ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 3 Οχτώβρη 2020 - Κυριακή 4 Οχτώβρη 2020
Σελ. /40
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ «ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΗ ΕΥΕΛΙΞΙΑ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ»
Ακόμα πιο λυμένα χέρια στην εργοδοσία να ξεχειλώνει τα ωράρια και τη ζωή των εργαζομένων

«Λίγοι θα είχαν αντίρρηση στο να μπορούν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι να έχουν περισσότερη ευελιξία, εφόσον το επιθυμούν οι ίδιοι, στο πώς κατανέμουν το χρόνο τους...».

Τα παραπάνω λεγόμενα, μεταξύ άλλων... «φιλεργατικών» ανησυχιών, προέρχονται από τα όσα είπε ο πρωθυπουργός από τη ΔΕΘ, προαναγγέλλοντας τον νέο γύρο επίθεσης στα εργατικά δικαιώματα υπό τον εύηχο τίτλο του... «εκσυγχρονισμού της αγοράς εργασίας».

Μια από τις βασικές αιχμές σε αυτόν τον νέο γύρο επίθεσης, είναι το νομοσχέδιο που ετοιμάζει η κυβέρνηση για τον «εξορθολογισμό της χρήσης και του κόστους των υπερωριών», κατά τη διατύπωση του σχεδίου της Επιτροπής Πισσαρίδη, δηλαδή για ακόμα πιο φθηνές υπερωρίες για την εργοδοσία και να βγάλει από τη μέση τα όποια ελάχιστα διαδικαστικά εμπόδια έχουν απομείνει σε ό,τι αφορά τον αριθμό τους και τον τρόπο χρήσης τους από τις επιχειρήσεις.

«Κουμπώνοντας» την ουσιαστική «απελευθέρωση» των υπερωριών με το ήδη θεσμοθετημένο πλαίσιο της «διευθέτησης» του εργάσιμου χρόνου με βάση τις ανάγκες της εργοδοσίας, η κυβέρνηση έρχεται να βάλει το επιστέγασμα σε όλο το άθλιο οικοδόμημα της «ευελιξίας», να λύσει ακόμα περισσότερο τα χέρια της εργοδοσίας να εκμεταλλεύεται τον εργαζόμενο όποτε θέλει, για όσο θέλει, όπως θέλει, ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες της, χωρίς κανέναν περιορισμό και καμία δέσμευση, με τσακισμένους μισθούς και δικαιώματα.

Πλασάρουν ως «ελευθερία» του εργαζόμενου την ακόμα μεγαλύτερη σκλαβιά στην εργοδοσία

Βέβαια, ούτε αυτό το αντεργατικό σχέδιο, ούτε τα όσα λέει ο Κυρ. Μητσοτάκης για να το ντύσει με μανδύα «φιλεργατικό» και «εκσυγχρονιστικό», δεν είναι κάτι καινούριο. Πολύ πριν από την εκδήλωση της προηγούμενης καπιταλιστικής κρίσης το 2009 - 2010, από τις αρχές ακόμα της δεκαετίας του 1990, με τη «Λευκή Βίβλο» της ΕΕ, η «ευελιξία» αναδείχθηκε σε βασικό στόχο και υπερόπλο της εργοδοσίας, για να λεηλατήσει δικαιώματα, να εντείνει την εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης, να την κάνει ακόμα πιο φθηνή και πιο κερδοφόρα για λογαριασμό της. Για τρεις ολόκληρες δεκαετίες, οι αστικές κυβερνήσεις, υπηρετώντας τα συμφέροντα του κεφαλαίου, «εκσυγχρονίζουν» την αγορά εργασίας, «δένοντας χειροπόδαρα» τον εργάτη στις εκάστοτε ανάγκες της εργοδοσίας. Επιβάλλουν μια πανσπερμία «ευέλικτων» εργασιακών σχέσεων (μερική απασχόληση, εκ περιτροπής εργασία, συμβάσεις έργου, «ενοικιάσεις» εργαζομένων... και ο κατάλογος δεν έχει τέλος), μαζί με τη «διευθέτηση» του χρόνου εργασίας, την κατάργηση δηλαδή του σταθερού ημερήσιου εργάσιμου χρόνου.

Σερβίροντας την ίδια ξαναζεσταμένη «σούπα», η κυβέρνηση παρουσιάζει αυτήν την εφιαλτική «ευελιξία» ως κάτι που δήθεν εξασφαλίζει στους εργαζόμενους την «ελευθερία» να επιλέγουν αυτοί την κατανομή του χρόνου εργασίας τους, να συνδυάζουν τάχα πιο αρμονικά την επαγγελματική και την οικογενειακή - κοινωνική ζωή τους.

Στην πραγματικότητα, βέβαια, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Η «ευελιξία» στην εργασία, στα ωράρια, στις βάρδιες κ.λπ., με μια κουβέντα η δουλειά - «λάστιχο» που γενικεύεται διαρκώς σε όλους τους κλάδους και χώρους δουλειάς, έχει οδηγήσει και σε ζωή - «λάστιχο». Ο εργαζόμενος όχι μόνο δεν έχει «ευελιξία να κατανείμει το χρόνο του», αλλά βλέπει τα ωράριά του και την ίδια τη ζωή του να «ξεχειλώνουν», να «τεντώνονται» και να «μαζεύονται», ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες της εργοδοσίας. Αδυνατεί να προγραμματίσει τη ζωή του, γιατί δεν ξέρει τι του ξημερώνει, δεν έχει καμία σταθερότητα για να μπορέσει να οργανώσει την προσωπική και την κοινωνική του ζωή και δράση.

Η ανυπόφορη αυτή κατάσταση χειροτέρευσε ακόμα περισσότερο κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Με «πυξίδα» το πώς θα φορτωθούν ξανά στους εργαζόμενους τα βάρη της νέας οικονομικής κρίσης, αλλά και το πώς θα προωθηθούν ακόμα πιο αποφασιστικά πάγιες αξιώσεις του κεφαλαίου, η κυβέρνηση με την ψήφιση μιας σειράς αντεργατικών διατάξεων, μέσω των γνωστών ΠΝΠ, έδωσε νέα ώθηση στην «ευελιξία», ενισχύοντας ακόμα περισσότερο το σχετικό οπλοστάσιο που έχουν διασφαλίσει στην εργοδοσία όλες οι κυβερνήσεις ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ.

Ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα

Χαρακτηριστική περίπτωση είναι ο κλάδος του Εμπορίου. Τα ωράρια - «λάστιχο» και η εντατικοποίηση, που αποτελούν έτσι και αλλιώς μόνιμο καθεστώς, καταγράφουν νέα ρεκόρ. Σε μια σειρά από καταστήματα, μεγάλο μέρος των εργαζομένων παρέμενε σε καθεστώς αναστολής σύμβασης και, την ίδια στιγμή, οι συνάδελφοί τους που επέστρεψαν στα πόστα τους «έλιωναν στη δουλειά», δουλεύοντας 6 και 7 μέρες τη βδομάδα χωρίς ρεπό. Η άρση της αναστολής των συμβάσεων συχνά συνοδεύτηκε από «λεηλασία» της κανονικής άδειας των εργαζομένων, με την οποία οι εργοδότες θέλησαν να «ξεμπερδεύουν» πριν «ανέβει» η εμπορική κίνηση.

Ακόμα και στα σούπερ μάρκετ, που είδαν τον τζίρο τους να εκτοξεύεται, εργαζόμενοι που προσλήφθηκαν μέσα στην πανδημία για να βγει η δουλειά, απειλούνται να βρεθούν ξανά στην ανεργία, αφού τους έχει βγει πρώτα το λάδι. Οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου ανανεώνονται για ένα μήνα ή λίγες μέρες, τα 4ωρα και τα 6ωρα συνεχίζουν να αποτελούν τον κανόνα και οι εργαζόμενοι με 8ωρο είναι είδος υπό εξαφάνιση.

Τα παραπάνω συμπληρώνονται με την επίθεση στην κυριακάτικη αργία και την παραπέρα «απελευθέρωση» του ωραρίου, που επιτείνονται από τη σύνδεση του Εμπορίου με τον Τουρισμό. Με προκάλυμμα τον χαρακτηρισμό του κέντρου της Αθήνας, του παραλιακού μετώπου της Αττικής, της περιοχής του αεροδρομίου και των Σπάτων ως «τουριστικών περιοχών», με τις διατάξεις της κυβέρνησης ΝΔ να συμπληρώνουν αυτές του ΣΥΡΙΖΑ, οι εμποροϋπάλληλοι ήδη βιώνουν το άνοιγμα των καταστημάτων όλες τις Κυριακές από τον Μάη μέχρι και τον Οκτώβρη, καλούμενοι από την εργοδοσία να δουλέψουν ακόμα και 12 μέρες σερί χωρίς ρεπό, φαινόμενο που επεκτείνεται και σε άλλες πόλεις της χώρας.

Ανάλογη εικόνα εμφανίζει ένας ακόμα δυναμικός κλάδος, αυτός του Φαρμάκου. Μέσα στην πανδημία, μια σειρά από επιχειρήσεις προχώρησαν σε αναστολές συμβάσεων, σε εκ περιτροπής εργασία και στη συνέχεια ακόμα και σε απολύσεις... Στον αντίποδα, άλλες επιχειρήσεις, για μεγάλο χρονικό διάστημα μέσα στην πανδημία, επέβαλαν δουλειά 7 μέρες τη βδομάδα και χιλιάδες υπερωρίες, με την έγκριση του αρμόδιου υπουργείου. Αλλού επιβλήθηκαν υπερωρίες τις οποίες η επιχείρηση τις συμψήφισε με αντίστοιχη μείωση ωραρίου κατά την προσέλευση στη δουλειά, για κάποιες μέρες. Μάλιστα εν μέσω πανδημίας, ορισμένες φαρμακαποθήκες με αποφάσεις δημοτικών αρχών (Αθήνας, Αχαρνών, Καλλιθέας κ.ά.), επέβαλαν 6ήμερη δουλειά (Δευτέρα - Σάββατο), χτυπώντας το 5ήμερο στον κλάδο, ενώ σε πολλές περιοχές εκτός Αττικής, το 6ήμερο στις φαρμακαποθήκες έχει γίνει καθεστώς.

Και βέβαια την «ευελιξία» τη ζούνε μόνιμα στο πετσί τους οι «ενοικιαζόμενοι» εργαζόμενοι, οι χιλιάδες εργολαβικοί σε βιομηχανικούς κλάδους και άλλους χώρους δουλειάς, σε πολλούς από τους οποίους γίνονται πια και πλειοψηφία σε σχέση με το μόνιμο προσωπικό. Εργαζόμενοι που δεν έχουν κανένα θεμελιωμένο δικαίωμα, δουλεύουν για μερικές βδομάδες πριν επιστρέψουν στην «εφεδρεία» του «δουλεμπορικού» που τους νοικιάζει, μέχρι να προκύψει η επόμενη «ζήτηση προσωπικού» σε άλλον χώρο ή σε άλλον κλάδο. Μόνιμα περιπλανώμενοι στην αβεβαιότητα της καπιταλιστικής ανάπτυξης, με τσακισμένα μεροκάματα και δικαιώματα.

Ο κατάλογος των αντίστοιχων παραδειγμάτων, στον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα δεν έχει τέλος: Από την πανσπερμία εργασιακών σχέσεων στον Επισιτισμό - Τουρισμό, για παράδειγμα, στη γενίκευση της «ευελιξίας» και της δουλειάς με ημερομηνία λήξης στο Δημόσιο... Από τους εποχικούς εργαζόμενους σε μια σειρά από κλάδους και της βιομηχανίας (π.χ. στα Τρόφιμα), μέχρι τις στρατιές των συμβασιούχων, των «επικουρικών» κ.ο.κ. που δουλεύουν έχοντας μονίμως πάνω από το κεφάλι τους την απειλή της απόλυσης.

Πολλαπλές «ταχύτητες» εργαζομένων για την ένταση της εκμετάλλευσης

Γενικότερα, η «ευελιξία» που έχει πλέον εξαπλωθεί και γενικευτεί σε όλους τους κλάδους, έχει οδηγήσει σε μια κατάσταση μέσα στην ίδια επιχείρηση άλλοι εργαζόμενοι να δουλεύουν ατέλειωτα ωράρια «μέχρι τελικής πτώσης» και άλλοι να περιορίζονται σε ελάχιστες ώρες δουλειάς, στην υποαπασχόληση και σε μισθούς ψίχουλα που δεν φθάνουν ούτε να καλύψουν τις πιο βασικές ζωτικές ανάγκες τους.

Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι με βάση τα στοιχεία του ΕΦΚΑ, πάνω από 600.000 μισθωτοί απασχολούνται για λιγότερες από 20 ώρες τη βδομάδα, ενώ στον αντίποδα εκατοντάδες χιλιάδες υποχρεώνονται να δουλεύουν εξαντλητικά ωράρια, ακόμα και 7ήμερα...

Πλέον, από το σταθερό 8ωρο που κερδήθηκε με σκληρούς εργατικούς αγώνες, σημείο αναφοράς γίνεται ολόκληρο το 24ωρο του εργαζόμενου, κατά τη διάρκεια του οποίου θα πρέπει να είναι ανά πάσα στιγμή διαθέσιμος στον εργοδότη του. Αυτός είναι ο στρατηγικός σχεδιασμός που έχει αναλάβει να φέρει σε πέρας η κυβέρνηση και όχι βέβαια η «ευελιξία των εργαζομένων να κατανέμουν το χρόνο τους», που διατείνεται ο πρωθυπουργός.

Σε πλήρη αντίθεση με τα παραπάνω, αυτό που πραγματικά επιθυμούν και έχουν ανάγκη οι εργαζόμενοι είναι να έχουν μόνιμη δουλειά, με μισθό που να καλύπτει τις ανάγκες τους και με σταθερό ωράριο, με ελεύθερο χρόνο για τους ίδιους και για την οικογένειά τους, για την ξεκούρασή τους, για την οργάνωση της προσωπικής και της κοινωνικής ζωής και δράσης τους.

«Ευελιξία» και στο χώρο

Με αφορμή την πανδημία, η κυβέρνηση «έτρεξε» μια ακόμα πάγια απαίτηση του κεφαλαίου για τη γενίκευση της τηλεργασίας. Στη βάση των τετελεσμένων της προηγούμενης περιόδου, τις μόνιμες συνέπειες των οποίων βιώνουν ολοένα και περισσότεροι εργαζόμενοι σήμερα, η κυβέρνηση ανανεώνει συνεχώς τις διατάξεις για δυνατότητα μονομερούς επιβολής τηλεργασίας από την εργοδοσία, ενώ ταυτόχρονα έχει έτοιμο σχέδιο νόμου για την παραπέρα επέκταση και μονιμοποίησή της.

Στόχος είναι η τηλεργασία να γίνει μία βασική και μαζική μορφή απασχόλησης σε μια σειρά από κλάδους της οικονομίας. Χαρακτηριστικά, σε μεγάλη εταιρεία του χρηματοπιστωτικού κλάδου, η τηλεργασία, σύμφωνα με την επίσημη ενημέρωση της εργοδοσίας, αγγίζει πλέον το 85% - 90% του προσωπικού.

Τα οφέλη για το κεφάλαιο είναι πολλαπλά: Καταργείται στην πράξη η διάκριση μεταξύ εργάσιμου και μη εργάσιμου χρόνου, διευκολύνεται η επιδίωξη της εργοδοσίας να έχει μονίμως stand by τον εργαζόμενο. Η εργοδοσία κερδίζει ταυτόχρονα από τη μείωση του λεγόμενου «μη μισθολογικού κόστους», την ίδια ώρα που τα βάρη πέφτουν για άλλη μια φορά στις πλάτες των εργαζομένων. Ηδη αρκετοί εργαζόμενοι αναφέρουν ότι έχουν διαπιστώσει αυξημένους λογαριασμούς ρεύματος, αναγκάζονται να πληρώνουν από την τσέπη τους για αγορά επιπλέον εξοπλισμού, καθώς τα δήθεν «έκτακτα» μέτρα γίνονται μόνιμα και η δουλειά σε ακατάλληλα μηχανήματα, έπιπλα του σπιτιού κ.ο.κ. γίνεται επώδυνη και ανυπόφορη...


Γ. Ζαχ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ