ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 25 Νοέμβρη 2020
Σελ. /28
Η κατάσταση στα ΙΕΚ επιβεβαιώνει τις προτάσεις του ΚΚΕ

Με αφορμή όσα αποτυπώνει πρόσφατη έρευνα του ΚΑΝΕΠ της ΓΣΕΕ

Πριν από δύο βδομάδες δόθηκαν στη δημοσιότητα τα αποτελέσματα έρευνας για τα ΙΕΚ που διενεργήθηκε από το Κέντρο Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΚΑΝΕΠ) της ΓΣΕΕ. Ανάλογη έρευνα διεξήχθη το 2012 και ως εκ τούτου υπάρχουν σημεία που είναι συγκρίσιμα με τη φετινή, δίνοντας τη δυνατότητα για ανίχνευση τάσεων.

Στόχος του άρθρου αυτού δεν είναι η εξαντλητική μελέτη της συγκεκριμένης έρευνας, αλλά κυρίως να επικεντρώσει σε ορισμένα βασικά ζητήματα που φωτίζουν την κατάσταση στα ΙΕΚ, που αναδεικνύουν πλευρές της θέσης του ΚΚΕ και των διεκδικήσεων που θέτουν σήμερα οι κομμουνιστές στο κίνημα. Πρόκειται για χώρο στον οποίο συγκεντρώνονται δεκάδες χιλιάδες νέοι, ενώ - όπως αποτυπώνεται και στα στοιχεία της έρευνας - η πλειοψηφία των αποφοίτων εντάσσονται ως μισθωτοί στην οικονομία.

Δυναμώνει η πίεση για απόκτηση προσόντων

Δυναμώνει η πίεση για απόκτηση προσόντων στο έδαφος της διαμόρφωσης μιας μεγάλης αγοράς δεξιοτήτων και της διεύρυνσης των αδιεξόδων στο εργασιακό μέλλον των νέων της χώρας.

Πώς επιβεβαιώνεται αυτό; Εχει μεγαλώσει ο μέσος όρος ηλικίας των αποφοίτων σε σχέση με το 2012, στα 33 έτη σε σχέση με τα 28 έτη το 2012. Αυτό δείχνει ότι η επιλογή της φοίτησης στα ΙΕΚ δεν είναι η πρώτη επιλογή μετά το Λύκειο. Μεσολαβούν περισσότερα χρόνια για να γίνει αυτή η επιλογή. Αυτή η εκτίμηση επιβεβαιώνεται και από ένα σημαντικό πόρισμα της έρευνας. Εχει μειωθεί το ποσοστό των αποφοίτων των Γενικών Λυκείων που επιλέγουν απευθείας τη φοίτηση στα ΙΕΚ. Συγκεκριμένα, το 2012 ήταν 66,4% και στην έρευνα του 2020 είναι 46,4%.

Αντίθετα, αυξάνεται το ποσοστό των αποφοίτων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης που φοιτούν στα ΙΕΚ (στην έρευνα διαχωρίζονται σε ΑΕΙ και ΤΕΙ/ΚΑΤΕΕ). Συγκεκριμένα, οι απόφοιτοι ΑΕΙ το 2012 ήταν 2% και το 2020 είναι 9,9% και οι απόφοιτοι ΤΕΙ/ΚΑΤΕΕ το 2012 ήταν 2,7% και το 2020 είναι 9,2%. Ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι το στοιχείο που αφορά κατόχους μεταπτυχιακών και διδακτορικών που επιλέγουν φοίτηση στα ΙΕΚ και ενώ το 2012 ήταν στο οριακό 0,5%, το 2020 εκτοξεύεται στο 4,5%.

Είναι φανερό ότι η πίεση για απόκτηση πιστοποιητικών αφορά το σύνολο της νεολαίας. Συνδέεται και με τα κλιμακούμενα βήματα στην αποσύνδεση πτυχίου - επαγγέλματος στα πανεπιστημιακά τμήματα και συνολικότερα σε πολλές δομές της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, όπως και τα ΙΕΚ, αφού η πιστοποίηση του επαγγέλματος αποτελεί διακριτική και επί πληρωμή διαδικασία και δεν είναι ενσωματωμένη στο πτυχίο.

Το πτυχίο να κατοχυρώνει την εργασία με βάση το αντικείμενο σπουδών

Απ' αυτήν την άποψη επιβεβαιώνεται η ορθότητα της διεκδίκησης το πτυχίο να κατοχυρώνει την εργασία με βάση το αντικείμενο σπουδών, χωρίς άλλες πιστοποιήσεις και εμπόδια. Φυσικά, είναι άλλο πράγμα η αναγκαιότητα παρακολούθησης νέων εξελίξεων σε κάθε αντικείμενο, της επιμόρφωσης. Αυτή η διαδικασία μπορεί να γίνεται με οργανωμένο τρόπο σε δημόσιες δομές και δωρεάν.

Η πραγματικότητα αυτή φωτίζεται από μια σειρά σημαντικών στοιχείων. Το 60% των αποφοίτων δεν έχουν περάσει επιτυχώς τις εξετάσεις πιστοποίησης του Εθνικού Οργανισμού Πιστοποίησης Προσόντων & Επαγγελματικού Προσανατολισμού (ΕΟΠΠΕΠ) για την ειδικότητα που παρακολούθησαν.

Σοβαρή παράμετρο αποτελεί και η πολύχρονη καθυστέρηση στη διαδικασία της πιστοποίησης. Αργεί τόσο που τελικά ο απόφοιτος απομακρύνεται εκ των πραγμάτων από όποια γνώση έχει αποκτήσει στις σπουδές του. Ομως, χρειάζεται να ληφθεί υπόψη και ένας επιπλέον ανασχετικός παράγοντας καθώς απαραίτητη προϋπόθεση για να πάρει μέρος κανείς στη διαδικασία πιστοποίησης είναι να έχει κάνει πρακτική άσκηση η οποία όμως δεν πληρώνεται!

Στην έρευνα αποτυπώνεται προβληματισμός για φήμες που υπάρχουν για τον βαθμό δυσκολίας των εξετάσεων, που ωστόσο μπορεί να συνδέεται και με την αντίστοιχη προετοιμασία τους μέσα από ένα οργανωμένο πρόγραμμα σπουδών, σχεδιασμένο με κρατική ευθύνη.

Αυτή η διαπίστωση προφανώς συνδέεται και με το πολύ μικρό ποσοστό θετικής βαθμολόγησης για τις υποδομές των ΙΕΚ αλλά και για το εκπαιδευτικό υλικό (μόλις 32% και το 2012 και το 2020), ενώ μόλις τέσσερις στους δέκα κρίνουν θετικά το εκπαιδευτικό υλικό στα ΙΕΚ.

Τα παραπάνω στοιχεία εκφράζουν ότι υπάρχει σοβαρό κενό ανάμεσα στον τρόπο εκπαίδευσης, στην απόκτηση γνώσης τόσο θεωρητικής και πρακτικής, από τη μία, και στο εξεταζόμενο από τη διαδικασία πιστοποίησης περιεχόμενο, από την άλλη. Πλευρές αυτής της κατάστασης είναι:

-- Οι εκπαιδευτές - ακόμα και σε ειδικότητες που καλύπτονται από πρόγραμμα σπουδών - να συντάσσουν από μόνοι τους, με δικές τους πηγές και βιβλιογραφία, το συγκεκριμένο περιεχόμενο κάθε μαθήματος. Να γίνονται μαθήματα αποκλειστικά μέσω σημειώσεων που δίνονται σε mail.

-- Τα εργαστήρια, σε πολλές περιπτώσεις, αποτελούν «ιστορικά εκθέματα» περασμένων εφαρμογών, ενώ η κατεύθυνση που δίνεται για αξιοποίηση ιδιωτών - επιχειρήσεων για εργαστηριακά μαθήματα εκ των πραγμάτων απομακρύνει τους σπουδαστές από τη δοκιμή της θεωρητικής γνώσης.

Η ίδια η θέση των ΙΕΚ πυροδοτεί προβλήματα και συζητήσεις για το μέλλον τους και παραπέρα αδιέξοδα για τους νέους

Τα ΙΕΚ δεν ανήκουν στο τυπικό εκπαιδευτικό σύστημα, αλλά στο σύστημα Αρχικής Επαγγελματικής Κατάρτισης. Δεν υπάρχει συνεκτικό πρόγραμμα σπουδών για τις ειδικότητες, οι απόφοιτοι δεν έχουν τη δυνατότητα συνέχισης σπουδών και ο τίτλος τους, όπως ειπώθηκε και πριν, εκδίδεται μετά από εξετάσεις πιστοποίησης στον ΕΟΠΠΕΠ, στις οποίες το ποσοστό επιτυχίας των εξεταζομένων είναι εξαιρετικά μικρό. Επίσης, το γεγονός ότι ο μεγάλος αριθμός των διδασκόντων είναι συμβασιούχοι αφαιρεί τη δυνατότητα της συνέχειας της μορφωτικής διαδικασίας. Ταυτόχρονα, κατά καιρούς συζητιέται ακόμα και η αναγκαιότητα ύπαρξης των ΙΕΚ, σε αντιδιαστολή με άλλες δομές Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, όπως τα διετή προγράμματα σπουδών στα ΑΕΙ που ψηφίστηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ και έχουν «παγώσει» από τη ΝΔ.

Σε αυτό το έδαφος άλλωστε αποτυπώνονται και στη συγκεκριμένη έρευνα απόψεις - προτάσεις από τους ερωτώμενους που α) συνδέονται με την ανάγκη περισσότερων και σύγχρονων εργαστηριακών μαθημάτων και των αντίστοιχων υποδομών που την υποστηρίζουν, β) αναδεικνύουν το πρόβλημα της καθορισμένης και σαφούς ύλης των μαθημάτων, γ) τονίζουν τη σημασία της επικαιροποίησης των προγραμμάτων σπουδών.

Φυσικά, ακριβώς επειδή τα ΙΕΚ συνδέονται με την αγορά εργασίας και ως τμήμα της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης αλλά και επειδή σε αυτά διδάσκουν άνθρωποι της αγοράς, δεν λείπουν αναφορές και προτάσεις (από στελέχη των ΙΕΚ) για την πιο στενή σύνδεση των ΙΕΚ με τις επιχειρήσεις, για ευελιξία στα προγράμματα σπουδών. Ολοένα και πιο συχνά ακούγεται η άποψη περί έλλειψης σαφών επαγγελματικών περιγραμμάτων. Δεν είναι το ίδιο όμως με τα δικαιώματα που προκύπτουν από την κτήση του πτυχίου. Τα περιγράμματα έρχονται σε αντίθεση με την ανάγκη το πτυχίο να κατοχυρώνει πρόσβαση στην εργασία στο αντικείμενο των σπουδών. Προφανώς είναι άλλο πράγμα η ανάγκη να μπει μια τάξη και να αποσαφηνιστεί «ποιος δουλεύει πού» και άλλο - μέσω της προώθησης της συζήτησης για τα περιγράμματα - να εργάζονται λίγοι στο αντικείμενο των σπουδών τους και οι άλλοι να βρίσκονται σε αναζήτηση εργασίας, ακόμα και σε άσχετα αντικείμενα, για να μπορέσουν να ζήσουν.

Η αγορά δεν είναι η λύση

Στην έρευνα αποτυπώνεται ότι το μεγάλο κομμάτι των αποφοίτων των ΙΕΚ εντάσσονται στη μισθωτή εργασία, ανάλογα και με τη διακύμανση του καπιταλιστικού οικονομικού κύκλου. Ετσι, το 2012 (σε συνθήκες ραγδαίας καπιταλιστικής κρίσης) οι απόφοιτοι των ΙΕΚ εντάσσονταν ως μισθωτοί εργαζόμενοι σε ποσοστό 31,9%, ενώ το 59,2% ήταν άνεργοι. Στην έρευνα του 2020, τα αντίστοιχα ποσοστά είναι 43,8% μισθωτοί εργαζόμενοι και 42,4% άνεργοι. Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι το ποσοστό των αποφοίτων των ΙΕΚ που είναι άνεργοι είναι αρκετά πιο υψηλό από άλλες κατηγορίες αποφοίτων Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και γενικότερα της νεολαίας. Ενώ στην κατηγορία αυτών που εντάσσονται στην εργασιακή διαδικασία για πρώτη φορά είναι πολύ αποκαλυπτικοί οι αριθμοί. Συγκεκριμένα: Πολύ μικρή ή καμία συνάφεια του προγράμματος κατάρτισης με το αντικείμενο της πρώτης εργασίας το 2012 είχε το 33,5% και το 2020 έχει το 28,6%.

Αυτό συνιστά πρόβλημα για τους νέους αλλά σαφώς προβληματίζει και το κεφάλαιο, αν και δεν θέλει και δεν μπορεί να το αντιμετωπίσει συνολικά. Οι προτάσεις του ΣΕΒ για δομές σε επίπεδο Περιφερειών με θεσμική εκπροσώπηση των εργοδοτικών ενώσεων και προφανώς λόγο στην κατανομή των ειδικοτήτων αυτό δείχνουν.

Ομως, η καπιταλιστική οικονομία έχει τους δικούς της νόμους. Καπιταλιστική αγορά σημαίνει αγοραπωλησία εμπορευμάτων. Και της εργατικής δύναμης που πρέπει να πουλιέται όσο πιο φθηνά γίνεται. Αλλά σημαίνει και αναρχία που προκύπτει από τους διαφορετικούς και συχνά αντικρουόμενους αστικούς σχεδιασμούς, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να υπάρχει ουσιαστικός προγραμματισμός για τους αποφοίτους κάθε κλάδου, ειδικότητας, επιστημονικού τομέα και έτσι να «περισσεύουν» για το καπιταλιστικό σύστημα. Αυτό το «περίσσευμα» για το κεφάλαιο, αυτή η καταστροφή της πιο σημαντικής παραγωγικής δύναμης, του ανθρώπου, είναι αναγκαία για την αστική τάξη. Γιατί συμβάλλει στην πτώση του μέσου μισθού, πιέζει για προσαρμογή των απαιτήσεων προς τα κάτω.

Απάντηση η διεκδίκηση των σύγχρονων αναγκών και δυνατοτήτων στην Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση

Οι εξελίξεις στην επιστήμη, στην τεχνολογία και η ενσωμάτωσή τους σχεδόν σε όλα τα επαγγέλματα απαιτούν εργαζόμενους με υψηλότερο επίπεδο γνώσεων, μόρφωσης και νέων ικανοτήτων που προκύπτουν ως αναγκαιότητα.

Αυτές οι δυνατότητες γεννιούνται μέσα στον καπιταλισμό, όμως μπορούν να γίνουν πραγματικότητα μόνο στο πλαίσιο του κεντρικού σχεδιασμού και του εργατικού - λαϊκού ελέγχου. Αυτές τις αντικειμενικές δυνατότητες δεν μπορεί να τις πραγματώσει και να τις ικανοποιήσει ο καπιταλισμός. Είναι άρρηκτα δεμένες με την πάλη για τον άλλο δρόμο ανάπτυξης, τον σοσιαλισμό, και η νέα βάρδια της εργατικής τάξης θα παίξει αποφασιστικό ρόλο γι' αυτό.

Αυτός ο δρόμος δίνει απάντηση και στην απαράδεκτη κατάσταση οι απόφοιτοι των ΙΕΚ, οι εργαζόμενοι συνολικά, να τρέχουν λαχανιασμένοι πίσω από την παραμικρή μεταβολή της τεχνολογίας κυνηγώντας καταρτίσεις και μάλιστα πληρώνοντας, ενώ οι εργοδότες θα βρίσκουν πάτημα για να τους απολύουν προκειμένου να ανανεώσουν τις γνώσεις τους.

Και από αυτήν την άποψη, η Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση δεν μπορεί παρά να εντάσσεται στο εκπαιδευτικό σύστημα ως διακριτή δομή αλλά με κεντρική κρατική ευθύνη για το τι διδάσκεται, ποιος το διδάσκει, με ποια μέσα και υλικό και σε ποιες δομές. Και ως τέτοια δομή συνδέεται με τους αντίστοιχους κλάδους με όρους επιστημονικού κεντρικού σχεδιασμού που στο έδαφος της κοινωνικής ιδιοκτησίας των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής γίνεται εφικτό να υπάρχει σαφής εικόνα των αναγκών και των δυνατοτήτων της κοινωνίας. Ετσι, ανοίγει ο δρόμος ώστε κανένας να μην περισσεύει!

Μπορούμε σήμερα να δώσουμε αποτελεσματικά τη μάχη

Το ΚΚΕ, και η ΚΝΕ, ακριβώς επειδή έχει πρόταση με επίκεντρο τις σύγχρονες ανάγκες του λαού και της νεολαίας, μπορεί να δίνει αποτελεσματικά τη μάχη και στο σήμερα. Τα αιτήματα, οι δράσεις, οι πρωτοβουλίες των Συλλόγων των Σπουδαστών των ΙΕΚ (που αποκτούν ευρύτερο κύρος από τους νέους των ΙΕΚ) πριν και κατά τη διάρκεια της καραντίνας δείχνουν αυτόν τον δρόμο που χρειάζεται να περπατηθεί.

Πιθανώς, ένα ορατό αποτύπωμα της θετικής προσπάθειας των δυνάμεων της ΚΝΕ στα ΙΕΚ και στους Συλλόγους Σπουδαστών έχει να κάνει με την αύξηση των απαντήσεων των αποφοίτων ότι συμμετέχουν σε συνδικαλιστική οργάνωση και σωματείο που από το οριακό 0,9% το 2012 γίνεται 6,1% το 2020. Ωστόσο, φαίνονται τα μεγάλα βήματα που πρέπει να γίνουν στην οργάνωση της πάλης και της ζωής των σπουδαστών των ΙΕΚ, καθώς παραμένει ένα ποσοστό 76,6% το 2020 που δεν συμμετέχει σε συλλογικές δραστηριότητες (από 83,7% το 2012).

Προχωράμε.


K. I.


Προβλήματα στην τηλεκπαίδευση και στα δημόσια ΙΕΚ

Από προηγούμενες κινητοποιήσεις του ΣΥΣΔΙΕΚ
Από προηγούμενες κινητοποιήσεις του ΣΥΣΔΙΕΚ
Αντιμέτωποι με πολύπλευρα προβλήματα βρίσκονται οι σπουδαστές των δημόσιων ΙΕΚ κατά την εφαρμογή της τηλεκπαίδευσης. Μετά την αναστολή λειτουργίας των σχολών από τις 9 Νοέμβρη, η συνέχιση των μαθημάτων γίνεται με εξ αποστάσεως εκπαίδευση, σύγχρονη ή ασύγχρονη, χωρίς όμως ουσιαστικά μέτρα και με την πραγματοποίησή της να επαφίεται στους εκπαιδευτές και εκπαιδευόμενους.

Στο μεταξύ δεν υπήρξε καμία καταγραφή που να δείχνει πόσοι σπουδαστές διαθέτουν τα μέσα για τηλεκπαίδευση, ενώ όπως χαρακτηριστικά δηλώνουν οι σπουδαστές, ελλείψεις σε τεχνολογικά μέσα υπάρχουν όχι μόνο στα σπίτια τους αλλά και στις σχολές τους.

Ο Σύλλογος Σπουδαστών Δημόσιων ΙΕΚ Αττικής από την έναρξη της τηλεκπαίδευσης δέχτηκε καταγγελίες σπουδαστών «ότι δεν λειτουργούν οι πλατφόρμες, ενώ δεν είναι δεδομένη η πρόσβαση στις ηλεκτρονικές πλατφόρμες, αφού πολλοί δεν διαθέτουν κατάλληλα εργαλεία (Η/Υ, σύνδεση στο διαδίκτυο). Μάλιστα, παρά τα προβλήματα, οι σπουδαστές παίρνουν απουσίες! Μπορεί να ακούγεται περίεργο το 2020 να μην έχει κάποιος Η/Υ, αλλά εδώ δεν μας παρέχονται στα ΔΙΕΚ μας Η/Υ - ή, κι αν μας παρέχονται, είναι άλλης δεκαετίας - για να κάνουμε μάθημα. Δεν είναι ατομική ευθύνη του καθενός, αλλά κυβερνητική ευθύνη να εξασφαλιστούν τα απαραίτητα μέσα για την πρόσβαση στις ηλεκτρονικές πλατφόρμες οι οποίες θα λειτουργούν», δηλώνει ο ΣΥΣΔΙΕΚ.

Ο Σύλλογος καλεί την κυβέρνηση να σταματήσει να αγνοεί τα αιτήματα που από την αρχή της πανδημίας διεκδικούν οι σπουδαστές για την ασφαλή λειτουργία των σχολών, απαιτώντας άμεσα: Να παρθούν από το υπουργείο Παιδείας όλα τα απαραίτητα μέτρα για να προχωρήσει η εξ αποστάσεως εκπαίδευση. Να εξασφαλιστεί ότι όλοι οι σπουδαστές θα έχουν δωρεάν πρόσβαση σε υπολογιστή και σύνδεση στο διαδίκτυο, ότι θα έχουν ισότιμη πρόσβαση στην εκπαίδευση. Να μην μπαίνουν απουσίες όταν υπάρχει πρόβλημα με το δίκτυο ή για όσους δεν έχει εξασφαλιστεί η πρόσβαση. Παράλληλα ζητά με αύξηση της χρηματοδότησης να καλυφθούν οι ανάγκες σε προσωπικό, για αναβάθμιση των υποδομών και εξασφάλιση των μέσων και μέτρων προστασίας.

Η εμπειρία μίας σπουδάστριας

Η κατάσταση αποτυπώνεται χαρακτηριστικά σε επιστολή σπουδάστριας από το Δημόσιο ΙΕΚ Πειραιά, την οποία κοινοποίησε ο ΣΥΣΔΙΕΚ και όπου αναφέρεται:

«Και στο Δημόσιο ΙΕΚ Πειραιά (ΣΚΥΠ), δεν θα μπορούσαν να μην εκφραστούν οι δυσκολίες που εκφράζονται πανελλαδικά όσον αφορά την τηλεκπαίδευση, αναδεικνύοντας τις τεράστιες ευθύνες της κυβέρνησης και του υπουργείου Παιδείας, που εξαρχής δεν πήρε τα μέτρα που έπρεπε, με αποτέλεσμα να αναγκαστεί να αναστείλει τη λειτουργία και της δικής μας σχολής.

Αλλά ας ξεκινήσουμε από την αρχή...

Στο δικό μου τμήμα είμαστε σπουδαστές διαφόρων ηλικιών. Και κανείς όπως φαίνεται (από τη σχεδόν καθολική συμμετοχή ακόμα και σήμερα του τμήματος) δεν γράφτηκε στη σχολή απλά για να περάσει την ώρα του. Αλλοι ήρθαν μετά το Λύκειο για να σπουδάσουν την ειδικότητα που τους αρέσει, άλλοι ήρθαν για να ειδικευτούν στο αντικείμενο πάνω στο οποίο δουλεύουν ήδη ή ακόμα και για να έχουν μια παραπάνω ειδικότητα, κ.λπ. Υπάρχουν συνάδελφοι που έρχονταν από τη Σαλαμίνα ή και από την Ελευσίνα, μιας και στην περιοχή τους δεν μπορούσαν να σπουδάσουν την ειδικότητα που θέλουν. Φτάναμε στο ΙΕΚ με ένα... δύο... ακόμα και με τρία μέσα κάποιοι, στριμωγμένοι σαν τις σαρδέλες (γνωρίζουν κυρίως όσοι μπαίνουν σε αυτά), με ρίσκο στην κυριολεξία καθημερινά να κολλήσουμε Covid. Και στη σχολή δεν αργήσαμε να έχουμε τα πρώτα κρούσματα, αφού ανά τάξη ήμασταν "σαν να μη τρέχει τίποτα" με 23 - 25 σπουδαστές, δύο ανά θρανίο...

Παρά την πραγματικά πιστή εφαρμογή κάθε ατομικής προστασίας που μας υπέδειξαν οι επιστήμονες - υγειονομικοί (χρήση μάσκας - αντισηπτικού) από τους ίδιους τους σπουδαστές, τους εκπαιδευτικούς μας και το διοικητικό προσωπικό (Γραμματεία).

Και έρχεται το κλείσιμο και η τηλεκπαίδευση (λέμε τώρα...).

Αρχικά, δεν έγινε ποτέ καμία καταγραφή για το αν έχουν όλοι οι σπουδαστές πρόσβαση στο ίντερνετ. Με αποτέλεσμα να έχουμε συμμαθητές που κάθε μέρα μετακομίζουν σε σπίτια φίλων ή συγγενών για να αποκτήσουν πρόσβαση και να μπορέσουν να παρακολουθήσουν τα μαθήματα (με τον κίνδυνο να "φάνε" και πρόστιμο). Δεύτερον, δεν έγινε ποτέ καμία καταγραφή για το αν έχουν όλοι οι σπουδαστές laptop ή tablet. Με αποτέλεσμα αρκετοί να μπαίνουν από το κινητό τους και να τους βγαίνουν τα μάτια και τα αυτιά για να μπορέσουν να συμμετέχουν στη συζήτηση, να ακούσουν τον εκπαιδευτικό ή να μπορέσουν να δουν τις διαφάνειες του μαθήματος.

Α! Γιατί ξέχασα να σας πω... Τις διαφάνειες και συνολικά τα υλικά ετοιμάζουν με κάθε φιλότιμο οι εκπαιδευτικοί, μιας και ούτε συγγράμματα υπάρχουν στα ΙΕΚ. Οπότε φαντάζεστε και με τι δυσκολίες μελετούν και κάνουν εργασίες κάποιοι σπουδαστές μέσω μόνο ενός κινητού. Να μη συζητήσουμε για την πλατφόρμα... που είναι θέμα τύχης κάθε μέρα το αν θα κολλήσει ή όχι και ξεκινούν αρκετές φορές τα μαθήματα με καθυστερήσεις.

Αναρωτιέμαι λοιπόν, αν για όλα αυτά τα θέματα δεν έχει ευθύνη η κυβέρνηση και το υπουργείο Παιδείας που τα δημιούργησαν και τα συντηρούν, τότε ποιος έχει;

Γιατί μας ζάλισαν με την ατομική ευθύνη... Εγώ τη μόνη ατομική ευθύνη που βλέπω να μας αφορά είναι η ευθύνη που έχει ο καθένας μας να συσπειρωθεί και να παλέψει μέσα από τον Σύλλογο Σπουδαστών Δημόσιων ΙΕΚ Αττικής και μέσα από τα σωματεία μας, για να ανατρέψουμε αυτή την κατάσταση, να διεκδικήσουμε Παιδεία, Υγεία, συνθήκες εργασίας που να μας καλύπτουν και που μας αξίζουν στον 21ο αιώνα που ζούμε!

Και φυσικά για να μην αποκλειστεί κανένας σπουδαστής από την εκπαιδευτική διαδικασία έστω και σε αυτές τις συνθήκες της πανδημίας.

Κουτσουραδή Στεφανία, Α' εξάμηνο στο τμήμα Α2 Αρτοποιίας - Ζαχαροπλαστικής στη ΣΚΥΠ».



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ