ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τρίτη 16 Νοέμβρη 2021
Σελ. /32
Η αντιδικτατορική πάλη προσφέρει πλούσια συμπεράσματα στη γενιά που παλεύει να γίνει γενιά της ανατροπής

Αποσπάσματα από την ομιλία της Αλέκας Παπαρήγα στην εκδήλωση της Οργάνωσης Περιοχής Κεντρικής Μακεδονίας της ΚΝΕ

Με μαζική συμμετοχή της νέας γενιάς πραγματοποιήθηκε το απόγευμα της Κυριακής, στο αμφιθέατρο «Π. Παναγιωτόπουλος» της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ, η εκδήλωση της Οργάνωσης Περιοχής Κεντρικής Μακεδονίας της ΚΝΕ, με τίτλο «Το Πολυτεχνείο ζει! Εξω οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ! Από γενιά χωρίς δικαιώματα να γίνουμε η γενιά της πάλης για την ανατροπή!», και ομιλήτρια την Αλέκα Παπαρήγα, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ.

Η εκδήλωση - που πραγματοποιήθηκε με όλα τα μέτρα προστασίας - ξεκίνησε με μουσικό αφιέρωμα στα «Τραγούδια του αγώνα» του Μίκη Θεοδωράκη. Η αίθουσα δονήθηκε από τα συνθήματα «Ενας αιώνας αγώνας και θυσία, το ΚΚΕ στην πρωτοπορία» αλλά και «Το μέλλον μας δεν είναι ο καπιταλισμός, είναι ο νέος κόσμος ο σοσιαλισμός».

Παραβρέθηκε πολυμελής αντιπροσωπεία της ΚΕ του ΚΚΕ με επικεφαλής την Θεανώ Καπέτη, μέλος του ΠΓ της ΚΕ και Γραμματέα της ΚΟ Κεντρικής Μακεδονίας του Κόμματος.

Ακολουθούν αποσπάσματα από την ομιλία της Αλέκας Παπαρήγα.

***

«Για μας η κάθε ιστορική επέτειος δεν εξαντλείται με την υποχρέωση να θυμόμαστε και να μαθαίνουμε τι έγινε. Κυρίως αποτελεί ευκαιρία να διευρύνουμε τη γνώση και την πείρα, ιδιαίτερα σήμερα που πραγματοποιούμε μια πιο πλατιά ιδεολογικοπολιτική αυτοτελή και αγωνιστική στις γραμμές του κινήματος αντεπίθεση με το Κάλεσμα της ΚΕ με σύνθημα "Μόνο ο λαός μπορεί να σώσει τον λαό", με συμπόρευση με το ΚΚΕ στον δρόμο της ανατροπής, στον αγώνα για τον σοσιαλισμό», σημείωσε εισαγωγικά η Αλέκα Παπαρήγα, επισημαίνοντας: «Διανύουμε ήδη τις αρχές μιας νέας 10ετίας που ο καπιταλισμός βρίσκεται αντιμέτωπος με αντιθέσεις και αντιφάσεις απέναντι στις οποίες δυσκολεύεται περισσότερο από πριν να δώσει βέβαιες και βιώσιμες απαντήσεις. Περίοδος που δεν προμηνύει μόνο νέα μαύρα μαντάτα για τους λαούς, αλλά και νέες δυνατότητες να ανέβει η ταξική πάλη, οι λαοί να παρέμβουν πιο ουσιαστικά, ύστερα από 10ετίες μεγάλης υποχώρησης του εργατικού κινήματος».


Ενώ πρόσθεσε πως «εμείς το σύνθημα "Το Πολυτεχνείο ζει" το βλέπουμε και από μια ιδιαίτερης σημασίας σκοπιά. Ηδη το Κόμμα μας βρίσκεται κοντά στην ολοκλήρωση της μελέτης της περιόδου 1967 - 1974, στη διάρκεια της οποίας αναπτύχθηκε ο αντιδικτατορικός αγώνας με κορυφαία εκδήλωση το Πολυτεχνείο».

Τόνισε πως το ΚΚΕ εξετάζει τα ιστορικά γεγονότα και περιόδους με επιστημονική μέθοδο, στηριζόμενο στη διαλεκτική - υλιστική ανάλυση των εγχώριων και διεθνών εξελίξεων, με αφετηρία την οικονομία, αναδεικνύοντας το πώς η οικονομία υπαγορεύει τις ανάγκες του κεφαλαίου και τις προσαρμογές που πρέπει να κάνει το πολιτικό σύστημα, μελετώντας την επίδραση όλων αυτών των παραγόντων και των ενδοαστικών και ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων σε όλες τις κοινωνικές δυνάμεις, χωρίς να μπαίνει σε δεύτερη μοίρα ο ρόλος του υποκειμενικού παράγοντα, γενικά και ειδικά το ΚΚΕ και η στρατηγική του.

«Η Ιστορία δεν επαναλαμβάνεται με τον ίδιο τρόπο αλλά οι νομοτέλειες της κίνησης της καπιταλιστικής ανάπτυξης, του κύκλου της, όπως και το πέρασμα από τον καπιταλισμό στον σοσιαλισμό έχουν καθολική ισχύ την εποχή περάσματος από τον καπιταλισμό στον σοσιαλισμό, έστω και αν κάποια στοιχεία διαφέρουν από ιστορική περίοδο σε ιστορική περίοδο ή παρεμβαίνουν ιδιαίτερα γεγονότα», επισήμανε η ομιλήτρια και παρουσίασε τα τέσσερα βασικά ζητήματα στα οποία στάθηκε στην ομιλία της. Συγκεκριμένα, στα αίτια της δικτατορίας, στον ρόλο των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, στον χαρακτήρα του αντιδικτατορικού και αντιφασιστικού αγώνα και πιο ειδικά στον ρόλο του ΚΚΕ και της ΚΝΕ που αποτέλεσαν την ψυχή του αντιδικτατορικού αγώνα.

Η στρατιωτική δικτατορία είναι μέσα στις αστικές λύσεις

Σε ό,τι αφορά το πρώτο ζήτημα, τη σχέση της στρατιωτικής δικτατορίας με το πολιτικό σύστημα του καπιταλισμού, η Αλέκα Παπαρήγα, επισημαίνοντας πως η θεμελιακή θέση του Κόμματος μας για τη σχέση του φασισμού, ναζισμού, οποιασδήποτε μορφής προσωρινής αναστολής του αστικού κοινοβουλευτισμού με το καπιταλιστικό σύστημα δεν γίνεται εύκολα κατανοητή από τον λαό, τόνισε μεταξύ άλλων την ανάγκη οι νέες γενιές να μάθουν ότι «ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι, όπως και ο Μεταξάς στην Ελλάδα, επικράτησαν κανονικά μέσα από τα αστικά Κοινοβούλια και τους αστικούς γενικότερα θεσμούς».

Και πρόσθεσε:

«Οπως αναφέρει χαρακτηριστικά η διακήρυξη της ΚΕ το 2017, στην επέτειο των 50 χρόνων από την επιβολή της δικτατορίας, οι αιτίες βρίσκονταν πρωταρχικά στους κόλπους του μετεμφυλιακού αστικού πολιτικού συστήματος που διαμορφώθηκε από το 1946 στην Ελλάδα και ίσχυε ως το 1967.

Η άρχουσα τάξη, προκειμένου να αντιμετωπίσει το ΚΚΕ, το ΕΑΜ - ΕΛΑΣ και στη συνέχεια τον Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας (ΔΣΕ) είχε κινητοποιήσει όλες τις δυνάμεις της, στην πρώτη γραμμή τον στρατό, διαμόρφωσε το κατάλληλο θεσμικό και νομοθετικό πλαίσιο, δημιούργησε και στήριξε τις κρατικές και "παρακρατικές" οργανώσεις κ.ά. Ολες οι αστικές πολιτικές δυνάμεις, παρά τις μεταξύ τους διαφορές τους, είχαν συνταχθεί στον στόχο της ήττας του ΔΣΕ, με κοινή σημαία τους τον αντικομμουνισμό, με προεξάρχοντα τον ρόλο του Παλατιού.

Καθώς όμως προχωρούσε η μεταπολεμική καπιταλιστική ανάπτυξη, το διαμορφωμένο μετεμφυλιακό καθεστώς άρχισε να φαίνεται ότι δεν ήταν κατάλληλο για να εξυπηρετηθεί η οικονομία και η πιο ομαλή χειραγώγηση και ενσωμάτωση των εργατικών - λαϊκών μαζών, ενώ προετοιμαζόταν η ένταξη στην ΕΟΚ. Οι ανάγκες του κεφαλαίου και του αστικού πολιτικού συστήματος ήταν σε αναντιστοιχία με την ύπαρξη δύο κέντρων εξουσίας, της εκτελεστικής εξουσίας και του θρόνου που είχε δικαιοδοσία στις Ενοπλες Δυνάμεις.

Οι αστικές κυβερνήσεις, εναλλαγής, του Κ. Καραμανλή της ΕΡΕ και του Γ. Παπανδρέου της Ενωσης Κέντρου, κατά τη 10ετία του '60, επιδίωξαν ορισμένους εκσυγχρονισμούς, σε αντίθεση με τις συνταγματικά κατοχυρωμένες αρμοδιότητες της κυβέρνησης και του θρόνου, ιδιαίτερα για τον έλεγχο του στρατού, με αποτέλεσμα να οξυνθούν παραπέρα οι αντιθέσεις με το Παλάτι, που πραγματοποιούσε συμμαχίες πότε με το ένα και πότε με το άλλο κόμμα, ενώ άλλοτε άμεσα και άλλοτε έμμεσα ανέτρεπε και κυβερνήσεις.

Σημαντικός παράγοντας που όξυνε την κρίση της αστικής διακυβέρνησης ήταν και το Κυπριακό, καθώς υπήρχαν διαφορές με την κυπριακή ηγεσία, φοβόταν μήπως διαμορφωθεί προσωρινή συμμαχία της κυπριακής αστικής τάξης με την ΕΣΣΔ, η οποία αντιδρούσε στη χρησιμοποίηση της Κύπρου από το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ στην περιοχή.

Κάτω από την επίδραση των παραπάνω παραγόντων, το τμήμα της άρχουσας τάξης που είχε δύναμη στον πιο ισχυρό μηχανισμό, τον στρατό, έδωσε τη δικτατορική αστική λύση. Αυτή η λύση βέβαια επιτεύχθηκε με τον πιο δραματικό τρόπο για τον ελληνικό λαό, που έζησε για άλλη μια φορά την κατάργηση συνδικαλιστικών και πολιτικών ελευθεριών, γνώρισε εξορίες και φυλακίσεις, βασανιστήρια, θάνατο.

Ας δούμε και μια άλλη πλευρά. Οι συνταγματάρχες χρησιμοποίησαν το παράθυρο που είχε το Σύνταγμα του 1952 που νομιμοποιούσε την επιβολή της δικτατορίας, με τη διαφορά ότι αναγνώριζε το δικαίωμα της κατάλυσης του κοινοβουλευτισμού μόνο στον βασιλιά, μετά από πρόταση του υπουργικού συμβουλίου, δηλαδή η διαφορά αφορούσε ποιος φορέας θα έβαζε σε αναστολή τον κοινοβουλευτισμό. Οι κυβερνήσεις της ΕΡΕ και της ΕΚ, μετά το 1952 ως το 1967, στηρίζονταν στο Σύνταγμα του '52 και στους αντικομμουνιστικούς αντιδραστικούς νόμους, το πλαίσιο που χρησιμοποίησε η στρατιωτική χούντα.

Αλλη απόδειξη για τη σχέση του καπιταλισμού με τη δικτατορική εκτροπή είναι ότι από ταξική σκοπιά το στρατιωτικό πραξικόπημα στηρίχθηκε από ισχυρά τμήματα της αστικής τάξης, από την πρώτη στιγμή το εφοπλιστικό κεφάλαιο και αμέσως μετά και το βιομηχανικό.

Επίκαιρο ζήτημα να αξιοποιούνται και όχι να μπαλώνονται οι δυσκολίες του συστήματος

Σήμερα οι διαφορές και αντιθέσεις ανάμεσα στα αστικά κόμματα, στα κόμματα της αστικής διαχείρισης είναι ακόμα πιο ελαχιστοποιημένες στη γενική στρατηγική. Οι αντιθέσεις τους εμφανίζονται κυρίως σε ζητήματα τακτικής και στον μεταξύ τους ανταγωνισμό ποιο κόμμα θα έχει τον πρώτο λόγο στη διακυβέρνηση, είτε αυτοδύναμη είτε συνεργασίας.

Την περίοδο 2012 - 2015 και 2015 - 2019 οι καβγάδες και οι ανταγωνισμοί τους αποτέλεσαν σωσίβιο και προφυλακτήρα για το αστικό πολιτικό σύστημα και την αστική διαχείριση, είτε με βάση τη συνεργασία ΝΔ - ΠΑΣΟΚ στο όνομα να μη διωχθεί η Ελλάδα από την Ευρωζώνη και στη συνέχεια με τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ. Η οικονομική κρίση του 2009 επέφερε στο αστικό πολιτικό σύστημα σημαντικά πλήγματα που φάνηκαν το 2012 με την εκλογική καταψήφιση της ΝΔ και ιδιαίτερα την κατακρήμνιση του ΠΑΣΟΚ. Τη διέξοδο την έδωσε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, καθώς το ανερχόμενο λαϊκό κίνημα ως εκείνη τη στιγμή, σε σημαντικό του μέρος, ενσωματώθηκε ή επηρεάστηκε από τα συνθήματα του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ ταυτόχρονα ενίσχυσε ακόμα πιο συντηρητικά κόμματα, ως και τη Χρυσή Αυγή.

Η ΝΔ, τώρα, έχει ξεκινήσει τη νέου τύπου τρομο-προπαγάνδα για τις διπλές εκλογές που θα έλθουν, όποτε έλθουν. Απειλεί ότι αν δεν βγει αυτοδύναμη από τις πρώτες εκλογές με την απλή αναλογική, μπορεί ακόμα και μετά τη δεύτερη αναμέτρηση να σημειωθεί αστάθεια και να απειληθεί η συνέχιση της χρηματοδότησης από το Ταμείο Ανάκαμψης κ.λπ. Ο ΣΥΡΙΖΑ απειλεί από τώρα ότι θα έχουν ευθύνη τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης αν δεν τον συντρέξουν για σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας, με βάση τον τεχνητό διαχωρισμό ανάμεσα στη φιλελεύθερη και προοδευτική διαχείριση.

Να ένα επίκαιρο ζήτημα για τη γενιά της ανατροπής: Ποια πρέπει να είναι η στάση του ελληνικού λαού όταν το πολιτικό σύστημα υφίσταται ρήγματα, έχει δυσκολίες να εξασφαλίζει πολιτική σταθερότητα, σταθερές κυβερνήσεις;

Να αναπτύξουμε πλατιά συστηματική, σωστά σχεδιασμένη και κλιμακωμένη ιδεολογικοπολιτική αντεπίθεση, ώστε, όσο εξαρτάται από εμάς, ένα μεγαλύτερο μέρος του λαού, της νεολαίας, όλων όσοι έχουν ανοιχτό αυτί προς το Κόμμα μας, ή ψάχνονται προβληματισμένοι, να κατανοήσουν, ανάμεσα στ' άλλα, ότι όταν το αστικό πολιτικό σύστημα έχει δυσκολίες, το εργατικό - λαϊκό κίνημα πρέπει να τις αξιοποιεί ως εφαλτήριο για νέα επίθεση και κλιμάκωση και όχι να τις μπαλώνει, αντίθετα να τις διευρύνει και να τις βαθαίνει. Είναι ευκαιρία να βγάλουν συμπεράσματα όσοι το 2012 θύμωσαν ή στενοχωρήθηκαν με την αρνητική στάση του ΚΚΕ να μετέχει ή να στηρίζει κυβερνήσεις στο έδαφος του καπιταλισμού, εκείνοι που δεν κατανόησαν γιατί το Κόμμα στο δημοψήφισμα του 2015 πρότεινε λευκό ή άκυρο (...)

Αποδείχνεται περίτρανα ότι τα κόμματα - υπερασπιστές της αστικής δημοκρατίας και του αστικού κοινοβουλευτισμού όχι μόνο δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν τέτοια φαινόμενα, ακόμα και αν έχουν ιδιαίτερους λόγους να το θέλουν, αντίθετα τα χρησιμοποιούν κατά του εργατικού - λαϊκού κινήματος. Αποκορύφωμα αποτελεί η αναγωγή σε κρατική ιδεολογία, η θεωρία της εξίσωσης του φασισμού και του κομμουνισμού. Το κάλεσμα για να στηθούν αντιδεξιά και αντιφασιστικά πολιτικά μέτωπα συνεργασίας είναι επίσης σανίδα σωτηρίας για το κεφάλαιο, την αστική διαχείριση, καθώς διαβρώνουν και υποσκάπτουν τη γραμμή της αντικαπιταλιστικής εργατικής πάλης και της κοινωνικής συμμαχίας (...)».

Διαχρονικά επικίνδυνος για τους λαούς ο ρόλος των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ

Σε ό,τι αφορά τον ρόλο των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ η Αλέκα Παπαρήγα σημείωσε: «Το Κόμμα μας, από την πρώτη στιγμή και σωστά, κατήγγειλε τον ρόλο των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στη διαμόρφωση του μετεμφυλιακού καθεστώτος και στην επιβολή της δικτατορίας, όμως δεν έπαιρνε υπόψη ή υποβάθμιζε τον ρόλο των ενδοαστικών αντιθέσεων. Αυτό που καθόρισε τη στάση π.χ. των ΗΠΑ δεν ήταν η μορφή της αστικής εξουσίας στην Ελλάδα, αλλά αν η μια ή η άλλη κυβέρνηση θα εξασφάλιζε τη συνέχιση ενίσχυσης της ελληνικής πολιτικής απέναντι στις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ (...) Την ίδια στάση κράτησαν οι ΗΠΑ και η ΕΕ απέναντι στη λεγόμενη πρώτη φορά κυβέρνηση της αριστεράς με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ».

Ενώ επισημαίνοντας πως σήμερα είναι αρκετοί αυτοί που θεωρούν ότι έστω η «συμμαχία με τους λύκους» μπορεί να αποτελέσει σανίδα σωτηρίας απέναντι σε όποιες απειλές υπάρχουν, ή ότι θα έρθουν πολλές επενδύσεις, άρα κάποια ψίχουλα θα πέσουν κάτω από το πλουσιοπάροχο για τους κεφαλαιοκράτες τραπέζι, τόνισε: «(...) Είναι δική μας ευθύνη, μπροστά στα πιεστικά οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα που τα όξυνε η πανδημία, να μην παραλείπουμε μια πολύμορφη συνεχή διαφώτιση για το τι κρύβεται πίσω από το σύνθημα που όλα τα κόμματα, ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ ΜέΡΑ25 κ.λπ., προβάλλουν για τη λεγόμενη γεωστρατηγική αναβάθμιση της Ελλάδας, που σημαίνει πολιτική, οικονομική και στρατιωτική, πολεμική εμπλοκή στις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις στο πλευρό της μιας ή της άλλης πλευράς. Το ότι η Ελλάδα έχει μετατραπεί σε μια τεράστια αμερικανική και ΝΑΤΟική βάση, το ότι παράλληλα συμμορφώνεται στη στρατιωτικοποίηση της Ευρώπης μπορεί να προβληματίζει αρκετούς, απέχουμε όμως από το να γίνει αναπόσπαστο στοιχείο του καθημερινού αγώνα, κριτήριο για τη σημασία της αντικαπιταλιστικής - αντιμονοπωλιακής αντεπίθεσης, της ανατροπής.

Οταν η Ελλάδα, ως μέλος του ΝΑΤΟ και στρατηγικός εταίρος των ΗΠΑ, είχε μέσω των βάσεων τα όπλα στραμμένα όχι προς ανατολάς που έλεγαν αλλά κατά των βαλκανικών σοσιαλιστικών κρατών, και του Συμφώνου της Βαρσοβίας, ούτε μια φορά δεν δέχθηκε απειλή, ούτε με τη μορφή υπονοούμενου ότι αν οξυνθεί η κατάσταση τότε θα τιμωρηθεί η χώρα. Αντίθετα η Ελλάδα δεν γλίτωσε τη δικτατορία ούτε την τουρκική κατοχή της Κύπρου (που διαπλέκονταν με την ελληνική πολιτική) ούτε την επιθετική αναθεωρητική πολιτική της Τουρκίας μέχρι σήμερα. Ακόμα και ο προηγούμενος υπουργός Αμυνας του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και στρατιωτικοί αναλυτές της ΝΔ αρκετές φορές έχουν αναγνωρίσει ότι στα δύσκολα με την Τουρκία δεν θα έχουμε συμμάχους, θα είμαστε μόνοι μας λένε, ακόμα και υπουργοί. Οι λεγόμενοι σύμμαχοι πρώτοι απ' όλους θα ζητήσουν συμβιβασμό και εκχωρήσεις κυριαρχικών δικαιωμάτων».

«Ομως στο ζήτημα της λεγόμενης αναβάθμισης της Ελλάδας εμείς βάζουμε ένα άλλο κρίσιμο ζήτημα, αυτό της διεθνιστικής αλληλεγγύης ανάμεσα στους λαούς», σημείωσε και τόνισε ότι «τα ιδιαίτερα συμφέροντα που χωρίζουν τα καπιταλιστικά κράτη μεταξύ τους πρέπει να αποτελούν παράγοντα που ενώνει τους λαούς ενάντιά τους. Αλλωστε, τα καπιταλιστικά κράτη όσο και αν το ένα υποβλέπει το άλλο για την οικονομική και πολιτική ηγεμονία, όταν έχουν να αντιμετωπίσουν την εργατική τάξη, τα λαϊκά κινήματα, τότε ενώνονται παραμερίζοντας προσωρινά τις αντιθέσεις τους».

Η σκληρή δουλειά της πρωτοπορίας σπορά που αργά ή γρήγορα καρπίζει

«Το πραξικόπημα της χούντας των συνταγματαρχών δεν συνάντησε άμεση λαϊκή αντίδραση, καθώς δεν υπήρχε καμιά προετοιμασία από το εργατικό - λαϊκό κίνημα, και πρώτα απ' όλα από την ΕΔΑ και το ΚΚΕ. Η έλλειψη μιας τέτοιας προετοιμασίας ακύρωσε, κυριολεκτικά, τις όποιες διαθέσεις υπήρχαν μέσα στα πιο ριζοσπαστικά τμήματα του λαού (...)», σημείωσε η ομιλήτρια και τόνισε ότι «επέδρασε και το γεγονός ότι, από την πρώτη μέρα της δικτατορίας, η πρωτοπορία του εργατικού - λαϊκού κινήματος, χιλιάδες έμπειροι κομμουνιστές και κομμουνίστριες απροετοίμαστοι, βρέθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης σε όλη την Ελλάδα. Απέναντι στον ελληνικό λαό, σε όσες λαϊκές δυνάμεις είχαν κάποια διάθεση δράσης ορθώθηκε ένας πανίσχυρος αστυνομικός και στρατιωτικός μηχανισμός που τέθηκε στην υπηρεσία της χούντας.

Οταν μιλάμε για μεγάλες ιστορικές στιγμές απίστευτου ηρωισμού και θυσίας, στη μακρόχρονη πορεία του Κόμματος, στο μυαλό μας μένει η δράση των αλύγιστων, όπως συνήθως λέμε, κομμουνιστών και κομμουνιστριών, απολύτως δικαιολογημένα. Ομως, καλό είναι να ξέρουμε ότι οι μεγάλες στιγμές που πέρασαν στην Ιστορία του εργατικού, του λαϊκού, του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος γεννήθηκαν στον έναν ή στον άλλον βαθμό μέσα σε συνθήκες όπου ένα μεγάλο μέρος του λαού φαινόταν αρχικά απαθές, φοβισμένο να ρισκάρει είτε αφοπλισμένο ιδεολογικά και πολιτικά, παθητικοποιημένο, δηλαδή συνθήκες που δεν προειδοποιούσαν ότι θα έρθουν και άλλες μέρες. Η σκληρή αφανής δουλειά σε ορισμένες περιπτώσεις που προηγήθηκε από την πρωτοπορία κάρπισε αργότερα (...)

Η παρέμβαση των δυνάμεων της ΚΝΕ και της Αντιδικτατορικής ΕΦΕΕ συνέβαλε στην αποτροπή του κινδύνου να κυριαρχήσει ο αυθορμητισμός και ο κατακερματισμός της πάλης, στο όνομα πάλη μόνο από τα κάτω. Στην προσπάθεια να λυθούν προβλήματα οργάνωσης του αγώνα δεν υποτιμάμε τη συμβολή και άλλων δυνάμεων, όπως ο "Ρήγας Φεραίος", δυνάμεις του ΠΑΚ και ορισμένες άλλες από τον χώρο των λεγόμενων "αριστεριστών". Οι διαφορές μεταξύ τους και με εμάς αντιμετωπίστηκαν ως ένα βαθμό με τη διαπάλη που είχε επίμαχο στοιχείο την ανάγκη ο αγώνας να έχει κέντρο καθοδήγησης και σχεδιασμού, πράγμα που ορισμένες δυνάμεις αρχικά το αρνούνταν (...) Οπως γράφεται στην ειδική έκδοση για τη δικτατορία, το τριήμερο 15 - 17 Νοέμβρη 1973 το Πολυτεχνείο ανέδειξε τη μεγάλη σημασία για την οργάνωση της πάλης, μέσα από Γενικές Συνελεύσεις, εκλογή επιτροπών αγώνα, δηλαδή με συλλογικές διαδικασίες, επίσης ανέδειξε τη σημασία της εργατικής - λαϊκής αλληλεγγύης και συμπόρευσης, της πλατιάς ενημέρωσης με τον καταλυτικό ρόλο του ραδιοφωνικού σταθμού.

Με το ΚΚΕ στον δρόμο της ανατροπής, στην πάλη για τον σοσιαλισμό

Το ΚΚΕ στις 21.4.67 βρισκόταν στη χειρότερη θέση όλης της Ιστορίας του, καθώς είχε διαλύσει τις Κομματικές Οργανώσεις στην Ελλάδα το 1958, ενώ στην ΚΕ και το ΠΓ είχε διαμορφωθεί οπορτουνιστική ομάδα που οι αντιλήψεις της κυριαρχούσαν στο Κλιμάκιο των μελών της ΚΕ στο εσωτερικό, ενώ οι χιλιάδες κομμουνιστές είχαν διαχυθεί στις γραμμές της σοσιαλδημοκρατικής ΕΔΑ. Και όμως, από την πρώτη μέρα, αν και οι πιο έμπειροι και μπαρουτοκαπνισμένοι κομμουνιστές και κομμουνίστριες του Μεσοπολέμου και της 10ετίας του '40 είχαν συλληφθεί και εξοριστεί, αποφασίστηκε και ξεκίνησε η πορεία ανασυγκρότησης του Κόμματος, ακόμα και η στρατολογία νέων μελών, που απέκτησε μια κάποια δυναμική όταν στη 12η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ, η οπορτουνιστική ομάδα βγήκε από τις γραμμές του ΚΚΕ. Μεγάλης σημασίας γεγονός ήταν και η ίδρυση της ΚΝΕ, για πρώτη φορά μετά τη διάλυση της ΟΚΝΕ και την ίδρυση της ΕΠΟΝ. Η αγωνιστική δράση του ΚΚΕ δεν μας οδηγεί να κρύψουμε τη λαθεμένη στρατηγική του στον αντιδικτατορικό αγώνα, στρατηγική που ίσχυε από τα μέσα της 10ετίας του '30 και τη 10ετία '40 - '49. Η λαθεμένη στρατηγική δεν εμπόδισε καθόλου την αναντικατάστατη προσφορά του, την ετοιμότητα για θυσίες, αλλά επέδρασε στην πολιτική του γραμμή για τον χαρακτήρα της αντιδικτατορικής πάλης.

Κύριο χαρακτηριστικό αυτής της στρατηγικής ήταν η κατάτμηση της επαναστατικής διαδικασίας σε δύο στάδια, η μη αντικειμενική εκτίμηση για το επίπεδο της καπιταλιστικής ανάπτυξης της Ελλάδας, η αντίληψη για την πολιτική συμμαχιών και η συμμετοχή ή στήριξη του ΚΚΕ σε κυβέρνηση στο έδαφος του καπιταλισμού. Σ' αυτά τα πλαίσια διαμόρφωσε πολιτική πρόταση συνεργασίας με όλα τα κόμματα που ήταν κατά της δικτατορίας, γύρω από το αποκαλούμενο "μίνιμουμ πρόγραμμα"» ή έναν στόχο, ή ένα πλέγμα άμεσων αιτημάτων, με κόμματα αστικής διαχείρισης. Αυτή η επιλογή, πέραν του ότι δεν ήταν σωστή, δεν ευοδώθηκε καθόλου καθώς όλα τα άλλα κόμματα αρνούνταν (...)

Το θεμελιακής σημασίας συμπέρασμα είναι ότι ακόμα και όταν διατηρείται η αυτοτελής δράση του Κόμματος, η ένταξή του σε σχήμα πολιτικής συνεργασίας οδηγεί στην απώλεια της αυτοτέλειάς του και αναπόφευκτα να επιδιώκει ανάληψη ευθύνης συμμετοχής ή στήριξης αστικής κυβέρνησης. Ακόμα και αν κάποιες από αυτές τις δυνάμεις τελικά δέχονταν τη συνεργασία με το Κόμμα στον αγώνα κατά της δικτατορίας, ο στόχος τους θα ήταν η χρησιμοποίηση του Κόμματος και της επιρροής του στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα για τα δικά τους ταξικά συμφέροντα. Δεν σταματά το πρόβλημα εδώ, καταλήγει η διακήρυξη της πάλης για τον σοσιαλισμό να μεταλλάσσεται σε μια ευχή, ένα όραμα ηθικής αξίας στο αόριστο μέλλον, κατά συνέπεια να αποσπάται η καθημερινή πάλη από τον σοσιαλισμό, άρα να ενσωματώνεται, ανεξάρτητα από προθέσεις, στα όρια του αστικού πολιτικού συστήματος.

Τα παραπάνω, σε όλο τον 20ό αιώνα και στις πρώτες 10ετίες του 21ουαι. στην Ελλάδα, στην Ευρώπη, παγκόσμια, έχουν επιβεβαιωθεί και δεν υπάρχει ούτε καν μια εξαίρεση στον κανόνα. Η αντίληψη που υπήρξε στο Κόμμα ότι δεν ήταν θέμα αρχής η περίπτωση συμμετοχής του σε αστική κυβέρνηση, για να συμβάλει στην επίλυση ενός οξυμένου προβλήματος ή στην αντιμετώπιση μιας έκτακτης κατάστασης, παρέμεινε σε όλη την περίοδο της μεταπολίτευσης (...)».

Κλείνοντας η Αλέκα Παπαρήγα σημείωσε: «Σήμερα το Κόμμα μας, μέσα από έναν ανηφορικό, σκληροτράχηλο και επίπονο δρόμο, σε πρωτόγνωρες συνθήκες μετά τη νίκη της αντεπανάστασης, κατάφερε, στην αρχή αργά, στην πορεία με επιτάχυνση, να αποκαταστήσει τον επαναστατικό χαρακτήρα του. Καμία επανάπαυση και αυτοϊκανοποίηση. Το Κόμμα μετά από την κρίση του '89 - '91 όφειλε συλλογικά να επιτελέσει το επαναστατικό του καθήκον. Το αντίθετο νιώθουμε σήμερα, ότι πρέπει να ανεβάσουμε, σε ακόμα ανώτερο επίπεδο, την απαιτητικότητα από τον εαυτό μας, ό,τι περνάει από το χέρι μας να δουλεύουμε με επιτελικό σχέδιο μακράς πνοής, στρατηγικά, έτσι που να μην παραμερίζoνται ή να αναβάλλονται πάγια καθήκοντα στο όνομα της αναμφισβήτητης υποχρέωσής μας να οργανώνουμε τους καθημερινούς αγώνες, να μας βλέπουν όσοι υποφέρουν σε κάθε στιγμή ετοιμοπόλεμους και πρωτοπόρους (...)

Δεν αρκεί να μας βλέπουν και να μας εκτιμούν ως πρωτοπόρους, συνεπείς στη δράση και στις θυσίες, χρειάζεται να μας βλέπουν πρωτοπόρους και στις ιδέες, στην εύστοχη δουλεμένη ιδεολογική διαπάλη, αυτή αποτελεί σημαντική κινητήρια δύναμη. Σκεφτείτε τι μας αναλογεί συλλογικά και ατομικά, τι υποχρεώσεις βγαίνουν από τη θεμελιακή αρχή "χωρίς επαναστατική θεωρία δεν υπάρχει επαναστατική πράξη"».



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ