Η εξέγερση του λαού με μπροστάρη και οργανωτή το ΚΚΕ, το Σεπτέμβρη του 1941 στη Δράμα, αποτελεί κορυφαία πράξη αντίστασης απέναντι στην τριπλή φασιστική κατοχή στη χώρα μας. Ηταν η πρώτη αντιστασιακή πράξη στην Ελλάδα και η δεύτερη σε όλη την κατεχόμενη Ευρώπη. Ανεξάρτητα από την κατάληξη και παρ' όλα τα αντίποινα, η θυσία των εξεγερμένων ήταν ο πρόδρομος της ηρωικής προσφοράς του ελληνικού λαού στην εποποιία της Εθνικής Αντίστασης ενάντια στους ναζί και φασίστες κατακτητές.
Στην εκδήλωση μίλησαν ο Δημήτρης Παπατολίδης, Γραμματέας της Επιτροπής Περιοχής Ανατολικής Μακεδονίας - Θράκης του ΚΚΕ, η Θεανώ Καπέτη, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, ο Γιώργος Μαργαρίτης, καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας του ΑΠΘ και ο Νίκος Γεωργιάδης, διδάκτορας Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Η εκδήλωση άνοιξε με την προβολή βίντεο για τα γεγονότα του Σεπτέμβρη του 1941, ενώ στο χώρο λειτούργησε έκθεση με πλούσιο αρχειακό υλικό από την περίοδο 1940-1949. Περιελάμβανε τμήμα από προσωπικά αρχεία παλιών κομμουνιστών και αγωνιστών της Δράμας, τα οποία στη συνέχεια παραδόθηκαν στην ΚΕ του ΚΚΕ για να αξιοποιηθούν στο Αρχείο του Κόμματος.
Και ένα από τα βασικότερα συμπεράσματα είναι πως οι τεράστιες θυσίες του λαού μας, των εργαζομένων, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, δεν ήταν και δε θα είναι ποτέ μάταιες».
Η Θ. Καπέτη, αναφερόμενη στις διαστάσεις που πήρε η λαϊκή ένοπλη εξέγερση στη Δράμα, ενώ πανελλαδικά το λαϊκό κίνημα έκανε ακόμα τα πρώτα του βήματα, επεσήμανε τους εξής παράγοντες: «Πρώτα απ' όλα είχαν προηγηθεί δεκαετίες βουλγάρικης καταπίεσης των λαϊκών μαζών, που συνδυάζονταν με την επιδίωξη της βουλγάρικης αστικής τάξης να προσαρτήσει την Ανατολική Μακεδονία και Θράκη.
Η Κατοχή που εγκαθιδρύθηκε το 1941, αναζωπύρωσε τη φωτιά, αφού συνοδευόταν με εξαναγκασμό κατοίκων σε φυγή, εποικισμό, αρπαγή της σοδειάς, ενώ οργίαζαν η δράση της βουλγάρικης Κρατικής Ασφάλειας και οι διώξεις. Τα παραπάνω διαμόρφωναν συνθήκες ακόμα και για αυθόρμητα ξεσπάσματα». Αναφέρθηκε, επίσης, στην επιρροή του Κόμματος και στην καλύτερη κατάσταση των Οργανώσεων στην περιοχή.
Τόνισε ότι μέσα στα πλαίσια της ανάγκης να συνεχιστεί η ιστορική έρευνα, πρέπει να ενταχθούν και τα γεγονότα που αφορούν την εξέγερση της Δράμας, για τα οποία χρειάζεται βαθύτερη έρευνα.
Και ανέφερε: «Οι αδυναμίες της εξέγερσης πολλές. Κυρίως στο κατά πόσο ακολουθήθηκαν στοιχειώδεις κανόνες μιας εξέγερσης. Να στηρίζεται στην επαναστατική άνοδο του λαού, να στηρίζεται σε τέτοιο σημείο στροφής όταν στις πρωτοπόρες γραμμές του λαού παρατηρείται η μεγαλύτερη δραστηριότητα, όταν οι ταλαντεύσεις στις γραμμές των εχθρών και στις γραμμές των αδύνατων, μεσοβέζικων, αναποφάσιστων φίλων της επανάστασης είναι μεγαλύτερες από κάθε άλλη φορά. Θέλει, για την επιτυχία της εξέγερσης, σωστό υπολογισμό της στιγμής για την έναρξή της, επιτελείο των εξεγερμένων δυνάμεων, διάταξη των δυνάμεων, σχέδιο δράσης και συντονισμού των επαναστατικών τμημάτων κ.λπ.
Παρά τις αδυναμίες και την ανάγκη για παραπέρα διερεύνηση, τα γεγονότα της 28-29 Σεπτέμβρη 1941 στη Δράμα έχουν καταγραφεί και έτσι πρέπει να τιμούνται, ως μια ηρωική λαϊκή εξέγερση. Εξέγερση στην οποία πρωτοστάτησαν οι κομμουνιστές».
Ο Γιώργος Μαργαρίτης, στην ομιλία του, φώτισε τις ρίζες και τη διεθνή διάσταση της εξέγερσης του 1941. Οπως είπε, τα όσα ηρωικά, τα όσα τραγικά συνέβησαν στη βουλγαροκρατούμενη περιοχή της Δράμας στις αρχές του φθινοπώρου του 1941, είναι μέρος ενός ευρύτερου σκηνικού, είναι κομμάτι ενός τιτάνιου αγώνα.
Απρόσμενα, τόσο για τους ναζιστικούς όσο και για τους βουλγάρικους εθνικιστικούς σχεδιασμούς, τα κατακτημένα Βαλκάνια, πολύ νωρίς, μεταβλήθηκαν σε ένα νέο μέτωπο πολέμου. Η εικόνα ενός γενικευμένου απελευθερωτικού κινήματος αποτυπώθηκε στις αναφορές των Γερμανών ιθυνόντων, αλλά και απλώθηκε προς όλες τις κατευθύνσεις, έως την περιοχή της Δράμας.
Και σημείωσε: «Η ηρωική εξέγερση της Δράμας έγινε σε μια εποχή όπου οι συσχετισμοί δεν επέτρεπαν την επίτευξη νικηφόρου αποτελέσματος. Οι συνέπειές της ήσαν όμως σημαντικές. Στο τοπικό επίπεδο, η προσπάθεια της βουλγάρικης φασιστικής κυβέρνησης να παρουσιάσει την προσάρτηση της Ανατολικής Μακεδονίας και της Δυτικής Θράκης ως μια ειρηνική επιχείρηση που γινόταν σύμφωνα με τις επιθυμίες των κατοίκων της περιοχής, τινάχτηκε στον αέρα. Η φασιστική Βουλγαρία, παρά τους υπολογισμούς της, κατέδειξε η ίδια με τις φονικές πρακτικές της ότι κατέκτησε ξένο τόπο και ξένο λαό.
Στο γενικό επίπεδο, παρά τις τοπικές αποτυχίες, η εξέγερση των Βαλκανίων δεν έγινε δυνατό να καταπνιγεί από τον Αξονα, παρά τις μεραρχίες που έστειλε η ναζιστική πολεμική μηχανή στην περιοχή. Η ζώνη παρέμεινε ζώνη πολέμου ως το τέλος και οι δυνάμεις του Αξονα που καθηλώθηκαν εκεί, ισοδυναμούσαν με τις αντίστοιχες του αφρικανικού ή του ιταλικού μετώπου. Τα θύματα του 1941 θεμελίωσαν στέρεα τους αγώνες των λαών για ελευθερία.
Η Δράμα της ηρωικής εξέγερσης έγινε ένας τόπος εγκλήματος από τα πολλά που δημιούργησε η ναζιστική Νέα Ευρώπη. Οι λαοί, όμως, στο τέλος νίκησαν, συνέθλιψαν το ναζιστικό θηρίο. Κανένα θύμα δεν πήγε χαμένο, καμιά ηρωική εξέγερση ενάντια στο άδικο δε χάθηκε χωρίς ν' αφήσει πίσω της παρακαταθήκη για την τελική νίκη».
Ο Ν. Γεωργιάδης παρουσίασε μια σειρά από στοιχεία και γεγονότα που καταρρίπτουν τη συκοφαντία που υιοθετείται από τμήματα της αστικής βιβλιογραφίας και υποστηρίζει ότι οι βουλγάρικες κατοχικές αρχές συνεργάστηκαν με τους Ελληνες κομμουνιστές της Δράμας, για να ξεσπάσει εξέγερση και να δικαιολογήσουν σφαγές κατά του ελληνικού πληθυσμού της περιοχής, με σκοπό να αλλοιωθεί η εθνολογική της σύσταση.
Μεταξύ άλλων, ανέφερε: «Ο εισηγητής της άποψης περί προβοκάτσιας ήταν ο Ελληνας Γενικός Επιθεωρητής Νομαρχιών Γενικής Διοικήσεως Μακεδονίας το 1941 Αθανάσιος Χρυσοχόου, ο συνεργαζόμενος δηλαδή με τους Γερμανούς και τους Βούλγαρους κατακτητές της Μακεδονίας διοικητής της και ιδεολογικός αντίπαλος του ΚΚΕ.
Οι ηγέτες της εξέγερσης συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν από τους Βουλγάρους ή σκοτώθηκαν σε μάχες, όπως πολλοί αντάρτες, άρα δεν είναι δυνατόν να συνεργάστηκαν με τους Βουλγάρους.
Η εκδοχή της προβοκάτσιας που διατυπώθηκε στο βιβλίο του Χρυσοχόου στο τελευταίο έτος του Εμφυλίου Πολέμου (1949), εντάσσεται στο κλίμα της συκοφάντησης του ΚΚΕ (συμμορίτες, ΕΑΜοβούλγαροι)».
Η εξέγερση στη Δράμα, τόνισε ο Ν. Γεωργιάδης, ήταν «μία λαϊκή, πατριωτική, ηρωική, πρωτοπόρα, αλλά και πρόωρη πράξη αντίστασης των Δραμινών, με οργανωτές, καθοδηγητές και μπροστάρηδες τα τοπικά κομματικά στελέχη του ΚΚΕ. Τους Δραμινούς κομμουνιστές που αγωνίστηκαν, βασανίστηκαν και εκτελέστηκαν, αλλά δε συμβιβάστηκαν, δε λύγισαν, δε βουλγαρογράφτηκαν. Που πολέμησαν στο βουνό και στην πόλη, στο χωριό και στην κωμόπολη, άοπλοι και ένοπλοι, επιλέγοντας τον αγώνα κατά του κατακτητή και όχι τη συνεργασία μαζί του, προτιμώντας τη λευτεριά και όχι τη σκλαβιά».
Η προετοιμασία για την ανάπτυξη αντάρτικων ομάδων στην περιοχή της Δράμας, με καθοδηγητή το μέλος του Μακεδονικού Γραφείου του ΚΚΕ και Γραμματέα της Περιφερειακής Επιτροπής Δράμας, Παντελή Χαμαλίδη (Αλέκο), άρχισε τον Ιούλη του 1941.
Το Σεπτέμβρη του '41, σε σύσκεψη του Μακεδονικού Γραφείου στην Ηλιοκώμη Σερρών, αποφασίστηκε να ενταθεί η οργάνωση ένοπλων ομάδων και να πραγματοποιηθούν σαμποτάζ ενάντια στους Βούλγαρους φασίστες κατακτητές.
Δώδεκα μέρες μετά, με την καθοδήγηση της ΠΕ Δράμας του ΚΚΕ, πραγματοποιείται η εξέγερση (28 προς 29 του Σεπτέμβρη του '41), η πρώτη μεγάλη ένοπλη λαϊκή εκδήλωση στην Κατοχή. Χιλιάδες κατοίκων στη Δράμα και σε πολλά χωριά της περιοχής πήραν τα όπλα και κατέλυσαν τις βουλγαρικές αρχές.
Χρειάστηκε η αποστολή μιας ολόκληρης μεραρχίας του βουλγαρικού στρατού, για να αποκατασταθεί η βουλγαρική κυριαρχία στην περιοχή. Η εξέγερση, πνίγηκε στο αίμα. Περίπου 2.140 πατριώτες σφαγιάστηκαν, ενώ άλλες πηγές κάνουν λόγο για περισσότερους. Πολλοί προσπάθησαν να φύγουν από την περιοχή, για να περάσουν στη γερμανοκρατούμενη ζώνη. Ανάμεσα στους σκοτωμένους από το πογκρόμ που εξαπέλυσαν οι βουλγαρικές αρχές ήταν πολλά από τα μέλη και τα στελέχη της ΚΟ Δράμας, αλλά και τα μέλη του Μακεδονικού Γραφείου που πιάστηκαν και εκτελέστηκαν στο Στρυμόνα, κοντά στην Παλαιοκώμη στις 6 του Οκτώβρη του '41. Το Μάη του '42 σκοτώθηκε σε ενέδρα και ο Π. Χαμαλίδης.