Η επίσκεψη Σίσι στη Ρωσία διεύρυνε τις οικονομικοπολιτικές και στρατιωτικές σχέσεις
Η συνεργασία μεταξύ των κυβερνήσεων Αιγύπτου και Ρωσίας προχώρησε σε ανώτερο στάδιο όταν ο στρατηγός Σίσι τον Ιούνη του 2014 ανέλαβε την προεδρία της χώρας με εκλογές (αφού πρώτα ως αρχηγός Αμυνας ανέτρεψε τον Μ. Μόρσι, πρόεδρο των «Αδελφών Μουσουλμάνων», που με τη στήριξη των ΗΠΑ είχε ανατρέψει τον Χ. Μουμπάρακ την περίοδο της λεγόμενης «αραβικής άνοιξης» και τώρα βρίσκεται στη φυλακή). Από τότε ξεκίνησε η στενότερη συνεργασία με τη Ρωσία, αρχικά σε στρατιωτικό επίπεδο. Η κατάρριψη του ρωσικού αεροπλάνου με τουρίστες, στην περιοχή της Χερσονήσου του Σινά τον Οκτώβρη του 2015, από βόμβα ισλαμιστών, με 224 νεκρούς, προκάλεσε αρκετή ένταση στη σχέση των δύο χωρών και σταμάτημα των πτήσεων τσάρτερ απευθείας στα τουριστικά θέρετρα, κάτι που επιχειρείται να αποκατασταθεί. Ταυτόχρονα, προχωρά η κατασκευή πυρηνικού σταθμού για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας (συμφωνία ήδη από το 2015) και της ρωσικής βιομηχανικής ζώνης στην περιοχή κοντά στη Διώρυγα του Σουέζ. Προφανώς και αυτή η σύσφιξη σχέσεων της Ρωσίας και της Αιγύπτου ανησυχεί τις ΗΠΑ, με τις οποίες η Αίγυπτος επίσης διατηρεί παραδοσιακά στενές σχέσεις. Ακόμη, στη «μεγάλη εικόνα» του ανταγωνισμού μπαίνουν και η ΕΕ αλλά και η Κίνα, καθώς η Διώρυγα είναι βασικό στοιχείο στους κινεζικούς «δρόμους του μεταξιού» (το σχέδιο «Μια ζώνη - ένας δρόμος») για το πέρασμα προς τη Μεσόγειο, ενώ και οι κινεζικές επιχειρήσεις έχουν συμφωνήσει για επενδύσεις 4 δισ. στη βιομηχανική ζώνη που αναπτύσσεται κοντά στη Διώρυγα.
Η λεγόμενη «Συμφωνία Συνολικής Εταιρικής Σχέσης και Στρατηγικής Συνεργασίας», που υπογράφτηκε την Τετάρτη από τους Προέδρους Ρωσίας - Αιγύπτου, στο θέρετρο της Μαύρης Θάλασσας του Σότσι, δεν δόθηκε στη δημοσιότητα, αλλά σκιαγραφήθηκε με δημοσιεύματα του Τύπου και τις δηλώσεις των δύο ηγετών.
Βασικοί στόχοι της συνολικής αυτής συμφωνίας είναι να βαθύνουν οι δεσμοί, πολιτικοί και οικονομικοί, και να γνωρίσει νέα αύξηση το διμερές εμπόριο που συνεχώς διευρύνεται. Το 2017 έφτασε τα 6,7 δισ. δολάρια, αύξηση κατά 67% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, ενώ και τη χρονιά που «τρέχει», σημειώθηκε και άλλη αύξηση της τάξης του 28%.
Η Αίγυπτος εισήγαγε ρωσικό σιτάρι (το 23% των συνολικών ρωσικών εξαγωγών) και μέταλλα (11% των συνολικών ρωσικών εξαγωγών) αξίας 1,4 δισ. και 703 εκατ. δολαρίων αντίστοιχα. Η Ρωσία εισήγαγε φρούτα αξίας 209 εκατ. δολαρίων από την Αίγυπτο, που αποτελούν το 41% των συνολικών αιγυπτιακών εξαγωγών στη Ρωσία, και λαχανικά αξίας 180 εκατ. δολαρίων, αντιπροσωπεύοντας το 36% των αιγυπτιακών εξαγωγών προς τη Ρωσία. Οι συνολικές επενδύσεις της Ρωσίας στην Αίγυπτο ανήλθαν στα 4,6 δισ. δολάρια μέχρι τα τέλη Δεκέμβρη 2017, εκ των οποίων το 60% αφορούσε τομείς πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Ταυτόχρονα, υπογραμμίζεται ότι η Ρωσία υποστηρίζει την επιθυμία της Αιγύπτου να συνάψει συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με την Ευρασιατική Οικονομική Ενωση, τη διακρατική συμμαχία όπου πρωταγωνιστεί η Ρωσία με άλλες χώρες της πρώην ΕΣΣΔ, όπως η Λευκορωσία, η Αρμενία, το Καζακστάν και το Κιργιστάν, που έχουν συνάψει εμπορικές συμφωνίες με το Ιράν, την Κίνα και άλλες δυνάμεις της περιοχής.
Μεγάλο, όπως αναμενόταν, μέρος της συμφωνίας αναφέρεται στη διμερή συνεργασία στον ενεργειακό τομέα. Η κατασκευή του πυρηνικού σταθμού για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από τη ρωσική «Rosatom» στο Ελ Ντάμπα (130 χιλιόμετρα βορειοδυτικά από το Κάιρο στα μεσογειακά παράλια) είναι ένα σημαντικό έργο, που εκτιμάται ότι θα αλλάξει τον ενεργειακό χάρτη της ευρύτερης περιοχής. Βεβαίως, παρότι η συμφωνία έχει κλείσει το 2015, οι εργασίες πάνε σχετικά αργά, αλλά αποφασίστηκε να επισπευσθεί το κλείσιμο των συμφωνιών των εργολαβιών από αιγυπτιακές εταιρείες. Ο πυρηνικός σταθμός ηλεκτροπαραγωγής θα αποτελείται από τέσσερις μονάδες ισχύος 1,2 GW με βάση τον αντιδραστήρα VVER-1200 MW (αντιδραστήρας συμπιεσμένου νερού). Η ρωσική πλευρά θα παράσχει ρωσικό πυρηνικό καύσιμο για ολόκληρο τον κύκλο ζωής του σταθμού, θα κατασκευάσει ειδική εγκατάσταση αποθήκευσης αναλωμένου πυρηνικού καυσίμου και θα υποστηρίξει τη λειτουργία και τη συντήρηση του πυρηνικού σταθμού κατά τα πρώτα δέκα χρόνια λειτουργίας του. Η πρώτη μονάδα αναμένεται να τεθεί σε λειτουργία το 2026. Το όλο σχέδιο έχει προϋπολογιστεί να κοστίσει κάπου 28,7 δισ. δολάρια, από τα οποία τα 25 δισ. (85%) είναι με τη μορφή κρατικού δανείου της Ρωσίας με αποπληρωμή σε 13 χρόνια και το 15% με αιγυπτιακά κονδύλια.
Επίσης, το άλλο μεγα-σχέδιο είναι η ρωσική βιομηχανική ζώνη και ο σταθμός διαμετακόμισης και αποθήκευσης προϊόντων (logistics) κοντά στη Διώρυγα του Σουέζ στην περιοχή Πορτ Σάιντ, που συμφωνήθηκε το Μάη του 2018, μια επένδυση που υπολογίζεται στα 7 δισ. δολάρια και εκτείνεται έως την τελική ολοκλήρωσή της το 2031. Πρόκειται για μια περιοχή που καταλαμβάνει έκταση 5,25 εκατομμυρίων τετραγωνικών μέτρων γης. Τα βιομηχανικά έργα και τα κτίρια θα κατασκευαστούν σε ένα χώρο 2,8 εκατ. τ.μ., ενώ το υπόλοιπο της γης θα χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή οικιστικών μονάδων καθώς και εμπορικών εγκαταστάσεων. Σχεδιάζεται να χτιστούν εργοστάσια παραγωγής φαρμάκων, κλιματιστικών, κινητήρων, κατασκευαστικού εξοπλισμού, γυαλιού, κεραμικών, πλαστικού. Για τη Ρωσία θεωρείται και «πύλη» για την προώθηση των προϊόντων των μονοπωλίων της προς τη μεγάλη αγορά της Αφρικής. Τα έργα αυτά θα εποπτεύονται από τις δύο κυβερνήσεις, θα χρηματοδοτηθούν από το Ταμείο Αμεσων Επενδύσεων της Ρωσίας και από ορισμένες αιγυπτιακές τράπεζες και έχει συμφωνηθεί το 90% του εργατικού δυναμικού στην κατασκευή και τη λειτουργία να είναι στην ευθύνη της Αιγύπτου.
Οι «μεγάλες προοπτικές της στρατιωτικο-τεχνικής συνεργασίας» απασχόλησαν τις κυβερνήσεις των δύο χωρών, ενώ συνεχίζονται οι τακτικές κοινές στρατιωτικές ασκήσεις. Προφανώς και η Ρωσία ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για να πετύχει πώληση οπλικών συστημάτων της στην Αίγυπτο και γίνονται συζητήσεις για την πώληση επιθετικών ελικοπτέρων «Κa-52», που θα εξοπλίσουν τα πλοία τύπου «Μystral» που μεταφέρουν ελικόπτερα, τα όποια πουλήθηκαν από τη Γαλλία στην Αίγυπτο. Πρόκειται για την ίδια παραγγελία που είχε κλειστεί με τη Ρωσία, αλλά το 2015, μετά από τη σύγκρουση στην Ουκρανία, η γαλλική κυβέρνηση την ακύρωσε. Είναι γεγονός ωστόσο ότι η Αίγυπτος εξετάζει για την αγορά των ελικοπτέρων και αμερικανικές και ευρωπαϊκές προτάσεις.
Πάντως οι κοινές ρωσο-αιγυπτιακές ασκήσεις συνεχίζονται και η επόμενη με την επωνυμία «Υπερασπιστές Φιλίας-2018» πραγματοποιείται στις 24-26 Οκτώβρη στην Αίγυπτο για τη λεγόμενη «αντιτρομοκρατική συνεργασία», όπου θα πάρουν μέρος πάνω από 400 αλεξιπτωτιστές με 15 ελικόπτερα και αεροσκάφη από τις αεροπορίες των δύο χώρων. Επίσης, η Αίγυπτος έχει προσκαλέσει να παρακολουθήσουν την άσκηση επιτελείς από τη Σαουδική Αραβία, το Κουβέιτ, το Μπαχρέιν, το Ομάν, το Σουδάν, την Ιορδανία, την Ελλάδα, την Κύπρο, τη Σερβία, τη Λευκορωσία, την Αρμενία και το Καζακστάν.
Ταυτόχρονα, οι δύο κυβερνήσεις, σύμφωνα με τις δηλώσεις των δύο ηγετών Πούτιν και Σίσι, συντονίζουν τις κινήσεις σε μια σειρά από διεθνή και περιφερειακά ζητήματα στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική. Για τη Συρία σημειώθηκε ότι πρέπει να προχωρήσει η συμφωνία για την επαρχία του Ιντλίμπ αποχώρησης των τζιχαντιστικών οργανώσεων, όπως έχει συμφωνηθεί ανάμεσα στη Ρωσία, την Τουρκία και το Ιράν. Υποστηρίζεται η ανάγκη να προχωρήσει η διαδικασία της συγκρότησης της συνταγματικής επιτροπής στο πλαίσιο της «διαδικασίας της Γενεύης», καθώς και η επιστροφή των χιλιάδων προσφύγων και η ανοικοδόμηση της Συρίας, πεδίο φυσικά όπου διεξάγεται σφοδρός ανταγωνισμός για το ποιος θα πάρει ποιο συμβόλαιο. Το ζήτημα επίσης της Παλαιστίνης απασχόλησε τις συζητήσεις, όπου δηλώθηκε ότι απαιτείται η αυστηρή τήρηση των αρχών μιας παλαιστινιακής - ισραηλινής διευθέτησης, όπως ορίζεται στα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και της Αραβικής Ειρηνευτικής Πρωτοβουλίας. Και οι δύο Πρόεδροι εμφανίστηκαν να στηρίζουν μια «ολοκληρωμένη και δίκαιη λύση στο ζήτημα της Παλαιστίνης με βάση τη λύση δύο κρατών, για δύο έθνη εντός των συνόρων του 1967». Τονίστηκε ιδιαίτερα ο ρόλος που μπορεί να παίξει η Αίγυπτος το 2019, όταν θα έχει και την προεδρία της Αφρικανικής Ενωσης.
Σε ό,τι αφορά την κατάσταση στη Λιβύη, δηλώνεται ότι στηρίζεται ο «διάλογος όλων των εμπλεκόμενων μερών για πολιτική λύση» (πρόκειται ουσιαστικά για τμήματα της αστικής τάξης που έχουν τη στήριξη κάποιων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, με στόχο τον έλεγχο του τεράστιου πλούτου της χώρας που διαλύθηκε μετά την αμερικανοΝΑΤΟική επέμβαση του 2011). Ετσι, τα περί «εγγύησης της ασφάλειας» και «πρωτοβουλιών της Αιγύπτου» εντάσσονται σε αυτό το παιχνίδι των γεωστρατηγικών σφαιρών επιρροής. Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσονται και οι βαρύγδουπες διακηρύξεις περί «κοινής αντιμετώπισης της διεθνούς τρομοκρατίας».