ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 2 Απρίλη 2016
Σελ. /24
ΕΞΟΡΥΚΤΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ
Σημαντικά τα αποθέματα ορυκτών πρώτων υλών στην Ελλάδα

Τα χαρακτηριστικά του κλάδου καταγράφονται σε νέα έρευνα του Ινστιτούτου Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών

Στοά μεταλλείου βωξίτη στην Γκιώνα
Στοά μεταλλείου βωξίτη στην Γκιώνα
Τα σημαντικά αποθέματα ορυκτών πόρων και οι μεγάλες δυνατότητες που προκύπτουν από την αξιοποίησή τους για την εγχώρια οικονομία καταγράφονται σε νέα έρευνα του Ινστιτούτου Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών, με τίτλο «Η συμβολή της εξορυκτικής βιομηχανίας στην ελληνική οικονομία». Τα στοιχεία της έρευνας αποκαλύπτουν αυτό που το ΚΚΕ έχει τονίσει κατ' επανάληψη ότι η Ελλάδα είναι πλούσια σε υπέδαφος με τεράστιο ορυκτό πλούτο, που μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη της βιομηχανίας, όχι μόνο της εξορυκτικής, αλλά και της παραγωγής διαφόρων προϊόντων με πρώτη ύλη τα ορυκτά. Δηλαδή, στη μεταποιητική βιομηχανία. Αυτές οι επισημάνσεις απαντούν και σε μια μερίδα της αστικής προπαγάνδας που προβάλλει την άποψη ότι «η Ελλάδα δεν παράγει τίποτα». Βεβαίως, η έρευνα του ΙΟΒΕ εστιάζει στις δυνατότητες και προοπτικές της καπιταλιστικής ανάπτυξης με βάση το συγκεκριμένο τομέα οικονομίας.

Τα στοιχεία της έρευνας

Σε ό,τι έχει σχέση με τα στοιχεία της έρευνας προκύπτει ότι οι συνολικές πωλήσεις της εξορυκτικής βιομηχανίας το 2013 ανήλθαν στην Ελλάδα στα 2,1 δισ. ευρώ, ενώ σύμφωνα με αρχικά στοιχεία εκτιμάται ότι το 2014 αυξήθηκαν στα 2,3 δισ. Οι πωλήσεις εμφανίζονται μειωμένες κατά -15% το 2013 συγκριτικά με το 2009, κυρίως όμως λόγω της κατακόρυφης πτώσης που καταγράφεται στην εγχώρια οικοδομική δραστηριότητα, καθώς η μείωση στην εξόρυξη προέρχεται από τα αδρανή υλικά και το τσιμέντο, ενώ στις υπόλοιπες κατηγορίες καταγράφεται ακόμη και άνοδος 44,4% (μάρμαρα) και 32,9% (βασικά μέταλλα).

Η προστιθέμενη αξία της εξορυκτικής βιομηχανίας ανήλθε στα 795 εκατ. το 2014, έπειτα από συνεχή πτώση από το 2007, όταν είχε διαμορφωθεί στα 1,6 δισ. Το μερίδιο της εξορυκτικής βιομηχανίας διαμορφώθηκε το 2014 στο 3,9% της προστιθέμενης αξίας της ελληνικής βιομηχανίας, ενώ κατά την περίοδο 2007 - 2014, η εξορυκτική βιομηχανία επένδυσε 2,1 δισ. συνολικά αντιπροσωπεύοντας το 2014 το 7,8% των συνολικών επενδύσεων στη βιομηχανία.

Η απασχόληση στην εξορυκτική βιομηχανία έφτασε το 2014 τις 15,8 χιλ. θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης και, σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, η απώλεια στην απασχόληση κατά τη διάρκεια της κρίσης βρίσκεται στο -5,2% από το 2007. Ετσι, το μερίδιο του κλάδου στο σύνολο της απασχόλησης της ελληνικής βιομηχανίας αυξήθηκε από 2,9% το 2007 σε 4,1% το 2014.

Οπως καταγράφεται στην έρευνα, η εγχώρια εξορυκτική βιομηχανία «παρουσιάζει έντονη εξωστρέφεια», όχι μόνο λόγω του γεγονότος ότι σημαντικό τμήμα της παραγωγής τους εξάγεται σε διεθνείς αγορές καθώς υπάρχει μεγάλη ζήτηση πρώτης ύλης από την ξένη βαριά βιομηχανία. Αλλά και εξαιτίας της «ένταξης εγχώριων επιχειρήσεων σε πολυεθνικούς ομίλους, αλλά και με τη δημιουργία κοινών επιχειρήσεων (joint ventures), με πολλά σημεία εξόρυξης στο εξωτερικό και με δίκτυα εξαγωγών σε πολλούς προορισμούς».

Ετσι, η αξία των εξαγωγών πλησίασε το 1,1 δισ. το 2013, ξεπερνώντας το 50% των συνολικών πωλήσεων του κλάδου και την ίδια στιγμή τα πρώτα στοιχεία για το 2014 δείχνουν αύξηση περίπου 8%. Οι εξαγωγές αφορούν κατά κύριο λόγο τα μάρμαρα, τα βιομηχανικά ορυκτά και τα μέταλλα, με την αξία τους να ξεπερνά διαχρονικά το 70% της συνολικής αξίας των πωλήσεων. Τσιμέντο, αλουμίνιο και νικέλιο καταλαμβάνουν περίπου το 1/5 της συνολικής αξίας των εξαγωγών.

Υπογραμμίζεται στην έρευνα ότι σημαντικό ρόλο στην ενίσχυσης της «εξωστρέφειας» της εγχώριας εξορυκτικής βιομηχανίας παίζει η ευκολία πρόσβασης σε λιμάνια και επομένως σε υδάτινες μεταφορές (λόγω της εκτεταμένης ακτογραμμής της Ελλάδας), αλλά και η κομβική γεωγραφική θέση της χώρας. Ομως, την ίδια στιγμή καταγράφεται η έλλειψη βασικών υποδομών (κυρίως σε σιδηροδρομικές μεταφορές) και εκτιμάται ότι εάν βελτιωθεί η σιδηροδρομική σύνδεση μεταξύ των εγκαταστάσεων παραγωγής της εξορυκτικής βιομηχανίας και των εγχώριων λιμανιών, αλλά και των βιομηχανικών κέντρων στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, μπορεί να αναδειχθεί περαιτέρω η εξαγωγική δραστηριότητά του και καταλαμβάνοντας ακόμη σημαντικότερη θέση στον παγκόσμιο εμπορικό χάρτη.

Η συμβολή στην οικονομία

Πέραν των βασικών οικονομικών μεγεθών, η έρευνα σημειώνει την ευρύτερη συμβολή της εξορυκτικής βιομηχανίας στην ελληνική οικονομία από τις έμμεσες επιδράσεις στους κλάδους που συμμετέχουν στην αλυσίδα εφοδιασμού και από τις προκαλούμενες επιδράσεις από τα εισοδήματα που δημιουργούνται από αυτήν. Ετσι, λοιπόν, εκτιμάται ότι η συνολική συμβολή της στο ΑΕΠ ανέρχεται σε 4,1 δισ. (2,2% του ΑΕΠ), εκ των οποίων περίπου 2,7 δισ. προέρχονται καθαρά από τις εξορυκτικές δραστηριότητες.

Εάν υπολογιστεί και η ηλεκτροπαραγωγή με καύση λιγνίτη, η συμβολή στο ΑΕΠ ανέρχεται στο 3,4% και στα απόλυτα ποσά στα 6,2 δισ. ευρώ. Αντίστοιχα, σε όρους απασχόλησης η ευρύτερη συμβολή του εξορυκτικού κλάδου στην οικονομία εκτιμάται σε 84 χιλ. θέσεις πλήρους απασχόλησης ή στο 2,2% της συνολικής απασχόλησης, εκ των οποίων 55 χιλ. οφείλονται στη συνολική επίδραση των εξορυκτικών δραστηριοτήτων και σε 118 χιλ. θέσεις (3,4% της εγχώριας απασχόλησης) εάν υπολογιστεί και η ηλεκτροπαραγωγή με λιγνίτη.

Επιπλέον, ο ρόλος της έχει ιδιαίτερη βαρύτητα σε ορισμένες περιοχές της χώρας και πιο συγκεκριμένα περίπου το 11% της απασχόλησης και σχεδόν το 12% της προστιθέμενης αξίας της Στερεάς Ελλάδας οφείλεται άμεσα ή έμμεσα στις δραστηριότητες της εξορυκτικής βιομηχανίας. Στη Δυτική Μακεδονία, εάν ληφθούν υπόψη και οι επιδράσεις από την ηλεκτροπαραγωγή με την καύση λιγνίτη αντιστοιχεί το 22% της συνολικής απασχόλησης, ενώ επίσης υψηλά ποσοστά καταγράφονται στην Ανατολική Μακεδονία - Θράκη, στη Θεσσαλία, στο Νότιο Αιγαίο και στην Πελοπόννησο.

Στην έρευνα, αν και σημειώνεται ότι εξαιτίας του ευρύτερου ασταθούς οικονομικού περιβάλλοντος, η εικόνα για τις προοπτικές του κλάδου είναι «ρευστή», για φέτος αναμένεται μικρή αύξηση της παραγωγής στα μεταλλικά και βιομηχανικά ορυκτά και στα μάρμαρα, αλλά και μικρή υποχώρηση στο τσιμέντο και τα ενεργειακά ορυκτά. Ωστόσο, από το 2017 αναμένεται ισχυρότερη αύξηση, ενώ το 2020 υπολογίζεται ότι το σύνολο της εξορυκτικής βιομηχανίας θα είναι αυξημένο κατά 13,6% σε σχέση με το 2014. Σε ό,τι αφορά τις επενδύσεις αναμένεται αύξηση τα επόμενα έτη καθώς, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις 19 επιχειρήσεων - μελών του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων, προκύπτει μια συνολική προγραμματισμένη επενδυτική δαπάνη άνω του 1,7 δισ. ευρώ τα επόμενα έτη, με το μεγαλύτερο όμως τμήμα αυτών να προγραμματίζεται για την περίοδο 2016 - 2017.

Αξιοποίηση με ποιες προϋποθέσεις σε όφελος του λαού;

Τέλος, στα συμπεράσματα της έρευνας επιβεβαιώνεται εκ νέου ότι η Ελλάδα διαθέτει σημαντικά αποθέματα ορυκτών πρώτων υλών, με χρήσεις στην εγχώρια βιομηχανία και με αξιοσημείωτη αξία εξαγωγών. Επίσης, η δραστηριότητα του κατασκευαστικού κλάδου, αλλά και της εγχώριας τσιμεντοβιομηχανίας, στηρίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στην εγχώρια εξόρυξη αδρανών υλικών και άλλων πρώτων υλών. Από το έδαφος της χώρας εξορύσσονται μεταλλικά ορυκτά, όπως βωξίτης, λατερίτης και λευκόλιθος, τα οποία αξιοποιούνται για την παραγωγή βασικών μετάλλων (όπως αλουμίνιο, σιδηρονικέλιο και μαγνησιακά προϊόντα) με σημαντική συμμετοχή στο εμπορικό ισοζύγιο. Παράλληλα, σημαντική αξία εξαγωγών έχουν και άλλα μεταλλικά ορυκτά (όπως τα μεικτά θειούχα για την παραγωγή πολύτιμων μετάλλων), τα βιομηχανικά ορυκτά (όπως ο μπετονίτης και ο περλίτης) και τα μάρμαρα. Οπως υπογραμμίζεται, η οικονομική συμβολή της δραστηριότητας εξόρυξης υπερβαίνει το στενό ορισμό του τομέα ορυχείων, μεταλλείων και λατομείων και αποτυπώνεται με μεγαλύτερη ευκρίνεια σε επίπεδο εξορυκτικής βιομηχανίας, λόγω της καθετοποίησης των δραστηριοτήτων εξόρυξης και μεταποίησης εντός των ίδιων επιχειρήσεων.

Μετά απ' όλ' αυτά, γίνεται ακόμη πιο κατανοητό ότι από τα στοιχεία της έρευνας μπορούν να προκύψουν σημαντικά συμπεράσματα για το πώς ο ορυκτός πλούτος της χώρας, αντί να αξιοποιείται από τους επιχειρηματικούς ομίλους με κριτήριο το κέρδος και μάλιστα να μην αξιοποιείται στο έπακρο για την ανάπτυξη βιομηχανίας όλων των κλάδων που θα μπορούσαν να αναπτυχθούν, επειδή ο μεγάλος ανταγωνισμός βάζει φρένο σ' αυτό, δεν φέρνει κέρδη ή φέρνει μικρά ποσοστά, άρα εξάγονται ορυκτά ως πρώτη ύλη, θα μπορούσε να αξιοποιηθεί προς όφελος της εργατικής τάξης και των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων με την παραγωγή προϊόντων που να ικανοποιούν όλες τις ανάγκες τους και πρώτ' απ' όλα με τη συνεχή ανάπτυξη του τομέα παραγωγής μέσων παραγωγής. Με εργατική - λαϊκή εξουσία, όπου και ο ορυκτός πλούτος της χώρας θα αποτελεί λαϊκή περιουσία, θα συμβάλλει στην ανάπτυξη με τον επιστημονικό κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας και με εργατικό έλεγχο.


Φ. Κ.

Ο ρόλος του ΙΓΜΕ

Την υποστελέχωση και την ουσιαστική εγκατάλειψη του Ινστιτούτου Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών καταγγέλλει στο «Ριζοσπάστη» ο πρόεδρος του Συλλόγου Εργαζομένων του Ινστιτούτου, Χάρης Σμυρνιώτης.

Οπως σημειώνει, κατά τα προηγούμενα χρόνια το ΙΓΜΕ αξιοποιούνταν για την παροχή ουσιαστικά «τσάμπα» ερευνητικής εργασίας στους ιδιωτικούς ομίλους, ενώ στη συνέχεια επιλέχθηκε η μεταλλευτική έρευνα να διεξάγεται από ιδιωτικά ερευνητικά ιδρύματα.

Υπογραμμίζει πως υπάρχουν μια σειρά περιοχές σε όλη τη χώρα που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για μεταλλευτική έρευνα, ειδικά στην ανεύρεση σπάνιων γαιών, κατηγορία όπου η έρευνα παραμένει σε πρωτόλειο στάδιο και με τα σημερινά δεδομένα δεν φαίνεται σε κάποιο ορατό ορίζοντα να ξεκινά.

«Από την άλλη πλευρά», συνεχίζει, «πρέπει να πούμε ότι και οι επιχειρήσεις του χώρου πλέον δεν μας θέλουν στα πόδια τους. Αυτό που επιθυμούν είναι να τους καταδεικνύουμε σημεία που υπάρχουν ενδείξεις ευρυμάτων κι από κει κι έπειτα να αναλαμβάνουν οι ίδιες το επόμενο στάδιο ερευνών. Ενα σημαντικό αποτρεπτικό στοιχείο μέχρι σήμερα παρέμεναν και οι αντιθέσεις τοπικών κοινωνιών στη διεξαγωγή ερευνών, καθώς επικράτησαν αντιλήψεις που έλεγαν "καλύτερα να μην ξέρουμε τι έχουμε γιατί μετά θα καταστραφούν οι περιοχές μας". Αυτή η αντίληψη που είναι φυσικά λανθασμένη και εν πολλοίς σκοταδιστική, είναι προϊόν της ληστρικής εκμετάλλευσης ανθρώπου και περιβάλλοντος που χαρακτηρίζει την εξορυκτική βιομηχανία διεθνώς και είναι αποτέλεσμα φυσικά του υφιστάμενου τρόπου παραγωγής».



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ