Στο φόντο ανακατατάξεων στο ιμπεριαλιστικό σύστημα και σφοδρών αντιπαραθέσεων που προκαλούν η «διαμόρφωση νέων γεωπολιτικών και γεωστρατηγικών πλαισίων, με την κυριαρχία της ασιατικής έναντι της ευρωατλαντικής περιοχής, και η εμφάνιση νέων παραγόντων, καθώς και η ανάδυση νέων πραγματικών απειλών και πεδίων δράσης», το ψήφισμα ζητά «στρατηγική αυτονομία» της ΕΕ «με στόχο την προώθηση της ειρήνης, της ασφάλειας και της σταθερότητας στην ευρωπαϊκή γειτονία και στον κόσμο», τονίζοντας ότι η επίτευξη των στόχων της ΚΠΑΑ «για την ενίσχυση της επιχειρησιακής ικανότητας της Ενωσης να δρα εξωτερικώς (...) είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαία σε ένα ταχέως επιδεινούμενο περιβάλλον ασφάλειας».
Χαρακτηριστικό δε είναι πως το ψήφισμα «λαμβάνει υπόψη» ότι έχει μείνει πίσω στο συγκεκριμένο τομέα σε σχέση με άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα, κάνοντας συγκεκριμένα λόγο για το ότι «το κόστος της μη Ευρώπης στον τομέα της άμυνας και της ασφάλειας εκτιμάται σε περισσότερα από 100 δισεκατομμύρια EUR ετησίως», αλλά και ότι στον συγκεκριμένο τομέα «το επίπεδο αποδοτικότητας της ΕΕ ισοδυναμεί με το 10-15% του αντίστοιχου επιπέδου των Ηνωμένων Πολιτειών». Μάλιστα, σημειώνει πως παρότι υπάρχει το σχετικό νομοθετικό οπλοστάσιο και οι αποφάσεις, «παρά τις πολλές εκκλήσεις και προτάσεις για την υλοποίησή τους από το Κοινοβούλιο και την Επιτροπή», έχει σημειωθεί «πολύ περιορισμένη πρόοδος (...) όσον αφορά την εκπλήρωση των στόχων αυτών».
Μάλιστα, στο πλαίσιο ουσιαστικά τέτοιων «πολεμικών προετοιμασιών», το ψήφισμα αναφέρει ότι «είναι αναγκαίο να καλλιεργηθεί μια κουλτούρα άμυνας» (!), που «θα βοηθήσει τους πολίτες της ΕΕ να αντιλαμβάνονται με σαφήνεια το ρόλο της άμυνας στην κοινωνία μας και τη συμβολή της στη σταθερότητα», παραπέμποντας ευθέως στην προσπάθεια στοίχισης των λαών πίσω από τα επικίνδυνα ιμπεριαλιστικά σχέδια.
Το ζήτημα της ενίσχυσης της κοινής πολιτικής ασφάλειας και άμυνας της ιμπεριαλιστικής ένωσης είναι εξάλλου ένα από τα πρώτα (αν όχι το πρώτο) ζήτημα που συζητήθηκε τόσο μετά το Brexit, τον περασμένο Ιούνη, όσο και μετά την εκλογή Τραμπ στις ΗΠΑ, προκαλώντας και ενδοαστικές κόντρες στο εσωτερικό της ΕΕ. Παράλληλα, διαπερνά σαν «κόκκινη κλωστή» και όλα τα αντιλαϊκά σενάρια για το μέλλον της ευρωένωσης, όπως αυτά έχουν παρουσιαστεί στη «Λευκή Βίβλο» που παρουσίασε πρόσφατα ο πρόεδρος της Κομισιόν, Ζ. Κ. Γιούνκερ, και αναμένεται να συζητηθεί στην επικείμενη Σύνοδο της Ρώμης το επόμενο Σάββατο.
Αλλωστε, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντ. Τουσκ, ενημερώνοντας προχτές το Ευρωκοινοβούλιο σχετικά με την τελευταία συνεδρίαση των ηγετών της ΕΕ σημείωσε: «Οι ηγέτες εξέτασαν επίσης την πρόοδο που σημειώθηκε στον τομέα της συνεργασίας για την ασφάλεια και την άμυνα, όπου το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο έδωσε μια νέα ώθηση τον περασμένο Δεκέμβριο ως στρατηγική προτεραιότητα. Οι ηγέτες συμφώνησαν να επανέλθουν σε αυτό και πάλι τον Ιούνιο».
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο και «δείχνοντας» προς την κατεύθυνση ενίσχυσης των στρατιωτικών δυνατοτήτων της ιμπεριαλιστικής ένωσης, το ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου, ανάμεσα στα άλλα, σημειώνει:
Χαρακτηριστικό είναι πως το ψήφισμα ζητά η ενίσχυση της στρατιωτικοποίησης της ΕΕ να αποτυπωθεί και με ακόμα πιο επίσημο τρόπο, στο νομοθετικό οπλοστάσιο της ΕΕ, αφού ζητάει σε μια μελλοντική συνθήκη της ΕΕ να συμπεριληφθούν διατάξεις που «να συγκροτούν τις Ευρωπαϊκές Ενοπλες Δυνάμεις, ικανές να αναπτύσσουν μάχιμες δυνάμεις για συγκρούσεις υψηλής έντασης, δυνάμεις σταθεροποίησης που θα διασφαλίζουν κατάπαυση του πυρός ή ειρηνευτικές συμφωνίες»...
Πιο βραχυπρόθεσμα, καλεί το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να εκπονήσουν «μια λευκή βίβλο της ΕΕ για την ασφάλεια και την άμυνα, η οποία να περιλαμβάνει κατάλληλο ορισμό των απειλών και των κινδύνων που αντιμετωπίζουν η ΕΕ και τα κράτη - μέλη όσον αφορά την ευρωπαϊκή ασφάλεια, ως ένα πρώτο βήμα για τη δημιουργία των ικανοτήτων που απαιτεί η ευρωπαϊκή άμυνα, και έναν οδικό χάρτη με σαφείς φάσεις και ένα χρονοδιάγραμμα για τα προοδευτικά βήματα που πρέπει να πραγματοποιηθούν για τη δημιουργία μιας Ευρωπαϊκής Αμυντικής Ενωσης και μιας πιο ουσιαστικής κοινής αμυντικής πολιτικής».
Καθώς όλα αυτά απαιτούν επιπλέον χρήματα, και αναγνωρίζοντας η έκθεση ότι υπάρχει ανάγκη «να αυξηθούν σημαντικά οι στρατιωτικές δαπάνες της ΕΕ», προτείνει όλες οι δαπάνες που προκύπτουν από την εφαρμογή τέτοιων αποφάσεων «να χρηματοδοτούνται από νέους πρόσθετους πόρους του προϋπολογισμού της ΕΕ» και «πρόσθετη χρηματοδότηση ή συγχρηματοδότηση από τα κράτη - μέλη». «Παροτρύνει», δε, να συσταθεί «Ταμείο Εκκίνησης» προς «έκτακτη χρηματοδότηση των αρχικών φάσεων στρατιωτικών επιχειρήσεων».
Υιοθετώντας, δε, αντίστοιχο στόχο του ΝΑΤΟ, «θεωρεί απαραίτητη την αύξηση των εθνικών αμυντικών δαπανών στο 2% του ΑΕΠ της ΕΕ» και τονίζει ότι αυτό θα σήμαινε επιπλέον δαπάνη ύψους περίπου 100 δισ. ευρώ για την «άμυνα» μέχρι το τέλος της επόμενης δεκαετίας.
Επιπλέον, παραπέμποντας ευθέως σε πολεμικά σενάρια, η έκθεση αναφέρει ότι «στη διάρκεια των φάσεων παράταξης, επιφυλακής και υποχώρησης, η Ενωση θα πρέπει να καλύπτει όλες τις δαπάνες των μάχιμων μονάδων της ΕΕ».
Τέλος, η έκθεση στην ειδική ενότητα για τη «Σχέση ΕΕ - ΝΑΤΟ», ζητά «μια στενότερη σχέση μεταξύ της ΚΠΑΑ και του ΝΑΤΟ», κάνοντας λόγο για «ανάγκη επανεξισορρόπησης και διεύρυνσης της στρατηγικής εταιρικής σχέσης μεταξύ της ΕΕ και του ΝΑΤΟ». Καλεί, έτσι, σε «άμεση συνεργασία με τους διατλαντικούς εταίρους, προκειμένου να διασαφηνιστεί η θέση τους στα διάφορα ζητήματα που πραγματεύεται η παγκόσμια στρατηγική». Επίσης, να δοθεί «δυνατότητα στο ΝΑΤΟ να χρησιμοποιεί τα μέσα της ΕΕ».
Καλεί, επιπλέον, σε «μεταρρυθμίσεις» του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ «ιδίως όσον αφορά τη σύνθεσή του και τις διαδικασίες ψηφοφορίας, προκειμένου να ενισχυθεί η ικανότητά του να δρα αποφασιστικά για την αντιμετώπιση προκλήσεων που αφορούν την παγκόσμια ασφάλεια».
Την περαιτέρω στρατιωτικοποίηση της ΕΕ κατήγγειλε ο ευρωβουλευτής του ΚΚΕ Κώστας Παπαδάκης, στην παρέμβασή του στο Ευρωκοινοβούλιο στη σχετική συζήτηση για τις «Συνταγματικές, νομικές και θεσμικές επιπτώσεις της κοινής πολιτικής ασφάλειας και άμυνας: Δυνατότητες που προσφέρει η Συνθήκη της Λισαβόνας», στην Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου στο Στρασβούργο.
Ο ευρωβουλευτής του ΚΚΕ στην ομιλία του ανέφερε συγκεκριμένα τα παρακάτω:
«Δεν μπορεί να αποκρυφτεί από την ΕΕ και τις κυβερνήσεις της ότι κοινός παρονομαστής όλων, και των 5 αντιδραστικών σεναρίων "για το μέλλον της ΕΕ", αποτελεί το ζήτημα της "Αμυνας και Ασφάλειας". Προβάλλεται, μάλιστα, ως το προνομιακό έδαφος για την οποιαδήποτε χαλαρότερη ή πιο ενισχυμένη συνεργασία ανάμεσα στα κράτη - μέλη.
Οι εξαγγελίες, οι συναντήσεις, οι εκθέσεις - "λαγός" του Ευρωκοινοβουλίου συνηγορούν ότι η ΕΕ ενισχύει τη στρατιωτικοποίησή της. Με "Παγκόσμια Στρατηγική", "Λευκή Βίβλο Αμυνας", Ευρωπαϊκή Αμυντική Ενωση, Ευρωστρατό, συμπληρωματικά με το ΝΑΤΟ κι αυτοτελώς, η ΕΕ επιδιώκει να ανακτήσει έδαφος, απέναντι στη στρατιωτική υπεροχή των ΗΠΑ, Κίνας, Ρωσίας.
Η διεθνής καπιταλιστική κούρσα των εξοπλισμών, στην οποία ιδιαίτερα η ελληνική κυβέρνηση "διαπρέπει", φανερώνει ότι τα σύννεφα του πολέμου πυκνώνουν με επίδικο τον έλεγχο των ενεργειακών πηγών, των δρόμων μεταφοράς τους κι εδώ εντάσσεται η επιθετικότητα της Τουρκίας στο Αιγαίο, για την οποία τόσο η ΕΕ όσο και το ΝΑΤΟ κάνουν τα στραβά μάτια.
Απέναντι σε όλους κι όλα αυτά οι λαοί να είναι οργανωμένοι, προετοιμασμένοι, σε επαγρύπνηση».