Είναι γεγονός ότι η περιοδεία του Φρανσουά Ολάντ σε μια από τις σημαντικότερες χώρες απ' αυτές που χαρακτηρίζονται ως αναδυόμενες οικονομίες, έγινε σε μια περίοδο που το γαλλικό κεφάλαιο αναζητά «απεγνωσμένα» τρόπους να μειώσει την απόσταση που το χωρίζει από ανταγωνιστές του, στη διεθνή αγορά, και ενώ βιώνει ολοένα και πιο ασφυκτικά την πίεση από μια οικονομική στασιμότητα και μια τεράστια δυσκολία ανάκαμψης της κερδοφορίας του.
Ετσι, με δεδομένο ότι στην Ινδία οι ρυθμοί ανάπτυξης κυμαίνονται γύρω στο 7% (πολύ αυξημένοι σε σχέση με αυτούς των αναπτυγμένων χωρών), ότι πρόκειται για μια χώρα με τεράστια δεξαμενή εργατικών χεριών (με μικρό μέσο όρο ζωής), πολύ κοντά στις πολυπληθείς και αναδυόμενες αγορές της Νοτιοανατολικής Ασίας, με μεγάλα περιθώρια συγκέντρωσης κεφαλαίου, με άφθονο φυσικό πλούτο, με μια σειρά καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις να επιταχύνονται, προσελκύοντας ξένες επενδύσεις, η γαλλική πλουτοκρατία στρέφεται προς την κατεύθυνσή της, επιδιώκοντας αφενός να επεκτείνει χρυσοφόρες μπίζνες, αφετέρου να αξιοποιήσει τα όποια πλεονεκτήματα μπορεί να αποδώσει η σύσφιξη της συνεργασίας με μια τέτοια ισχυρή καπιταλιστική δύναμη, πέρα από το οικονομικό και σε άλλα επίπεδα. Ολα αυτά, σε μια περίοδο που οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί οξύνονται διαρκώς, κυοφορώντας επιχειρηματικές, αλλά και γεωπολιτικές ανακατατάξεις, αλλά και ενώ όλο το γεωγραφικό «τόξο» που ξεκινά δίπλα ακριβώς από τη Μέση Ανατολή (Ινδικός - Νοτιοανατολική Ασία - Ειρηνικός) φιλοξενεί κι αυτό με τη σειρά του αρκετές «κόντρες», ακριβώς επειδή συγκεντρώνει το ενδιαφέρον ισχυρών μονοπωλιακών συμφερόντων.
Σήμερα, η Γαλλία είναι ο τρίτος μεγαλύτερος ξένος επενδυτής στην Ινδία, όπως τουλάχιστον υποστήριξε ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών Μισέλ Σαπέν σε μια από τις συναντήσεις που είχε η αντιπροσωπεία υπό τον Ολάντ με επιχειρηματίες, συμπληρώνοντας ότι στόχος είναι την επόμενη 5ετία οι γαλλικές επενδύσεις να διπλασιαστούν και να φτάσουν τα 10 δισ. δολάρια. Οι γαλλικές εταιρείες, που σήμερα δραστηριοποιούνται στην Ινδία, ξεπερνούν τις 400 και προέρχονται κυρίως από τομείς της βιομηχανίας, καθιστώντας τη Γαλλία «έναν κρίσιμο παίκτη» - κατά τα λεγόμενα του Σαπέν - για το πρόγραμμα «Παράξτε στην Ινδία» («Make in India» - «Μέικ ιν Ιντια») της κυβέρνησης του Ναρέντρα Μόντι. Πρόκειται για προσπάθεια να αναδιοργανωθεί ο βιομηχανικός ιστός της χώρας και αυτή να μετατραπεί σε σημαντικό κόμβο παραγωγής για όλη την περιοχή, ενισχύοντας έτσι την έδρα του ντόπιου κεφαλαίου και τα σχέδιά του να ανελιχθεί συνολικά στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα.
Από τις διμερείς συμφωνίες που υπογράφτηκαν ξεχωρίζουν ίσως αυτές για επενδύσεις στους τομείς της Ενέργειας και των Μεταφορών στην Ινδία, με δεδομένο ότι οι αυξημένες ανάγκες που γεννούν τα αναπτυξιακά σχέδια της κυβέρνησης Μόντι δημιουργούν και αυξημένες προσδοκίες στα μονοπώλια για «σίγουρα κέρδη» από τα σχέδια εκσυγχρονισμού και επέκτασης Υποδομών, Δικτύων Μεταφοράς πρώτων υλών και φυσικά ανθρώπων, Ενέργειας. Μεταξύ άλλων:
Αλλοι κλάδοι στους οποίους Γαλλία και Ινδία συμφώνησαν να «ενώσουν» τις «προσπάθειές» τους είναι η βιομηχανία μεταποίησης αγροτικών προϊόντων (με αντικείμενο και ανάπτυξη επιστημονικών μεθοδολογιών ανάλυσης διατροφικών κινδύνων).
Ακόμα, στην Κοινή Δήλωση που δόθηκε στη δημοσιότητα, γίνεται εκτενής αναφορά στη διμερή συνεργασία στον τομέα της στρατιωτικής βιομηχανίας. Συγκεκριμένα, χαιρετίζεται η πρόοδος ως προς την εφαρμογή της Συμφωνίας Αμυντικής Συνεργασίας που ολοκληρώθηκε το 2006 και αφορά στη συνεργασία στην παραγωγή, έρευνα, ανάπτυξη και προώθηση «αμυντικού υλικού». Ακόμα, αναγνωρίζεται η «ισχυρή δέσμευση γαλλικών εταιρειών για δημιουργία εργοστασίων στην Ινδία». Επιπλέον, τονίζεται ότι «σε αντιστοιχία και με τη νέα έμφαση που η κυβέρνηση της Ινδίας δίνει στη στρατιωτική βιομηχανία, ενθάρρυναν (οι δυο ηγέτες) τις εκατέρωθεν επιχειρήσεις να προχωρήσουν σε συμφωνίες για ανάπτυξη και παραγωγή αμυντικού εξοπλισμού στην Ινδία από κοινού, συμπεριλαμβανομένης της μεταφοράς τεχνογνωσίας και τεχνολογιών». Η προτεραιότητα που η Ινδία δίνει στην αναβάθμιση της πολεμικής της μηχανής (μέχρι πρόσφατα ήταν ο μεγαλύτερος εισαγωγέας όπλων παγκοσμίως) έχουν επίσης ανοίξει την όρεξη των γαλλικών μονοπωλίων που ψάχνουν καλούς πελάτες.
Εκτός όμως από κοινές μπίζνες, Ινδία και Γαλλία ιεραρχούν ψηλά και την ενίσχυση της συνεργασίας τους σε τομείς όπως η «ασφάλεια», όπως την εννοούν οι εκπρόσωποι μιας τάξης που για χάρη της σταθερότητας και της ασφάλειας αιματοκυλούν λαούς σε κάθε γωνιά της Γης, διαμορφώνουν την ετοιμότητά τους, και στρατιωτική, για την ανά πάσα στιγμή και μορφή όξυνση των ανταγωνισμών, σε μια εποχή μάλιστα που πολλές εστίες ανάφλεξης απλώνονται σε όλο το γεωπολιτικό χάρτη του πλανήτη.
Δεν είναι τυχαίο ότι ένα από τα ντοκουμέντα που υπογράφτηκαν αφορούσε την ενίσχυση του «αγώνα κατά της τρομοκρατίας». Ακόμα, οι δύο ηγέτες καλωσόρισαν το διμερή διάλογο που οργανώθηκε για πρώτη φορά ανάμεσα στις δύο χώρες με θέμα τη Θαλάσσια Ασφάλεια στην περιοχή του Ινδικού Ωκεανού (14 - 15 Γενάρη, Παρίσι), «ο οποίος άνοιξε το δρόμο για την ενισχυμένη συνεργασία στη διατήρηση των θαλάσσιων διαδρομών για το εμπόριο και την επικοινωνία, την αντιμετώπιση της απειλής της πειρατείας και της θαλάσσιας τρομοκρατίας, τη γνώση του θαλάσσιου τομέα και την προώθηση των εμπορικών και οικονομικών συνδέσμων στην περιοχή του Ινδικού Ωκεανού». Να, λοιπόν, η Γαλλία που εμφανίζεται να διεκδικεί προνομιακή θέση και σε ένα κρίσιμο γεωστρατηγικό πέρασμα, όπως είναι ο Ινδικός Ωκεανός.
Επιπλέον, γίνεται ειδική μνεία στη σημασία και των «κοινών στρατιωτικών ασκήσεων» αλλά και στην ανάγκη να ενταθεί η συνεργασία μεταξύ των Ενόπλων Δυνάμεων των δύο πλευρών στην κυβερνο-ασφάλεια, στην κοινή δράση των Ειδικών Δυνάμεων αλλά και την ανταλλαγή πληροφοριών για την αντιμετώπιση «τρομοκρατικών απειλών».