Αποσπάσματα από την ομιλία του Μ. Παπαδόπουλου σε εκδήλωση των ΚΟ Κερατσινίου - Δραπετσώνας του ΚΚΕ
Στη βιβλιοπαρουσίαση, οι δεκάδες παρευρισκόμενοι άκουσαν με ενδιαφέρον την ομιλία του Μάκη Παπαδόπουλου, μέλους της ΚΕ του ΚΚΕ και υπευθύνου της Ιδεολογικής Επιτροπής και του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ, ενώ μετά το τέλος της εκδήλωσης είχαν την ευκαιρία να προμηθευτούν το βιβλίο, όπως και άλλες εκδόσεις της «Σύγχρονης Εποχής».
Αναφερόμενος στη σημασία της συγκεκριμένης έκδοσης, ο Μ. Παπαδόπουλος ανέφερε αρχικά ότι αποτελεί μια πολύτιμη αυθεντική ιστορική πηγή για τις αιτίες και την πορεία προς το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αλλωστε, ο συγγραφέας Ιβάν Μάισκι διετέλεσε πρεσβευτής της Σοβιετικής Ενωσης στη Βρετανία την κρίσιμη περίοδο 1932 - 1943 και υπήρξε στενός συνεργάτης του Επιτρόπου Εξωτερικών Υποθέσεων, Μαξίμ Λιτβίνοφ.
Ωστόσο, όπως τόνισε ο Μ. Παπαδόπουλος, υπάρχουν δυο πιο σημαντικοί λόγοι που υπογραμμίζουν την αξία της νέας έκδοσης της «Σύγχρονης Εποχής». Ο πρώτος λόγος αφορά την αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας απέναντι στις αστικές προσπάθειες διαστρέβλωσης και αναθεώρησης της Ιστορίας.
Σ' αυτό το σημείο ο ομιλητής ανέφερε: «Στο επίκεντρο της διαπάλης με τις αστικές προσεγγίσεις βρίσκεται ο ψευδής ισχυρισμός ότι η Σοβιετική Ενωση είναι συνένοχη για το ξέσπασμα του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου γιατί υπέγραψε το Σύμφωνο μη επίθεσης με τη ναζιστική Γερμανία, το γνωστό Σύμφωνο Ρίμπεντροπ - Μολότοφ. Ετσι η αστική αναθεώρηση επιχειρεί να εμφανίσει ως μόνους ειλικρινείς αντιπάλους του φασισμού τις αστικές δημοκρατίες όπως της Βρετανίας και της Γαλλίας. Αυτός ο ισχυρισμός αποτελεί το βασικό ιστορικό υπόβαθρο της αντιδραστικής θεωρίας των δύο άκρων που επιχειρεί να ταυτίσει τους φασίστες με τους κομμουνιστές και το ταξικό εργατικό κίνημα, δηλαδή με τις μοναδικές δυνάμεις που παλεύουν για την εξάλειψη της αιτίας που γεννά το φασιστικό ρεύμα, το μονοπωλιακό καπιταλισμό».
Σ' αυτήν την κατεύθυνση, εξήγησε, είχε ιδιαίτερη σημασία ν' αξιοποιηθούν από τη σοβιετική εξωτερική πολιτική όλες οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις, ώστε να μη σχηματιστεί ένα ενιαίο μέτωπο στήριξης από όλα τα ιμπεριαλιστικά κέντρα, της στρατιωτικής επίθεσης ενάντια στην ΕΣΣΔ. Σ' αυτό το πλαίσιο, είχαν σημασία και οι συμφωνίες εμπορικών ανταλλαγών με Βρετανία και ΗΠΑ, αφού η ΕΣΣΔ αποτελούσε προνομιακό προορισμό των εξαγωγών βρετανικών και αμερικανικών μηχανημάτων τη δεκαετία του '30.
«Στο βιβλίο» τόνισε ο Μ. Παπαδόπουλος, «ο Ιβάν Μάισκι αποδεικνύει τους πραγματικούς στόχους της Βρετανίας, της Γαλλίας και των ΗΠΑ, να προσανατολιστεί η γερμανική επίθεση μονομερώς προς τη Σοβιετική Ενωση και να διευκολυνθεί η κήρυξη πολέμου μεταξύ Γερμανίας και ΕΣΣΔ. Αυτή η στόχευση εξηγεί την περιβόητη πολιτική της "μη επέμβασης", του κατευνασμού της Γερμανίας, ενώ η τελευταία ξεδίπλωνε τα ιμπεριαλιστικά της σχέδια. Εξηγεί γιατί οι αστικές κυβερνήσεις της Βρετανίας και της Γαλλίας ανέχθηκαν την προσάρτηση της Αυστρίας στη Γερμανία το '38, γιατί υπέγραψαν τη Συμφωνία του Μονάχου και την προσάρτηση τμήματος της Τσεχοσλοβακίας στη Γερμανία την ίδια χρονιά. Εξηγεί γιατί δεν έριξαν ούτε ντουφεκιά ενάντια στη γερμανική εισβολή στην Πολωνία το '39, και γιατί υπονόμευσαν κάθε προσπάθεια της ΕΣΣΔ για να υπογράψει τριμερές Σύμφωνο αμοιβαίας βοήθειας ενάντια στη ναζιστική προέλαση. Τα γεγονότα αποδεικνύουν ότι ο ελιγμός της ΕΣΣΔ με την υπογραφή του Συμφώνου Ρίμπεντροπ - Μολότοφ ήταν μονόδρομος για να εξασφαλιστούν 20 κρίσιμοι μήνες για τη σοβιετική πολεμική προετοιμασία, για να δοθούν με καλύτερους όρους οι μεγάλες μάχες της Μόσχας και του Στάλινγκραντ».
Ο Μ. Παπαδόπουλος ξεχώρισε τρεις βασικές προβληματικές θέσεις: «Ηταν καταρχήν λαθεμένος μεθοδολογικά και ουσιαστικά ο διαχωρισμός των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και συμμαχιών σε επιθετικές, φιλοπόλεμες, φασιστικές όπως η Γερμανία και σε φιλειρηνικές, αμυντικές, αντιφασιστικές όπως η Βρετανία.
Αυτή η ανάλυση βασιζόταν στην απόσπαση της εσωτερικής από την εξωτερική πολιτική του αστικού κράτους. Καλλιεργούσε την αυταπάτη ότι η εξωτερική πολιτική προσδιορίζεται απ' το ιδεολογικό ρεύμα που κυριαρχεί στην εκάστοτε αστική κυβέρνηση, απ' το αν είναι φασιστική ή σοσιαλδημοκρατική. Ομως η λενινιστική ανάλυση έχει αποδείξει ότι οι στόχοι της εξωτερικής πολιτικής καθορίζονται απ' τα στρατηγικά συμφέροντα του μονοπωλιακού κεφαλαίου κάθε χώρας, απ' τους αστικούς στόχους για συμμετοχή στον έλεγχο και στο ξαναμοίρασμα των αγορών.
Τα γεγονότα επιβεβαίωσαν την ορθότητα της λενινιστικής θέσης. Αυτή η λαθεμένη διάκριση συσκότιζε τελικά τον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα του πολέμου, καθώς και το γεγονός ότι ο στόχος όλων των εμπόλεμων καπιταλιστικών κρατών θα ήταν η διατήρηση και ενίσχυση της αστικής εξουσίας μετά τη λήξη του πολέμου.
Αντίστοιχα προβληματικός ήταν και ο νέος ορισμός του φασισμού, ο οποίος στο 7ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς συνδέθηκε με το πιο αντιδραστικό τμήμα του χρηματιστικού κεφαλαίου, σε αντίθεση με προηγούμενες αναλύσεις και αποφάσεις που προσδιόριζαν σωστά το φασισμό ως μορφή αντιδραστικής επίθεσης συνολικά του χρηματιστικού κεφαλαίου, χωρίς διαχωρισμούς.
Ετσι κυριάρχησε τελικά και η γραμμή του λαϊκού αντιφασιστικού μετώπου, της κοινοβουλευτικής διεκδίκησης της αστικής κυβέρνησης σε συμμαχία με τη σοσιαλδημοκρατία, με στόχο την αποτροπή του φασισμού και του πολέμου. Αυτός ο μεταβατικός στόχος συμμετοχής των κομμουνιστών στη διακυβέρνηση σε καπιταλιστικό έδαφος οδήγησε στον εγκλωβισμό του κινήματος κάτω απ' τη σημαία της αστικής δημοκρατίας. Ετσι παραμερίστηκε η προετοιμασία και η κλιμάκωση της πάλης για την εργατική εξουσία.
Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα των αρνητικών συνεπειών αυτών των επιλογών είναι το λαϊκό μέτωπο της Γαλλίας. Σχημάτισε κυβέρνηση το '36 με εκλογική νίκη 57%, μετά από μαζικές αντιφασιστικές διαδηλώσεις. Το Γαλλικό ΚΚ, που έλαβε 15%, στήριξε την αστική κυβέρνηση χωρίς να συμμετέχει.
Στην αρχή η κυβέρνηση πήρε ορισμένα μέτρα ανακούφισης του λαού, έδωσε κάποιες αυξήσεις, κατοχύρωσε το 40ωρο. Στη συνέχεια, όμως, προχώρησε σε υποτίμηση του φράγκου για να θωρακίσει την ανταγωνιστικότητα του γαλλικού κεφαλαίου και ανέχθηκε τη μεγάλη αύξηση του πληθωρισμού που επιδείνωσε την κατάσταση των λαϊκών στρωμάτων. Δεν πρόσφερε καμιά στρατιωτική βοήθεια στις αντιφασιστικές δυνάμεις της Ισπανίας. Παρότι η σύνθεση της Βουλής δεν άλλαξε, στο εσωτερικό της κυβέρνησης έγιναν αλλαγές. Το '39 η γαλλική κυβέρνηση παρέδωσε στον Φράνκο πλοία του ισπανικού πολεμικού στόλου και του επέστρεψε το χρυσό που κρατούσε ενέχυρο από το '31. Την ίδια χρονιά έθεσε εκτός νόμου το Γαλλικό ΚΚ, μετά την υπογραφή του Συμφώνου Ρίμπεντροπ - Μολότοφ. Τελικά η Βουλή του '36 επέτρεψε το σχηματισμό της κυβέρνησης Πετέν, της συνεργασίας με τη ναζιστική Γερμανία. Τα γεγονότα μιλούν από μόνα τους...».
Στη συνέχεια, ο ομιλητής αναφέρθηκε στην επικαιρότητα των διδαγμάτων από τα λάθη του παρελθόντος, στη σημερινή πολιτική διαπάλη και την προετοιμασία του κινήματος για την περίπτωση ενός γενικευμένου ιμπεριαλιστικού πολέμου στην ευρύτερη περιοχή μας.
Αναφέρθηκε στις πρόσφατες εξελίξεις που δείχνουν ότι η εγκληματική οργάνωση της Χρυσής Αυγής συνεχίζει να δρα κάτω απ' την προστατευτική φτερούγα του αστικού κράτους. Τόνισε τη σημασία της προετοιμασίας για να μην εγκλωβιστεί το κίνημα κάτω από τη σημαία της αστικής τάξης, είτε στην περίπτωση που αυτή καλεί σε συμμετοχή σε επεμβάσεις του ΝΑΤΟ και της ΕΕ είτε στην περίπτωση που υπάρξει εισβολή από άλλο καπιταλιστικό κράτος. Υπογράμμισε ότι σε κάθε περίπτωση η πάλη πρέπει να είναι αναπόσπαστη από τον αγώνα για την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου.