Να δεις τι σου 'χω για μετά: Επιστροφή στα πρωτογενή πλεονάσματα από το 2023, με ενσωματωμένα τα «κόστη» από τα επεκτατικά μέτρα διαχείρισης της κρίσης
Και αυτός ο Προϋπολογισμός, όπως και όλοι οι προηγούμενοι, επιβεβαιώνει ότι είτε σε ανάπτυξη είτε σε κρίση, με όλες τις μορφές διαχείρισης, ο λαός θα συνεχίσει να ματώνει για να αυγατίζουν τα κέρδη τους οι επιχειρηματικοί όμιλοι στο όνομα της καπιταλιστικής ανάπτυξης, που για τα έτη 2021 και 2022 προβλέπεται να «τρέξει» με ρυθμούς 6,9% και 4,5% αντίστοιχα.
Τι σημαίνουν όμως για τον λαό αυτά τα νούμερα, που κάνουν τους επιχειρηματικούς ομίλους να γελάνε μέχρι και τα μουστάκια τους; Ο Προϋπολογισμός δίνει μια ενδεικτική εικόνα για το ποιος θα πληρώσει και τον επόμενο χρόνο το μάρμαρο της καπιταλιστικής ανάκαμψης:
Δεν είναι όμως μόνο η εκτίναξη της φορολογίας σε βάρος του λαού, τα νέα τρελά προνόμια και ο πακτωλός των δισ. για το κεφάλαιο. Είναι και οι περικοπές που επαναλαμβάνονται σε έναν ακόμα Προϋπολογισμό σε δαπάνες που αφορούν και τις πιο στοιχειώδεις λαϊκές ανάγκες, σε μια περίοδο μάλιστα που τα προβλήματα οξύνονται, εξαιτίας και της πανδημίας. Πιο συγκεκριμένα:
Η συζήτηση του Προϋπολογισμού στην Επιτροπή της Βουλής επεκτάθηκε και πέρα από το 2022, δίνοντας το στίγμα της αντιλαϊκής κλιμάκωσης και τα επόμενα χρόνια, για τα οποία προβλέπεται επίσης μεγέθυνση του ΑΕΠ.
Οπως ανέφερε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θ. Σκυλακάκης, «η δημοσιονομική ελευθερία που μας έδωσε η πανδημία τελειώνει» και «επανερχόμαστε από το 2023 σε έναν Προϋπολογισμό με στόχους», οι οποίοι «σε κάθε περίπτωση θα έχουν πρωτογενή πλεονάσματα, για τον απλούστατο λόγο ότι για την Ελλάδα όσο το χρέος είναι αυτό που υπάρχει, δεν υπάρχει περίπτωση να μην έχουμε πρωτογενή πλεονάσματα ή να έχουμε χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα, αυτά που θα θέλαμε».
Κι όλα αυτά, όπως είπε ο υπουργός, επειδή «μία οικονομία μπορεί να στηριχτεί για μία χρονιά στην κατανάλωση, αλλά αυτό μακροχρονίως δεν μπορεί να θεωρείται βιώσιμο» και επομένως αυτός ο προϋπολογισμός σηματοδοτεί «το πέρασμα από την ιδιωτική και δημόσια κατανάλωση στις επενδύσεις».
Οι καμπάνες «χτυπάνε» και εδώ για την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα, που θα συνεχίσουν να ματώνουν για τα πρωτογενή πλεονάσματα, ενσωματώνοντας στον λογαριασμό και το κόστος από τα επεκτατικά μέτρα διαχείρισης της κρίσης, που επιβάρυναν τα ελλείμματα και το χρέος.
Αποκαλύπτεται έτσι τι εννοούσαν κυβερνητικά στελέχη και Ευρωπαίοι αξιωματούχοι όταν έλεγαν τους προηγούμενους μήνες ότι «τζάμπα χρήμα δεν υπάρχει». Για το κεφάλαιο βέβαια κάτι τέτοιο δεν ισχύει, αφού η μετάβαση από την κατανάλωση στις επενδύσεις για τη στήριξη της ανάκαμψης προϋποθέτει ακόμα περισσότερα προνόμια, ακόμα πιο φτηνό ή και τζάμπα χρήμα για τους επενδυτές...
Οι ώρες λειτουργίας της Εκθεσης: Παρασκευή - Σάββατο 10 π.μ. - 10 μ.μ., Κυριακή 10 π.μ. - 9 μ.μ.
Ο κρατικός προϋπολογισμός του 2022 έρχεται να επιβεβαιώσει ότι ο ΕΟΠΥΥ έχει μετατραπεί σε έναν μόνιμο μηχανισμό αφαίμαξης του λαϊκού εισοδήματος, στον οποίο καταλήγουν οι εισφορές για τον κλάδο Υγείας ασφαλισμένων και συνταξιούχων, και σε εργαλείο πλουσιοπάροχης και αδιάλειπτης χρηματοδότησης του ιδιωτικού τομέα της Υγείας αλλά και των δημόσιων νοσοκομείων, ως αγοραστής υπηρεσιών.
Αυτά τα χαρακτηριστικά είναι που διευκολύνουν και τη μετατροπή του σε ασφαλιστικό οργανισμό πλήρως εναρμονισμένο με τα πρότυπα λειτουργίας των ιδιωτικών, όπως προβλέπει το σχέδιο της κυβέρνησης για το «νέο ΕΣΥ».
Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2022, από τα 5,956 δισ. ευρώ προϋπολογισμένα έσοδα του Οργανισμού, τα 5,420 προέρχονται από τις εισφορές των ασφαλισμένων (91%), ενώ μόνο το 9% (536 εκατ. ευρώ - 436 εκατ. από τον Προϋπολογισμό και 100 εκατ. από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων) προέρχεται από τον κρατικό κορβανά.
Αν σε αυτά προσθέσουμε και τις φετινές εισφορές ασφαλισμένων και συνταξιούχων, η αφαίμαξη στη διετία 2021 - 2022 φτάνει τα 10,460 δισ. ευρώ! Μάλιστα, εν μέσω πανδημίας η κυβέρνηση μειώνει και αυτήν την ελάχιστη επιχορήγηση του ΕΟΠΥΥ από τον τακτικό προϋπολογισμό, από 505 εκατ. φέτος σε 436 εκατ. ευρώ του χρόνου, κόβοντας δηλαδή 69 εκατ. ευρώ.
Ταυτόχρονα, η φαρμακευτική δαπάνη (που καταλήγει στις πολυεθνικές του κλάδου) αποτελεί μακράν το μεγαλύτερο κόστος για τον Οργανισμό και το 2022 θα φτάσει στα 2,654 δισ. ευρώ, αυξημένη κατά 100 εκατ. ευρώ σε σχέση με φέτος. Και αυτό χωρίς να συνυπολογιστεί η επιβάρυνση της λαϊκής οικογένειας με τα πρόσθετα κόστη για αγορές υπηρεσιών Υγείας και συμμετοχή στη φαρμακευτική δαπάνη.
Το «κερασάκι στην τούρτα» είναι το γεγονός ότι για το 2022 δεν έχει προβλεφθεί ούτε ένα ευρώ έκτακτης επιχορήγησης προς τον ΕΟΠΥΥ για την αντιμετώπιση της πανδημίας!