ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 15 Μάρτη 2015
Σελ. /40
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
ΔΥΤΙΚΗ ΑΘΗΝΑ - ΜΕΝΙΔΙ - ΦΥΛΗ
Πυκνώνουν οι παρεμβάσεις των φορέων για την Υγεία

Συγκέντρωση το ερχόμενο Σάββατο, στο Περιστέρι. Δηλώσεις στήριξης από τους δημάρχους Πετρούπολης και Χαϊδαρίου

Από τις κινητοποιήσεις το 2013 για να μην κλείσει το νοσοκομείο «Αγία Βαρβάρα»
Από τις κινητοποιήσεις το 2013 για να μην κλείσει το νοσοκομείο «Αγία Βαρβάρα»
Με αμείωτους ρυθμούς συνεχίζονται οι τοπικές κινητοποιήσεις στους δήμους της Δυτικής Αθήνας, του Μενιδίου και της Φυλής. Οι παρεμβάσεις θα κορυφωθούν με συγκέντρωση το Σάββατο 21 Μάρτη, στις 11 π.μ. στο Δημαρχείο Περιστερίου. Μέχρι τότε, καθημερινά γίνονται εξορμήσεις σε τοπικά καταστήματα ΟΑΕΔ, ιατρεία ΙΚΑ, χώρους δουλειάς και γειτονιές, καθώς και πικετοφορίες: Στο Χαϊδάρι αύριο, στην Αγία Βαρβάρα την Τρίτη και στο Αιγάλεω την Παρασκευή. Κινητοποίηση επίσης θα γίνει την Τρίτη, στις 10 π.μ., στην Πολυκλινική του Ολυμπιακού Χωριού.

Αύριο, Δευτέρα, είναι προγραμματισμένη συνάντηση εκπροσώπων των φορέων Αντιπεριφέρεια Δυτικής Αθήνας, ενώ ο υπουργός Υγείας, Παναγιώτης Κουρουμπλής, ακόμα δεν έχει δώσει απάντηση στο αίτημα για συνάντηση.

Στο πλευρό τους οι αγωνιστικές δημοτικές αρχές

Αποφάσεις στήριξης της πάλης των φορέων για «Αποκλειστικά Δημόσια και Δωρεάν υψηλού επιπέδου Υγεία για όλο το λαό», πήραν την προηγούμενη εβδομάδα τα δημοτικά συμβούλια Πετρούπολης και Χαϊδαρίου.

Ο δήμαρχος Χαϊδαρίου, Μιχάλης Σελέκος, σε δήλωσή του επισημαίνει: «Στηρίζουμε τις κινητοποιήσεις των δεκάδων φορέων για να αναδειχθούν τα οξυμένα προβλήματα που αντιμετωπίζει η περιοχή μας και κυρίως για να αναπτυχθούν δράσεις και αγώνες. Απαιτούμε να έχουν πρόσβαση στο δημόσιο σύστημα Υγείας όλοι όσοι έχουν ανάγκη. Το δημοτικό συμβούλιο στη συνεδρίασή του αποφάσισε τη συμμετοχή του δήμου και τη στήριξη με κάθε τρόπο αυτού του αγώνα. Καλούμε το λαό της περιοχής να ξεσηκωθεί και να αγωνιστεί, μαζί με τους φορείς του, για τη διεκδίκηση υψηλού επιπέδου, δημόσιας, δωρεάν Υγείας».

Ο δήμαρχος Πετρούπολης, Βαγγέλης Σίμος, επίσης δηλώνει: «Η ανάκτηση των απωλειών και η διεκδίκηση μέτρων ουσιαστικής ανακούφισης του λαού πρέπει να είναι στις προτεραιότητες της πάλης σωματείων, μαζικών φορέων, συνολικά του εργατικού και λαϊκού κινήματος και σε αυτή τη βάση στηρίξαμε στον δημοτικό συμβούλιο το ψήφισμα για την Υγεία.

Θα συνεχίσουμε να πρωτοστατούμε με όλες μας τις δυνάμεις και με κάθε τρόπο, όπως εξάλλου κάναμε και στο παρελθόν, τόσο με τον αγώνα μας για την επαναλειτουργία των Ιατρείων του ΠΕΔΥ στην πόλη μας, όσο και με τη στήριξή μας στο αγώνα των εργαζομένων στο "Αττικό" Νοσοκομείο.

Καλούμε το λαό να βάλει εμπόδια στην υλοποίηση των νέων αντιλαϊκών μέτρων και να δημιουργήσει τους όρους αντεπίθεσης, προκειμένου ν' ανοίξει ο δρόμος για την ανάπτυξη που θα έχει κριτήριο την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών, με την Υγεία να αποτελεί καθολικό και δωρεάν δικαίωμα για όλους, χωρίς καμία επιχειρηματική δράση».

Νομιμοποιούν την επιχειρηματική δράση

Στον αντίποδα, στο δήμο Αιγάλεω, χαρακτηριστική είναι η τοποθέτηση της δημοτικής αρχής, που πρόσκειται στο ΣΥΡΙΖΑ. Απορρίπτοντας την πρόταση της «Λαϊκής Συσπείρωσης» για στήριξη των κινητοποιήσεων και της συγκέντρωσης που θα γίνει το Σάββατο, εξαπέλυσε επίθεση λέγοντας ότι δεν πρέπει να καταδικάζεται η ιδιωτική πρωτοβουλία στην Υγεία! Ετσι καθαγιάζεται η επιχειρηματική δράση στην Υγεία, δήθεν για να γίνει πιο «ανταγωνιστικός» ο κρατικός τομέας. Καθόλου τυχαία και στις περιοχές της Δυτικής Αττικής τα ιδιωτικά κέντρα ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια, με τις λαϊκές οικογένειες να αναγκάζονται να βάζουν ακόμα πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη.

Προκαλώντας τον κοινό νου και προκειμένου να δημιουργήσει εντυπώσεις, η δημοτική αρχή έφτασε να κατηγορεί τη «Λαϊκή Συσπείρωση» ότι δήθεν «τώρα θυμήθηκε να κινητοποιηθεί». Στο αποκορύφωμα, μάλιστα, είπε ότι «το πρόβλημα δεν είναι της ΕΕ αλλά του καπιταλισμού».

Οι διεκδικήσεις
  • Να δημιουργηθούν δημόσια Κέντρα Υγείας σε όλους τους δήμους, που θα παρέχουν δωρεάν υπηρεσίες, με βασικό προσανατολισμό την πρόληψη. Να στελεχωθούν οι μονάδες του ΠΕΔΥ.
  • Να επαναλειτουργήσει το Νοσοκομείο Δυτικής Αττικής («Αγία Βαρβάρα») πλήρως στελεχωμένο και εξοπλισμένο.
  • Να περάσει στο δημόσιο σύστημα Υγείας η Πολυκλινική του Ολυμπιακού Χωριού και να λειτουργήσει ως Κέντρο Υγείας αστικού τύπου.
  • Να ενισχυθούν με μαζικές προσλήψεις μόνιμου προσωπικού τα νοσοκομεία «Αττικόν» και Κρατικό Νίκαιας και να εξασφαλιστεί πλήρης και επαρκής χρηματοδότηση.
  • Να μην προχωρήσει η Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που οδηγεί στο κλείσιμο των δημόσιων ψυχιατρικών νοσοκομείων και θυσιάζει ασθενείς και εργαζόμενους για τα κέρδη των επιχειρηματιών και των ΜΚΟ.
  • Κατάργηση κάθε πληρωμής για ιατρικές και εργαστηριακές εξετάσεις, φάρμακα, θεραπείες, υγειονομικό υλικό και τεχνικά βοηθήματα.
  • Δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη με ευθύνη του κράτους, χωρίς καμιά προϋπόθεση, σε όλους τους ανασφάλιστους, ανέργους και τα μέλη της οικογένειάς τους.

Δ. Π.


Τι είναι το λεγόμενο «μη μισθολογικό κόστος»;

Ενα κύριο στοιχείο των πολιτικών διαχείρισης της κρίσης που ακολουθήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια ήταν ο στόχος μείωσης της τιμής της εργατικής δύναμης. Είναι γεγονός ότι σε συνθήκες κρίσης πραγματοποιείται μια βαθιά υποτίμηση κεφαλαίου (σε όλες τις μορφές του, χρηματική, εμπορική κλπ.) και εργασίας, ώστε να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις για την ανάκαμψη. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, τα εργασιακά - μισθολογικά δικαιώματα δέχτηκαν σημαντική επίθεση, με αποτέλεσμα οι εργαζόμενοι να χάσουν μεγάλο μέρος του εισοδήματός τους. Ταυτόχρονα, η μεγάλη ανεργία αποτελεί παράγοντα που ασκεί αντικειμενικά πίεση για καθηλωμένους μισθούς. Ενώ το αντεργατικό - αντιλαϊκό πλαίσιο που διαμορφώθηκε, εκφράζοντας με νόμους σύγχρονες ανάγκες ανταγωνιστικότητας της καπιταλιστικής οικονομίας, θα συμβάλλει στο διηνεκές στη διατήρηση των μισθών σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα από αυτά που είχαν αγγίξει σε περιόδους πριν την κρίση. Το πόσο μπορεί βεβαίως να συμπιεσθεί ο μισθός στο καπιταλισμό έχει ένα όριο, που εξαρτάται από τις συνολικές ανάγκες αναπαραγωγής του κεφαλαίου. Ενώ επίσης η διακύμανση των μισθών απασχολεί τους κεφαλαιοκράτες και στο πλαίσιο των ενδοαστικών ανταγωνισμών και αντιθέσεων.

Με δεδομένο, λοιπόν, ότι σήμερα έχει γίνει δυνατή μια μεγάλη μείωση των μισθών και η διαμόρφωση ενός πλαισίου καθήλωσης των μισθών σε χαμηλά επίπεδα τα επόμενα χρόνια (ακόμα και το ενδεχόμενο καθιέρωσης του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ θα αξιοποιηθεί σε ορισμένους κλάδους, ειδικά της βιομηχανίας, που οι μισθοί είναι μεγαλύτεροι με στόχο τη συμπίεση των μισθών προς τα κάτω ή την καθήλωσή τους), το κεφάλαιο προσανατολίζεται, ζητάει τη στήριξη από το κράτος, για τη μείωση του λεγόμενου μη μισθολογικού κόστους. Η μείωση του μη μισθολογικού κόστους προσδιορίζεται ως ένα πεδίο στο οποίο μπορούν να συναντιούνται τόσο τα συμφέροντα των εργαζομένων όσο και των επιχειρηματιών. Επειδή, λέει, δεν πλήττει τα μισθολογικά δικαιώματα και τις εργασιακές σχέσεις των εργαζομένων και ταυτόχρονα ενισχύει την ανταγωνιστικότητα, από την οποία θα βγουν κερδισμένοι και οι ίδιοι, έστω και λιγότερο από τους κεφαλαιοκράτες. Από τη σκοπιά της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, οι στόχοι μείωσης του μη μισθολογικού κόστους προβάλλονται ως εναλλακτικά μέτρα θωράκισης της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων που δεν προϋποθέτουν μισθούς πείνας, προσπαθώντας να αποδείξουν ότι ανταγωνιστικότητα και εργατικά - λαϊκά δικαιώματα μπορεί να βαδίσουν μαζί. Είναι, όμως, έτσι;

Σε τι αναφέρονται όταν μιλάνε σε μη μισθολογικό κόστος; Ο κατάλογος κατά καιρούς μπορεί να χωρέσει πολλά, μπορούμε, όμως, να σταχυολογήσουμε ορισμένα βασικά ζητήματα:

α) Μείωση της επιβάρυνσης του κεφαλαίου σε σχέση με τις ασφαλιστικές εισφορές που πληρώνουν προς τα ασφαλιστικά ταμεία των εργαζομένων. Αποτελεί πάγια αναφορά σε διάφορες εκθέσεις και κατευθύνσεις της ΕΕ, ιμπεριαλιστικών οργανισμών, όπως ο ΟΟΣΑ, σε θέσεις εργοδοτικών ενώσεων αυτό το ζήτημα της μείωσης του κόστους ασφάλισης. Το ζήτημα αυτό προωθείται μάλιστα και με το επιχείρημα ότι, με τα σημερινά δεδομένα, είναι αδύνατον να στηριχθεί το ασφαλιστικό σύστημα στην τριμερή χρηματοδότηση, με δεδομένο ότι καμιά από τις 3 πλευρές (κράτος - εργαζόμενοι - επιχειρηματίες) δεν έχει την οικονομική δυνατότητα. Σε αυτή τη βάση, έχει ανοίξει μια συζήτηση για αναζήτηση εναλλακτικών πηγών χρηματοδότησης των ασφαλιστικών ταμείων, συζήτηση που επανέφερε και με παρέμβασή του ο γγ Κοινωνικής Ασφάλισης της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ, Γ. Ρωμανιάς.

β) Μείωση του λεγόμενου ενεργειακού κόστους, ειδικά των λεγόμενων ενεργοβόρων επιχειρήσεων.

Για παράδειγμα, για το «ενεργειακό κόστος» είναι χαρακτηριστικά όσα αναφέρει ο ΣΕΒ στη Διακήρυξή του με τις 25 προτάσεις για μια νέα βιομηχανική πολιτική: Μείωση των τιμών στα τιμολόγια της ενέργειας, με: α) Εξορθολογισμό των τιμολογίων της ΔΕΗ και της ΔΕΠΑ, β) μείωση ειδικών φόρων και τελών, γ) δυνατότητα υπογραφής εξατομικευμένων συμβάσεων μεταξύ ΔΕΗ και βιομηχανίας, δ) μείωση του επιπέδου του Ενιαίου Φόρου Κατανάλωσης που επιβάλλεται στο Φυσικό Αέριο που προορίζεται για βιομηχανική χρήση και για ηλεκτροπαραγωγή, ε) ενσωμάτωση στο Εθνικό Δίκαιο των κατευθυντηρίων γραμμών (EEAG) για κρατικές ενισχύσεις στους τομείς του περιβάλλοντος και της Ενέργειας για την περίοδο 2014.

γ) Μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης των επιχειρήσεων. Το κεφάλαιο ζητάει ένα φάσμα φορολογικών διευκολύνσεων, ζητά να σταματήσει η υπερφορολόγηση σε μια σειρά υπηρεσίες, ζητά τη ριζική αναθεώρηση του φορολογικού συστήματος σε ευνοϊκή για την επιχειρηματικότητα κατεύθυνση, όπως σημειώνει χαρακτηριστικά ο ΣΕΒ.

Ποιος, όμως, θα πληρώσει τις απαλλαγές για λογαριασμό του κεφαλαίου; Ας πάρουμε το παράδειγμα των ασφαλιστικών εισφορών. Τι θα σημάνει η ελάφρυνση της εργοδοσίας από ασφαλιστικές εισφορές; Τι θα σημαίνει για τα καταληστευμένα ασφαλιστικά ταμεία που ήδη στενάζουν κάτω από την μεγάλη εισφοροδιαφυγή του κεφαλαίου; Ποιες μπορεί να είναι οι εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης, π.χ., με φόρο επί του εισοδήματος, με χρήση ταμείου ιδιωτικοποιήσεων; Σε κάθε περίπτωση, οι εργαζόμενοι δε θα επιβαρύνονται άμεσα ή έμμεσα; Και, τελικά, χάνοντας ακόμα περισσότερα σε ασφαλιστικά δικαιώματα και παροχές;

Αλήθεια, ποιος θα πληρώσει τη μείωση του ενεργειακού κόστους. Δε θα μετακυληθούν τέτοιου είδους ρυθμίσεις σε βάρος των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων, που ήδη πληρώνουν πανάκριβα για να έχουν ρεύμα και θέρμανση; Δε σημαίνει αυτό, πρακτικά, ότι αντί να διαμορφώνονται προϋποθέσεις για πιο φτηνή, ακόμα και δωρεάν σε ορισμένες περιπτώσεις, πρόσβαση των λαϊκών οικογενειών σε ενέργεια και θέρμανση θα συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο;

Επίσης, πώς θα καλυφθούν οι νέες φοροαπαλλαγές στο κεφάλαιο; Ποιος θα τις πληρώσει; Είτε θα σημάνουν αύξηση φόρων που θα πλήξει τα εργατικά - λαϊκά στρώματα ή ακόμα μεγαλύτερες περικοπές σε κρατικές δαπάνες που αφορούν κοινωνικές υπηρεσίες, με πιο εύκολο και έξυπνο τρόπο τη μετακύλησή τους στις Τοπικές Διοικήσεις (δήμους και περιφέρειες) και λειτουργία τους με ανταποδοτικά κριτήρια.

Το συμπέρασμα, λοιπόν, είναι ότι όσα δε θα χάσουν άμεσα οι εργαζόμενοι από περαιτέρω μειώσεις μισθών θα τα χάσουν έμμεσα μέσα από τη μείωση του «μη μισθολογικού κόστους», αποδεικνύοντας ότι στον καπιταλισμό δεν μπορεί να κερδίζει το κεφάλαιο και να μη χάνουν οι εργαζόμενοι και τα φτωχά λαϊκά στρώματα είτε το πληρώνουν «τοις μετρητοίς» είτε «με δόσεις».


Χ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ