Αντιδράσεις της «Δύσης» και ενάντια στον νέο νόμο για την ασφάλεια στο Χονγκ Κονγκ
Συνεχίζοντας και χτες τις επαφές του στην πρωτεύουσα των Φιλιππίνων (με τις οποίες η Ουάσιγκτον εστιάζει και στην ενεργοποίηση διμερούς συμφωνίας που προβλέπει στήριξη της μίας χώρας προς την άλλη αν εκείνη δεχτεί επίθεση), ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας προετοίμασε την πρώτη τριμερή Σύνοδο που θα πραγματοποιήσουν οι δύο χώρες μαζί με την Ιαπωνία στα μέσα Απρίλη. Επιβεβαιώνεται και έτσι η στοχευμένη προσπάθεια των ΗΠΑ να σταθεροποιήσουν πολυμερή σχήματα στον Ινδο-Ειρηνικό απέναντι στα σχέδια και στις κινήσεις της Κίνας.
Ο Μπλίνκεν συναντήθηκε και με τον Πρόεδρο των Φιλιππίνων, Φέρντιναντ Μάρκος Τζούνιορ, μαζί με τον οποίο - σύμφωνα με επίσημη ανακοίνωση - «τόνισαν τη σημασία της συμμαχίας ΗΠΑ - Φιλιππίνων για την ασφάλεια και την ευημερία στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού και υπογράμμισαν την κοινή τους δέσμευση για την τήρηση του Διεθνούς Δικαίου στη Νότια Κινεζική Θάλασσα». Επιπλέον, δεν παρέλειψαν να τονίσουν το αυξημένο ενδιαφέρον για επέκταση και της διμερούς επενδυτικής συνεργασίας, εκφράζοντας μεγάλη ικανοποίηση για πρόσφατη αμερικανική «αποστολή εμπορίου και επενδύσεων» που έγινε στη Μανίλα, την υπογραφή συμφωνίας πολιτικής - πυρηνικής συνεργασίας «και άλλες πρωτοβουλίες στους τομείς των ημιαγωγών, της καθαρής Ενέργειας, της ψηφιακής οικονομίας και των υποδομών».
Στο πλαίσιο της ετοιμασίας της τριμερούς Συνόδου Κορυφής ΗΠΑ - Ιαπωνίας - Φιλιππίνων αναμενόταν χτες στη Μανίλα και η ΥΠΕΞ της Ιαπωνίας, Γιόκο Καμικάγουα, ενώ νέο γύρο επαφών στο Τόκιο προγραμμάτιζε και ο Αμερικανός αναπληρωτής ΥΠΕΞ Κερτ Κάμπελ, ώστε κι αυτός «να υπογραμμίσει τη βαθιά δέσμευση των Ηνωμένων Πολιτειών για την προώθηση της ελευθερίας και της ευημερίας στον Ινδο-Ειρηνικό». Σημειωτέον, η περιοδεία του Κάμπελ στην περιοχή (που θα διαρκέσει έως μεθαύριο 23/3) περιλαμβάνει επαφές και στο Ουλάν Μπατόρ, με επίκεντρο την ανάπτυξη της «στρατηγικής εταιρικής σχέσης τρίτης γειτονίας μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Μογγολίας».
Η δράση των ΗΠΑ και οι συμμαχίες τους στην περιοχή «τρέχουν» ενώ η Κίνα εντείνει κι αυτή πυρετωδώς τα σχέδια για τη δική της στρατιωτική και επιχειρηματική αναβάθμιση. Είναι χαρακτηριστικές οι δηλώσεις που έκανε ο ΥΠΕΞ της Ταϊβάν, Τζόζεφ Γου, καταγγέλλοντας ότι «η Κίνα έχει ήδη δημιουργήσει τεράστιες στρατιωτικές βάσεις στη Νότια Κινεζική Θάλασσα», σε τρία νησιά.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, την έντονη αντίδραση της «Δύσης» προκάλεσε νέος νόμος για την ασφάλεια τον οποίο ενέκρινε προχτές το τοπικό κοινοβούλιο του Χονγκ Κονγκ, σε συνέχεια και αντίστοιχων μέτρων που είχαν εγκριθεί το 2020 εν μέσω πολυήμερων αντικυβερνητικών διαδηλώσεων. Μεταξύ άλλων ο νέος νόμος προβλέπει ποινές πολυετούς φυλάκισης, μέχρι και ισόβιας κάθειρξης, για αδικήματα όπως η προδοσία, η δολιοφθορά, η εξέγερση, η κλοπή κρατικών μυστικών, η εξωτερική παρέμβαση και η κατασκοπεία. Οι νέες ρυθμίσεις εγκρίθηκαν ομόφωνα στη Βουλή, για την ανάδειξη της οποίας, θυμίζουμε, τον Δεκέμβρη του 2021 άλλαξε η νομοθεσία και μειώθηκε δραστικά ο αριθμός όσων εκλέγονται, ενώ παράλληλα αυξήθηκε ο αριθμός όσων ουσιαστικά διορίζονται σε συνεργασία με τις κεντρικές κινεζικές αρχές.
Ο αναπληρωτής εκπρόσωπος του αμερικανικού ΥΠΕΞ, Βένταντ Πάτελ, δήλωσε ότι εξετάζονται πιθανοί κίνδυνοι «όχι μόνο για τους πολίτες των ΗΠΑ αλλά και για άλλα αμερικανικά συμφέροντα που μπορεί να έχουμε», ενώ ο Βρετανός ΥΠΕΞ Ντέιβιντ Κάμερον υποστήριξε ότι ο νόμος «θα πλήξει περαιτέρω τα δικαιώματα και τις ελευθερίες στην πόλη» και ότι «υπονομεύει την εφαρμογή, από το Χονγκ Κονγκ, των διεθνών υποχρεώσεών του», αναφερόμενος στη συμφωνία με την οποία η περιοχή είχε «επιστραφεί» στην Κίνα τη δεκαετία του 1990, μετά από δεκαετίες βρετανικής επικυριαρχίας.
Αντιδρώντας, το Πεκίνο κατηγόρησε τη «Δύση» για «εμπρηστικά και ανεύθυνα σχόλια» και ειδικά τη Βρετανία για «μια βαθιά εμπεδωμένη νοοτροπία αποικιοκράτη και ιεροκήρυκα», ζητώντας από το Λονδίνο «να διορθώσει τη θέση του, να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα και να εγκαταλείψει τη φαντασίωση ότι θα συνεχίσει την αποικιοκρατική επιρροή του στο Χονγκ Κονγκ». Απευθυνόμενη δε στην ΕΕ - που εκτίμησε ότι ο νέος νόμος «θα πλήξει μακροπρόθεσμα την ελκυστικότητα» του Χονγκ Κονγκ ως διεθνούς επιχειρηματικού κέντρου - η Κίνα τής ζήτησε «να εγκαταλείψει την υποκριτική πολιτική της» και «τις προκαταλήψεις της».