ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 12 Οχτώβρη 2018
Σελ. /24
ΓΕΡΜΑΝΙΑ - ΕΚΛΟΓΕΣ ΣΤΗ ΒΑΥΑΡΙΑ
Διεργασίες και ενδοαστικές αντιπαραθέσεις ξένες στα λαϊκά συμφέροντα

Ο πρωθυπουργός της Βαυαρίας, Μάρκους Ζέντερ (στο κέντρο), και ο πρόεδρος της CSU, Χ. Ζεεχόφερ (δεξιά)

AP

Ο πρωθυπουργός της Βαυαρίας, Μάρκους Ζέντερ (στο κέντρο), και ο πρόεδρος της CSU, Χ. Ζεεχόφερ (δεξιά)
Την Κυριακή 14 Οκτώβρη πραγματοποιούνται οι τοπικές εκλογές για κυβέρνηση στο κρατίδιο της Βαυαρίας, των 13 εκατ. κατοίκων, ένα από τα πιο πλούσια της Γερμανίας, με ρυθμό ανάπτυξης στο 2,8% για το 2017 (3,5% το 2014%) και με συμμετοχή 18% στο ομοσπονδιακό ΑΕΠ.

Η Βαυαρία αποτελεί την οικονομική «ατμομηχανή» της Γερμανίας, αφού εκεί εδρεύουν ή δραστηριοποιούνται μεγάλα γερμανικά μονοπώλια όπως οι BMW, «Audi», MAN, «Knorr - Bremse», «Siemens», «Media Markt - Saturn Retail Group», «Continental», «Bayerische Chemiedreieck», «Schaeffler», «Knauf», «Adidas» κ.λπ., καθώς και οι πολεμικές βιομηχανίες των «Airbus» και «Krauss - Maffei». Η ανεργία με βάση τα επίσημα στοιχεία κυμαίνεται στο 2,7% (7,5% στους μετανάστες), ενώ σε παν-γερμανικό επίπεδο είναι στο 5% (14% στους μετανάστες), με την παραγωγικότητα να είναι η υψηλότερη στη Γερμανία.

Επιδεινώνεται η ζωή των λαϊκών στρωμάτων

Ταυτόχρονα, στη Βαυαρία ο κίνδυνος φτωχοποίησης των λαϊκών στρωμάτων είναι 15%, πάνω από τον μέσο όρο σε εθνικό επίπεδο. Είναι αποκαλυπτικό ότι στη Νυρεμβέργη, τη δεύτερη μεγαλύτερη βαυαρική πόλη, το 25% του πληθυσμού απειλείται από τη φτώχεια, ενώ στο Μόναχο το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 17%. Το 63,5% των συνταξιούχων της Βαυαρίας βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας και 80% των γυναικών συνταξιούχων παίρνουν κάτω από 1.000 ευρώ σύνταξη, την ώρα που το όριο της φτώχειας είναι γύρω στα 950 ευρώ.

Επιβεβαιώνεται δηλαδή ότι και σε περίοδο σχετικής καπιταλιστικής ανάπτυξης οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι είναι αυτοί που πληρώνουν το «μάρμαρο».

Στο συγκεκριμένο κρατίδιο, μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο κυρίαρχο αστικό κόμμα είναι η Χριστιανοκοινωνική Ενωση (CSU), αδερφό κόμμα των Χριστιανοδημοκρατών (CDU), ενώ σε ομοσπονδιακό επίπεδο συγκυβερνούν με τους Σοσιαλδημοκράτες του SPD. Oλα αυτά τα χρόνια η CSU έχει ανταποκριθεί και με το παραπάνω στις ανάγκες του κεφαλαίου, με νόμους και μηχανισμούς ώστε να εξασφαλίζεται ένα όλο και πιο ευνοϊκό περιβάλλον για την εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης, πετυχαίνοντας ασφαλέστερους όρους κερδοφορίας.

Και τώρα η CSU, μπροστά στις εκλογές, ικανοποιώντας τις απαιτήσεις του Συνδέσμου Γερμανών Βιομηχάνων (BDI) υπόσχεται επενδύσεις στην ψηφιοποίηση, υποστήριξη της Ερευνας και της Καινοτομίας, εξασφάλιση θέσεων εργασίας, περισσότερη «ασφάλεια» μέσω της αστυνόμευσης, προσλήψεις στην Εκπαίδευση με περισσότερες δυνατότητες επιλογών (δηλαδή ακόμα περισσότερους διαχωρισμούς και ταξικότητα στα σχολεία), αύξηση των κινήτρων για ιδιοκατοίκηση (ικανοποιώντας τις απαιτήσεις του τραπεζικού κεφαλαίου) κ.λπ. Προβάλλει δηλαδή μέτρα που μπορούν να διευκολύνουν ακόμα περισσότερο τη συσσώρευση για τους επιχειρηματικούς ομίλους.

Με βάση την τελευταία δημοσκόπηση της εταιρείας «Insa», η CSU εμφανίζεται στο 33% (από 47,7% στις εκλογές του 2013), οι Πράσινοι έχουν εκτοξευτεί στο 18%, η εθνικιστική «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD) στο 14%, οι «Ελεύθεροι Ψηφοφόροι» στο 11%, ενώ το SPD πέφτει στο 10%. Οι φιλελεύθεροι του FDP εμφανίζονται στο 5,5%, ενώ η «Αριστερά» (Die Linke) στο 4,5%. Εφόσον δηλαδή επιβεβαιωθούν οι προγνώσεις, οι Χριστιανοκοινωνιστές δεν θα μπορέσουν να σχηματίσουν αυτοδύναμη κυβέρνηση και θα χρειαστούν πολιτικές συμμαχίες.

Μείγματα διαχείρισης της καπιταλιστικής βαρβαρότητας

Στα στρατηγικά ζητήματα, τα λεγόμενα αντιπολιτευτικά κόμματα στην κρατιδιακή κυβέρνηση των Χριστιανοκοινωνιστών δεν έχουν μεγάλες διαφορές. Δεδομένου δε ότι δεν υπάρχει ισχυρή δύναμη με ταξική επαναστατική στρατηγική, ο εγκλωβισμός των λαϊκών στρωμάτων σε ανώδυνα για το σύστημα κανάλια είναι σαφώς πιο εύκολος. Αυτά που προτείνουν οι σοσιαλδημοκράτες, του SPD ή της «Αριστεράς» ή οι Πράσινοι, αλλά και η εθνικιστική ΑfD, είναι ουσιαστικά ένα άλλο μείγμα διαχείρισης της ίδιας καπιταλιστικής βαρβαρότητας, την οποία θεωρούν δεδομένη και προσπαθούν να εξωραΐσουν. Πατώντας δε στην ατζέντα της ασφάλειας και της «αντιμετώπισης της τρομοκρατίας», περιλαμβανομένου και του μεταναστευτικού - προσφυγικού ζητήματος, που το σηκώνει ιδιαίτερα τη CSU, στήνεται ένα «βολικό», δήθεν προοδευτικό μέτωπο, που συγκαλύπτει τον πραγματικό ταξικό διαχωρισμό και το αντίστοιχο κριτήριο, το μόνο που μπορεί να ανοίξει δρόμους στη συνείδηση των εργαζομένων.

Η επικέντρωση στα υπαρκτά μέτρα καταστολής, που ενισχύθηκαν από την κρατιδιακή κυβέρνηση των Χριστανοκοινωνιστών, συμβάλλει να συγκαλύπτονται όλα τα άλλα λαϊκά προβλήματα, η ενίσχυση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Τα μέτρα όπως η διεύρυνση των αρμοδιοτήτων της αστυνομίας και των μυστικών υπηρεσιών, η νομιμοποίηση της προληπτικής κράτησης για όσους κρίνονται επικίνδυνοι, η εισαγωγή της έννοιας του «επικείμενου κινδύνου» (drohende Gefahr), το δικαίωμα παρακολούθησης (τηλεφωνικών συνδιαλλαγών, αλληλογραφίας, προσωπικών υπολογιστών) μόνο με την υποψία κινδύνου και χωρίς δικαστική εντολή, μπορούν να εξηγηθούν μόνο ως μηχανισμός συνολικά του αστικού κράτους για να θωρακίσει την κυριαρχία του, που είναι η εξουσία του κεφαλαίου.

Πάντως, όπως δείχνει το όλο κλίμα, τμήματα του κεφαλαίου στη Βαυαρία επιζητούν να υπάρξει αλλαγή στη μέχρι σήμερα κατάσταση απόλυτης κυριαρχίας της CSU, με κυβερνήσεις συνεργασίας που θα καλλιεργήσουν ακόμη πιο αποτελεσματικά την ταξική συναίνεση, ενώ βλέπουν ανάγκη αλλαγών και σε ζητήματα όπως η αυστηρή μεταναστευτική πολιτική και τα κλειστά σύνορα, τα οποία εμποδίζουν νέα φτηνά εργατικά χέρια να μπουν στην παραγωγή. Ταυτόχρονα οι εφεδρείες του κεφαλαίου, με κόμματα που δεν αμφισβητούν το σύστημα, είναι πάντα απαραίτητες και ως αναχώματα εκτόνωσης της λαϊκής δυσαρέσκειας.

Αναχώματα εκτόνωσης της λαϊκής δυσαρέσκειας

Το τελευταίο διάστημα, τα εργατικά συνδικάτα που ελέγχονται από τη σοσιαλδημοκρατία διοργάνωσαν κινητοποιήσεις, στις οποίες από σημαντικό αριθμό εργαζομένων εκφράστηκε η συσσωρευμένη αγανάκτηση για την αύξηση της καταστολής, την εργασιακή ανασφάλεια, την αντιμεταναστευτική πολιτική, αλλά και για τα πανάκριβα πλέον ενοίκια (ενδεικτικά, σπίτι 40 τ.μ. κοστίζει 800 ευρώ!), την αντιεκπαιδευτική πολιτική, τις περικοπές στο σύστημα Υγείας κ.λπ. Ολη αυτήν την οργή ο δήθεν «προοδευτικός» πόλος φρόντισε να την οδηγήσει σε ανώδυνα μονοπάτια διαχείρισης του συστήματος, βάζοντας στην προμετωπίδα των αιτημάτων την αντι-CSU πολιτική. Αναδεικνύοντας όμως την CSU ως τον μοναδικό υπαίτιο όλων των προβλημάτων, αποκρύπτουν τη σχέση μεταξύ πολιτικής και οικονομίας, καθώς και τα συμφέροντα που εξυπηρετεί το κάθε κόμμα. Φυσικά, αποκρύπτουν επίσης ότι τους ίδιους ή παρόμοιους νόμους έχουν ψηφίσει και οι ίδιοι σε άλλα γερμανικά κρατίδια, όπως π.χ. στη Βάδη - Βυρτεμβέργη.

Εξάλλου, από τα προεκλογικά προγράμματα των «προοδευτικών» κομμάτων προκύπτει η ευρύτερη ταύτισή τους τόσο σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, όπως η τάση υπέρ της ΕΕ (με διαφορετικές συνταγές βελτίωσής της), όσο και στην εσωτερική πολιτική, όπως το σύνθημα για «ανοιχτή Βαυαρία» και «ανοιχτά σύνορα», ουσιαστικά για να μην μπει φρένο στο εξωτερικό εμπόριο (αφού 1 στις 2 θέσεις εργασίας στη Βαυαρία εξαρτάται από τις εξαγωγές) και στην εκμετάλλευση ξένου ειδικευμένου εργατικού δυναμικού.

Το SPD ζητάει «περισσότερη ασφάλεια» και ενίσχυση της αστυνομίας, αλλά με άλλο νόμο! Γενικά οι «προοδευτικοί» προωθούν την καλύτερη και γρηγορότερη ενσωμάτωση των προσφύγων, με στόχο την κάλυψη των κενών στην αγορά εργασίας. Προωθούν επίσης προγράμματα ψηφιακών δεξιοτήτων, νέα μοντέλα εργάσιμου χρόνου και νέες μορφές εκμετάλλευσης της γυναίκας, με δυνατότητα π.χ. της νέας μητέρας να δουλεύει από το σπίτι, στο όνομα των «ίσων ευκαιριών». Τίποτα απ' αυτά, βέβαια, δεν ξεφεύγει από τον βασικό στόχο, της εξασφάλισης των κερδών του μεγάλου κεφαλαίου.

Ταυτόσημες είναι οι απόψεις των υποτιθέμενων δύο «πόλων» και για την ενεργειακή πολιτική και την προστασία του περιβάλλοντος, με σαφή προσπάθεια ενίσχυσης των εναλλακτικών πηγών Ενέργειας και της «πράσινης τεχνολογίας», που προωθούν συγκεκριμένα ενεργειακά μονοπώλια. Στηλιτεύουν τα υπαρκτά προβλήματα της Εκπαίδευσης (π.χ. υλικοτεχνική υποδομή, ελλείψεις θέσεων σε παιδικούς σταθμούς, θέσεων εκπαίδευσης και πρακτικής), χωρίς ωστόσο να λένε κουβέντα για την ταξικότητα του εκπαιδευτικού συστήματος, που διαχωρίζει τα παιδιά από τα 10 τους χρόνια, και αντίστοιχα πράττουν αναφορικά με την ποιότητα της Υγείας και τα ζητήματα ποιοτικού ελεύθερου χρόνου. Μιλάνε υποκριτικά για καλύτερη κατανομή του εργάσιμου χρόνου, για αυστηρότερους ελέγχους και για την τήρηση των συλλογικών συμβάσεων.

Επίσης, το εθνικιστικό κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD) απαιτεί οι επενδύσεις να κατευθύνονται μόνο σε βαυαρικές εταιρείες, καθώς και να διακοπεί η συνεργασία των γερμανικών τραπεζών με την Ευρώπη. Υπερασπίζεται την αυτοκινητοβιομηχανία και τα ντιζελοκίνητα αυτοκίνητα, απορρίπτει τις εναλλακτικές πηγές Ενέργειας ως «ακριβό προϊόν», ενώ ζητάει προστασία των μικρών αγροτών. Επιμένει στην ενίσχυση της αστυνομίας, αλλά θεωρεί ότι το υπάρχον νομικό πλαίσιο είναι επαρκές. Διεκδικεί τον αυστηρό έλεγχο των συνόρων, υποστηρίζει την κυρίαρχη κουλτούρα και τις «χριστιανικές αξίες», αντιτίθεται στην κατάργηση της διπλής υπηκοότητας, ενώ υποστηρίζει και τη νομιμοποίηση της οπλοκατοχής. Τέλος, κατηγορεί δημαγωγικά την CSU ότι δήθεν ακολουθεί μια ενεργειακή πολιτική κεντρικού σχεδιασμού που θα ζήλευε και η Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία!

Είναι φανερό ότι και ο λαός της Βαυαρίας είναι εγκλωβισμένος ανάμεσα στη «Σκύλλα» και τη «Χάρυβδη», τους φαινομενικά αντίθετους πόλους και την υποτιθέμενη «αντισυστημική» ακροδεξιά της AfD. Οπως φάνηκε και από όσα αναφέραμε παραπάνω, όλοι τους έχουν κοινή στρατηγική σύμπλευση την αντεργατική πολιτική, την αποδοτικότερη εκμετάλλευση της εργατικής τάξης. Και στη Γερμανία, οι εργαζόμενοι, τα λαϊκά στρώματα έχουν ένα δρόμο: Να απορρίψουν αυτές τις δυνάμεις, να δουν ξεκάθαρα το συμφέρον τους, να οργανωθούν και να παλέψουν στο πλευρό υπαρκτών ταξικών δυνάμεων (ντόπιων και μεταναστών) για την ισχυροποίησή τους, ώστε να ανοίξει η προοπτική να γίνουν οι πραγματικοί κυρίαρχοι του πλούτου που μόνο αυτοί παράγουν.


Μ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ