ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 24 Γενάρη 2020
Σελ. /28
Η άνοδος της Κίνας αλλάζει όλες τις παγκόσμιες «ισορροπίες»

Παρατηρήσεις της Γερμανίδας καγκελαρίου για τις σχέσεις ΕΕ - ΗΠΑ και ΕΕ - Κίνας, σε μια εφ' όλης της ύλης συνέντευξη σε βρετανική εφημερίδα, και ανάλυση της «δεξαμενής σκέψης Χ. Κίσινγκερ» είναι ενδεικτικές για το «κουβάρι» των ανταγωνισμών και συμμαχιών μεταξύ των αστικών τάξεων

Η Αγκ. Μέρκελ και ο Κινέζος Πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ
Η Αγκ. Μέρκελ και ο Κινέζος Πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ
«Είμαστε μάρτυρες μιας τεράστιας μετατόπισης στον κόσμο: Το 1990 το μερίδιο της Κίνας στην παγκόσμια οικονομική παραγωγή ήταν 1,7%, το 6,8% ανήκε στη Γερμανία και το 25,4% στις ΗΠΑ. Σήμερα οι ΗΠΑ έχουν το 24,8% - διατηρούν περίπου το μερίδιό τους - η Γερμανία έχει το 4,5% και η Κίνα έχει 16,3%. Οπως βλέπετε, το κινεζικό ποσοστό αυξήθηκε από 1,7% σε 16,3% σε 30 χρόνια. Η Κίνα ξεπέρασε τη Γερμανία στην παγκόσμια οικονομική παραγωγή το 2007».

Δίνοντας μεταξύ άλλων τα παραπάνω στοιχεία, η Γερμανίδα καγκελάριος, Αγκελα Μέρκελ, σε πρόσφατη συνέντευξή της στους «Financial Times» στάθηκε ιδιαίτερα - αναμενόμενα και αναπόφευκτα - στο ζήτημα της ραγδαίας ανόδου της Κίνας στην παγκόσμια ιμπεριαλιστική πυραμίδα και τις συνέπειές της συνολικά στις σχέσεις ΕΕ - Κίνας, ΕΕ - ΗΠΑ, αλλά και στη στρατηγική επιλογή της ΕΕ για ενίσχυση του λεγόμενου «ευρωπαϊκού σκέλους του ΝΑΤΟ».

Η απομόνωση της Κίνας δεν είναι η απάντηση

Η καγκελάριος, απαντώντας στο ερώτημα αν η Ευρώπη και η Γερμανία κινδυνεύουν να «συντριβούν» από τον ανταγωνισμό Κίνας και ΗΠΑ, υπογράμμισε την πάγια θέση του γερμανικού κεφαλαίου, ότι η ΕΕ είναι «ασφάλεια ζωής μας». Η Γερμανία, εξήγησε, «είναι πολύ μικρή για να αναπτύξει μόνη της γεωπολιτική εξουσία, γι' αυτό πρέπει να επωφεληθούμε από την ενιαία εσωτερική αγορά» της ΕΕ. Από αυτήν τη σκοπιά, η ΕΕ μπορεί να προσπαθήσει να αποφύγει την πίεση που προκύπτει από την Αμερική και την Κίνα στον παγκόσμιο ανταγωνισμό και γι' αυτό παρουσίασε την ΕΕ ως μονόδρομο για τα ευρωπαϊκά κεφάλαια.

Υποστήριξε ότι φυσικά η Κίνα πρέπει να τηρεί κανόνες «δίκαιου εμπορίου», να προστατεύει την πνευματική ιδιοκτησία των επιχειρήσεων κ.λπ., ωστόσο απάντησε σε όσους σοκάρονται από την οικονομική άνοδο του καπιταλισμού στην Κίνα, ότι αυτή σχετίζεται πολύ με την καινοτομία, με τις ιδέες, τις τεχνικές δυνατότητες, την εργατικότητα κ.ά. που έχει αναπτύξει η Κίνα.

Ακόμη έδωσε μια εικόνα για το πώς βλέπει η Κίνα την άνοδό της: «Πρέπει επίσης να καταλάβουμε ότι η Κίνα βλέπει τον κόσμο από μια εντελώς διαφορετική σκοπιά και προοπτική από ό,τι εμείς. Η Κίνα βλέπει τον εαυτό της ως τον παγκόσμιο ηγέτη επί 2.000 χρόνια και έχει υποχωρήσει μόνο για 200 χρόνια. Αυτά τα 200 χρόνια κοιτάμε και αναρωτιόμαστε πώς τα καταφέρνει η Κίνα. Η Κίνα, από την άλλη πλευρά, έχει μια εντελώς διαφορετική αυτοεκτίμηση. Για την Κίνα, τα 200 χρόνια που δεν ήταν τόσο ισχυρή, είναι μια εξαίρεση. Από τη σκοπιά της, η χώρα επιστρέφει τώρα στον κανόνα, στην παραδοσιακή θέση της στον κόσμο. Αυτόν τον ανταγωνισμό πρέπει να τον αποδεχτούμε».

Εξέφρασε την άποψη ότι «πρέπει να ανταγωνιστούμε εποικοδομητικά με την επιτυχία της Κίνας» και πως «η πλήρης απομόνωση της Κίνας δεν μπορεί να είναι η απάντηση», υπενθυμίζοντας ότι οι ΗΠΑ «ασχολούνται» με την Κίνα - που έχει γίνει ένας σημαντικός ανταγωνιστής - εδώ και περίπου δέκα χρόνια.

«Το ερώτημα είναι: Θέλουμε - Γερμανοί και Ευρωπαίοι - λόγω αυτού του οικονομικού ανταγωνισμού, να αποσυνδέσουμε όλες τις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας που είναι συνδεδεμένες μεταξύ τους, για παράδειγμα ότι συσκευές της "Apple" κατασκευάζονται και στην Κίνα; Να πούμε ότι δεν θέλουμε πλέον παγκόσμιες αλυσίδες αξίας στις οποίες εμπλέκεται η Κίνα; `Η είμαστε αρκετά ισχυροί για να καθορίσουμε κανόνες βάσει των οποίων μπορούμε να συνεχίσουμε να διατηρούμε τέτοιες παγκόσμιες αλυσίδες αξίας; Γι' αυτό, οι εμπορικές συνομιλίες μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ είναι τόσο σημαντικές. Γι' αυτό, είναι σημαντικό να προωθηθεί η μεταρρύθμιση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου», επισήμανε η Αγκ. Μέρκελ.

Η «ένταση» με τις ΗΠΑ έχει «διαρθρωτικές αιτίες»

Οπως επισημάνθηκε και στη συνέντευξη, η σχέση της Γερμανίας και της ΕΕ με τις ΗΠΑ «χαρακτηρίζεται επί του παρόντος από σημαντικές εντάσεις» και οι υπαρκτές αντιθέσεις όλο και πιο δύσκολα συμβιβάζονται.

Για τη γερμανική κυβέρνηση η «ένταση» αυτή έχει «διαρθρωτικούς λόγους» και δεν έχει να κάνει με τα πολιτικά πρόσωπα (κυβέρνηση Τραμπ). «Εδώ και αρκετό καιρό παρατηρείται πως ο πρώην ρόλος των ΗΠΑ ως υπερδύναμης ίσως δεν αντιστοιχεί με την αυτοεκτίμηση των ΗΠΑ, δηλαδή έχει υπάρξει αλλαγή. Ηδη ο Πρόεδρος (των ΗΠΑ Μπαράκ) Ομπάμα είχε μιλήσει - από αμερικανική σκοπιά - για τον ασιατικό αιώνα».

Αυτό σημαίνει, για τη γερμανική κυβέρνηση, ότι «η Ευρώπη - γίνεται όλο και πιο εμφανές - δεν είναι όπως πριν, στο επίκεντρο των παγκόσμιων υποθέσεων» και έτσι, «η Ευρώπη πρέπει να ανακτήσει τον δικό της γεωπολιτικό ρόλο, καθώς η επικέντρωση των ΗΠΑ στην Ευρώπη μειώνεται. Αυτό θα ισχύει με κάθε (Αμερικανό) Πρόεδρο».

Σε αυτό αναφέρεται «ο Πρόεδρος Τραμπ - που το τονίζει ιδιαίτερα αλλά έχει ειπωθεί και πριν από αυτόν - ότι η Ευρώπη και ιδίως η Γερμανία πρέπει να αναλάβουμε μεγαλύτερη ευθύνη. Αυτό συχνά εκφράζεται με την απαίτηση για υψηλότερες αμυντικές δαπάνες», σημείωσε η καγκελάριος, προσθέτοντας ότι από το 2015 η Γερμανία έχει αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες κατά 40%.

Η ίδια πάντως εκτίμησε ότι «οι διατλαντικές σχέσεις παραμένουν αποφασιστικής σημασίας» για τη Γερμανία, λέγοντας το εξής χαρακτηριστικό: «Η συνειδητοποίηση του συμφέροντος της Γερμανίας και της Ευρώπης για καλές σχέσεις με τις ΗΠΑ έχει αυξηθεί. Αντίθετα, η ανάγκη των ΗΠΑ να είναι με την Ευρώπη έχει μειωθεί».

Για να γίνει πιο «κυρίαρχη» και «πιο ισχυρή γεωπολιτικά» η Ευρώπη στον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό, η Μέρκελ προτάσσει την οικονομική ισχύ των ευρωπαϊκών μονοπωλίων με ταχύτερη πρόοδο στην ψηφιοποίηση, στις νέες τεχνολογίες, στη δημιουργία εργοστασίου παραγωγής μπαταριών για ηλεκτρικά οχήματα, στην παραγωγή «τσιπς», στην αποθήκευση δεδομένων κ.ά.

Ταυτόχρονα, τονίζει πως «έχουμε αναπτύξει τις αμυντικές μας δυνατότητες εδώ και 70 χρόνια στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ», επομένως «ο ισχυρισμός ότι η Ευρώπη πρέπει να γίνει στρατιωτικά ανεξάρτητη σε όλους τους τομείς» δεν είναι ορθός.

«Είναι όμως καλό και σωστό ότι η ΕΕ άρχισε πριν μερικά χρόνια να δημιουργεί μια ευρωπαϊκή δομή στρατιωτικής συνεργασίας, και μάλιστα ως σημαντικός πυλώνας του ΝΑΤΟ», υπογράμμισε και εξήγησε ότι υπάρχουν περιοχές του κόσμου, όπου η ΕΕ θέλει να ενισχύσει τη στρατιωτική της παρουσία, π.χ. στην Αφρική, «όπου το ΝΑΤΟ δεν θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο».

Επίσης, αναφέρθηκε στην ομάδα εργασίας του ΝΑΤΟ, όπου θα αποφασίζεται «πού αλλού θέλουμε να εμπλακούμε στον κόσμο - π.χ. όπως σε Αφγανιστάν, Ιράκ. Τα μέρη του κόσμου μπορεί να αλλάξουν τις επόμενες δεκαετίες».

Ο ρόλος της Ρωσίας στον ανταγωνισμό ΗΠΑ - Κίνας

Στο μεταξύ, μεγάλο ενδιαφέρον έχει η πρόσφατη έκθεση του ανώτερου συνεργάτη για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ της «δεξαμενής σκέψης» Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων (CFR) «Χένρι Κίσινγκερ». Ο Ρόμπερτ Μπλάκγουιλ υποστηρίζει πως οι ΗΠΑ θα πρέπει να αναπτύξουν μια γενική στρατηγική για την αντιμετώπιση της Κίνας αναφέροντας 22 άξονες, ένας από τους οποίους είναι και η «πιο εποικοδομητική σχέση με τη Ρωσία».

Στην έκθεση με τίτλο «Εφαρμόζοντας μια μεγάλη στρατηγική απέναντι στην Κίνα» αναφέρεται μεταξύ άλλων πως «η Ουάσιγκτον θα πρέπει να ξεκινήσει μια ολοκληρωμένη προσπάθεια για να περιορίσει τους κινδύνους που θέτει η οικονομική, διπλωματική, τεχνολογική και στρατιωτική επέκταση του Πεκίνου για τα συμφέροντα των ΗΠΑ στην Ασία και στον κόσμο».

Σε αυτό το πλαίσιο προτείνονται ο εκσυγχρονισμός των αμερικανικών υποδομών, η βελτίωση της εκπαίδευσης και η αξιοποίηση των τεχνολογιών επόμενης γενιάς. Στην εξωτερική πολιτική προτείνεται η αμερικανική κυβέρνηση να δαπανήσει λιγότερους πόρους για τη Μέση Ανατολή, να εμβαθύνει τους δεσμούς με συμμάχους σε Ασία και Ευρώπη, να μετατοπίσει στρατιωτικό εξοπλισμό στην Ασία και να επιδιώξει μια πιο εποικοδομητική σχέση με τη Ρωσία.

Συγκεκριμένα, «η Ουάσιγκτον θα πρέπει να κάνει παραχωρήσεις για να βελτιώσει τις σχέσεις της με τη Μόσχα και δεν μπορεί να διατηρεί όλες τις τρέχουσες πολιτικές της έναντι της Ρωσίας». Ετσι, «οι ΗΠΑ θα πρέπει να επιδιώξουν τη διαπραγμάτευση μιας συμφωνίας με τη Ρωσία, στην οποία η διεύρυνση του ΝΑΤΟ θα έχει ολοκληρωθεί, θα αρθούν κυρώσεις κατά της Ρωσίας, η Ρωσία θα επιστρέψει στο G8».

Επίσης στην Αρκτική, μια «πολλά υποσχόμενη περιοχή για τις ΗΠΑ και τη Ρωσία», την οποία διεκδικεί και η Κίνα μέσω του «αρκτικού δρόμου του μεταξιού», τα δυο κράτη θα πρέπει «να επιδιώξουν μια πιο συνεργατική σχέση στην έρευνα, στην ασφάλεια της ναυσιπλοΐας, στην εξερεύνηση της Αρκτικής» κ.ά.


Ε. Μ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ