ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 12 Απρίλη 2001
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Ο Ρασπούτιν του ΠΑΣΟΚ...

Μπροστά στη λαϊκή οργή, ο πρωθυπουργός κ. Σημίτης δεν μπόρεσε να διατηρήσει την ψυχραιμία του και πέταξε τη μάσκα του «σοσιαλδημοκράτη» για να φανεί το πραγματικό του πρόσωπο, της αντιδραστικής νεοναζιστικής παγκοσμιοποίησης. Εφθασε το δυναμικό συλλαλητήριο του Πανεργατικού Αγωνιστικού Μετώπου, τα δυο φέρετρα μπροστά στο υπουργείο Εργασίας, που συμβόλιζαν τα αντιασφαλιστικά μέτρα και τον τρομονόμο, για να φανεί στα μάτια όλων, ότι ο πρωθυπουργός, με όσα είπε για τις «ποινικές δικογραφίες» που θα σχηματίζονται για τους «καταληψίες» και γι' αυτούς που «διαταράσσουν τη δημόσια τάξη», επαναφέρει τα αλήστου μνήμης μέτρα του Ρακιντζή, του Τασιγιώργου, του Καραχάλιου και των άλλων αμυντόρων του δεξιού ολοκληρωτισμού. Τα ίδια έλεγαν και τότε, για να καταλήξουμε στην 21η Απριλίου του 1967. Μέσα στον πανικό του ο κ. Σημίτης χαρακτήρισε «ανιστόρητους» τους οπαδούς του ΚΚΕ λέγοντας ότι οι οικοδόμοι νομίζουν ότι βρίσκονται στα 1917 και πάνε να καταλάβουν τα χειμερινά ανάκτορα της Πετρούπολης. Τιμητική για τους οικοδόμους η παρομοίωση, και κατανοητός ο πανικός του κ. Σημίτη γιατί του καταστρέφουν τη βιτρίνα της ψεύτικης ευημερίας που θέλει να δείξει στα αφεντικά του της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Πανικοβλήθηκε ο κ. Σημίτης μπροστά στο θυμωμένο ποτάμι που ξεκίνησε από τις φτωχογειτονιές, τη βρυσομάνα της λαϊκής οργής, τρόμαξε μπροστά στις υψωμένες πύρινες γροθιές, στον κρότο από τα πόδια των εργαζομένων που βροντολογούσαν στην άσφαλτο, και απόρησε με την αποφασιστικότητά τους. Γιατί η πορεία είναι δύσκολη, ο δρόμος μακρύς, αλλά εκείνοι βαδίζουν, βαδίζουν... Είναι «ανιστόρητοι», επειδή γύρεψαν να διεκδικήσουν το ψωμί τους και το ψωμί των παιδιών τους, να εξασφαλίσουν στον ήλιο μοίρα, τον ανοιξιάτικο και ζεστό ήλιο της Ελλάδας μας, που τον μαγαρίζουν οι διάφοροι «παγκοσμιοποιημένοι», οι υπηρέτες του ΝΑΤΟ και της Ουάσιγκτον, αυτοί που θέλουν να σβήσουν την ιστορία, τη λαϊκή μας παράδοση, τις αξίες που διεκήρυξε κάποτε το ΕΑΜ στο πανεθνικό ξεσήκωμα κατά των κατακτητών. «Υπηρέτης δύο αφεντάδων» ο κ. Σημίτης, της Ευρωπαϊκής Ενωσης και της Αμερικής, σαν τον ήρωα του Γκολντόνι τον Τρουφαλδίνο, παρουσιάζεται πότε σαν υπηρέτης ενός αφέντη, πότε σαν υπηρέτης άλλου... Κι ανησύχησε μήπως χαλάσει η εικόνα του στα μάτια των αφεντικών του: «Εγινε μια προσπάθεια να παρουσιαστεί η Ελλάδα ως μία κοινωνία σε επαναστατικό αναβρασμό όπου δεν μπορούν να ισχύουν, επειδή υπάρχει επαναστατικός αναβρασμός, το Σύνταγμα και οι νόμοι»...

Ο ανιστόρητος είναι στην πραγματικότητα ο κ. Σημίτης, που δε διδάχτηκε τίποτα από τη δυναμική που είχε πάντα το εργατικό κίνημα στη χώρα μας, και στις βαθιές ρίζες του. Από τότε που άρχισαν να συγκροτούνται - περί τα 1878-80 - οι πρώτες συνδικαλιστικές ομάδες, τα πρώτα σωματεία με συντεχνιακό χαρακτήρα κυρίως στη Σύρο, στο Λαύριο, στο Βόλο και στην Πάτρα μέχρι σήμερα, ποτέ οι αγώνες των εργαζομένων δεν ήταν στρωμένοι με ροδοπέταλα. Οι εργαζόμενοι αντιμετώπιζαν πάντα τις λόγχες, τις σφαίρες, τα γκλοπς των «δυνάμεων καταστολής». Κι όλοι οι εκπρόσωποι της ολιγαρχίας, χρησιμοποιούσαν την ίδια ξύλινη και απειλητική γλώσσα του κ. Σημίτη. Για «παραβίαση του Συντάγματος και των νόμων» απειλούσαν τον Σταύρο Καλλέργη όταν προσδιόρισε στο «Εγκόλπιον Εργάτου» τα μέσα με τα οποία θα επικρατούσε η σοσιαλιστική κοινωνία.

Το ίδιο κι όταν προσδιόριζε με τους στόχους του «Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου», πώς θα εξασφαλιζόταν η 8ωρη ημερήσια απασχόληση για τους εργάτες και λιγότερες ώρες δουλιάς για τα βαριά επαγγέλματα, τις γυναίκες και τα παιδιά, η σύνταξη στα 50 χρόνια κλπ. Ανησύχησε η άρχουσα τάξη όταν ο Μαρίνος Αντύπας με το «λαϊκό αναγνωστήριο», πάλευε για ν' αποκτήσουν οι χωρικοί, οι εργάτες, ο λαός πολιτική συνείδηση. Υπερασπιζόμενος τους χωρικούς του θεσσαλικού κάμπου, δέχτηκε πιέσεις από τις αστυνομικές αρχές για να συλληφθεί και να δικαστεί μετά, για «επίθεση κατά των αρχών» και κατά γαιοκτημόνων της περιοχής. Θα χρειάζονταν τόμοι για να αναφέρει μόνο κανείς, ανάλογα παραδείγματα για τους εργατικούς αγώνες.

Θα επιλέξουμε μόνο ένα χαρακτηριστικό περιστατικό που συνέβη το Δεκέμβρη του 1960. Στην εξουσία τότε η ΕΡΕ. Πιο ειλικρινής εκείνη από την κυβέρνηση Σημίτη, γιατί τουλάχιστον δεν ισχυρίστηκε ποτέ ότι ήταν... σοσιαλιστική! Δεξιά ήταν, και το έλεγε, ενώ ο Σημίτης δεν έχει το θάρρος να δηλώσει την πραγματική του ταυτότητα...

Ηταν λοιπόν, αρχές Δεκέμβρη του 1960, όταν κηρύχτηκε 24ωρη απεργία των οικοδομικών σωματείων της Αθήνας και του Πειραιά, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για το αιματοκύλισμα που είχε γίνει λίγες μέρες πριν. Ποια ήταν τότε τα αιτήματα των οικοδόμων; Ουσιαστικά βρίσκονταν εκτός κοινωνικής ασφάλισης, διότι ενώ υπήρχε ειδική ρύθμιση των υποχρεώσεων των εργοδοτών να προκαταβάλουν το 1/4 των ενσήμων των αναλογούντων στο προϋπολογισθέν έργο, όταν απομακρύνονταν οι οικοδόμοι από τους εργοδότες, αποκαλύφθηκε ότι τα καταβληθέντα υπολείπονταν κατά μέγα μέρος «της πραγματικώς προσενεχθείσης εργασίας». Η υπηρεσία του ΙΚΑ βεβαίωνε την υπέρβαση, αλλά τους πόρους και τις εισφορές δεν τις επικολλούσαν με ένσημα στα βιβλιάρια των εργαζομένων, και εισέπρατταν διπλότυπα υπέρ αγνώστων! Το θέμα ήρθε και στη Βουλή. Ο υπουργός Εργασίας Δημητράτος προσπάθησε να δικαιολογηθεί, ενώ και ο υφυπουργός Ασφαλείας, ο μέγας κομμουνιστοφάγος Ευάγ. Καλατζής, έδωσε υποσχέσεις στον Γραμματέα της Ομοσπονδίας Οικοδόμων, τον Λυκιαρδόπουλο. Κατέβηκαν σε απεργία οι οικοδόμοι διαμαρτυρόμενοι για την τακτική των παρελκύσεων και των εμπαιγμών, για την εξαφάνιση των ελάχιστων αυξήσεων, για την πολιτική των εμμέσων φόρων κλπ.

Η μέρα εκείνη θύμιζε ναζιστική κατοχή. Πάνω στο τζιπ με κράνος ο αρχηγός της αστυνομίας, Θ. Ρακιντζής, διέταξε επίθεση με γκλοπς, καπνογόνα, σφαίρες και δακρυγόνα, ενώ χρησιμοποιήθηκαν και στρατιωτικές μονάδες, καμιόνια και θωρακισμένα. Οι δρόμοι της Αθήνας βάφτηκαν με αίμα... Ο Καλαντζής και ο Δημητράτος έκαναν λόγο τότε (όπως ο κ. Σημίτης σήμερα) για «κομμουνιστικό σχέδιο», κατηγόρησαν την ΕΔΑ ότι «υποκινούσε την αναταραχή», ότι από νωρίς είχαν πληροφορίες «περί επικειμένων αναρχικών εκδηλώσεων» και ότι η μάζα των εργατών «εκινήθη να σπάσει την πρώτη ζώνη της αστυνομικής δυνάμεως, η οποία εδέχθη την επίθεσιν»... Και για να αποδείξει ότι υπήρχε «κομμουνιστική συνωμοσία», ο Καλαντζής ανέφερε, ότι μεταξύ των συλληφθέντων υπήρχαν τρεις αδειούχοι εξόριστοι, δύο «επικίνδυνοι κομμουνιστές Γ΄ κατηγορίας», 7 κομμουνιστές Β΄ κατηγορίας και άλλοι 7 «χαρακτηρισμένοι κομμουνιστές»!

Να, λοιπόν, ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται και ο πρωθυπουργός που ζήλεψε τη «δόξα» του Καλατζή, του Δημητράτου και του Ρακιντζή, χρησιμοποιεί τις ίδιες απειλές και την ίδια επιχειρηματολογία.

Επειδή όμως ο κ. Σημίτης έκανε αναδρομή και στη Σοβιετική Επανάσταση, καλόν είναι να του θυμίσουμε τα λόγια του Λένιν: «Σύντροφοι εργάτες, μην ξεχνάτε πως εσείς, και μονάχα εσείς, μπορείτε να σώσετε την επανάσταση. Εκατοντάδες χιλιάδες, διαλεχτοί πρωτοπόροι εργάτες αφοσιωμένοι στο σοσιαλισμό, ανίκανοι να υποκύψουν στη δωροδοκία ή την αρπαγή, ικανοί να δημιουργήσουν τη σιδερένια δύναμη ενάντια στους κουλάκους, τους αισχροκερδείς, τους ληστές, τους διαλυτές, να τι μας χρειάζεται...». Και βέβαια σήμερα δεν υπάρχει καμία επανάσταση, αλλά υπάρχουν αυτοί που «υποκύπτουν στις δωροδοκίες», υπάρχουν οι αισχροκερδείς, οι ληστές και οι «διαλυτές». Και απέναντι σ' αυτούς, μπορεί να αντιπαραταχθεί η στρατιά των εργαζομένων που πλήττονται καίρια από την έξωθεν κατευθυνόμενη οικονομική πολιτική, που απειλούνται από τους τρομονόμους που μας επιβάλλουν τα ξένα ευρωπαϊκά κέντρα.

Οταν ο κ. Σημίτης στο απολογητικό του παραλήρημα κατηγόρησε τους οπαδούς του ΚΚΕ ότι «νομίζουν πως βρίσκονται στα 1917» και ότι «καταλαμβάνοντας το υπουργείο Εργασίας, νομίζουν ότι καταλαμβάνουν τα χειμερινά ανάκτορα της Πετρούπολης», πολύ σωστά τού απάντησε η Αλέκα Παπαρήγα: «Ας μου επιτραπεί, λοιπόν να πω κι εγώ, αν αισθάνεστε ότι η συμβολική κατάληψη του υπουργείου Εργασίας ήταν κατάληψη των χειμερινών ανακτόρων, τότε μου δίνετε το δικαίωμα και μένα να πω, ότι αισθάνεσθε σαν το απολυταρχικό τσαρικό καθεστώς»...

Ο γράφων, θα έλεγε κάτι περισσότερο: Ο κ. Σημίτης είναι ο σύγχρονος... Ρασπούτιν της πολιτικής ζωής του τόπου. Απολαμβάνει την εύνοια της νατοϊκής «αυλής», υιοθετεί στο παρασκήνιο της διπλωματίας την πολιτική που του επιβάλουν τα κέντρα των Βρυξελλών και της Ουάσιγκτον για την εσωτερική και εξωτερική πολιτική, και επιχειρεί να «θεραπεύσει» τα δίκαια αιτήματα των εργαζομένων όπως ο Ρώσος μοναχός «θεράπευε» με αλχημείες τον Τσάρεβιτς, μην έχοντας στην πραγματικότητα, κανένα «πιστεύω».

Ο κ. Σημίτης αρκέστηκε να πει, ότι πίσω από την κινητοποίηση των εργαζομένων για την υπεράσπιση των ασφαλιστικών δικαιωμάτων τους, ήταν το ΚΚΕ. Αν πρόσεχε περισσότερο, θα έβλεπε ότι πίσω από τους εργαζόμενους συνοδοιπορούσε νοερά ολόκληρος ο ελληνικός λαός με ξεδιπλωμένες στον ανοιξιάτικο άνεμο, τις «φοβερές σημαίες της λευτεριάς» του Σικελιανού. Τέτοιο θυμωμένο ποτάμι, ποια κυβέρνηση μπορεί να το σταματήσει;

Επίκαιρος είναι ο στίχος του διαλεχτού συγγραφέα και συναδέλφου Ασημάκη Γιαλαμά, που είχε γράψει τότε - το 1960 - για το αιματοκύλισμα των οικοδόμων:

«Οικοδόμοι τους δρόμους ποτίζει

το πτωχόν σας το αίμα τ' αγνόν,

αλλ' ιδού ο Λαός ο πεινών,

στο πλευρό σας βαδίζει...».


Του
Γ. Α. ΛΕΟΝΤΑΡΙΤΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ