Ηταν που ήταν θύματα εκμετάλλευσης και ρατσισμού, τώρα μετά το προωθούμενο νομοσχέδιο θα γίνουν τελείως σκλάβοι; |
Είναι γεγονός πως οι χώρες του ανεπτυγμένου κόσμου βρίσκονται σήμερα αντιμέτωπες με μια οδυνηρή πραγματικότητα που οι ίδιες ωστόσο δημιούργησαν. Αφού για δεκαετίες υπερεκμεταλλεύτηκαν τις πλουτοπαραγωγικές πηγές των χωρών του Τρίτου Κόσμου, αφού δημιούργησαν ή συντήρησαν περιφερειακούς πολέμους για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους, ανακόπτοντας οποιαδήποτε πορεία αυτόνομης ανάπτυξης των φτωχών χωρών, καλούνται σήμερα να αντιμετωπίσουν τα εκατομμύρια των νέων μεταναστών και προσφύγων που κατακλύζουν τις χώρες τους και «απειλούν», λένε, την κοινωνική τους ισορροπία.
Απ' την άλλη μεριά εκατομμύρια άνθρωποι, μην έχοντας τίποτα άλλο να χάσουν, γίνονται έρμαια των δουλεμπόρων, στοιβάζουν τα κορμιά και τα όνειρά τους σε σαπιοκάραβα, φορτηγά, ψυγεία ή διασχίζουν επί μέρες με τα πόδια(!) χιονισμένα βουνά ανάμεσα σε ναρκοπέδια, ψάχνοντας μάταια την ελπίδα. Την ελπίδα ότι κάπου μπορεί να υπάρχει και γι' αυτούς μία μικρή θέση στον «σύγχρονο» κόσμο. Αντ' αυτού γίνονται αντικείμενα - με την κυριολεκτική σημασία της λέξης - στυγνής εκμετάλλευσης των κυβερνήσεων, οι οποίες όταν τους χρειάζονται ως φθηνό εργατικό δυναμικό είναι «ανεκτικές». Τόσο «ανεκτικές» μάλιστα που τολμούν - καλή ώρα σαν τη δική μας κυβέρνηση - να κάνουν το ρατσισμό και την ξενοφοβία νόμο και με περίσσιο θράσος να ονομάζουν το τερατούργημά τους «μεταναστευτική πολιτική» και «δεύτερη ευκαιρία». Λες και υπήρξε ποτέ η «πρώτη ευκαιρία» γι' αυτούς τους ανθρώπους...
Απ' τον Αύγουστο του 1995 το στιγμιότυπο. Τόσα χρόνια μετά αστυνομία και μετανάστες εξακολουθούν να έχουν τις ίδιες... στενές σχέσεις! |
Η αλληλεγγύη μεταξύ Ελλήνων και ξένων εργατών ήταν και είναι πάντα το καλύτερο όπλο για να χτυπηθεί ο ρατσισμός και όποιοι τον καλλιεργούν |
Κι όμως η αλληλεγγύη, παρά τις επίμονες προσπάθειες για το αντίθετο, υπάρχει ακόμη σε μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας. Φαίνεται απ' τη στάση των εργατικών σωματείων που διεκδικούν ίσα δικαιώματα για τους Ελληνες και ξένους εργάτες, αποδεικνύεται απ' τα συλλαλητήρια που έγιναν το τελευταίο διάστημα για το επίμαχο νομοσχέδιο και στα οποία η συμμετοχή της νεολαίας ήταν εκπληκτική, φαίνεται απ' όλους αυτούς που με την καθημερινή τους στάση φωνάζουν πως «η διαφορετικότητα είναι πλούτος, είναι ομορφιά, είναι η ίδια η ζωή». Κι αυτή η ακριβή αλήθεια είναι ίσως η μόνη που μπορεί να μας κάνει όλους, Ελληνες και ξένους, να περάσουμε απέναντι...
Ηρθε στην Ελλάδα το 1970. Σπούδασε, παντρεύτηκε, έκανε παιδιά, αλλά τώρα του ζητούν «εντός 15 ημερών» να εγκαταλείψει τη χώρα...
Ο Τζεμίλ Σαγέντ με την οικογένειά του: Τη Σάρα, τον Αντνάν και τον Ομάρ |
Η ιστορία του Τζεμίλ Μοχάμεντ Σαγέντ μπορεί σήμερα να μην έχει πια όλα εκείνα τα στοιχεία που συνθέτουν το «προφίλ» ενός μετανάστη (ανεργία, φτώχεια, εξαθλίωση, κοινωνικός αποκλεισμός, εκμετάλλευση κλπ.), αποδεικνύει ωστόσο με τον καλύτερο τρόπο πως οι νόμοι αυτής της χώρας δύσκολα συγχωρούν τη διαφορετικότητα του χρώματος, της θρησκείας και της φυλής, όσα χρόνια κι αν περάσουν. Οπως δύσκολα συγχωρούν έναν άνθρωπο που κατόρθωσε απ' τα μεροκάματα της οικοδομής και των εργοστασίων του Ταύρου, να σπουδάσει στη χώρα μας, να ανοίξει δική του επιχείρηση, να σταθεί στα δικά του πόδια, να παντρευτεί Ελληνίδα γυναίκα και να κάνει τρία παιδιά μαζί της...
Στις 23 Αυγούστου του 1999 ο Τζεμίλ, όπως έκανε κάθε χρόνο άλλωστε από το 1984 που κρίθηκε νόμιμος (μετά από 14 χρόνια, δηλαδή), υπέβαλε αίτηση στο Τμήμα Αλλοδαπών Γλυφάδας για ανανέωση της άδειας παραμονής. Η προηγούμενη άδειά του έληγε λίγες μέρες αργότερα, στις 11 Σεπτέμβρη. Υστερα από αδικαιολόγητη καθυστέρηση των αρμοδίων αστυνομικών αρχών, του κοινοποιήθηκε αρνητική απάντηση, με ταυτόχρονη γνωστοποίηση πως πρέπει να εγκαταλείψει τη χώρα εντός 15 ημερών, «με αιτιολογίες σαθρές, ψευδείς και καθ' όλα αβάσιμες»! «Αυτή η ιστορία συνεχίζει να με ταλαιπωρεί αδικαιολόγητα μέχρι σήμερα. Εχω υποβάλει αίτηση ακύρωσης αυτής της απόφασης στο ΣτΕ, εκκρεμεί η εκδίκασή της, και μετά θα δούμε τι θα γίνει», λέει ο Τζεμίλ, που ακόμη δεν μπορεί να πιστέψει τι του συμβαίνει.
Βέβαια, το παραπάνω γεγονός δεν είναι το μόνο. Τα παιδιά που έκανε με την Ελληνίδα γυναίκα του δεν έχουν κανένα απ' τα δικαιώματα που θα 'πρεπε. Είναι αναγκασμένα να πηγαίνουν κάθε πέντε χρόνια και να ανανεώνουν την άδεια παραμονής τους κι ας δηλώνει η 17χρονη Σάρα πως «πατρίδα μου είναι η Ελλάδα, εδώ γεννήθηκα, εδώ μεγάλωσα, εδώ είναι όλοι μου οι φίλοι». Οπως «περίεργο» είναι πως όλα αυτά τα χρόνια που βρίσκεται εδώ, αναγκάστηκε πάμπολλες φορές να εγκαταλείψει τη χώρα κι ας ήταν Ελληνίδα η γυναίκα του. «Είναι αμέτρητες οι φορές που μπήκα και βγήκα απ' την Ελλάδα. Υπήρχαν περίοδοι που ήμουν υποχρεωμένος να βγαίνω δύο και τρεις φορές το χρόνο. Οπως υπήρξαν δύο χρόνια που μαζί με τη γυναίκα μου, αφού δε μου έδιναν με τίποτα άδεια παραμονής, αναγκάστηκα να φύγω και να ζήσω στην Ιταλία!», αφηγείται.
Σήμερα ο Τζεμίλ είναι πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου Ελλάδας - Πακιστάν, γεγονός που του επιτρέπει να γνωρίζει από πρώτο χέρι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι περίπου 25.000 Πακιστανοί της χώρα μας. Κατ' αρχάς το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι απ' αυτούς «μόλις 2.000 άνθρωποι βρίσκονται νόμιμα εδώ». Οι άλλοι, με το φόβο καθημερινό σύντροφό τους, γίνονται αντικείμενα εκμετάλλευσης στις ορέξεις του κάθε εργοδότη.
Το άλλο που καταγγέλλει ο Τζεμίλ είναι το ζήτημα των απελάσεων, αλλά και της προκλητικής, απάνθρωπης - πολλές φορές - συμπεριφοράς της αστυνομίας: «Καθημερινά δεχόμαστε δεκάδες απεγνωσμένα τηλεφωνήματα συμπατριωτών μας για απελάσεις δικών τους ανθρώπων. Και να φανταστεί κανείς ότι για να φτάσει ένας Πακιστανός στην Ελλάδα έχει πληρώσει τουλάχιστον 6.000 δολάρια στον δουλέμπορα, που σημαίνει ότι έχει πουλήσει το σπίτι του, τα χωράφια του, όλα τα υπάρχοντά του!». Οσο για τη στάση της αστυνομίας θα πει: «Ελάχιστοι είναι αυτοί που αντιμετωπίζουν τους μετανάστες με συμπάθεια και ευαισθησία. Οι περισσότεροι είναι απάνθρωποι, οι κακοποιήσεις μέσα σε αστυνομικά τμήματα καθημερινές. Ενδεικτικό παράδειγμα το τι έγινε πέρσι το καλοκαίρι στον Ασπρόπυργο. Ενας Πακιστανός είχε δραπετεύσει απ' το αστυνομικό τμήμα, και αυτοί το γύρισαν σε... βεντέτα. Συνέλαβαν όλους τους άνδρες Πακιστανούς που έβρισκαν στους δρόμους, στα σπίτια και στις δουλιές τους κι έφαγαν τόσο ξύλο που ούτε ο χειρότερος εγκληματίας δε θα το δικαιόταν»!
Το άλλο ζήτημα, κυριολεκτικά ζωής και θανάτου, είναι αυτό της υγειονομικής περίθαλψης. «Χωρίς ένσημα είναι δυνατόν να έχει κανείς τους ασφάλεια;», αναρωτιέται. «Ευτυχώς, υπάρχει αλληλεγγύη μεταξύ μας. Να σας πως ένα παράδειγμα: Δύο συμπατριώτες μας είναι βαριά άρρωστοι και χρειάζεται να εγχειριστούν στην καρδιά. Μόνοι μας συγκεντρώσαμε, απ' το υστέρημα του καθενός, τα λεφτά για τον έναν. Για τον δεύτερο έχουμε μαζέψει ήδη 1,5 εκατομμύριο και χρειαζόμαστε άλλα τόσα. Θα τα μαζέψουμε κι αυτά», λέει. Οσο για την καθημερινότητα των συμπατριωτών του, σκληρή κι απάνθρωπη: Ανεργία, χαμόσπιτα που τους «φιλοξενούν» κατά δεκάδες, εκμετάλλευση... «Αν όλα αυτά δεν είναι ρατσισμός, τότε τι είναι;», αναρωτιέται ο Τζεμίλ, αλλά ποιος θα απαντήσει...
Τα χαμόγελα αυτών των παιδιών θεωρούν απειλή μεγάλο μέρος των γονιών, αλλά και των εκπαιδευτικών της χώρας! |
Συγκεκριμένα, όσον αφορά τους γονείς, τα αποτελέσματα της έρευνας δείχνουν πως σ' αυτό το κομμάτι ο ρατσισμός και η ξενοφοβία έχουν ριζώσει για τα καλά. Το 51,7% των γονιών δηλώνει ότι η παρουσία των μεταναστών στην ελληνική κοινωνία τούς προκαλεί ανησυχία, το 16,2% δηλώνει ότι η παρουσία των ξένων τούς ενοχλεί, αδιάφορο εμφανίζεται το 17,1%, ενώ μόνο ο ένας στους 10 γονείς (11,6%) δηλώνει ότι η νέα αυτή πολυπολιτισμική πραγματικότητα τού φαίνεται ενδιαφέρουσα.
Ως φυσιολογικό γεγονός σχολιάζουν την παρουσία των παιδιών των μεταναστών στα σχολεία της χώρας μας το 42,6% των γονέων, ενώ ως θετικό γεγονός κρίνεται μόλις από το 11%. Αντίθετη άποψη εκφράζει το 42% των γονέων (για το 34% η παρουσία των ξένων θεωρείται αρνητικό γεγονός και για το 8% η συνύπαρξη αυτή συνιστά απειλή). Επίσης μόνο 4 στους 10 γονείς πιστεύουν ότι τα παιδιά των αλλοδαπών στην Ελλάδα θα πρέπει να μπορούν να γράφονται σε οποιοδήποτε ελληνικό σχολείο, ενώ το 50,5% δηλώνει ότι θα τον ενοχλούσε εάν στο σχολείο που πηγαίνει το παιδί του φοιτούσε σημαντικός αριθμός αλλοδαπών μαθητών!
Στους εκπαιδευτικούς τώρα η κατάσταση είναι κάπως καλύτερη σε σχέση με τους γονείς, καθόλου ικανοποιητική όμως, αν αναλογιστεί κανείς το βάρος του ρόλου τους. Συγκεκριμένα, μόνο το 38,1% των εκπαιδευτικών πιστεύει ότι τα παιδιά των αλλοδαπών θα πρέπει να μπορούν να γράφονται σε οποιοδήποτε ελληνικό σχολείο, ενώ υπάρχει ένα 26,7% που κρίνει την παρουσία των αλλοδαπών μαθητών στα σχολεία ως αρνητικό γεγονός και ένα 3,3% που τη θεωρεί απειλή. Στην ερώτηση «θα σας ενοχλούσε ή όχι, αν στο σχολείο που διδάσκετε φοιτούσε σημαντικός αριθμός αλλοδαπών παιδιών;», το 67,9% απαντά «όχι», ωστόσο τρεις στους δέκα εκπαιδευτικούς δηλώνουν ότι θα τους ενοχλούσε.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, ωστόσο, παρουσιάζουν δύο άλλα σημεία της έρευνας στους εκπαιδευτικούς. Το πρώτο έχει να κάνει με το ότι εφτά στους δέκα δασκάλους και καθηγητές θεωρούν ότι οι Ελληνες εκπαιδευτικοί δεν είναι επαρκώς καταρτισμένοι για να διδάξουν τα παιδιά των αλλοδαπών, γεγονός αρκετά σοβαρό, εάν αναλογιστούμε την εκτίμησή τους ότι ο αριθμός των αλλοδαπών μαθητών θα αυξηθεί μέσα στην επόμενη πενταετία. Το δεύτερο αφορά τη διαπίστωσή τους πως το σχολείο εμφανίζεται σε πολλές περιπτώσεις να είναι ένας χώρος διακρίσεων. Ο ένας στους τρεις εκπαιδευτικούς απαντά ότι «από την εμπειρία του γίνονται διακρίσεις εις βάρος των αλλοδαπών μαθητών στα ελληνικά σχολεία».
Οσο για τους μαθητές, το 71,8% εκφράζει θετική γνώμη για τους αλλοδαπούς συμμαθητές του, έξι στους 10 δηλώνουν ότι δε θα τους ενοχλούσε εάν στο σχολείο τους φοιτούσε σημαντικός αριθμός αλλοδαπών παιδιών και το 46,2% των μαθητών πιστεύει ότι τα παιδιά από άλλες χώρες θα πρέπει να μπορούν να γράφονται σε οποιοδήποτε ελληνικό σχολείο. Επίσης, το 75,6% δηλώνει ότι έχει φίλο αλλοδαπό και το 86,8% πως δέχεται να μοιραστεί το θρανίο του με παιδί άλλης εθνικότητας.
Η Σάρα Σαγέντ, «κράμα» Ελληνίδας και Πακιστανού, στα 17 της σήμερα, θεωρεί πως το ότι δεν έχει δεχτεί όλα αυτά τα χρόνια έντονη ρατσιστική συμπεριφορά «το οφείλω στο άλλο μισό μου, που είναι ελληνικό». Ωστόσο, δεν μπορεί να ξεχάσει τη συμπεριφορά του δασκάλου της στο δημοτικό - «ήταν απαράδεκτη, δε θέλω καν να σχολιάσω» - όπως και το ότι «όταν κάποιος θέλει να με πληγώσει γνωρίζει την αχίλλειο πτέρνα και το επιχείρημα που θα γυρίσει είναι ..."βρωμοπακιστανή"». Διαπιστώνει δε, πως όταν αυτή ήταν στο δημοτικό «ήταν ελάχιστα τα παιδιά αλλοδαπών, σήμερα όμως ξεπερνούν το 20% του δυναμικού κάθε τάξης».
Ερωτώμενη και για τους άλλους αλλοδαπούς συμμαθητές της, για το αν διακρίνει, δηλαδή, ρατσιστική συμπεριφορά εις βάρος τους, απερίφραστα θα πει: «Τα παιδιά απ' την Αλβανία είναι σε πολύ μειονεκτική θέση. Δέχονται ρατσιστικές συμπεριφορές και από μερίδα των παιδιών του σχολείου, αλλά και από ορισμένους καθηγητές. Κάποιες φορές μάλιστα, οι κουβέντες που δέχονται είναι πολύ, πολύ βαριές»...