ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 21 Αυγούστου 2015
Σελ. /20
Για τις εξελίξεις στην οικονομία της Κίνας

Το τελευταίο χρονικό διάστημα αυξάνονται τα ρεπορτάζ στα αστικά ΜΜΕ που αναδεικνύουν αρνητικά σημάδια στην οικονομία της Κίνας. Η επιβράδυνση έτσι κι αλλιώς ήταν γνωστή. Πρόσφατα, επίσης, υπήρξε πτώση δεικτών στα χρηματιστήρια. Αυτό, όμως, που ξάφνιασε και ξανάρχισαν να γράφουν, αναδεικνύοντας ανησυχητικά φαινόμενα με αρνητικές επιδράσεις στις καπιταλιστικές οικονομίες των άλλων ισχυρών κρατών, ήταν η αιφνιδιαστική, όπως λένε, υποτίμηση του κινεζικού νομίσματος, του γουάν.

Ενδεικτικά, αναφέρουμε ρεπορτάζ της «Καθημερινής» στις 14 και 15 - 16/8/2015, όπου αναφερόταν ότι αιφνιδίασε η Κίνα τις αγορές, υποτιμώντας το γουάν κατά 2%, γεγονός που προκάλεσε κραδασμούς στα νομίσματα των εμπορικών της εταίρων, αλλά και υποψίες ότι εγκαινιάζει νέο γύρο νομισματικού πολέμου. Πρόκειται, σύμφωνα με εκτιμήσεις, για τη μεγαλύτερη υποτίμηση του γουάν από το 1994 και τη σύνδεσή του με το δολάριο και αποφασίζεται σε μια στιγμή που η κινεζική οικονομία επιβραδύνεται ραγδαία. Ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας της Κίνας εκτιμάται πως θα είναι το 2015 ο χαμηλότερος των τελευταίων 25 ετών.

Αμεσος ήταν ο αντίκτυπος στα νομίσματα της Νότιας Κορέας, της Αυστραλίας, της Νέας Ζηλανδίας και της Σιγκαπούρης, στενών εμπορικών εταίρων του Πεκίνου, που υποχώρησαν κατά τουλάχιστον 1%. Οι αγορές την ερμηνεύουν ως προσπάθεια για τόνωση των κινεζικών εξαγωγών. Σημείωσαν κέρδη οι μετοχές των εξαγωγικών επιχειρήσεων.

Η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας χαρακτήρισε την κίνησή της «μια εφάπαξ υποτίμηση», αλλά πολλοί οικονομικοί αναλυτές εκτιμούν ότι σηματοδοτεί αλλαγή στάσης από την πολιτική του ισχυρού γουάν.

«Οι υπόλοιπες εξαγωγικές χώρες βλέπουν τη χαμηλή ισοτιμία του γουάν ως ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Στην πραγματικότητα, η ισοτιμία του γουάν, όπως προκύπτει από τις εμπορικές συναλλαγές, είχε ενισχυθεί τα τελευταία τέσσερα τρίμηνα και, σύμφωνα με την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών, ήταν η υψηλότερη ανάμεσα στα 32 νομίσματα που παρακολουθούν οι δείκτες της.

Μερίδα οικονομικών αναλυτών προειδοποιεί, άλλωστε, το Πεκίνο να σταθμίσει το όφελος από την ενίσχυση των εξαγωγών, την οποία θα επιφέρει ένα φθηνότερο γουάν, έναντι του κινδύνου μαζικών εκροών κεφαλαίων από τη χώρα, καθώς οι παρεμβάσεις της κινεζικής ηγεσίας στις αγορές συναλλάγματος έχουν μειώσει τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της χώρας κατά 300 δισ. δολάρια τα τελευταία τέσσερα τρίμηνα».

Η υποτίμηση έγινε δύο μέρες μετά τη δημοσιοποίηση στοιχείων που φέρουν τις εξαγωγές της Κίνας να έχουν μειωθεί κατά 8,3% τον Ιούλη.

Ενας παράγοντας είναι η επιβράδυνση

Είναι γεγονός ότι η οικονομία της Κίνας επιβραδύνει. Είναι γεγονός επίσης ότι η κυβέρνηση και η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας έχουν κάνει από το Σεπτέμβρη του 2014 διάφορες παρεμβάσεις ώστε να μειώσουν την επιβράδυνση και τις συνέπειες της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης στην οικονομία της Κίνας. Μείωσαν το ύψος των κεφαλαίων που οφείλουν να διατηρούν οι κινεζικές τράπεζες στα ταμεία της Κεντρικής Τράπεζας για να τα ρίξουν στην αγορά, αυξάνοντας τη ρευστότητα, μείωσαν τα επιτόκια, ενώ ταυτόχρονα η κυβέρνηση κάνει στροφή ενισχύοντας τις επενδύσεις στο εσωτερικό της Κίνας. Ετσι προωθεί οικονομικές μεταρρυθμίσεις, για την ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς, κατανοώντας ότι δεν μπορεί να εξαρτάται η ανάπτυξη της οικονομίας μόνο από τις εξαγωγές. Αλλωστε, αυτές μειώνονται συνεχώς λόγω της διεθνούς καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης και αυτό έχει επίδραση στην επιβράδυνση της οικονομίας της Κίνας. Η εσωτερική αγορά της Κίνας είναι τεράστια και υπάρχει τεράστιο έδαφος ανάπτυξης, και βιομηχανικής και αγροτικής. Χρειάζεται όμως υποδομές, κυρίως στον τομέα των μεταφορών. Ετσι, η κυβέρνηση της Κίνας αποφάσισε να διαθέσει 40 δισ. δολάρια κρατικό χρήμα για υποδομες, ενώ στο εσωτερικό φαίνεται ότι προσανατολίζεται σε πολιτική ενίσχυσης της ζήτησης αυξάνοντας τους μισθούς. Αυτή η στροφή εκτιμάται ότι χρειάζεται μια μεταβατική περίοδο, που αντικειμενικά η οικονομία θα επιβραδύνεται.

Βεβαίως, η αλληλεπίδραση και αλληλεξάρτηση των οικονομιών λόγω διεθνοποίησης φαίνεται ότι έφερε νέες αρνητικές επιδράσεις. Εδώ χρειάζεται να προσθέσουμε ότι και οι οικονομίες των άλλων κρατών των BRICS βρίσκονται σε επιταχυνόμενη επιβράδυνση (Ρωσία, Βραζιλία, λιγότερο η Νότια Αφρική), που επίσης αυξάνουν τις αρνητικές επιδράσεις στην Κίνα. Με εξαίρεση την Ινδία, που αναπτύσσεται με 7% και πάνω. Η Κίνα προωθεί επίσης επενδυτικά σχέδια στο εξωτερικό (Ασία, «δρόμος μεταξιού» κ.λπ., Ευρώπη, Αφρική), αλλά ακόμη είναι νωρίς για να φέρουν ανακοπή της επιβράδυνσης και επιστροφή στη μεγαλύτερη από τους σημερινούς ρυθμούς ανάπτυξη. Βεβαίως, τα τελευταία μέτρα, ιδιαίτερα η υποτίμηση του γουάν, επιδρούν ανασταλτικά στην εσωτερική κατανάλωση γιατί οδηγούν στη μείωση της αξίας των μισθών. Αλλά αυτό δεν επηρεάζει την αγορά προϊόντων που παράγονται στην Κίνα, παρά μόνο τα εισαγόμενα. Φαίνεται πως με τα μέτρα που παίρνουν αναζητούν το μείγμα οικονομικής πολιτικής που θα μειώνει την επιβράδυνση και θα συμβάλλει στις επενδύσεις στο εσωτερικό. Η οικονομία όμως έχει τους δικούς της νόμους...

Προχθές η Κεντρική Τράπεζα ανακοίνωσε νέα μέτρα τόνωσης της οικονομίας όπως ένεση ρευστότητας ύψους 17 δισ. δολαρίων σε 12 τράπεζες, ενώ είχε προηγηθεί ανάλογη ένεση ρευστότητας στις μεγάλες κρατικά ελεγχόμενες τράπεζες. Παράλληλα η κυβέρνηση της Κίνας ανακοίνωσε ότι παραχωρεί φοροαπαλλαγές σε μικρές επιχειρήσεις που έχουν ετήσιο φορολογητέο εισόδημα κάτω των 300.000 γουάν από την 1η Οκτώβρη έως και το 2017 για να στηρίξουν τις μικρές επιχειρήσεις, που όπως λένε, «αποτελούν κύρια πηγή απασχόλησης και βασικό μοχλό της ανάπτυξης».

Η αλληλεπίδραση οικονομιών

Φαίνεται ότι πράγματι η Κίνα οδηγήθηκε στην υποτίμηση του γουάν επιδιώκοντας να ενισχύσει τις εξαγωγές της στο πλαίσιο του διεθνούς ανταγωνισμού.

Σε ό,τι δε έχει σχέση με την αλληλεπίδραση των οικονομιών λόγω διεθνοποίησης, αφού σημειώσουμε οτι οι εξαγωγές της Ιαπωνίας στην Κίνα μειώθηκαν τον Ιούλη σε 4,2% από το 5,9% τον Ιούνη,θα το δώσουμε με δύο παραδείγματα καταγεγραμμένα από αστικά ΜΜΕ.

Το πρώτο είναι το εξής. Στις 17/8/2015, σε άρθρο στην ιστοσελίδα «capital.gr» αναφερόταν:

«Ενα αίσθημα απόγνωσης αποπνέουν οι συνεχείς παρεμβάσεις της κινεζικής κυβέρνησης για τη στήριξη της ρευστότητας. Ολα άρχισαν στα μέσα Ιουνίου όταν ένα "θυελλώδες" selloff αφάνισε περισσότερα από 3 δισ. δολάρια κεφαλαιοποίησης από το κινεζικό χρηματιστήριο "πυροδοτώντας" μια σειρά κρατικών παρεμβάσεων για τη "συντήρηση" των τιμών.

Ο δρόμος του... μεταξιού δείχνει να οδηγεί, αντίστροφα αυτή τη φορά, στις ΗΠΑ, εκεί που η Fed προανήγγειλε την απόσυρση της πολιτικής των μηδενικών επιτοκίων, προκαλώντας ρίγη στις αναδυόμενες αγορές.

Γιατί συμβαίνει αυτό; Η αύξηση των επιτοκίων στις ΗΠΑ και η επακόλουθη πιθανή άνοδος της αξίας του δολαρίου θα μπορούσαν, όπως φοβούνται πολλοί, να προκαλέσουν χάος στις κυβερνήσεις, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, τις επιχειρήσεις, ακόμη και τα νοικοκυριά των αναδυόμενων χωρών. Επειδή όλοι αυτοί έχουν δανειστεί τρισεκατομμύρια δολάρια τα τελευταία χρόνια, θα βρεθούν τώρα αντιμέτωποι με την αύξηση της πραγματικής αξίας αυτού του χρέους σε τοπικό νόμισμα, ενώ παράλληλα τα υψηλότερα αμερικανικά επιτόκια θα ωθήσουν τα επιτόκια στο εσωτερικό των αναδυόμενων αγορών, διογκώνοντας ακόμη περισσότερο το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους».

Οι συνέπειες γίνονται φανερές και δεν θα σχολιάσουμε εδώ τίποτα διαφορετικό. Φυγή κεφαλαίων, διόγκωση του χρέους, αυτό σε περίπτωση που αυξηθούν τα επιτόκια στις ΗΠΑ. Αλλά η αύξηση των επιτοκίων στις ΗΠΑ, που μπορεί να φέρει τεράστια επιβράδυνση και υφεσιακά φαινόμενα σε άλλες ισχυρές οικονομίες, θα έχει αρνητική επίδραση τουλάχιστον στις εξαγωγές των μονοπωλίων των ΗΠΑ αφού ισχυροποιεί το δολάριο. Γι' αυτό και δεν προχωρά η Fed σ' αυτό το μέτρο ακόμη. Αλλά και η Κίνα διαχειρίζεται το μεγαλύτερο μέρος του χρέους των ΗΠΑ γεγονός που αντεπιδρά.

Το δεύτερο είναι διαφορετικό. Στις 18/8/2015, σε ρεπορτάζ της ιστοσελίδας «Deutsche Welle» αναφερόταν: «Οι γερμανικές επιχειρήσεις αρχίζουν να ανησυχούν για την πορεία της οικονομίας στην Κίνα, που απορροφά σημαντικό μέρος των γερμανικών εξαγωγών. Προβληματισμός επικρατεί και για την ισοτιμία του γουάν. Καμία άλλη χώρα της Ευρωζώνης δεν πραγματοποιεί τόσες πολλές εξαγωγές προς την Κίνα: Τα τελευταία δέκα χρόνια η αξία των γερμανικών εξαγωγών προς τη χώρα αυτή υπερτριπλασιάστηκε, φτάνοντας τα 74 δισ. ευρώ. Κατά μέσον όρο οι γερμανικές επιχειρήσεις εξάγουν πλέον το 7% της παραγωγής στην Κίνα, ενώ πολύ μεγαλύτερο είναι το αντίστοιχο ποσοστό στην αυτοκινητοβιομηχανία.

Ο Αντον Μπέρνερ, επικεφαλής του γερμανικού συνδέσμου εξαγωγικού εμπορίου (BGA), επισημαίνει ότι «οι γερμανικές επιχειρήσεις πρέπει να λάβουν υπόψη τους τη συνολική εικόνα, που είναι ότι η κινεζική οικονομία παρουσιάζει σημαντική επιβράδυνση στην ανάπτυξη, όπως δείχνει η σχετική ανά τρίμηνο καταγραφή στα τελευταία δυόμισι χρόνια. Οι μεταρρυθμίσεις της κινεζικής κυβέρνησης επιβαρύνουν την αγορά ειδών πολυτελείας, όπως φαίνεται και από τη μείωση τζίρου για τους κορυφαίους γαλλικούς οίκους του είδους».

Η κρίση δεν ξεπεράστηκε οριστικά

Η έκφραση μεγάλων ανησυχιών για την επίδραση της πορείας της οικονομίας της Κίνας σε Γερμανία, Γαλλία δείχνει ότι πράγματι υπάρχουν προβλήματα στην Κίνα, τα οποία φαίνεται να μεγαλώνουν. Για παράδειγμα, τον Ιούλη 2015, κατέγραψαν μεγάλη πτώση οι εξαγωγές της Κίνας, που μειώθηκαν σε χρηματική αξία κατά 8,3% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2014. Σύμφωνα με δημοσιεύματα στο διεθνή οικονομικό Τύπο, η απότομη πτώση των εξαγωγών της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας στον πλανήτη οφείλεται, μεταξύ άλλων, σε προβλήματα υπερπαραγωγής σε βιομηχανίες - κλειδιά, με δεδομένο ότι η εξωτερική αγορά δεν απορροφά το σύνολο της παραγωγής, εξαιτίας κυρίως της μειωμένης ζήτησης από την Ευρωπαϊκή Ενωση, που αποτελεί βασικό οικονομικό εταίρο και η οικονομία της δυσκολεύεται να ανακάμψει. Ως αποτέλεσμα, οι αρμόδιες αρχές εκφράζουν τώρα αμφιβολίες για το κατά πόσο είναι εφικτός ο στόχος για ανάπτυξη 7% στο τέλος του 2015 στην κινεζική οικονομία. Το πρόβλημα παρουσιάζεται αμφίδρομο και οφείλεται στην παγκόσμια καπιταλιστική οικονομική κρίση, που μειώνει τις εξαγωγές της Κίνας, αλλά ταυτόχρονα η μείωση των εξαγωγών της Κίνας προκαλεί προβλήματα στην οικονομία της. Ετσι, μειώνει τις εισαγωγές της.

Οι οικονομικές εξελίξεις στην Κίνα, που επηρεάζονται και επηρεάζουν τη διεθνή οικονομία, δείχνουν ότι η καπιταλιστική οικονομική κρίση δεν έχει ξεπεραστεί οριστικά. Οι καπιταλιστές, οι κυβερνήσεις τους, τα επιτελεία τους ανησυχούν. Και ανησυχούν για την πορεία της Κίνας γιατί όσο και αν επιβραδύνει η οικονομία της, κινείται σε ρυθμούς γύρω από το 7% έως τώρα, όταν οι ΗΠΑ, η Ιαπωνία, η Ευρωζώνη βρίσκονται το 2015 μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Ρυθμοί ανάπτυξης 0,2% έως 0,6% είναι στασιμότητα, σημάδι ύφεσης. Αυτά όμως που πονοκεφαλιάζουν τους καπιταλιστές, είναι ξένα για τους εργαζόμενους, που πρέπει, διεκδικώντας ικανοποίηση όλων των αναγκών τους, να βάλουν πλώρη για ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου, κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, και με κεντρικό σχεδιασμό και εργατικό έλεγχο θα βάλουν την οικονομία στην υπηρεσία του λαού.


Λ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ