ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τρίτη 14 Μάρτη 2017
Σελ. /24
Για την ιδεολογικοπολιτική ενίσχυση των Οργανώσεων της ΚΝΕ στην πόλη και την ύπαιθρο

Οι Θέσεις της ΚΕ για το 20ο Συνέδριο του Κόμματος αποτελούν ουσιαστικό εργαλείο στη δουλειά μας. To άμεσο καθήκον που έχουμε είναι να γίνουν κτήμα όλων των μελών, των φίλων της ΚΝΕ και του Κόμματος. Γνωρίζουμε ότι όσο ακουμπάει περισσότερους νέους η αντιμονοπωλιακή - αντικαπιταλιστική γραμμή πάλης, θα υπάρχουν αποκρυσταλλώματα, θα συμβάλλουμε με την παρέμβασή μας στη δουλειά του Κόμματος σε ηλικίες που αντικειμενικά δεν φτάνει εύκολα. Με βάση τις δυσκολίες αλλά και τις δυνατότητες που συναντάμε στην παρέμβαση των Οργανώσεων της ΚΝΕ στη Θεσσαλία, να σκεφτούμε καλύτερα τα εξής:

Την συζήτηση για την τεχνικοεπαγγελματική εκπαίδευση στις ΟΒ των ΕΠΑΛ - ΙΕΚ - ΕΠΑΣ - ΤΕΙ. Την προετοιμασία της με υλικό, στοιχεία, άρθρα. Να πληθύνουν οι συσκέψεις, οι πρωτοβουλίες διαφώτισης (π.χ. είχαμε δημιουργήσει ταμπλό για την ιστορία του Κόμματος έξω από χώρους Κατάρτισης στο Βόλο). Να δούμε τη διαμόρφωση πλαισίου πάλης εμπλουτισμένου με ζητήματα που προκύπτουν σε κάθε χώρο. Ο «Οδηγητής» εξειδικεύει και βοηθάει σε αυτή την κατεύθυνση.

Στους κλάδους του εμπορίου και του επισιτισμού που δουλεύουν αρκετά μέλη και φίλοι της Οργάνωσης, μεγάλος όγκος νεολαίας, να αξιοποιήσουμε αιχμές που ανοίγουν τα σωματεία (π.χ. δώρο Χριστουγέννων, μέτρα προστασίας από τη σφοδρή κακοκαιρία για τους εργαζόμενους που δουλεύουν delivery κ.ά.), ώστε να βαθαίνουμε την κουβέντα. Θέλουμε να αναδεικνύουμε την αιτία του προβλήματος, αξιοποιώντας αντίστοιχη αρθρογραφία από ΚΟΜΕΠ και «Ριζοσπάστη».

Αυτό που λέμε πανεπιστήμιο στην υπηρεσία του λαού και της εξουσίας του, επιστήμη - τεχνολογία στην υπηρεσία των λαϊκών αναγκών, να είναι το επίκεντρο της συζήτησης σε ΑΕΙ - ΤΕΙ. Σε αυτή τη βάση, σχεδιάζουμε εκδηλώσεις, συσκέψεις, ξεχωρίζουμε αιτήματα που θα αποκαλύπτουν το αστικό πανεπιστήμιο και την οικονομία που υπηρετεί.

Να σκεφτούμε πώς θα αξιοποιήσουμε τον Πανελλαδικό Διαγωνισμό Συλλογικής Εργασίας, το Μαθητικό Φεστιβάλ με το περιεχόμενό του, το πρόγραμμα μαθημάτων για τους μαθητές, έτσι ώστε να ενισχύουμε την αντιπαράθεση στην τάξη.

Στοχευμένα να δούμε σε χώρους όπως π.χ. η ΣΕΥΠ, η ΕΠΑΣ Νοσηλευτικής, τα Παιδαγωγικά, τη διαμόρφωση υλικών για νέες κοπέλες, πρωτοβουλίες για να συναντηθούν με την ΟΓΕ.

Στην περιοχή της Θεσσαλίας χτυπά η καρδιά των κινητοποιήσεων της φτωχομεσαίας αγροτιάς κάθε χρόνο.

Είναι αγώνας επιβίωσης που στοχεύει την ΚΑΠ, την ΕΕ και τις κυβερνήσεις που υλοποιούν την αντιλαϊκή πολιτική. Χρειάζεται να δούμε και ως ΚΝΕ την παρέμβασή μας σε νέους που ασχολούνται με την καλλιέργεια και την κτηνοτροφία. Υπάρχουν θετικά στοιχεία που πρέπει να ενισχυθούν. Για παράδειγμα, οι κινητοποιήσεις των σπουδαστών των ΤΕΙ ενάντια στο «σχέδιο Αθηνά» προσπαθήσαμε να συναντηθούν με τους αγώνες της αγροτιάς, των εργαζομένων. Επίσης, προσπαθήσαμε με ψηφίσματα, κινητοποιήσεις στήριξης, περιοδείες, κοινές αγωνιστικές πρωτοβουλίες, με τις αντιπροσωπείες σπουδαστών στα πανελλαδικά συντονιστικά των αγροτών, να ενισχύσουμε την κοινή πάλη, να βγάλουν οι σπουδαστές συμπεράσματα, να αποκτήσουν πείρα από τη δουλειά μας στο αγροτικό κίνημα για τη διαμόρφωση της κοινωνικής συμμαχίας.

Προφανώς σωστά επικεντρώνουμε κύρια την παρέμβασή μας στα αστικά κέντρα της Θεσσαλίας, χρειάζεται όμως να παίρνουμε υπόψη μας ότι πολλοί νέοι που μένουν ή πηγαινοέρχονται από την ύπαιθρο στις πόλεις συμπληρώνουν το εισόδημά τους με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Δουλεύουν ως μισθωτοί και είναι η δεύτερή τους δουλειά, άλλοι πάλι προσανατολίζονται να γίνει η βασική τους δουλειά τα επόμενα χρόνια, επιδιώκουν την ένταξή τους σε χρηματοδοτούμενα προγράμματα για νέους αγρότες. Κάποιοι, αξιοποιώντας το εισόδημα αυτό ή π.χ. πουλώντας κάποια στρέμματα, προσπαθούν να ανοίξουν δουλειές ως μικροί ΕΒΕ στις πόλεις. Ολο αυτό δεν είναι η κύρια τάση, αλλά πρέπει να το πάρουμε υπόψη μας, είναι μεγάλο κομμάτι νέων. Δεν είναι τυχαίο ότι στη Λάρισα άνοιξε το πρώτο αγροτικό ΙΕΚ στη χώρα. Αυτές οι διαδικασίες παίζουν ρόλο στη συνείδηση που διαμορφώνουν αυτά τα παιδιά εργατικών - λαϊκών στρωμάτων, ο περίγυρός τους, εργατόπαιδα κ.λπ. (υπάρχει συγκεκριμένη αναφορά στις Θέσεις για τους μισοπρολετάριους).

Επίσης, τα τελευταία χρόνια το νεανικό στοιχείο είναι έντονο και στα μπλόκα, δεν φτάνει να παρεμβαίνουμε καμπανιακά. Είναι θετικό ότι μετά από κάλεσμα που είχαμε κάνει, με συζήτηση κ.λπ., αρκετοί νέοι αγρότες είχαν έρθει σε πολιτική εκδήλωση της ΚΝΕ στη Λάρισα που είχε συμπέσει με τις αγροτικές κινητοποιήσεις. Χρειάζεται, όμως, μετά από τέτοιες πρωτοβουλίες να δίνουμε συνέχεια, να εξασφαλίζουμε τη διακίνηση του κομματικού Τύπου σε αυτό τον κόσμο (π.χ. υπάρχει εκτεταμένη αρθρογραφία για τα αγροτικά που προσανατολίζει, να την βάλουμε αντιπαραθετικά με τα αστικά ΜΜΕ). Να αξιοποιήσουμε στη συζήτηση που ανοίγουμε για την κοινωνική συμμαχία με νέους αγρότες την πείρα προηγούμενων χρόνων από τις μαχητικές κινητοποιήσεις εργατών - αγροτών - μικρών ΕΒΕ, των γυναικών, της νεολαίας στα μπλόκα στην Εθνική (ξεχωρίζοντας ως σημείο αναφοράς το Μπλόκο της Νίκαιας), κόντρα στην καταστολή και την προπαγάνδα των αστικών κυβερνήσεων. Να αναδείξουμε ότι η ανάγκη του κινήματος γέννησε την Πανελλαδική Επιτροπή των Μπλόκων από τα κάτω, που ενιαιοποίησε τα δίκαια αιτήματα της μικρομεσαίας αγροτιάς.

Πρέπει να υπάρχει ενιαίος προσανατολισμός, παίρνοντας υπόψη μας τα παραπάνω. Να προσαρμόσουμε τα υλικά μας, να επεξεργαστούμε αιτήματα και στόχους πάλης για νέους αγρότες. Να καθοδηγήσουμε σε αυτή την κατεύθυνση, με πρώτη ευθύνη του ΓΠ και των ΤΣ, τις δυνάμεις που έχουμε στην ΚΝΕ και ασχολούνται με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Ετσι ώστε να παίρνουν ενεργά μέρος σε μαζικές - συλλογικές διαδικασίες στα χωριά, στους μορφωτικούς και πολιτιστικούς συλλόγους, στους αγροτικούς συλλόγους, στα μπλόκα, ενισχύουμε έτσι τη δουλειά του Κόμματος στους αγρότες, ανοίγουμε δρόμους με παιδιά που μας ενδιαφέρουν κοινωνικοταξικά. Με καλύτερους όρους μπορούνε να συμβάλουν επίσης σύλλογοι, μαθητικά συμβούλια, επιτροπές αγώνα στις αγροτικές κινητοποιήσεις, να δώσουνε και να πάρουνε δύναμη.

Είναι σημαντική, λοιπόν, αυτή η προσπάθεια, χρειάζεται να επιμείνουμε παρά τις δυσκολίες και πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι οι δυνάμεις μας στον κάμπο σε άλλες συνθήκες θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στην τροφοδοσία ολόκληρης της χώρας.

Οι αποφάσεις του 20ούΣυνεδρίου του Κόμματος θα αποτελέσουν φάρο στη δουλειά μας το επόμενο διάστημα. Συνεχίζουμε με επαναστατική αισιοδοξία, πείσμα και αποφασιστικότητα, θα τα καταφέρουμε!


Αχιλλέας Σίμος
Μέλος του ΚΣ της ΚΝΕ


Μερικές σκέψεις…

Οι Θέσεις της ΚΕ για το 20ό Συνέδριο βρίσκονται σε πλήρη αντιστοιχία με την ωρίμανση του Κόμματος σε θεωρητικό επίπεδο, ωρίμανση που κατακτήθηκε μέσα από μια επίπονη διαδικασία δεκαετιών, κατά την οποία χρειάστηκε να αποβάλουμε μια σειρά ιδεολογικών βαριδιών που μας κληροδότησε ένα άλλο 20ό Συνέδριο...

Δεδομένου ότι οι Θέσεις με καλύπτουν απόλυτα, θα παραθέσω απλά κάποιες σκέψεις μου.

Ζητούμενο παραμένει η θεωρητική κατάρτιση και το ιδεολογικό ανέβασμα του συνόλου του κομματικού δυναμικού. Σ' αυτήν την κατεύθυνση, πέρα από τη συστηματοποίηση των ιδεολογικών μαθημάτων και τη μετατροπή τους σε διαδικασία ουσιαστικής συμμετοχής στη συζήτηση όλου του κομματικού δυναμικού, σε αντίθεση με το πώς διεξάγονται σήμερα, δίκην κυρίως αστικού σχολείου, πρέπει να εμπνεύσουμε σε όλους τους συντρόφους το πάθος της μόρφωσης, μέσα από συγκεκριμένα και καλά μελετημένα πλάνα αυτομόρφωσης. Δεδομένου ότι η μεγάλη πλειοψηφία των κομματικών μελών δυσκολεύεται οικονομικά, στοχευμένες εκδόσεις της «Σύγχρονης Εποχής» (Σ.Ε.) και ειδικά αυτές που θα περιλαμβάνονται στα πλάνα αυτομόρφωσης, να φτάνουν στα μέλη του Κόμματος με εσωκομματική διαδικασία και με σημαντική έκπτωση. Παράλληλα, σε επίπεδο τουλάχιστον Τομεακών Οργανώσεων, πρέπει να δημιουργηθούν δανειστικές βιβλιοθήκες, σε πρώτη φάση με ξεστοκάρισμα του στοκ της Σ.Ε. και με δωρεές συντρόφων.

Σε στενή σύνδεση με τα παραπάνω βρίσκεται και το ζήτημα των κομματικών εντύπων. Τόσο η αγορά και μελέτη του «Ριζοσπάστη» από τα μέλη του Κόμματος, όσο και η παραπέρα διακίνησή του, δεν αποτελούν ζητήματα ξεκομμένα από τη συνολική δράση του Κόμματος και φυσικά είναι αντίστοιχα του επιπέδου αυτής της δράσης. Αρα το πρόβλημα της κυκλοφορίας του κομματικού Τύπου δεν μπορεί να επιλυθεί ξεκομμένα, αλλά σε συνδυασμό και σε συνάρτηση με την επίλυση όλων εκείνων των ζητημάτων που συνιστούν το επίπεδο της οργανωτικής μας κατάστασης, μέσα από μια διαδικασία μετατροπής των Κομματικών Οργανώσεων σε επαναστατικά κύτταρα συσπείρωσης και επαναστατικοποίησης της εργατικής τάξης. Θεωρώ ότι η διαδικασία ανάπτυξης της κυκλοφορίας του «Ριζοσπάστη» πρέπει να ξεκινήσει άμεσα, με πρώτο βήμα τον έλεγχο της αγοράς και μελέτης του πρώτα απ' όλα από τα μέλη του Κόμματος και θέτοντας βέβαια ρεαλιστικά πλάνα για την ανάπτυξη της κυκλοφορίας του. Δεδομένου ότι το ζήτημα της κυκλοφορίας του «Ριζοσπάστη» έχει πολλάκις αναλυθεί επαρκώς σε εσωκομματικές διαδικασίες, θα σταθώ σε μια άλλη πλευρά του, την οικονομική, την οποία θεωρώ ότι υποτιμάμε. Η μηνιαία δαπάνη ενός καθημερινού αναγνώστη του «Ριζοσπάστη» είναι 40 ευρώ, κυμαίνεται δηλαδή μεταξύ του 5% και του 10% του εισοδήματος της πλειοψηφίας των εργαζόμενων μαζών, στις οποίες και απευθυνόμαστε και στις οποίες ανήκουμε και εμείς. Νομίζω ότι το ποσοστό είναι από μόνο του συντριπτικό και αποτελεί αντίβαρο στην προσπάθειά μας για σημαντική αύξηση της κυκλοφορίας του. Πέραν τούτου, από τις 15 πανελλαδικής κυκλοφορίας εφημερίδες: όσον αφορά τις καθημερινές εκδόσεις τους, τρεις κοστίζουν 1,50 ευρώ («Ριζοσπάστης», «Αυγή» και «Εστία»), τρεις 1,30, επτά 1,00, μία 0,80 και μία 0,50 ευρώ. Οσον αφορά τις απλές (χωρίς προσφορές) κυριακάτικες εκδόσεις τους, μία («Αυγή») κοστίζει 3 ευρώ, μία («Ριζοσπάστης») 2,50 ευρώ, οκτώ κοστίζουν 2 ευρώ, δύο 1,50, τέσσερις 1 και μία 0,50 ευρώ. Εν ολίγοις, ο απευθυνόμενος σε προλετάριους «Ριζοσπάστης» πουλιέται ακριβότερα από το σύνολο σχεδόν του Τύπου. Θα απαντούσε βέβαια κανείς ότι όλες οι άλλες εφημερίδες έχουν και άλλα και μάλιστα σημαντικά έσοδα από διαφημίσεις και κάποιες απ' αυτές και άλλης φύσης χρηματοδοτήσεις. Διέπεται ωστόσο ο καθορισμός της τιμής τους και από κάποιους κανόνες (επιδίωξη του μέγιστου δυνατού κέρδους σε συνδυασμό με την οικονομική δυνατότητα των αγοραστών κ.ά.). Παρά ταύτα, μία μείωση της τιμής του καθημερινού και του «Κυριακάτικου Ριζοσπάστη» κατά μισό ευρώ με το σημερινό τιράζ τους, θα δημιουργούσε τεράστιο οικονομικό πρόβλημα και θα έθετε εν αμφιβόλω την ίδια την έκδοσή τους. Αρα, για να πουλιέται ο «Ριζοσπάστης» σε προσιτές κατά το δυνατό τιμές (σε πρώτη φάση 2 ευρώ ο κυριακάτικος και 1 ευρώ ο καθημερινός, δηλαδή η μηνιαία δαπάνη για τον καθημερινό αναγνώστη του να ανέρχεται σε 28 ευρώ), αποτελεί μονόδρομο η σημαντική αύξηση της κυκλοφορίας του, ώστε να μην έχουμε μείωση τζίρου. Ο στόχος βέβαια της αύξησης της κυκλοφορίας του «Ριζοσπάστη», εκτός από τη μείωση της τιμής του, υπηρετείται παράλληλα και από τη βελτίωση της φόρμας και του περιεχομένου του, τα οποία, ως έχουν, καλύπτουν μεν σε σημαντικό βαθμό τα μέλη του Κόμματος, απέχουν όμως από το να καταστήσουν τον «Ριζοσπάστη» ελκυστικό για πλατύτερα τμήματα της εργατικής τάξης. Πρέπει να εμπλουτιστεί περισσότερο με θεωρητικά θέματα και με θέματα πολιτισμού, βιβλιοπαρουσιάσεων και προβολής της προλεταριακής τέχνης.

Το δεύτερο κεφάλαιο των Θέσεων δεν απαντάει στον τίτλο του, δεν καθορίζει δηλαδή τη θέση της Ελλάδας στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα. Το ζήτημα είναι, βέβαια, απαντημένο από το Πρόγραμμα του Κόμματος, αλλά θα έπρεπε να υπάρχει σχετική αναφορά ή τυχόν επικαιροποίηση αυτής της θέσης (αν και δε νομίζω ότι έχει αλλάξει κάτι).

Μπορεί η έξοδος χωρών από την ΕΕ χωρίς ανατροπή του καπιταλισμού να μην αλλάζει την κατάσταση για την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα, τα οποία μάλιστα οδηγεί κάτω από ξένες σημαίες, ωστόσο αποτελεί σαφή αποδυνάμωση της ιμπεριαλιστικής αυτής συμμαχίας και επομένως διευκολύνει την πάλη της εργατικής τάξης για αποδέσμευση με παράλληλη ανατροπή του συστήματος.

Η ανάλυση του Προγράμματος του Κόμματος για την επαναστατική κατάσταση είναι πράγματι λενινιστική, όπως την είχα χαρακτηρίσει και στον τότε προσυνεδριακό διάλογο. Η αναφορά ωστόσο της ίδιας ανάλυσης, ότι «το βάθεμα της οικονομικής κρίσης, η όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, που φτάνουν έως τις πολεμικές αναμετρήσεις, είναι δυνατό να δημιουργήσουν τέτοιες συνθήκες στην Ελλάδα», φέρνει το ζήτημα της δημιουργίας επαναστατικής κατάστασης προ των πυλών, αφού και οι δύο πλευρές αυτής της αναφοράς βρίσκονται σήμερα στο προσκήνιο. Η ίδια ανάλυση, στην παράγραφό της για τα καθήκοντα του ΚΚΕ για τη σοσιαλιστική επανάσταση, αναφέρει ότι «η δράση του ΚΚΕ, σε μη επαναστατική κατάσταση, συμβάλλει αποφασιστικά στην προετοιμασία του υποκειμενικού παράγοντα (Κόμμα, εργατική τάξη, συμμαχίες) για επαναστατικές συνθήκες, για την πραγματοποίηση των στρατηγικών καθηκόντων του». Αυτή η αναφορά μάς έβαζε ήδη από τον Απρίλη του 2013 μπροστά στο καθήκον της προετοιμασίας του υποκειμενικού παράγοντα, καθήκον που δεν υπηρετήσαμε με τον καλύτερο τρόπο. Για να προετοιμάσεις ολοκληρωμένα την εργατική τάξη και για να χτίσεις τις αναγκαίες για τη σοσιαλιστική επανάσταση συμμαχίες, πρέπει προηγουμένως το Κόμμα να γίνει πραγματικά «παντός καιρού». Αυτό είναι το καθήκον τού σήμερα για μας.


Χρυσόστομος Σ. Χρηστίδης
ΚΟΒ Ανάληψης Θεσσαλονίκης



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ