Eurokinissi |
Με αυτά και άλλα ερωτήματα κυβέρνηση και αστικά επιτελεία ζάλισαν όλη τη βδομάδα το λαό, προσπαθώντας να του μεταφέρουν λίγο - πολύ τις «σκοτούρες» του κεφαλαίου σε σχέση με την αναμενόμενη «δοκιμαστική έξοδο στις αγορές». Την έκδοση, δηλαδή, ενός κρατικού ομολόγου, ώστε να «εξαργυρωθεί» το «ευνοϊκό μομέντουμ» που τους δίνει το πρόσφατο κλείσιμο της δεύτερης «αξιολόγησης» και η «επιστροφή της εμπιστοσύνης» στην εγχώρια καπιταλιστική οικονομία, ανοίγοντας το δρόμο ώστε σταδιακά το κεφάλαιο να έχει πρόσβαση σε μπόλικο και φτηνό χρήμα και η κυβέρνηση μεγαλύτερη «ευελιξία» για την πολύπλευρη στήριξη του εγχώριου κεφαλαίου και την προσέλκυση «επενδυτών» και κεφαλαίων στην εγχώρια καπιταλιστική οικονομία.
Οπως είναι φανερό, οι νέοι αυτοί «εθνικοί» στόχοι δεν αφορούν τίποτα παραπάνω από τα συμφέροντα και τις ανάγκες του κεφαλαίου στη φάση αυτή, τη στήριξη της ανάκαμψης των κερδών του, τη θωράκιση της ανταγωνιστικότητάς του.
Συγκεκριμένα, αυτό που η κυβέρνηση παρουσιάζει ως «έξοδο» από την επιτροπεία δεν είναι τίποτα περισσότερο από την αναχρηματοδότηση ενός κομματιού του χρέους, ουσιαστικά τον επαναδανεισμό του αστικού κράτους - για λογαριασμό των επιχειρηματικών ομίλων - προκειμένου να βρεθεί το απαραίτητο «καύσιμο» για την επανεκκίνηση της εγχώριας καπιταλιστικής οικονομίας. Το λογαριασμό, όπως και σήμερα, θα τον φορτωθεί και πάλι ο λαός, που θα ματώνει για να πιάνονται τα «πρωτογενή πλεονάσματα» και οι υπόλοιποι όροι που έχουν συμφωνήσει κυβέρνηση και δανειστές.
Από αυτήν την άποψη, ξεπερνάει τα όρια της πρόκλησης η κυβερνητική προπαγάνδα που επιχειρεί να πείσει πως η «επιστροφή στις αγορές» σηματοδοτεί τάχα το τέλος των θυσιών για το λαό. Συνοψίζοντας την απάτη αυτή, η «Αυγή» της περασμένης Κυριακής έγραφε στο κύριο άρθρο της: «Τώρα η Ελλάδα ετοιμάζεται να βγει στις αγορές από τη Δευτέρα... Το σημαντικό αυτής της πορείας που ξεκινά αυτή τη βδομάδα και θα ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του 2018, είναι ότι δεν σηματοδοτεί απλώς, αλλά είναι η ίδια η πορεία προς την έξοδο από τη συνολική επιτήρηση της χώρας. Είναι η διαδικασία που θα επιτρέπει στην ελληνική κυβέρνηση να σχεδιάζει και να υλοποιεί όχι αυτό που επιτάσσουν οι νεοφιλελεύθεροι ιθύνοντες του ΔΝΤ, αλλά αυτά που έχει ανάγκη η κοινωνία. Επούλωση των πληγών του μνημονίου, κοινωνικό κράτος, θέσεις εργασίας, βιώσιμη ανάπτυξη».
Μάλιστα, η κυβέρνηση επιχείρησε να «στοιχειοθετήσει» την απάτη, αμπαλάροντας (στο Υπουργικό Συμβούλιο που έγινε μεσοβδόμαδα) το μπαράζ νομοσχεδίων που περνάει αυτές τις μέρες από τη Βουλή και αφορούν το άνοιγμα νέων πεδίων κερδοφορίας στο κεφάλαιο και την προσαρμογή του αστικού κράτους και των μηχανισμών του στις σημερινές ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων, ως απόδειξη για τη... σταδιακή ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών!
Για το λαό το πέρασμα στη νέα αυτή φάση δεν σηματοδοτεί τίποτα περισσότερο από ένταση της επίθεσης σε βάρος του. Η «εγγυητική επιστολή» της κυβέρνησης στη διαδικασία αυτή δεν είναι τίποτα παραπάνω από τα πρόσφατα μέτρα της δεύτερης «αξιολόγησης», το 4ο μνημόνιο που πέρασε πρόσφατα από τη Βουλή και περιλαμβάνει τσεκούρωμα συντάξεων κι επιδομάτων, απελευθέρωση απολύσεων, γενίκευση της φοροληστείας και δέσμευση για αντιλαϊκά μέτρα στο διηνεκές.
Εξάλλου, μπροστά βρίσκονται τα μέτρα που περιλαμβάνονται στην τρίτη «αξιολόγηση» και έχουν στον πυρήνα τους τις νέες αντεργατικές ανατροπές, με βασικό τις αλλαγές στον συνδικαλιστικό νόμο και το χτύπημα του δικαιώματος της απεργίας, την κατακρεούργηση των προνοιακών επιδομάτων σε λαϊκά νοικοκυριά, τη νομοθέτηση ανώτατου ορίου στις συμβάσεις ορισμένου χρόνου για το 2017 και το 2018, τον «επανυπολογισμό» των συντάξεων κ.ο.κ.
Γι' αυτά, όπως και για τα υπόλοιπα μέτρα που αφορούν το άνοιγμα νέων πεδίων κερδοφορίας στο κεφάλαιο, μέσα και από το τσάκισμα των αυτοαπασχολούμενων στους κλάδους που θα «απελευθερωθούν», η κυβέρνηση δεσμεύτηκε για μια ακόμα φορά και με την «επιστολή προθέσεων» προς το ΔΝΤ, βάσει της οποίας πάρθηκε και η απόφαση για την υπό όρους συμμετοχή του Ταμείου στο πρόγραμμα.
Εξίσου χαρακτηριστικές για το τι επιφυλάσσουν η καπιταλιστική ανάκαμψη και η έξοδος στις αγορές για τους εργαζόμενους είναι και οι «θετικές» δηλώσεις των εκπροσώπων των ιμπεριαλιστικών οργανισμών αλλά και των εκπροσώπων του εγχώριου κεφαλαίου, που επαινούν μεν την κυβέρνηση για τη δέσμευσή της στις αντιλαϊκές μεταρρυθμίσεις, αλλά σταθερά θυμίζουν πως δεν πρέπει να υπάρξει καμία «κόπωση» ή κωλυσιεργία στα επόμενα βήματα.
Ενδεικτικά, ο επικεφαλής της ΕΚΤ, Μ. Ντράγκι, δήλωνε μέσα στη βδομάδα πως «η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των αγορών εξαρτάται από την πιστή υλοποίηση του προγράμματος», προσθέτοντας πως η «έξοδος στις αγορές», για να έχει διάρκεια, θα πρέπει να βασίζεται σε μια ευρύτερη στρατηγική, η οποία «θα πρέπει να περιλαμβάνει την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης». Την ίδια ώρα, αξιωματούχοι της Ευρωζώνης σημείωναν πως η κυβέρνηση πρέπει «να αποφεύγει να υπονοεί ότι θα υπαναχωρήσει από συμφωνημένες μεταρρυθμίσεις. Αυτό θα μπορούσε να αυξήσει την αστάθεια».
Η, δε, επικεφαλής του ΔΝΤ, Κρ. Λαγκάρντ, μετά την προχτεσινή απόφαση δεν θα μπορούσε να ήταν πιο σαφής σε ό,τι αφορά τη διατήρηση όλου του αντεργατικού πλαισίου και μετά το τέλος του προγράμματος, προκειμένου να στηριχθούν οι επενδύσεις και η καπιταλιστική ανάκαμψη: «Παρά την πρόοδο στο μέτωπο των δομικών μεταρρυθμίσεων, βασική πρόκληση για την Ελλάδα παραμένει η απελευθέρωση από τους περιορισμούς που επιβαρύνουν το επενδυτικό κλίμα. Ως εκ τούτου, οι αρχές θα πρέπει να επανεξετάσουν τα σχέδιά τους να αντιστρέψουν κρίσιμες μεταρρυθμίσεις στις συλλογικές διαπραγματεύσεις μετά το τέλος του προγράμματος, και αντ' αυτού, να επικεντρωθούν στο να διπλασιάσουν τις προσπάθειές τους για να ανοίξουν κλειστές αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, ώστε να αυξήσουν τις επενδύσεις και να δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Στο ίδιο πνεύμα κινούνται και οι επισημάνσεις των αστικών επιτελείων στον Τύπο, ότι την εμπιστοσύνη των αγορών «την κερδίζεις και την ξανακερδίζεις εφαρμόζοντας με συνέπεια όσα τους υποσχέθηκες», ότι «πρέπει να εφαρμοστούν όσα συμφωνήθηκαν τώρα και όχι το φθινόπωρο» και ότι οι αγορές «επιβάλλουν μια πειθαρχία που, από ορισμένη άποψη, είναι πιο σκληρή από την πειθαρχία της τρόικας».
Οι «επισημάνσεις» αυτές δείχνουν καθαρά πως τα «μνημόνια διαρκείας» για το λαό όχι μόνο δεν είναι πίσω του, αλλά ότι αντίθετα βρίσκονται μπροστά, με το πρόσχημα αυτήν τη φορά της «διατήρησης της εμπιστοσύνης των αγορών», την προσέλκυση επενδύσεων, τη σταθεροποίηση της ανάκαμψης κ.ο.κ.
Αργότερα ή νωρίτερα, για περισσότερο ή λιγότερο επικοινωνιακούς λόγους ή όχι, με μικρότερο ή μεγαλύτερο επιτόκιο, το μόνο σίγουρο είναι ότι από την «έξοδο στις αγορές» όχι μόνο δεν έχει να περιμένει τίποτα ο λαός, αντίθετα αυτή θα αποτελέσει ένα νέο «ορόσημο» για την ένταση της αντιλαϊκής επίθεσης.
Οι εργαζόμενοι, ο λαός όχι μόνο δεν πρέπει να έχουν καμία «αγωνία» για τους στόχους του κεφαλαίου, αλλά χρειάζεται να αντιπαρατεθούν συνολικά με αυτούς και τη στρατηγική των καπιταλιστών, αν θέλουν να σταματήσουν τον κατήφορο και να ανοίξουν δρόμο για την ικανοποίηση των δικών τους αναγκών.
Κι ύστερα, αφού έρθει ο σεισμός, και κάποτε και ο λοιμός και ο λιμός και ο καταποντισμός, κι ό,τι απειλεί τη ζωή και το βιος των ανθρώπων, έρχεσαι αναπόφευκτα καταπρόσωπο με τον οργανωμένο σε κοινωνία άνθρωπο, το Κράτος του, την Πολιτεία του, τις Αρχές, όλα τα μεγάλα λόγια κι έργα της εξέλιξης του είδους μας. Τότε είναι που το δυστύχημα γίνεται δράμα διαρκείας για τους πληγέντες, η ιεράρχηση αναγκών βρόχος στο επίπεδο των αποφάσεων και ο Χρόνος κυνηγός κεφαλών...
Ομως κανείς δεν θα πληροφορηθεί μετά από λίγο καιρό, εκτός από το χοντρικά υπολογισμένο κόστος του γεωλογικού φαινομένου, πόσοι και πώς πληγέντες τα έβγαλαν πέρα με τις τραυματισμένες ή κι ισοπεδωμένες τους ζωές. Καλή η βιομηχανία του τουρισμού, με τη στρατιά των υπηρετών και δούλων που εργάζονται σε συνθήκες γαλέρας για να πλουτίζουν οι μεγαλοκαρχαρίες κυρίως, εκμεταλλευτές του φυσικού κάλλους της χώρας. Αυτοί που στο σεισμό θα γίνουν συνάμα και σεισμόπληκτοι και διασώστες των τουριστών πελατών. Καλή κι η κινητοποίηση των επισήμων - υπευθύνων και ως πρόθεση και ως εντύπωση. Αλλά το πρόσωπο του Εγκέλαδου έχει και τη φριχτή ιδιότητα να τραβάει μάσκες και να δείχνει τις τρύπες που ανοίγουν πριν και μετά το σεισμό η αντιλαϊκή πολιτική και το κυνήγι του κέρδους.
Αλλά και πώς να χωνέψεις δηλώσεις επισήμων χειλέων, αυτών που δεν έθεσαν ποτέ ως προϋπόθεση αδειοδότησης σε καταστήματα όπου στεγάζονται πλήθη, έλεγχο αντισεισμικής προστασίας, ότι «δεν έγινε κάτι που να εμποδίζει τη ζωή των κατοίκων και των τουριστών να προγραμματίσουν την επόμενη μέρα τους όπως θέλουν...». Πώς να χωνέψεις, στο σύγχρονο κόσμο, ότι η κυβέρνηση λέει να μην ακούς κανένα μέσο ενημέρωσης αλλά μόνον τις Αρχές, για να μην χαλάει η εικόνα η τουριστική;