ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 25 Μάρτη 2017 - Κυριακή 26 Μάρτη 2017
Σελ. /32
ΓΥΝΑΙΚΑ
«ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ»
Οι Αγώνες των εργαζόμενων γυναικών μέσα από τις σελίδες του

Με τον «Ριζοσπάστη» στη δουλειά και την κινητοποίηση...
Με τον «Ριζοσπάστη» στη δουλειά και την κινητοποίηση...
Από την πρώτη στιγμή της κυκλοφορίας του, ο «Ριζοσπάστης», ως όργανο της ΚΕ του ΚΚΕ, έχει σκοπό να ενημερώνει, να αποκαλύπτει, να διαφωτίζει και να συντροφεύει τη δράση της κάθε κομμουνίστριας και αγωνίστριας γυναίκας. Αναντικατάστατος είναι ο ρόλος του διαχρονικά, φωτεινός φάρος στη δράση ενάντια στην αστική πολιτική, για την ένταξη όλο και περισσότερων γυναικών του λαού στην ταξική πάλη, για την ωρίμανση της πολιτικής τους συνείδησης, για την αντεπίθεση και την ανατροπή του σάπιου καπιταλιστικού συστήματος, για τη σοσιαλιστική - κομμουνιστική κοινωνία, στην οποία η γυναίκα μπορεί να κατακτήσει την ισοτιμία της. Πλευρές αυτής της προσφοράς παρουσιάζονται μέσα από δημοσιεύματα της εφημερίδας από τις δεκαετίες του '20 και του '30, αφιερωμένα στα προβλήματα των γυναικών και στους αγώνες των εργατριών.

Στις δεκαετίες του '20 και του '30

Στις αρχές του εικοστού αιώνα, οι γυναίκες είχαν αρχίσει να δουλεύουν ως μισθωτές εργάτριες στα υφαντουργεία, την καπνοβιομηχανία, το εμπόριο, ως ζαχαροπλάστριες, οικοδιδασκάλισσες, νοσοκόμες και φυσικά υπηρέτριες προερχόμενες κυρίως από τα φτωχά νησιά αλλά και την επαρχία1. Ωστόσο, ήταν πολύ μικρό το ποσοστό γυναικών, κυρίως της διανόησης, ελάχιστων συνδικαλιστριών, καθώς και οι λίγες προλετάριες στα αστικά κέντρα, που δειλά έμπαιναν στην οργανωμένη λαϊκή δράση.

...και στους σημερινούς αγώνες
...και στους σημερινούς αγώνες
Στη συστηματική και οργανωμένη προσπάθεια του ΚΚΕ να αντιπαλέψει τις αντιδραστικές αντιλήψεις που υπήρχαν για τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία, το 1925, ο «Ριζοσπάστης» ήταν πολύτιμος αρωγός. Διαβάζουμε σε άρθρο της Ράικας (Ειρήνη Κουντούρη), υπεύθυνης για το Γυναικείο Ζήτημα, τα εξής: «Οχι πως δεν θα ζητήσουμε να γκρεμιστούνε οι φραγμοί που στέκονται μπροστά στη γυναίκα. Θα τα ζητήσουμε όμως ξεκινώντας από την αρχή πως μέσα στη σημερινή κοινωνία δεν είναι δυνατόν να απελευθερωθεί η γυναίκα απ' την καταπίεση και πως στον αγώνα για την απελευθέρωση της γυναίκας, ο μόνος φυσικός μας σύμμαχος είναι η εργατική τάξη»2.

Σε άλλο άρθρο αναφέρεται σε σχέση με την αντίληψη του Κόμματος για την ψήφο των γυναικών: «Εμάς όμως τις γυναίκες που δουλεύουμε, δεν μας συγκινούν τα κροκοδείλια δάκρυα των κυριών της μπουρζουαζίας, γιατί ξέρουμε από κόλπα αστικά. Θέλουν ψήφο οι αστές για να συμπληρώσουν το κενό που αφήνει σ' αυτές η στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων. Θέλουν ψήφο για να γίνουν και νομικά ανεξάρτητες, για να διαχειρίζονται μόνες την περιουσία τους, για να προστατεύουν καλύτερα την ιδιοκτησία τους!... Αν ζητάει το Κόμμα μας ψήφο για τις εργάτριες, αυτό το θέλουμε για να μας δοθεί η ευκαιρία να υψώσουμε το πολιτικό επίπεδο της εργάτριας, να την κάνουμε να πάρει συνείδηση των καθηκόντων της απέναντι στον εαυτό της και την τάξη της»3.

Το γυναικείο εργατικό δυναμικό αυξανόταν συνεχώς. Ο «Ριζοσπάστης» αναφέρει σε άρθρο του στις 8 Μάρτη 1928: «Σύμφωνα με στατιστικές (Γ. Χαριτάκης κ.ά.) στην ελληνική βιομηχανία εργάζονται πιο πολλές από 60 χιλιάδες εργάτριες, σε σύνολο εργατών και εργατριών 285 χιλιάδων. Στην κλωστική και υφαντουργική βιομηχανική παραγωγή εργάζονται 20.000 γυναίκες και η βιομηχανία ενδυμάτων απασχολεί 14-15 χιλιάδες εργάτριες. Οι αριθμοί αυτοί είναι κατώτεροι των πραγματικών σημερινών γιατί είναι συγκεντρωμένοι πριν τρία χρόνια, μα και μόνο μ' αυτούς φαίνεται ξεκάθαρα ότι η γυναίκα στην Ελλάδα έχει μπει πια για καλά στην παραγωγή, αποτελεί ένα μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης της Ελλάδας»4.

Με επίκεντρο τις ιδιαίτερες ανάγκες των γυναικών

Στο ίδιο άρθρο περιγράφεται και η κατάσταση που επικρατούσε εκείνη την εποχή, το καθεστώς κάτω από το οποίο οι γυναίκες ζούσαν και εργάζονταν. Σκιαγραφείται η σημαντική πείρα του ΚΚΕ από τη διαμόρφωση αιτημάτων και μορφών παρέμβασης στις γυναίκες και μάλιστα μέσα σε δυσμενείς συνθήκες. «Η θέση της εργάτριας στην Ελλάδα, όπως και σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες, είναι πολύ πιο χειρότερη από του εργάτη. Και στην Ελλάδα που ο εργάτης δουλεύει και ζει κάτω από τους χειρότερους όρους, η θέση της γυναίκας - εργάτριας είναι πέρα για πέρα φριχτή», περιγράφει ο «Ριζοσπάστης» και συνεχίζει: «Καμιάν ιδιαίτερη προστασία της γυναίκας ο Νόμος δεν αναγνωρίζει. Είναι ατιμία να λογαριάζει κανένας προστασία της εργάτριας ορισμένες πλατωνικές ευχές που εκφράζουν δυο - τρεις ειδικοί "περί της προστασίας των γυναικών νόμοι". Οταν οι νόμοι 4029 και 4923 "απαγορεύουν την απασχόλησιν των γυναικών επί οκτώ εν συνόλω εβδομάδας προ του τοκετού και μετ' αυτόν" ή όταν "απαγορεύουν την χρησιμοποίησιν γυναικών εν γένει εις υπογείους εργασίας μεταλλείων, λατομείων και ορυχείων", δεν υπάρχει όμως κανένας νόμος για την οικονομική εξασφάλιση της γυναίκας στις "οκτώ εν συνόλω εβδομάδας" πριν του τοκετού και μετά από αυτόν, και όταν στους επόπτες εργασίας σφραγίζουν τα μάτια τους με δυο εκατοστάρικα οι εργοδότες, για να μη βλέπουν "τας χρησιμοποιούμενας εις υπογείους εργασίας γυναίκας", τότε ο Νόμος είναι ουσιαστικά μια αναίσχυντη κοροϊδία και τίποτε παραπάνω.

Η θέση της εργάτριας όμως είναι κατώτερη και εκεί που ούτε μια στιγμή θα έπρεπε, αν ήταν δυνατό, να είναι. Σε πολλά συνδικάτα, ακόμα ίσαμε σήμερα, απαγορεύεται η εγγραφή εργατριών, σε άλλα δε, από τα πιο μεγάλα και τα πιο επαναστατικά, οι εργάτριες έχουν μόνο το "δικαίωμα" να πληρώνουν συνδρομή στο συνδικάτο χωρίς να εκλέγονται και χωρίς να εκλέγουν. Δεν έλειψαν ακόμα οι περιστάσεις που οι εργάτες πήραν ανοιχτά αντιδραστική στάση απέναντι των γυναικών, μη επιτρέποντας την εργασία της γυναίκας - εργάτριας στον κλάδο της παραγωγής που αυτοί εργάζονταν, μονοπωλώντας την εργασία μόνο για τους άντρες»5.

Από τις ανταποκρίσεις των εργατριών

Από την αλυσίδα των μικρών και των μεγάλων αγώνων των εργατριών που φιλοξένησαν τα φύλλα του «Ριζοσπάστη», παρατίθενται ορισμένα δημοσιεύματα από το 1936. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι ίδιες οι εργαζόμενες έγιναν οι καλύτεροι ανταποκριτές, μεταφέροντας τα προβλήματα και τους αγώνες τους.

Η παρακάτω ανταπόκριση είναι από τον αγώνα των υφαντουργίνων της Θεσσαλονίκης το Μάη του 1936: «Οι απεργίες των υφαντουργών των εργοστασίων Πιερράκου, Τσίτση, Τόρρες και Πίνδου συνεχίζονται. Σήμερα η απεργία επεχτάθηκε και στα υφαντουργεία Αδαμτζίλογλου με 100, Μουράτογλου με 120, Μαξούτ με 65, Τορέζ με 15, Γεωργιάδη με 65, και Δημητριάδου με 10. Ηδη οι απεργοί φθάνουν στους 2.000. Στο εργοστάσιο Τσίτση, η αστυνομία επιτέθηκε κατά των απεργών που παρεμπόδιζαν το μπάσιμο δύο απεργοσπαστών.

Οι απεργοί κορίτσια 12-14 χρονών αντεπιτέθηκαν και ξήλωσαν τα γαλόνια του επικεφαλής ενωμοτάρχη κι έδειραν ένα φασίστα. Κατά τη συμπλοκή τραυματίστηκε η εργάτρια Μαρίτσα Σιμοπούλου κι άλλες. Κατόπιν έγινε επέλαση της εφίππου χωροφυλακής και συνελήφθηκε ένας εργάτης, που αφέθηκε ελεύθερος, ύστερα από διαμαρτυρίες. Στην Τορέζ οι απεργοί έδειραν τον εργοδότη. Στις 10 έγινε κοινή συγκέντρωση των απεργών στο Χατζή Μπαξέ. Αποφασίστηκε η εμμονή στην απεργία. Στη συγκέντρωση μίλησε κι αντιπρόσωπος των απεργών καπνεργατών και τσαγκαράδων. Εγκρίθηκε ψήφισμα με το οποίο ζητείται 8ωρο, αύξηση μεροκάματου, κατάπαυση τρομοκρατίας, αναγνώριση του σωματείου κ.λπ».6

Τις συνθήκες δουλειάς περιγράφει εργάτρια σε μοδιστράδικο: «Αγαπητέ Ριζοσπάστη, Εις την οδόν Λέκκα 9 είναι το εργοστάσιο γυναικείων φορεμάτων των αδελφών Ανατολίτου. Σ' αυτό δουλεύουμε καμιά δεκαριά εργάτριες με μεροκάματο 10-30 δραχμές, για 10 και 12 ώρες δουλειά, κάτω από τις πιο μεσαιωνικές συνθήκες. Η διευθύντριά μας, κάποια δεσποινίς Σούλη, κάθεται όλη την ημέρα πάνω από το κεφάλι μας, αναγκάζοντας μας να δουλεύουμε εντατικά, μας βρίζει δε και μας απειλεί κάθε τόσο με διώξιμο. Σε διαμαρτυρία μας για την πρόστυχη αυτή διαγωγή της, μας είπε: "όποια θέλει ας μείνει. Υπάρχουν έξω πολλές ψωμοζήτησες, που θα δεχόντουσαν να δουλέψουν περισσότερες ώρες και με λιγότερο μεροκάματο!". Οσες δουλεύουμε στο μοδιστράδικο αυτό, θα πρέπει να καταλάβουμε ότι πρέπει να ενωθούμε και να απαιτήσουμε: αύξηση μεροκάματου, κατάπαυση της τρομοκρατίας και 8ωρο. Επίσης τις Κυριακές, παρά την αστυνομική απαγόρευση, μας επιβάλλει να δουλεύουμε, με την απειλή του διωξίματος και με το ίδιο μεροκάματο της ζητιανιάς. Συντροφικά, Μια εργάτρια».7

Εξαντλητική δουλειά, μικρά μεροκάματα, τρομοκρατία και κρατήσεις για το άθλιο συσσίτιο, καταγγέλλουν οι εργάτριες του «Παπαστράτου»: «Η κατάσταση σε μας τις εργάτριες είναι πιο απελπιστική γιατί δεχόμαστε και ανήθικες προτάσεις και επιθέσεις από ορισμένους (όχι βέβαια όλους) προϊσταμένους τσιράκια του Παπαστράτου, χωρίς να τολμάμε να παραπονεθούμε, γιατί το πρόστιμο, η τιμωρία και το διώξιμο μας περιμένει. Μας υποχρεώνει να πληρώνουμε 5,50 δρχ. για το συσσίτιο. Τα περισσότερα λεφτά του συσσιτίου πηγαίνουν πάλι στην κάσα του Παπαστράτου, γιατί ταγίζει νεροζούμια κι αυτά βρώμικα, που τρεις φορές πολλοί από εμάς πάθανε δηλητηρίαση και κοντέψανε να χάσουνε τη ζωή τους. Καμιά προστασία στην αρρώστια, ανικανότητα και γηρατειά δεν έχουμε. Και όταν αχρηστευθούμε μας παραπέμπει στην προστασία του χάρου. Καθήκον σε μας τους εργάτες και εργάτριες του Παπαστράτου είναι να οργανωθούμε... Ας πάψουμε να σκύβουμε το κεφάλι μπροστά στην τρομοκρατία του Παπαστράτου και των χαφιέδων του. Αυτοί πάντα θα συνεχίζουν την τρομοκρατία, εφόσον εμείς θάμαστε ανοργάνωτο μπουλούκι, για να μπορούν να αρμέγουν περισσότερα κέρδη από τον ιδρώτα μας. Μονάχα οργανωμένοι και αδελφωμένοι θα τσακίσουμε και την τρομοκρατία τους και θα επιβάλουμε τα δικαιώματά μας. Πειραιάς, 28/1/1936, Καπνεργάτριες».8

Σημειώσεις:

1. Χρύσα Χατζηβασιλείου, Το ΚΚΕ και το γυναικείο ζήτημα, Αθήνα 1946, 1972, σελ. 11-15

2. Ράικα, Ο Σύνδεσμος των Ελληνίδων, «Ριζοσπάστης», 12 Μάρτη 1925, σελ. 1

3. Οι Προλετάρισσες και η γυναικεία ψήφος, «Ριζοσπάστης», 15 Ιούνη 1925, σελ. 3

4. «Ριζοσπάστης», 8 Μάρτη 1928, σελ. 3.

5. «Ριζοσπάστης», 8 Μάρτη 1928, σελ. 3.

6. «Ριζοσπάστης», 7 Μάη 1936, σελ. 4.

7. «Ριζοσπάστης», 24 Μάη 1936, σελ. 4.

8. «Ριζοσπάστης», 2 Φλεβάρη 1936, σελ. 5.


Π. Ξ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ