοτήσεις, ή αυξάνονται τα «πέναλτι» για ορισμένες κατηγορίες παλιών ασφαλισμένων που δικαιούνται και επιλέγουν να βγαίνουν νωρίτερα στη σύνταξη.

Με τον τρόπο αυτό, προωθούν και τη λεγόμενη «ενεργό γήρανση»: Ενας συνταξιούχος που δεν μπορεί να επιβιώσει με το συνταξιουχικό επίδομα (εκεί κατάντησαν τις συντάξεις...), αναγκάζεται να παραμένει «οικονομικά ενεργός», να αναζητάει δηλαδή εργασία για να συμπληρώσει το εισόδημά του. Με τον τρόπο αυτό, εγγράφεται στους «απασχολήσιμους», μέσα στα ηλικιακά όρια που ενδιαφέρουν τους καπιταλιστές.

Να λοιπόν μια σοβαρή αντίφαση: Από τη μια η αγιάτρευτη ανεργία, που είναι στο DNA του συστήματος και από την άλλη οι «αρρυθμίες» που προκαλεί στη λειτουργία του, φέρνοντας πονοκέφαλο στα αστικά επιτελεία, στην προσπάθειά τους να τη διαχειριστούν προς όφελος των μονοπωλίων.

Οι «διαπιστώσεις» του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Στο ψήφισμά του, το ΕΚ κάνει απολογισμό των επιτευγμάτων που αφορούν στο στόχο της απασχόλησης και διατυπώνει προτάσεις για τη συνέχεια.

  • Μετά λύπης διαπιστώνει ότι «η ΕΕ βρίσκεται εντελώς εκτός πορείας όσον αφορά την επίτευξη των πρωταρχικών στόχων της στρατηγικής "Ευρώπη 2020" για την απασχόληση και τη μείωση της φτώχειας».
  • Καταγράφει ότι «από τότε που εκπονήθηκε η στρατηγική "Ευρώπη 2020", το 2010, τα επίπεδα της ανεργίας έχουν συνεχίσει να αυξάνονται σε ορισμένα κράτη - μέλη, ενώ το ποσοστό ανεργίας για την ΕΕ-28 έφτασε στο ανησυχητικό επίπεδο του 10,1 % το 2014, με 24,6 εκατ. ανέργους στην Ενωση και με τον αριθμό των εργαζομένων φτωχών να αυξάνεται επίσης (...) ακόμα χειρότερη είναι η κατάσταση στις εξόχως απόκεντρες περιοχές, όπου το μέσο ποσοστό της ανεργίας ανέρχεται στο 24% και η μέση ανεργία των νέων στο 51%».
  • Ειδικά για τους νέους, σημειώνεται ότι «η ανεργία ανήλθε στο απειλητικό ποσοστό του 23,3% (μέσος όρος της ΕΕ το 2013), ενώ πάνω από το 40% των νέων είναι με σύμβαση ορισμένου χρόνου και σχεδόν το 25% εργάζονται με μερική απασχόληση».
  • Προβλέπει ότι «το ποσοστό ανεργίας στην ΕΕ αναμένεται να παρουσιάσει μόνο μια εντελώς αμελητέα μείωση και να κατέλθει στο 10,4% το 2015», ενώ «ο αριθμός των ατόμων που διατρέχουν κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού έχει αυξηθεί κατά 10 εκατομμύρια από το 2008, φτάνοντας σε περισσότερα από 122,6 εκατομμύρια και επηρεάζοντας έναν στους τέσσερις πολίτες».
  • Εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι «οι αυξήσεις στα ποσοστά απασχόλησης ήταν σε μεγάλο βαθμό το αποτέλεσμα επισφαλών μορφών απασχόλησης, όπως οι συμβάσεις ακαθόριστου ωραρίου, η ψευδοαυταπασχόληση και η ακούσια μερική απασχόληση».
  • Διαπιστώνει ότι οι λεγόμενες εισοδηματικές ανισότητες έχουν αυξηθεί, «με το ανώτατο 20% της κλίμακας να κερδίζει 5,1 φορές περισσότερο από το κατώτατο 20% το 2012, κάτι που (...) δημιουργεί τον κίνδυνο της αποσταθεροποίησης των κοινωνιών στην Ευρώπη».
Ο καπιταλισμός δε γιατρεύεται

Τους στόχους που θέτει η στρατηγική «Ευρώπη 2020» για την ανάπτυξη και την απασχόληση δεν τους εμπνεύστηκε στα χρόνια της κρίσης, ούτε λίγα πριν από αυτή. Είναι στόχοι που τέθηκαν από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, ανανεώθηκαν με τη Στρατηγική της Λισαβόνας το 2010 και επικαιροποιήθηκαν με τη στρατηγική «Ευρώπη 2020». Την περίοδο της κρίσης βέβαια, που αυξάνει η ανεργία, η επίτευξη των στόχων για την απασχόληση δυσκολεύει και ανάλογα κλιμακώνεται η επίθεση ΕΕ - κεφαλαίου στα δικαιώματα των εργαζομένων.

Είναι φανερό ότι στον καπιταλισμό, με την αναρχία στην παραγωγή και την ανεργία στο DNA του συστήματος, η έννοια της σταθερής και μόνιμης δουλείας με πλήρη δικαιώματα είναι ασυμβίβαστη με την όποια αύξηση της απασχόλησης. Αυτό αφορά ιδιαίτερα τις γυναίκες και τους νέους εργαζόμενους. Με άλλα λόγια, σε ανάπτυξη και κρίση, η καπιταλιστική ΕΕ και οι κυβερνήσεις στα κράτη - μέλη το μόνο που μπορούν να εγγυηθούν σε άνεργους και εργαζόμενους είναι η παραπέρα γενίκευση της ημιαπασχόλησης και υποαπασχόλησης, η περιπλάνηση για ένα μεροκάματο ακόμα και σε ξένη χώρα, το μοίρασμα μιας θέσης εργασίας σε δυο και τρεις.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ