Τα επίσημα στοιχεία της ΕΣΥΕ, που δημοσιοποιήθηκαν χτες και καταγράφουν τη συνεχιζόμενη ανοδική πορεία των τιμών -που ωθούν προς τα κάτω την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων και προς τα πάνω τα κέρδη- κάνουν επιτακτική την ανάγκη χορήγησης «εδώ και τώρα» διορθωτικής αύξησης στους μισθούς και συντάξεις
Σε νέα πιο ψηλά επίπεδα, έκλεισε τον περασμένο μήνα Απρίλη ο επίσημος πληθωρισμός. Η εξέλιξη αυτή είχε σαν συνέπεια να μεγαλώσουν περισσότερο από τη μια οι απώλειες των εισοδημάτων των εργαζομένων (μισθωτών- συνταξιούχων) και από την άλλη τα κέρδη και υπερκέρδη των πολυεθνικών και των μεγάλων επιχειρήσεων. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που δόθηκαν χτες στη δημοσιότητα από την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδας (ΕΣΥΕ), τον Απρίλη του 2001 συγκριτικά με τον Απρίλη του 2000 ο «εθνικός» πληθωρισμός παρουσίασε αύξηση κατά 3,5%, ενώ ο «εναρμονισμένος» τιμάριθμος» 3,7%.
Με βάση τις μέχρι τώρα εξελίξεις στο μέτωπο του πληθωρισμού αλλά και τη σημαντική αύξηση που παρατηρείται στις τιμές χονδρικής (στοιχεία Μαρτίου 2001) είναι βέβαιο, πως δεν πρόκειται να εκπληρωθεί ο στόχος της κυβέρνησης για ρυθμό πληθωρισμού 2,3% και μόνο «αιθεροβάμονες» πιστεύουν ακόμη πως στο τέλος του χρόνου ο ρυθμός αύξησης θα είναι μικρότερος από 3%. Το γεγονός αυτό, βέβαια, κάνει επιτακτική την ανάγκη να διεκδικήσουν οι συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα (ΓΣΕΕ- ΑΔΕΔΥ), τη χορήγηση «εδώ και τώρα διορθωτικού ποσού» στις ονομαστικές αυξήσεις των μισθών και συντάξεων του 2001, που περιορίστηκαν από την κυβέρνηση και τους επιχειρηματίες στο ισχνό ποσοστό του 2%-2,5%.
Αναλυτικότερα, με βάση τα επίσημα στοιχεία της ΕΣΥΕ, ο «εθνικός» τιμάριθμος (πληθωρισμός) τον Απρίλη του 2001 παρουσίασε αύξηση:
Από τα παραπάνω είναι φανερό, πως και οι 3 επιμέρους δείκτες, δείχνουν ότι το 2001 έχουν αξιόλογη επιτάχυνση των ρυθμών αύξησης του πληθωρισμού. Την ίδια εικόνα μάς δίνουν και τα στοιχεία για την πορεία του «εναρμονισμένου τιμαρίθμου», δηλαδή το ενιαίο μοντέλο παρακολούθησης μεταβολής των τιμών σε όλες τις χώρες - μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης που χρησιμοποιεί η Eurostat. Συγκεκριμένα, τα στοιχεία της ΕΣΥΕ για τον «εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή», μας πληροφορούν πως τον Απρίλη του 2001, ο «εναρμονισμένος τιμάριθμος» έτρεχε σε δωδεκάμηνη βάση (Απρίλης 2001/ Απρίλης 2000) με ρυθμό 3,7% και σε μέσα επίπεδα με ρυθμό 3% (έναντι ρυθμού αύξησης 2,1%, που παρουσίαζε την αντίστοιχη προηγούμενη περίοδο τόσο σε δωδεκάμηνο βάση όσο και σε μέσα επίπεδα.
Ομως, ακόμη χειρότερη -και πιο απαισιόδοξη- είναι η εικόνα που σχηματίζει κανείς, διαβάζοντας τα στοιχεία της ΕΣΥΕ, που καταγράφουν τις εξελίξεις των τιμών χονδρικής (μεταβολές επίσημων τιμών στο χονδρεμπόριο). Αν και στο χονδρεμπόριο παρατηρείται πτωτικός ρυθμός αύξησης, ωστόσο, τα ποσοστά αύξησης των τιμών- που κάποια στιγμή θα περάσουν και στο λιανεμπόριο- είναι αρκετά υψηλά.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΣΥΕ, ο τιμάριθμος χονδρικής το Μάρτη του 2001:
Οπως ανακοίνωσε ο υπουργός, το ΣΑΠ θα συνεδριάσει στις 25 του Ιούνη με θέμα: «Ποιότητα: Από το πολλαπλασιαστικό υλικό στο τελικό προϊόν»
Να επικαιροποιήσει την πολιτική κοροϊδίας της κυβέρνησης σε βάρος αγροτών και καταναλωτών επιχειρεί ο υπουργός Γεωργίας, αναγγέλλοντας ότι στις 25 του Ιούνη η ετήσια σύνοδος του Συμβουλίου Αγροτικής Πολιτικής (ΣΑΠ) θα ασχοληθεί με ένα θέμα που φέρει τον τίτλο «Ποιότητα: Από το πολλαπλασιαστικό υλικό στο τελικό προϊόν».
Το θέμα της ποιότητας φαίνεται πως έχει μόνο επικοινωνιακή σημασία για την κυβέρνηση και από τον πρωθυπουργό μέχρι τον τελευταίο κυβερνητικό παράγοντα αποτελεί ευχάριστη λεκτική ενασχόληση... Το ερώτημα, πάντως, είναι, πώς θα επιτευχθεί η ποιότητα όταν η κυβέρνηση στηρίζει μόνο τα βρώμικα κερδοσκοπικά συμφέροντα των πολυεθνικών και των παραρτημάτων τους; Για παράδειγμα, στον τομέα του πολλαπλασιαστικού υλικού η κυβέρνηση έχει παραχωρήσει τα πάντα στις πολυεθνικές και στους ντόπιους πωλητές τους, με αποτέλεσμα εκτός των άλλων να κάνουν την είσοδό τους στη χώρα μας, ανενόχλητα, μεταλλαγμένοι σπόροι. Και ο υπουργός Γεωργίας, που τόσο κόπτεται για την ποιότητα του πολλαπλασιαστικού υλικού, διαλύει μέχρι και τον Οργανισμό Καπνού, που είχε την ευθύνη παραγωγής και διανομής σπόρων καπνού κι ανοίγει άλλο ένα πεδίο κερδοσκοπικής δράσης στις πολυεθνικές των ΗΠΑ.
Οσο για την ποιότητα στο τελικό προϊόν η κυβέρνηση αρκείται στα ευρω-μέτρα περιορισμού της εγχώριας παραγωγής και επιτρέπει να μπαίνει στη χώρα ό,τι άρρωστο και επικίνδυνο παράγουν τα βιομηχανικά τέρατα της ΕΕ και των ΗΠΑ. Και στο επικείμενο ΣΑΠ, βέβαια, δε θα υπάρξει προβληματισμός γιατί μέχρι τώρα η ποιότητα δεν πληρώνεται και οι αγροτοκτηνοτρόφοι εξαναγκάζονται να πουλάνε την παραγωγή σε εξευτελιστικές τιμές. Για παράδειγμα, η τιμή στο έξτρα παρθένο λάδι έπεσε γύρω στις 600 δραχμές το κιλό όταν πριν τέσσερα χρόνια ξεπερνούσε τις 1.200 δραχμές το κιλό, επειδή έτσι θέλουν έμποροι και πολυεθνικές. Επιπλέον, στο σιτάρι η «Ατζέντα 2000» δεν κοιτάει ποιότητα και επιβάλλει τιμή παραγωγού 31 δραχμές το κιλό όταν πριν 10 περίπου χρόνια η τιμή ξεπερνούσε τις 50 δραχμές το κιλό. Από την άλλη οι καταναλωτές εξαναγκάζονται να αγοράσουν το λάδι και το ψωμί όλο και πιο ακριβά.
Η Ομοσπονδία Αγροτικών Συλλόγων Βοιωτίας, πρωτοστατώντας στην οργάνωση της αγωνιστικής συσπείρωσης των αγροτών για την επίλυση των προβλημάτων, διοργανώνει περιοδείες και συγκεντρώσεις σε αγροτοχώρια της επαρχίας Λιβαδειάς.
Στα πλαίσια αυτά, με τη συμμετοχή του Βαγγέλη Μπούτα, μέλους της Επιτροπής Πρωτοβουλίας για τη συγκρότηση της Πανελλαδικής Αγροτικής Συσπείρωσης (ΠΑΣΥ), θα γίνουν μεθαύριο Παρασκευή 11 του Μάη περιοδείες και συγκεντρώσεις στις παρακάτω περιοχές:
Στις 11.30 πμ στον Αγιο Δημήτριο
Στις 12.30 μμ στον Αγιο Σπυρίδωνα
Το απόγευμα της ίδιας μέρας το κλιμάκιο θα επισκεφτεί τον Ορχομενό, όπου θα συναντηθεί με αγρότες και εκπροσώπους αγροτικών φορέων και στις 8 μμ ο Βαγγέλης Μπούτας θα μιλήσει σε συγκέντρωση στην αίθουσα του Πνευματικού Κέντρου.
Οι υπηρεσίες της Νομαρχίας διαβεβαιώνουν ότι έγκαιρα έχουν ληφθεί μέτρα για τη μη εξάπλωση της ζωονόσου κι έτσι αυτή περιορίστηκε σε τρία κοπάδια. Κι ενώ ισχύουν τα περιοριστικά μέτρα, μοναδική λύση προκρίθηκε η θανάτωση των ζώων στα κοπάδια όπου παρουσιάστηκε η αρρώστια, αφού πρώτα αποζημιωθούν οι παραγωγοί. Το υπουργείο όμως δε δίνει λύση στο πρόβλημά τους με τη δικαιολογία ότι δεν προβλέπεται αποζημίωση του παραγωγού για τη σπάνια αυτή ζωονόσο.