Εκ μέρους του Κεντρικού Συμβουλίου της ΚΝΕ, αποχαιρέτησε τον Κώστα Καζάκο ο Γραμματέας του ΚΣ, Νίκος Αμπατιέλος
Πάντα ο σύντροφος Κώστας ήταν εκεί, στο πλάι της ΚΝΕ, με ένα γνήσιο, αυθεντικό και εγκάρδιο νοιάξιμο.
Αγαπούσε τη νεολαία και δεν λυπόταν χρόνο για να συνομιλεί και να μοιράζεται τις πολύτιμες σκέψεις του, με τον πιο μικρό σύντροφο που οργανώθηκε πρόσφατα στην ΚΝΕ μέχρι τον πιο μεγάλο.
Με το ζεστό του χαμόγελο και τη στιβαρή φωνή του εξιστορούσε στους νεότερους στιγμές από τη μεγάλη του θεατρική διαδρομή, αλλά και κουβέντες για το μέλλον, τονίζοντας ότι η ελπίδα βρίσκεται στον αγώνα για να ξημερώσουν καλύτερες μέρες, με το ΚΚΕ μπροστά, στους αγώνες για «το μεγάλο, το ωραίο, το συγκλονιστικό».
Το έργο του, πλούσιο και πάντα με το πλευρό των αδικημένων, είναι σήμερα παράδειγμα για τους νέους δημιουργούς.
Παράδειγμα για το πώς το θέατρο μπορεί να γίνει ένα όπλο για την αφύπνιση των συνειδήσεων, να σπέρνει το «ζιζάνιο» της αμφισβήτησης στον θεατή, να διεγείρει διαθέσεις για αγώνα και κοινωνική αλλαγή. Και αυτό ο σύντροφος Κώστας το γνώριζε καλά και το έκανε πράξη, πάντα πιστός στα ιδανικά και την προοπτική του σοσιαλισμού - κομμουνισμού.
Θα θυμόμαστε πάντα τη μεγάλη του αγάπη και το συντροφικό ενδιαφέρον που έδειχνε για την αναβάθμιση του έργου της ΚΝΕ στον Πολιτισμό.
Δεν θα ξεχάσουμε τη βοήθειά του στη δημιουργία του δίσκου «Η φλογάτη παντιέρα πάντα μπροστά», μια συλλογή με τραγούδια από τα χρόνια της ΚΝΕ στην παρανομία, αλλά και την ιδιαίτερη έγνοια του για τη θεατρική ομάδα της ΚΝΕ.
Η τελευταία φορά που τα μέλη της θεατρικής ομάδας είχαν την τιμή και τη χαρά να συζητήσουν με τον σύντροφο Κώστα ήταν τον Ιούλη του 2020, όταν προετοίμαζαν την παράσταση «Παραμύθι χωρίς όνομα» του Ιάκωβου Καμπανέλλη, διασκευή του ομώνυμου μυθιστορήματος της Πηνελόπης Δέλτα, που αναβλήθηκε τότε λόγω της πανδημίας.
Ο σύντροφος Κώστας μοιράστηκε τις πολύτιμες σκέψεις του για τη θεατρική γραφή του Καμπανέλλη, την αλληγορία που περιέχεται σε αυτή, αλλά και ευρύτερους προβληματισμούς γύρω από τον ρόλο της Τέχνης.
Ο σύντροφος Κώστας δεν παρέλειψε τότε να τονίσει στα μέλη της θεατρικής ομάδας πως από μια τέτοια ομάδα, πόσο μάλλον της ΚΝΕ, δεν πρέπει να απουσιάζουν ποτέ η όρεξη, το μεράκι και ο ενθουσιασμός, η συλλογικότητα και η αλληλεγγύη.
Φέτος, με παρακαταθήκη τις συμβουλές του, η συγκεκριμένη παράσταση θα παρουσιαστεί στο 48ο Φεστιβάλ στην Αθήνα και δεν μπορούμε παρά να την αφιερώσουμε στη μνήμη και την ανεξίτηλη προσφορά του.
Αυτή την όρεξη για νέες παραστάσεις, συνεχή αναζήτηση και πάθος για δημιουργία δεν την απώλεσε ποτέ ο ίδιος και προσπαθούσε να την μεταλαμπαδεύσει στους νεότερους. Θα θυμόμαστε όλες τις φορές που ο σύντροφος Κώστας επισκεπτόταν το Στέκι Πολιτισμού και Νεανικής Δημιουργίας της ΚΝΕ στην Αθήνα, για να πραγματοποιήσει πρόβες με άλλους αξιόλογους ηθοποιούς και πάντα σε έργα επίκαιρα και αιχμηρά, όπως το «Πόλεμος και Ειρήνη» του Λέον Τολστόι, αλλά και για το πρόσφατο έργο «Τα Ματωμένα Χώματα» της Διδώς Σωτηρίου.
Θα θυμόμαστε πάντα τη συνολική συμβολή του στον θεσμό του Φεστιβάλ ΚΝΕ - «Οδηγητή», για τον οποίο έδινε και ο ίδιος όλα αυτά τα χρόνια τον καλύτερο εαυτό του, με τελευταία συμμετοχή του πέρυσι.
Σύντροφε Κώστα,
Σήμερα βάζουμε ψηλά τον πήχη ώστε η δουλειά της ΚΝΕ στον Πολιτισμό, για την οποία τόσο νοιαζόσουν, να μετρά συνεχώς νέα, ποιοτικά βήματα.
Θα σε αποχαιρετήσουμε, όπως σου πρέπει, στις εκδηλώσεις του Φεστιβάλ της ΚΝΕ και του «Οδηγητή» στην Αθήνα, αφιερώνοντας την πρώτη μέρα στην πολύτιμη προσφορά και το έργο σου.
Δίνουμε υπόσχεση ότι και οι φετινές εκδηλώσεις του Φεστιβάλ της ΚΝΕ στην Αθήνα θα είναι κατάμεστες και πλημμυρισμένες από νέους και νέες, όπως τόσο θα ήθελες. Από νέους και νέες που θα αισθάνονται παίρνοντας μέρος σε αυτές «γεμάτοι, χρήσιμοι και περήφανοι», όπως χαρακτηριστικά δήλωνες.
Εκφράζουμε τα πιο θερμά μας συλλυπητήρια στη σύζυγό σου, Τζένη Κόλλια, στα παιδιά σου, Κωνσταντίνο, Αλέξανδρο και τις συντρόφισσές μας, Ηλέκτρα και Μάγια, καθώς και στα εγγόνια σου, Τζένη και Ιάσονα.
«Ενας από τους σύγχρονους διανοούμενους του τόπου μας, με τον οποίο ο πατέρας μας ταυτίστηκε το τελευταίο διάστημα της ζωής του, σε ένα από τα βιβλία του αναλύει την έννοια του θεού. Η ανάλυση αυτή κάνει ένα ταξίδι, περνώντας από τα λόγια του Γκαίτε, του Ντοστογιέφκσι και του μεγάλου μας Ελληνα ποιητή Ευριπίδη στην τραγωδία του "Ελένη", με την ερώτηση "τι είναι θεός και τι μη θεός και τι ανάμεσά τους; Ποιος άνθρωπος το 'ψαξε και βρήκε μακρινότερο τέλος;".
Το άρωμα του ζητούμενου θεού, που αναδύεται μέσα από τα ερωτήματα που θέτουν οι μεγάλοι της Ιστορίας μας, απευθύνεται στον άνθρωπο. Στον δίκαιο άνθρωπο, τον φρόνιμο, τον λογικό και τον πάσχοντα. Που σε αυτήν την περίπτωση είναι ο πατέρας μας.
Οπως έλεγε και ο ίδιος τα τελευταία 30 χρόνια, μαζί με την μητέρα μου κατάφεραν να δημιουργήσουν τη ζωή που πάντα ονειρευόταν. Μια μεγάλη οικογένεια όπου ο καθένας είχε λόγο και ελευθερία, και ταυτόχρονα ήμασταν μια γροθιά. Θα ήταν αδύνατο να μπορέσουμε ποτέ να εξηγήσουμε τη ζωή που μοιραστήκαμε μαζί του, για τον λόγο ότι ξεπερνάει τα ανθρώπινα όρια και αγγίζει τα θεϊκά. Σε αυτό το σπίτι η κάθε μέρα ήταν γιορτή, που το βράδυ μετατρεπόταν σε πλατωνικό συμπόσιο. Για εμάς ο μπαμπάς μας θα είναι πάντα ο Δίας...».
Αναφέρθηκε επίσης στην υψηλού συμβολισμού κίνηση του Κώστα Καζάκου να δωρίσει το σώμα του για την εκπαίδευση των φοιτητών, «επιβεβαιώνοντας και με την τελευταία του επιθυμία την πίστη του στην επιστήμη και στα ιδεώδη της Ιατρικής Σχολής» όπως είπε. Κλείνοντας, εξέφρασε θερμά συλλυπητήρια στην οικογένειά του αλλά και τις ευχαριστίες της Σχολής «για τη μεγάλη ανθρωπιστική προσφορά του σε χιλιάδες ασθενείς, καθώς και στην εκπαίδευση των φοιτητών της Ιατρικής Σχολής».
Καταλήγοντας ανέφερε ότι «με τον Κώστα Καζάκο κλείνει μια λαμπρή πορεία του θεάτρου στον τόπο μας στη διάρκεια της οποίας ανεδείχθησαν εξαίρετοι καλλιτέχνες. Δικαίως, με τον θάνατό του, περνά στην Ιστορία πλέον ως ένας από τους κορυφαίους εκπροσώπους του νεοελληνικού θεάτρου. Οχι μόνο θα πρέπει να επισημανθεί για το ταλέντο του και τις τόσες υπηρεσίες που παρείχε στο θέατρο και στον ευρύτερο χώρο του Πολιτισμού, αλλά και για το σπάνιο ήθος του που ξεπερνούσε την αίσθηση της τήρησης του απλού καθήκοντος προς τον συνάνθρωπό του».
Στη συνέχεια διάβασε το κείμενο που έγραψε ο διακεκριμένος θεατρικός συγγραφέας και φίλος του Κώστα Καζάκου, Γιώργος Μανιώτης, στο οποίο μεταξύ άλλων αναφέρθηκε στις ερμηνείες του μεγάλου ηθοποιού στην αρχαία τραγωδία, όπου «άφηνε όλους τους κρουνούς της ανυπέρβλητης τέχνης του να ηχήσουν από μουσικές και θρήνους σαν ορμητικά ύδατα από τα βάθη της Γης», όπως είπε. «Θυμάμαι ότι αδημονούσαν να εμφανιστεί στο θέατρο της Επιδαύρου, να ερμηνεύσει τους μεγάλους μονολόγους των αρχαίων συγγραφέων και να μας προσφέρει σαν ιερή προσευχή όλο το νόημα και την ουσία των τραγικών κειμένων. Οταν εμφανιζόταν, έσπαγε το τύμπανο του αρχαίου θεάτρου και η βαθιά φωνή του γινόταν ο θόλος της ψυχής του. Ο θρήνος του έφτανε στα ουράνια και χάραζε μέσα στο σύμπαν τον πόνο και το παράπονο των θνητών ανθρώπων, που παλεύοντας με τη μοίρα τους προσπαθούσαν να τα βγάλουν πέρα σερνάμενοι και καταματωμένοι, πενθούντες επί του φιλόξενου και απειλητικού μετώπου της Γης. Αυτές οι ερμηνείες του ήταν αυθεντικές στιγμές αρχαίας τραγωδίας, που χαράχτηκαν για πάντα στη μνήμη μου, και όχι μόνο στη δική μου».
Οπως σημείωσε, μπορεί η σχολή να έκλεισε, καθώς ήταν δύσκολο ένα τέτοιο εγχείρημα να αντέξει, αλλά «το όραμα του δασκάλου βρήκε γόνιμο χώμα και κάρπισε. Είδαμε κάποια παιδιά με τα μάτια μας, άλλοι άνθρωποι να μπαίνουν στη σχολή και άλλοι να βγαίνουν. Είδαμε συμμαθητές μας να καθιερώνονται ως θεατρικοί δάσκαλοι, ως θεατρικοί συγγραφείς, να επιτελούν κοινωνικό έργο με τη σύσταση θεατρικών ομάδων μέσα σε φυλακές. Η σχολή πιστεύουμε πέτυχε κάτι πολύ παραπάνω από το να βγάλει σωστούς ηθοποιούς στο σανίδι. Εβγαλε στην κοινωνία ενεργούς πολίτες, έτοιμους να παλέψουν για να φτιάξουν - όπως έλεγε ο Κώστας Καζάκος - μια ζωή που αξίζει να πεθάνεις γι' αυτήν».
«Ο Κώστας» - πρόσθεσε - «έχει κάνει τόσο σπουδαία πράγματα και τα αγάπησε όλα. Ισως περισσότερο απ' όλα, εκτός από τους δικούς του ανθρώπους, αγάπησε το θέατρο, γιατί είναι θνησιγενές. Γιατί έχει τέλος. Η γνώση του τέλους είναι που τον έκανε να ζει όπως έζησε. Μ' αυτήν την ορμή, μ' αυτήν τη δύναμη, μ' αυτό το πάθος, μ' αυτήν την αλήθεια, μ' αυτήν τη γενναιοδωρία, που ήταν μοναδική. Γι' αυτό και δεν θα τον ξεχάσουμε ποτέ».
Αναφερόμενη στην προσωπικότητά του, είπε ότι δεν έχει ξανασυναντήσει άνθρωπο που να είναι «τόσο ίδιος στην Επίδαυρο, στην κουζίνα του σπιτιού του, στη Βουλή, με τους φίλους, με τον κόσμο στον δρόμο... Αυτό σημαίνει αληθινή προσωπικότητα: Ο άνθρωπος που δεν υποκρίνεται ποτέ, που είναι πάντα αληθινός και γενναιόδωρος. Γιατί ο Κώστας αγαπούσε τον Ανθρωπο».
«Ο,τι έμαθα από το Θέατρο Τέχνης, βαθύ, αυτή η αίσθηση ότι σαν να γνώρισα κι εγώ η ίδια τον Κουν, που δεν πρόλαβα να τον γνωρίσω, ήταν από τις αφηγήσεις του Κώστα που ήταν τόσο ζωντανές, τόσο υπέροχες, ένα φως. Ενα φως εγώ κρατάω από αυτόν τον μεγάλο άνθρωπο, από ένα φως κρατάμε όλοι», πρόσθεσε, ενώ μίλησε και για τον Κώστα Καζάκο ως δάσκαλό τους στη Σχολή να τους μιλάει για το πόση δουλειά, αυταπάρνηση, πίστη και αφοσίωση θέλει το θέατρο.
Καταλήγοντας είπε: «Δεν σε αποχαιρετάμε, σε ευγνωμονούμε για όσα μας έδωσες».
«Σύντροφε κι αδερφέ μου,
Τώρα εγώ προσπαθώ να βρω λόγια αποχωρισμού. Πού να τα βρω αυτά τα λόγια; Ηταν μεγάλος ο δρόμος της ζωής που διανύσαμε μαζί γι' αυτό και τα λόγια του αποχωρισμού είναι δύσκολα. Το ταξίδι αυτό, οι δρόμοι αυτού του ταξιδιού φωτίζονταν από το φως της ιδεολογίας σου, από το φρόνημα που καθόριζε τη ζωή σου, τη στάση ζωής, το επίπεδο της ζωής.
Δημιουργούσε μεγάλες στιγμές κι ήταν πολλές οι μεγάλες στιγμές, Κώστα!
Οι μνήμες έχουν την ευλογία να σε βρίσκουν να πολεμάς. Να σε βρίσκουν να φυλάττεις Θερμοπύλες. Τι άλλο πιο σημαντικό μπορεί να υπάρξει στη ζωή ενός ανθρώπου απ' αυτό, για να την κάνει μεγάλη και σπουδαία;
Η είδηση ότι μας άφησες κι "έφυγες" έπεσε σαν κεραυνός. Ενας καταιγισμός ερωτήσεων... "Πέστε μας δυο λόγια για τον Κώστα τον Καζάκο"... Πού να τα βρω εγώ τα δυο λόγια που να περιέχουν τον Κώστα τον Καζάκο, που να αποδίδουν τον Κώστα τον Καζάκο, το μέγεθός του, την προσωπικότητά του, το εκτόπισμά του;
Ο Κώστας ο Καζάκος πορεύτηκε με την περπατησιά της έμπνευσης και του ενθουσιασμού.
Λένε τώρα διάφορα. Κι εγώ προσπαθώ να προσμετρήσω την απουσία. Κι είναι πολύ μεγάλη η απουσία και δεν αντέχεται.
Αγωνιακές οι μέρες οι τελευταίες.
Η Τζένη μού έλεγε "περιμένουμε το θαύμα". Η Ηλέκτρα μού είπε "οι γιατροί λένε ότι μπορεί και ν' αντέξει". Αυτή η φράση με συγκλόνισε, γιατί ήτανε μια φράση που είχε τον αγώνα του τέλους.
Εσύ έδωσες αγώνες, αλλά δεν είχαν το νόημα του τέλους. Είχανε τη διάρκεια και τη θυσία.
Βρεθήκαμε σε πολύ δύσκολες μέρες, Κώστα, σε άγρια χρόνια και πήραμε θάρρος κοιτάζοντας ο ένας τον άλλο στα μάτια, για να συνεχίσουμε και να βρεθούμε στο πεδίο της μάχης. Ετσι σε σκέφτομαι σήμερα, διαχρονικό μαχητή στο ανάχωμα του Κομμουνιστικού Κόμματος. Διαχρονικό μαχητή για σήμερα και για πάντα».
«Στη διάρκεια των σκληρών, πικρών χρόνων της στρατιωτικής δικτατορίας, όταν πολλοί και από τον χώρο της Τέχνης, την οποία υπηρέτησες πιστά, όταν πολλοί έσκυψαν το κεφάλι χαμηλά, εσύ δεν τους ακολούθησες. Αντίθετα, σαν έτοιμος από καιρό έμεινες μαχόμενος, κόντρα στη δικτατορία, στο αιματοβαμμένο καθεστώς της». Πρόσθεσε ότι σ' εκείνα τα δίσεκτα χρόνια τόποι βασανιστηρίων, εξορίας, φυλακών, γέμιζαν από αντιδικτατορικούς αγωνιστές, «κι εσύ, σύντροφε Κώστα, έχεις το δικό σου μεράδι σε τέτοιους τόπους εκείνα τα δίσεκτα χρόνια, ύστερα από την παράσταση "Το Μεγάλο μας Τσίρκο". Γιατί αντιστάθηκες στη δικτατορία, γιατί έμεινες όρθιος, μαχόμενος, ασυμβίβαστος».
Μίλησε για το καλλιτεχνικό και κοινωνικό, πολύπλευρο και πολυεπίπεδο έργο του, που απευθυνόταν στους ανθρώπους του μόχθου, στους καταπιεσμένους, σ' εκείνους που παράγουν τον πλούτο και που σχεδόν πάντα δεν λαμβάνουν τίποτα. Και πρόσθεσε ότι «οι αντιστασιακοί αγωνιστές του ΣΦΕΑ θα σε θυμόμαστε πάντα ως καλλιτέχνη, δημιουργό, μαχητή, αδιάλλακτο απέναντι στην αδικία. Σε όλα τα παιδιά σου και στην αγαπημένη σου Τζένη λέμε: Να 'στε περήφανοι για τον Κώστα, τον Κώστα των αγωνιστών!».