ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 4 Σεπτέμβρη 2016
Σελ. /32
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ
Από την ανάπτυξη του τουρισμού δεν βγαίνουν όλοι κερδισμένοι

Οι μεγαλοξενοδόχοι της Ρόδου «ζουν το μύθο τους», σε αντίθεση με τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα του νησιού

ΡΟΔΟΣ, ΑΠΟΣΤΟΛΗ: Περικλής ΚΟΥΡΜΟΥΛΗΣ--.

«Ζήσε το μύθο σου στην Ελλάδα», ήταν το σύνθημα μιας παλιότερης κυβερνητικής καμπάνιας για τον Τουρισμό και, όπως φαίνεται, οι μεγαλοξενοδόχοι ήταν αυτοί που έσπευσαν πρώτοι να το κάνουν πράξη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το νησί της Ρόδου, που ενσαρκώνει το «ελληνικό όνειρο» για τους μεγαλοεπιχειρηματίες του Τουρισμού, με περίπου 2 εκατ. αφίξεις στη διάρκεια της τουριστικής σεζόν.

Η εκμετάλλευση της φυσικής ομορφιάς, των υποδομών και κυρίως της εργατικής δύναμης των κατοίκων του νησιού είναι τα συστατικά στοιχεία της ανάπτυξης που γνωρίζει ο τουρισμός στην περιοχή.

Ας δούμε ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα: Το ΑΕΠ της Δωδεκανήσου, στο οποίο ο τουρισμός έχει καθοριστική συμβολή, με ανοδική μάλιστα τάση, σχεδόν εξαπλασιάστηκε ανάμεσα στο 1990 και το 2010, φτάνοντας τα 4,1 δισ. ευρώ, από περίπου 700 εκατ. Αντίστροφα, η συμμετοχή της αγροτικής παραγωγής στο ΑΕΠ της περιοχής έπεσε από το 7% το 1990, στο 2% το 2010.

Οι κλίνες των ξενοδοχείων της Ρόδου υπερδιπλασιάστηκαν από τη δεκαετία του 1990, όπως και οι αφίξεις ξένων τουριστών. Τα χρήματα που δαπανούν οι τουρίστες στη Ρόδο, από 900 εκατ. ευρώ το 2004 έφτασαν το 2011 στα 1,3 δισ., επιβεβαιώνοντας ότι πράγματι ο τουρισμός είναι για την περιοχή η πηγή ενός ασύλληπτου πλούτου. Ποιος όμως είναι αυτός που τον καρπώνεται;

Η εκμετάλλευση της φυσικής ομορφιάς, των υποδομών και κυρίως της εργατικής δύναμης των κατοίκων του νησιού, είναι τα συστατικά στοιχεία της ανάπτυξης που γνωρίζει ο τουρισμός στην περιοχή
Η εκμετάλλευση της φυσικής ομορφιάς, των υποδομών και κυρίως της εργατικής δύναμης των κατοίκων του νησιού, είναι τα συστατικά στοιχεία της ανάπτυξης που γνωρίζει ο τουρισμός στην περιοχή
Αυτό είναι το ερώτημα που χρειάζεται να απασχολήσει τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα της περιοχής και όχι βέβαια οι έγνοιες των μεγαλοξενοδόχων, για το αν ο τζίρος τους θα είναι οριακά πεσμένος σε σχέση με πέρυσι, αν θα πιαστεί ο στόχος των αφίξεων κι αν η κυβέρνηση θα ικανοποιήσει το σύνολο των αξιώσεών τους, για να μπορέσουν και του χρόνου να διατηρήσουν στα ίδια υψηλά επίπεδα την ανταγωνιστικότητα και τα κέρδη τους.

Αυξάνει η συγκέντρωση στον κλάδο

Το 1990 λειτουργούσαν στη Ρόδο τέσσερα μόνο πεντάστερα ξενοδοχεία, για να φτάσουν στα 36 το 2012 και σήμερα ακόμα περισσότερα. Τα πεντάστερα και τα τετράστερα ξενοδοχεία μέχρι το 2010 είχαν το 62,5% των κλινών. Αντίστροφα, τα ξενοδοχεία ενός αστέρος, συνήθως μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις, μειώθηκαν μαζικά από 107 σε 54.

Μείωση, επίσης, παρουσιάζουν και τα λεγόμενα βοηθητικά καταλύματα και ενοικιαζόμενα διαμερίσματα κατά την περίοδο 1993 - 2010 κατά 17%. Σήμερα, που λειτουργούν και νέες μεγάλες μονάδες, ενδεχομένως η ψαλίδα να έχει ανοίξει ακόμα περισσότερο.

Με τη γενίκευση του all inclusive και με δεδομένο το γεγονός ότι το μεγαλύτερο κομμάτι της τουριστικής κίνησης το διαχειρίζονται τα πρακτορεία, που την κατευθύνουν κυρίως στα μεγάλα καταλύματα ή πιέζουν τους μικρούς για ακόμα χαμηλότερες τιμές, τα μικρότερα ξενοδοχεία δουλεύουν μόνο για να πληρώνουν χρέη. Το ίδιο ισχύει και με εκατοντάδες μικρομεσαίες επισιτιστικές και εμπορικές επιχειρήσεις του νησιού, που βλέπουν τον τζίρο να συγκεντρώνεται από τις μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες, επιτείνοντας το πρόβλημα επιβίωσης που ούτως ή άλλως αντιμετωπίζουν.

Παράλληλα, ξενοδοχεία που ανήκαν σε ντόπιους επιχειρηματίες, απορροφούνται από μονοπωλιακούς ομίλους του κλάδου, ενώ οι ίδιοι οι «tour operators» επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους με την αγορά ή την ανέγερση ξενοδοχείων.

Συνολικά, στη Ρόδο λειτουργούν σήμερα 550 ξενοδοχεία, από τα οποία τα 150 είναι μεγάλα και απασχολούν από 50 εργαζόμενους και πάνω. Είναι αποκαλυπτικό το γεγονός ότι τα ξενοδοχεία της Ρόδου υπολογιζόταν το 2010 ότι κατανάλωναν το 65% της παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος στο νησί!

Μέσα στην κρίση, κυρίως μετά το 2010 και το 2012, άνοιξαν και νέα μεγάλα ξενοδοχεία, με πάνω από 15.000 κλίνες στο σύνολο, αυξάνοντας τη δυναμικότητα των ξενοδοχείων της περιοχής σε περισσότερες από 150.000 κλίνες, όταν το 1990 ήταν 70.000.

Σήμερα, με κρατική («αναπτυξιακός νόμος», επιδοτήσεις, προγράμματα τζάμπα εργασίας) και ευρωπαϊκή (προγράμματα ΕΣΠΑ) στήριξη, το επιχειρηματικό ενδιαφέρον εστιάζεται κυρίως στη νότια πλευρά του νησιού, όπου προγραμματίζεται η ανέγερση νέων ξενοδοχείων ή η επέκταση και η ανακαίνιση μονάδων που ήδη λειτουργούν.

Σακάτηδες μετά από έξι μήνες δουλειάς

Τι γίνεται όμως πίσω απ' αυτή τη βιτρίνα, για τους 23.000 - 25.000 εργαζόμενους που απασχολούνται εποχικά στον κλάδο του τουρισμού - επισιτισμού στο νησί; Η γενική εικόνα είναι η εξής: Διαρκής αφαίρεση δικαιωμάτων, μείωση του αριθμού των εργαζομένων ανά μονάδα, ένταση της δουλειάς, ιδιαίτερα μέσα από τη γενίκευση του all inclusive, ανεπανόρθωτες φθορές στην υγεία των εργαζομένων, ιδιαίτερα εκείνων που απασχολούνται στις πιο βαριές ειδικότητες (καμαριέρες, μάγειροι, σερβιτόροι κ.ά.).

Γι' αυτό, άλλωστε, είναι συνηθισμένο το φαινόμενο κατά τη διάρκεια της «νεκρής» περιόδου να προσπαθούν να αποκαταστήσουν τις βλάβες στην υγεία τους, για να μπορέσουν να εργαστούν την ερχόμενη περίοδο. Τα εργατικά ατυχήματα, οι λιποθυμίες, τα εγκεφαλικά, τα εμφράγματα, τα κατάγματα, οι μυοσκελετικές βλάβες είναι στην ημερήσια διάταξη. Ενας εργαζόμενος μπορεί να δουλεύει και τρεις μήνες χωρίς ρεπό, πολύ συχνά ξεχνώντας την έννοια του 8ωρου.

Ενα στοιχείο που δείχνει την εντατικοποίηση της δουλειάς και ταυτόχρονα καταρρίπτει το μύθο ότι η ανάκαμψη θα οδηγήσει σε θεαματική μείωση της ανεργίας είναι το εξής: Το 2012, ο αριθμός των εργαζομένων στη Ρόδο που απασχολούνταν στον κλάδο, παρέμενε σταθερός σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, παρά το γεγονός ότι στο μεσοδιάστημα είχαν ανοίξει νέα ξενοδοχεία, δυναμικότητας άνω των 10.000 κλινών. Θα έπρεπε δηλαδή - με μία πολύ συντηρητική εκτίμηση - να έχουν προστεθεί τουλάχιστον 1.000 εργαζόμενοι.

Επίσης, με τις αλλεπάλληλες ανατροπές στο Ασφαλιστικό, την κατάργηση των βαρέων και ανθυγιεινών, την αύξηση των ορίων ηλικίας και τις νέες προϋποθέσεις που νομοθετήθηκαν για τη συνταξιοδότηση, ένας εποχιακός ξενοδοχοϋπάλληλος από τη σημερινή γενιά είναι αδύνατο να πάρει πλήρη σύνταξη. Επομένως, θα λιώνει το κορμί του στη δουλειά για όσο αντέξει, για μια «προνοιακή» σύνταξη των 360 ευρώ.

Μετράνε απώλειες από παντού

Ιδιαίτερα μετά το 2009, οι ανατροπές στα Εργασιακά υπήρξαν ραγδαίες στον κλάδο του τουρισμού - επισιτισμού. Στα ξενοδοχεία συναντά σήμερα κανείς εργαζόμενους πολλών ταχυτήτων και διαφορετικών εργασιακών σχέσεων (μαθητεία, εργαζόμενοι με επιδοτούμενα προγράμματα, «ενοικιαζόμενοι» από «δουλεμπορικά» γραφεία, ανασφάλιστοι, με ελαστικές μορφές, ατομική ή επιχειρησιακή σύμβαση).

Τα τελευταία χρόνια, όλο και λιγότεροι ξενοδόχοι εφαρμόζουν την τοπική κλαδική ΣΣΕ, η οποία είναι έτσι κι αλλιώς κουτσουρεμένη κατά 13% από το 2012 και εκ νέου το 2014, με την αλλαγή του τρόπου υπολογισμού της προϋπηρεσίας. Σε πολλά ξενοδοχεία, είτε παλιότερα με το «έτσι θέλω» είτε πιο πρόσφατα αποχωρώντας από την Ενωση Ξενοδόχων, οι εργοδότες πληρώνουν από 600 έως 800 ευρώ για δουλειά όλο το μήνα.

Η απλήρωτη δουλειά τσακίζει κόκαλα, ενώ το επίδομα ανεργίας έχει περιοριστεί στους τρεις μήνες και το δικαιούνται ολοένα και πιο λίγοι. Αν, για παράδειγμα, ένας εργαζόμενος ξεπεράσει τα 230 ένσημα, δε δικαιούται την εποχιακή επιδότηση. Υπάρχουν ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων (συντηρητές, κηπουροί κ.ά.), που τα ξεπερνάνε. Ετσι, οι ίδιοι και οι οικογένειές τους μένουν εντελώς ξεκρέμαστοι.

Ολα τα στοιχεία προέρχονται από ημερίδα για τον Τουρισμό που οργάνωσε το 2012 η ΤΕ Δωδεκανήσου του ΚΚΕ στη Ρόδο.


Πίσω από τη βιτρίνα υπάρχει ένα μεγάλο «αλλά»...

«Ολοι μάς λένε πως είμαστε τυχεροί που ζούμε σε τουριστικό νησί, που έχουμε δουλειά. Ναι, όμως, σε όλα αυτά υπάρχει από πίσω ένα "αλλά". Δεν είναι έτσι τα πράγματα. Εμείς το ζούμε στο πετσί μας. Κατά πρώτον, δουλεύουμε έξι μήνες. Κι αν κι αυτούς τους έξι μήνες δεν πληρωνόμαστε κανονικά, εκτός που μας έχουν κόψει και το μισθό μας, πώς θα βγάλουμε το χρόνο; Τώρα που μιλάμε είμαστε απλήρωτοι σχεδόν δύο μήνες».

Κάπως έτσι ξεκίνησε η συζήτησή μας με δυο καμαριέρες από άλλο μεγάλο ξενοδοχείο της Ρόδου, που τις συναντήσαμε μετά το σχόλασμα της δουλειάς. Να πώς περιγράφουν οι ίδιες την καθημερινότητά τους:

«Καθαρίζουμε καθημερινά 23 με 25 δωμάτια. Τρέχουμε να τα προλάβουμε και τις μέρες που έχει αναχωρήσεις, 4 - 5 δωμάτια, η δουλειά είναι ακόμα περισσότερη. Οσο και να προσπαθείς, σωστή καθαριότητα δεν γίνεται. Μας βγαίνει η ψυχή στην κυριολεξία. Κι αρχίζουν και οι πελάτες να παραπονιούνται για τις καθυστερήσεις, μέχρι να φτάσεις από το 1 στο 25...».

«Το 2000 ξεκίνησα να δουλεύω με 10 έως 12 κρεβάτια δίκλινα. Ηταν πιο ανθρώπινα τα πράγματα», διαπιστώνει η μια από τις εργαζόμενες, και η άλλη συμπληρώνει: «Τώρα δεν μπορούμε να τελειώσουμε. Για ρεπό ούτε λόγος βέβαια. Η εργοδοσία ισχυρίζεται ότι δεν βρίσκει προσωπικό να προσλάβει. Φούμαρα! Αυτοί κοιτάζουν με λιγότερο προσωπικό να βγάλουν μεγαλύτερο κέρδος. Ετσι δεν είναι; Λιγότεροι μισθοί, μεγαλύτερο κέρδος».

«Το θέμα είναι ότι φταίμε εμείς 100%», ακούγεται κάποια στιγμή στην κουβέντα. «Δεν εναντιωνόμαστε και του χρόνου θα είναι ακόμα χειρότερα τα πράγματα. Αυτό δεν μπορούν να καταλάβουν οι γυναίκες που είμαστε μαζί. Εγώ σε ορισμένες από αυτές το λέω: Μη σας ακούσω να μουρμουράτε! Είμαστε άξιες της μοίρας μας! Να μαζευτούμε τουλάχιστον για τα ρεπό, ρε παιδί μου! Να πάμε στην προϊσταμένη και να της πούμε: Πάνω, οι γυναίκες ζαλίζονται και λιποθυμάνε από την εξάντληση».

«Η μόνη λύση για να ξεκουραστείς είναι να πάρεις μια αναρρωτική για να κάτσεις λίγο σπίτι σου», μας λένε, και συνεχίζουν αγανακτισμένες: «Ακόμα και τότε, όμως, δεν σε πιστεύουν ότι κάτι έχεις. Είναι βαριά δουλειά και δύσκολη. Ετσι όπως την κάνανε, είναι σαν να δουλεύεις οικοδομή. Τώρα κουβαλάμε τα πάντα: Κρεβάτια, σκουπίδια, ρούχα, καρότσια...

Κι από πάνω, η προϊσταμένη μάς λέει: Κορίτσια, να είστε βαμμένες, περιποιημένες όταν πάτε για δουλειά. Και θέλω να της πω: Πώς θέλεις να είμαι περιποιημένη, όταν με βάζει να σκουπίζω μιάμιση ώρα, αγγαρεία, πριν ακόμα μπω στα δωμάτια... Οσο και να είμαι βαμμένη, χάλια θα γίνω».

Η συζήτηση φτάνει στα ένσημα και στη σύνταξη. «Βαρύ και ανθυγιεινό δεν υπάρχει πλέον», μας λένε. «Κάποτε τουλάχιστον είχαμε τα ΒΑΕ. Τώρα είναι όλα μεικτά και για να πάρεις σύνταξη πρέπει να πας στα 67. Πώς θα αντέξουμε; Ακόμα κι αν σε μια 15ετία οι περισσότερες από εμάς που δουλεύουμε από μικρές συμπληρώσουμε τα κατώτερα ένσημα, δεν θα έχουμε τα χρόνια και θα πρέπει να συνεχίσουμε να δουλεύουμε».

«Να σκεφτείς, βλέπουμε συναδέλφισσες 58 και 60 χρόνων στη δουλειά και σκεφτόμαστε: Πώς είναι δυνατόν; Πώς αντέχουν; Πώς τα καταφέρνουν; Με τέτοιες συνθήκες και τέτοια πίεση πώς να φτάσεις μέχρι τη σύνταξη;», αναρωτιόνται στο τέλος της κουβέντας μας...



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ