ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 5 Μάη 2001
Σελ. /40
ΠΑΙΔΕΙΑ
Υπαγωγή της Ανώτατης Εκπαίδευσης στους νόμους της αγοράς

Σε μια περίοδο που διευρύνονται οι αντιδράσεις της εκπαιδευτικής κοινότητας για την προωθούμενη από την κυβέρνηση αντιδραστική μεταρρύθμιση στην Ανώτατη Εκπαίδευση, που εναρμονίζεται με τη Διακήρυξη της Μπολόνια, δηλαδή την προσαρμογή της στις ανάγκες και τα συμφέροντα του κεφαλαίου, αποκτούν ιδιαίτερη σημασία οι απόψεις πανεπιστημιακών δασκάλων που συμπαρατάσσονται στον αγώνα ενάντια στην επιχειρούμενη υποβάθμιση συνολικά των σπουδών. Ο «Ρ» δημοσιεύει σήμερα την παρέμβαση του Πρύτανη του Παντείου Πανεπιστημίου, Ιωάννη Σ. Βαβούρα κατά την πρόσφατη εκδήλωση που έγινε στο πανεπιστήμιο για να τιμηθεί ο Γάλλος κοινωνιολόγος Πιερ Μπουρντιέ και στη συζήτηση που ακολούθησε με θέμα: «Το νέο μοντέλο της Ομογενοποίησης των Ευρωπαϊκών πανεπιστημίων ή η Υπαγωγή της Ανώτατης Εκπαίδευσης στους Νόμους της Παγκοσμιοποιημένης Αγοράς». Η παρέμβαση έχει ως εξής:

«

Σύμφωνα με τη δομική προσέγγιση του φαινομένου της παγκοσμιοποίησης, οι χώρες βρίσκονται κοντά στο τέλος των εθνικών πολιτικών τους, αφού οι οικονομικές τους δομές έχουν ήδη ενοποιηθεί σε ένα τόσο μεγάλο βαθμό, που είναι χωρίς ιστορικό προηγούμενο. κατά συνέπεια και οι επιμέρους πολιτικές τους, όπως η οικονομική, η εκπαιδευτική και η κοινωνική πολιτική, δε συνιστούν ανεξάρτητες επιλογές τους, αλλά προκύπτουν ως το αποτέλεσμα της ενιαίας αντίστοιχης πολιτικής της παγκόσμιας οικονομίας. Τι σημαίνει όμως μη ανεξάρτητη πολιτική; Σημαίνει ότι οι χώρες χάνουν την αυτοτέλεια της μεταβολής αλλά συχνά και της επιλογής τόσο των στόχων όσο και των μέσων της.

Στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, οι εθνικές πολιτικές υποτάσσονται στις αρχές του φιλελευθερισμού και ο ρόλος του κράτους περιορίζεται κυρίως σε εκείνον του εγγυητή των αρχών αυτών και του προμηθευτή του αναγκαίου ανθρώπινου κεφαλαίου, υπό τους όρους βέβαια που απαιτεί η παγκοσμιοποίηση. Υπ' αυτές τις συνθήκες, οι πολυεθνικές επιχειρήσεις αποκτούν ένα μεγάλο συγκριτικό πλεονέκτημα, αφού έχουν την αναγκαία τεχνογνωσία να παράγουν ελεύθερα τα προϊόντα τους σε οποιαδήποτε χώρα και να τα πωλούν σε οποιαδήποτε. Θα μπορούσε, λοιπόν, να υποστηριχτεί η θέση ότι ο φιλελευθερισμός ίσως δεν είναι μόνο μια ιδεολογία, αλλά και ένα μέσον επιβολής των ισχυρών οικονομικών οργανισμών.

Κλασικό πλέον παράδειγμα που εξυπηρετεί καθαρά τις αρχές της παγκοσμιοποίησης όσον αφορά την τριτοβάθμια εκπαίδευση, αποτελεί η Διακήρυξη της Μπολόνια της 19ης Ιουνίου 1999. Σκοπός της Διακήρυξης αυτής είναι η δημιουργία μέσα στην πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα ενός Ευρωπαϊκού Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης που θα προωθεί την κινητικότητα και την απασχολησιμότητα των Ευρωπαίων πολιτών. Οι χώρες- μέλη της Διακήρυξης αναλαμβάνουν την υποχρέωση να συντονίσουν τις πολιτικές τους για τη διαμόρφωση αυτού του χώρου και για την προώθηση του ευρωπαϊκού συστήματος ανώτατης εκπαίδευσης σε ολόκληρο τον κόσμο.

Παρακάμπτοντας την πρόθεση του εκπαιδευτικού επεκτατισμού, θα πρέπει να σημειωθεί ότι στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης υιοθετείται ένα σύστημα σπουδών του προπτυχιακού κύκλου, ένα προπτυχιακό και ένα μεταπτυχιακό. Η πρόσβαση στο μεταπτυχιακό προϋποθέτει την επιτυχή ολοκλήρωση των σπουδών του προπτυχιακού κύκλου, οι οποίες διαρκούν τουλάχιστον τρία χρόνια. Ο τίτλος των σπουδών που χορηγείται μετά τον πρώτο κύκλο θα αναγνωρίζεται στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας ως ικανό επαγγελματικό προσόν. Εφόσον μάλιστα σκοπός δεν είναι η παροχή επιστημονικής γνώσης, αλλά η ευελιξία και η απασχολησιμότητα του εργατικού δυναμικού, το σύστημα της ανώτατης εκπαίδευσης καλείται να συμβάλει στην παραγωγή εργατικού δυναμικού προσαρμόσιμου στους κανόνες της αγοράς. Τα ΑΕΙ θα πρέπει καταρχήν να στραφούν στην παραγωγή πτυχιούχων για τις ειδικότητες των οποίων η αγορά εργασίας παρουσιάζει στενότητες.

Ισως είναι χρήσιμο εδώ να σημειωθεί ότι αυτός ο προσανατολισμός συνιστά μερική και πάντως βραχυχρόνια αντιμετώπιση του προβλήματος της ανεργίας, αφού οι ειδικότητες για τις οποίες παρατηρούνται στενότητες στην αγορά εργασίας είναι περιορισμένες. μακροχρόνια όμως θα παρουσιαστεί το εξής πρόβλημα. Επειδή η εργασιακή απασχόληση δεν καθορίζεται μόνο από το μέγεθος του παραγόμενου προϊόντος, αλλά και από τις τεχνικές παραγωγής που χρησιμοποιούνται και επειδή ο μισθός που κάποιος είναι διατεθειμένος να αποδεχτεί εξαρτάται και από το επίπεδο των γνώσεων και δεξιοτήτων του, στο πλαίσιο της παγκοσμιοποιημένης αγοράς θα επιτελούν αποτελεσματικά το ρόλο τους εκείνα τα ΑΕΙ που θα παράγουν ευέλικτο εργατικό δυναμικό μέσου επιπέδου, ώστε αυτό να μπορεί να εργαστεί με σχετικά χαμηλές αποδοχές και με την ψευδαίσθηση του πανεπιστημιακού τίτλου. Η υποβάθμιση της μόρφωσης αποτελεί όρο για τη συμπίεση της τιμής της εργατικής δύναμης. Η εργαλειοποίηση της εκπαίδευσης είναι πρόδηλη.

Εφόσον βασικός σκοπός της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης θα είναι η απασχολησιμότητα, αυτή κατά συνέπεια θα αποτελεί και το σημαντικότερο κριτήριο για την αξιολόγηση των ΑΕΙ. Βασικό κριτήριο για την αξιολόγηση της ποιότητας των ΑΕΙ θα είναι η ανταπόκρισή τους στις επιταγές της αγοράς. Οι φοιτητές έτσι γίνονται μάλλον εμπορεύματα που θα πρέπει να προσαρμόζονται στις απαιτήσεις των αγοραστών - εργοδοτών τους. Αλλά και οι παρεχόμενες σπουδές καθίστανται εμπορεύματα που θα πρέπει να προσαρμόζονται ή θα φαίνεται ότι προσαρμόζονται στις προσδοκίες των ενδιαφερομένων για αύξηση του βαθμού της απασχολησιμότητάς τους. Ως εμπόρευμα πλέον η ανώτατη εκπαίδευση θα αρχίσει να διαφοροποιείται και θα διαχωρίζεται σε υποκατηγορίες, διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά και φυσικά διαφορετικές δυνατότητες πρόσβασης και απασχολησιμότητας. Ηδη είναι ορατές δύο υποκατηγορίες της: Στην πρώτη κατηγορία θα εντάσσεται η μαζική φτηνή και χαμηλής ποιότητας εκπαίδευση, ενώ στη δεύτερη τα «κέντρα αριστείας». Η ομογενοποίηση, λοιπόν, της ανώτατης εκπαίδευσης είναι προφανές ότι θα είναι μόνο ονομαστική και όχι πραγματική. Αντίθετα, είναι περισσότερο από βέβαιη η διεύρυνση της κατηγοριοποίησης της ανώτατης εκπαίδευσης, τόσο σε κοινοτικό και εθνικό επίπεδο, όσο και στο επίπεδο των ίδιων των ΑΕΙ.

Η παρεχόμενη σήμερα ανώτατη εκπαίδευση, από πλευράς αναγνωρισιμότητας μετατοπίζεται στο μεταπτυχιακό επίπεδο, στο οποίο η πρόσβαση θα είναι περιορισμένη, ίσως φτάνει στο 30%. Η Διακήρυξη της Μπολόνια δεν οδηγεί λοιπόν στην ουσιαστική διεύρυνση της πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, αλλά μάλλον στον περιορισμό της.

Ας εξετάσουμε όμως λίγο αναλυτικότερα το ζήτημα της ομογενοποίησης της εκπαίδευσης. Ομογενοποίηση σημαίνει σύγκλιση προς ένα εκπαιδευτικό σύστημα. Βασικό χαρακτηριστικό της Ευρώπης είναι όμως η πολιτισμική της πολυμορφία. Αυτή δε συμβιβάζεται με ένα ενιαίο εξ ορισμού σύστημα ανώτατης εκπαίδευσης.

Αγνοούνται, λοιπόν, στο πλαίσιο της Μπολόνια οι ιδιαιτερότητες των εθνικών συστημάτων εκπαίδευσης, αλλά και η εκπαιδευτική παράδοση της κάθε χώρας. Ετσι, μόνο ως ειρωνεία μπορεί να εκληφθεί η θέση που αναφέρεται στη Διακήρυξη της Μπολόνια ότι με αυτήν οι υπουργοί Παιδείας δηλώνουν τη βούλησή τους να παγιώσουν τον Ευρωπαϊκό Χώρο Ανώτατης Εκπαίδευσης, μέσα στο πλαίσιο των θεσμικών δυνατοτήτων τους και με πλήρη σεβασμό τόσο της διαφορετικότητας των πολιτισμών, των γλωσσών και των εκπαιδευτικών συστημάτων, όσο και στην αυτονομία των πανεπιστημίων.

Η ομογενοποίηση της εκπαίδευσης σημαίνει αποβολή της κοινωνικής της διάστασης. Αλλά ακόμη και αυτή η τεχνολογία δεν είναι κοινωνικά ουδέτερη. Τίθεται ή πρέπει να τίθεται το ζήτημα της κοινωνικής καταλληλότητάς της. Οι τεχνικές παραγωγής που είναι τεχνικά αποτελεσματικές, δηλαδή χρησιμοποιούν το ελάχιστο δυνατό κόστος παραγωγικών πόρων, μπορεί να είναι κοινωνικά αναποτελεσματικές, εάν με δεδομένους τους επιδιωκόμενους κοινωνικούς στόχους συνδέονται με υψηλό λόγο κοινωνικών ωφελειών - κοινωνικού κόστους. Η τεχνική αποτελεσματικότητα δεν αποτελεί ούτε αναγκαία ούτε ικανή συνθήκη μεγιστοποίησης της κοινωνικής ευημερίας, δεδομένων των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της εργασίας. Η τεχνολογία δεν είναι μια ανεξάρτητη, εξωγενής μεταβλητή, η οποία επιδρά σε κάθε δεδομένη κοινωνία, αλλά αναπτύσσεται, διαδίδεται και κυρίως εφαρμόζεται σε δεδομένες κοινωνικές συνθήκες και κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να μην είναι ανεξάρτητη από τις αξίες της, τους σκοπούς και την οργάνωση της συγκεκριμένης κοινωνίας. Αν αυτό ισχύει για την τεχνολογία, τι ισχύει για την εκπαίδευση.

Τέλος, ας υποτεθεί ότι είναι εφικτή η ομογενοποίηση των εκπαιδευτικών συστημάτων της Ευρώπης. Ποιοι θα είναι οι ωφελημένοι αυτής της διαδικασίας; Ωφελημένοι από τη δημιουργία ενός ομογενούς εμπορεύματος, όπως υποθέτουμε ότι καθίσταται η εκπαίδευση, στο πλαίσιο μιας παγκοσμιοποιημένης αγοράς, είναι εκείνοι που μπορούν να το προσφέρουν σ' αυτήν περισσότερο ανταγωνιστικά. Και τι δυνατότητες έχουν όσοι δεν μπορούν να επιβιώσουν κάτω από αυτές τις συνθήκες; Να διαφοροποιήσουν το εμπόρευμα που προσφέρουν, άλλως εγκαταλείπουν την αγορά. Οι χώρες της Ευρώπης όμως καλούνται να συμφωνήσουν στην κατάργηση αυτού του μέσου.

Υπό τις συνθήκες που περιληπτικά εξετάστηκαν, φαίνεται ότι επιχειρείται η πλήρης υπαγωγή της Παιδείας στους νόμους της παγκοσμιοποιημένης αγοράς».


Του
Ιωάννη Σ. ΒΑΒΟΥΡΑ*
*Ο Ιωάννης Σ. Βαβούρας είναι Πρύτανης Παντείου Πανεπιστημίου

Μήνυμα «Ειρήνης» από μαθητές

Την «Ειρήνη» του Αριστοφάνη ανεβάζουν τα παιδιά του 2ου Γυμνασίου Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης Ελληνικού αύριο Κυριακή

Παιδιά από την Νιγηρία, την Ολλανδία, τη Ρωσία, τις Φιλιππίνες, τις ΗΠΑ, την Αλβανία, τη Ν. Αφρική, την Ουκρανία, τη Ρουμανία, την Αυστραλία, το Ιράκ, τη Βουλγαρία, το Περού, τον Καναδά, που φοιτούν στο 2ο Γυμνάσιο Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης του Δήμου Ελληνικού, δίνουν το μήνυμα της συναδέλφωσης και της αλληλεγγύης των λαών. Ετσι, την Κυριακή 6 Μάη, οι μαθητές του σχολείου ανεβάζουν το έργο του Αριστοφάνη «Ειρήνη», στις 6.30 το απόγευμα, επί της Ιασωνίδου.

Στο 2ο Γυμνάσιο φοιτούν σήμερα 210 παιδιά από 40 χώρες του κόσμου, με 30 γλώσσες, στο ίδιο σχολείο, στην ίδια τάξη, στο ίδιο θρανίο. Ετσι, όπως επισημαίνεται σε πρόσκληση, «σε πείσμα των καιρών, ενάντια στο ρατσισμό, στην ξενοφοβία, στον εθνοκεντρισμό, και παρ' όλα τα προβλήματα και τις αντιξοότητες, το σχολείο μας συνεχίζει την προσπάθεια να εντάξει τους μαθητές του στην ελληνική κοινωνία, η οποία αρχίζει να αποδέχεται το δικαίωμα στην ετερότητα». Και με βάση αυτές τις ιδιαιτερότητες «θεωρήσαμε ότι η "Ειρήνη" του Αριστοφάνη είναι το καταλληλότερο ίσως έργο για να απεικονίσει αυτό που συμβαίνει στο σχολείο μας».

Το έργο σκηνοθετούν οι: Δήμητρα Ναουνούλη, γυμνάστρια και Ειρήνη Αντωναράκου, φιλόλογος.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ