Eurokinissi |
Η αλήθεια είναι ότι και ο ίδιος ο πρωθυπουργός αλλά και τα αστικά Μέσα Ενημέρωσης με αφορμή την επανεκλογή Ανδρουλάκη φρόντισαν να φιλοτεχνήσουν το προφίλ του αντίπαλου δέους στην κυβέρνηση και να ανακηρύξουν τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ σε κύριο αντίπαλο του Μητσοτάκη. Είναι κάτι που εναγωνίως ψάχνουν, στη λογική ότι για να είναι «υγιές» το αστικό πολιτικό σύστημα πρέπει να υπάρχει αφενός ένας εναλλακτικός στην κυβέρνηση αστικός πόλος που να μπορεί να παίξει τον ρόλο της αντιλαϊκής διαχείρισης, αφετέρου ένας πόλος συναίνεσης στην υλοποίηση της αντιλαϊκής πολιτικής.
Η αγωνία δεν κρύβεται με τίποτα, με τον πρωθυπουργό να φτάνει στο σημείο να παρεμβαίνει και στα εσωτερικά άλλων κομμάτων - εν προκειμένω του ΣΥΡΙΖΑ - και να τους υποδεικνύει ποιοι θα τους εκπροσωπούν και ποιοι όχι (!), σε μια πραγματικά απαράδεκτη παρέμβαση.
Στο μεταξύ ο πρωθυπουργός απηύθυνε κάλεσμα στις άλλες αστικές πολιτικές δυνάμεις «να βρούμε έναν κοινό βηματισμό, συμφωνώντας πραγματικά στο τι τελικά συνιστά πρόοδο και στο τι συνιστά οπισθοδρόμηση», στο πλαίσιο επιτάχυνσης αναδιαρθρώσεων που χρειάζεται το κεφάλαιο στις νέες συνθήκες. Στη συνέχεια, καταλόγισε στο ΠΑΣΟΚ ότι τάχα αρνείται «μεγάλες προοδευτικές αλλαγές που υλοποιούνται από αυτή την κυβέρνηση», δηλαδή δεν υπερψηφίζει όλα μα όλα τα άρθρα στα νομοσχέδια της ΝΔ. Στο ίδιο πλαίσιο, άλλωστε, και της αγωνίας οικοδόμησης εναλλακτικών στην αστική διαχείριση για απορρόφηση της λαϊκής δυσαρέσκειας, ο ίδιος ο Μητσοτάκης όρισε αποστολή του Ανδρουλάκη μετά την επανεκλογή του «να χτίσετε μια αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση, η οποία θα βοηθά την κυβέρνηση να γίνει καλύτερη και θα καταθέτει και συγκεκριμένες προτάσεις», τις οποίες θα μπορεί να υιοθετήσει η ΝΔ.
Από την πλευρά του, ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ έσπευσε να διαβεβαιώσει ότι είναι διατεθειμένος για συναινέσεις, σχεδόν απολογούμενος. Είπε χαρακτηριστικά ότι το ΠΑΣΟΚ ψήφισε τα 36 από τα 66 άρθρα του νομοσχεδίου για το ΑΣΕΠ. Συμπλήρωσε ακόμα ότι είναι υπέρ της «αξιολόγησης». Και, βέβαια, θύμισε ότι το ΠΑΣΟΚ συγκυβέρνησε με τη ΝΔ το 2010, με το γνωστό παραμύθι της σωτηρίας της χώρας. Και πρόσθεσε: «Θέλω να σας πω ότι πραγματικά έχουμε διάθεση συναίνεσης για μεγάλα ζητήματα, όπως είναι η κλιματική κρίση». Λίγο αργότερα πρόσθεσε την οικονομία, την ανάπτυξη, το κόστος παραγωγής, την προσφυγική κρίση, τα γεωπολιτικά ζητήματα. «Αν υπάρχει διάθεση, εμείς είμαστε θετικοί και καταθέσαμε πολλές προτάσεις», κατέληξε, μην αφήνοντας καμία αμφιβολία ότι η κυβέρνηση της ΝΔ μπορεί να έχει και υπουργείο ...ΠΑΣΟΚ.
Την ίδια στιγμή, από τα δεξιά της ΝΔ, σε εξέλιξη βρίσκεται η εσωκομματική κόντρα που πήρε χαρακτηριστικά ανταλλαγής πυρών μεταξύ Μητσοτάκη και Σαμαρά. Αφορμή η τοποθέτηση του πρωθυπουργού ότι δεν συνομιλεί και δεν χαριεντίζεται με καταδικασμένους, εννοώντας τον εκπρόσωπο του ΣΥΡΙΖΑ Νίκο Παππά και τη συνάντηση και ανταλλαγή χειραψιών με τον Σαμαρά.
Συνεργάτες του πρώην πρωθυπουργού απάντησαν δηκτικά στις έμμεσες αιχμές Μητσοτάκη: «Είναι προφανές ότι ο Κυρ. Μητσοτάκης επιτίθεται στον κ. Σαμαρά όχι επειδή χαιρέτησε τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης που έτυχε να καθίσει δίπλα του σε δημόσια εκδήλωση (...) Ο πραγματικός λόγος βρίσκεται στα "ήρεμα νερά" με την Τουρκία που διαταράσσονται καθημερινά πλέον, μέσα από αλλεπάλληλες προκλήσεις. Ας ασχοληθούμε λοιπόν με τα σοβαρά, στα σύνορά μας. Χωρίς άλλους επικίνδυνους πραγματικά χαριεντισμούς, βραχύβια "σύμφωνα φιλίας" και υποκλίσεις».
Eurokinissi |
Μπροστά στο συνέδριο - αν πραγματοποιηθεί - οι δύο πλευρές, των «87» και του Κασσελάκη, δίνουν μάχη επικράτησης. Δημοσιεύματα επιμένουν να αποδίδουν στον έκπτωτο πρόεδρο του κόμματος πρόθεση να ιδρύσει νέο κόμμα, αν δεν μπορέσει τελικά να επικρατήσει σε αυτό όπου βρίσκεται τώρα, ενώ νερό στον μύλο των σχετικών σεναρίων έριξε και η ενοικίαση, από μέρους του, επαγγελματικού χώρου στον Ταύρο, με μίσθωμα πολλών χιλιάδων ευρώ τον μήνα.
Για σχέδιο διάλυσης του ΣΥΡΙΖΑ τον κατηγορούν οι «87», για προσπάθεια φίμωσης της βούλησης της βάσης κάνει λόγο ο Στ. Κασσελάκης. Ανεξάρτητα πάντως από προθέσεις, όλοι αντιλαμβάνονται ότι η διάσπαση και τυπικά δεν θα αργήσει να συμβεί, θρυαλλίδα κατά πολλούς επιτάχυνσης των διεργασιών στον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας.
Στην εκδήλωση, και στη βάση της παραδοχής ότι η ακρίβεια τσακίζει κόκαλα, επιχειρήθηκε από τους ομιλητές - μεταξύ τους τον Γ. Χουλιαράκη, τον Γ. Δραγασάκη, την Λ. Κατσέλη, τον Ν. Χριστοδουλάκη και βεβαίως τον ίδιο τον Αλ. Τσίπρα - να υποστηριχθεί η ψευδαίσθηση ότι υπάρχει μείγμα διαχείρισης ή «άλλο παραγωγικό μοντέλο» που μπορεί «μαγικά» να συγκεράσει αντιτιθέμενα ταξικά συμφέροντα, έτσι ώστε να ευημερούν και τα καπιταλιστικά κέρδη και ο λαός.
Πριν αναλύσει τις προτάσεις του για το κεφάλαιο, πέταξε στον αέρα και δύο τάχα φιλολαϊκές προτάσεις: Ο πρωθυπουργός της κυβέρνησης που ήρε την όποια προστασία υπήρχε για τη λαϊκή κατοικία και ενσωμάτωσε το Χρηματιστήριο Ενέργειας στην εθνική νομοθεσία, ζήτησε θεσμοθέτηση της κοινωνικής κατοικίας και τη δημιουργία εξωχρηματιστηριακής αγοράς Ενέργειας, όπου οι τιμές θα διαμορφώνονται με βάση διμερή συμβόλαια. Προτάσεις δηλαδή που πάντα εντός των πλαισίων της «απελευθέρωσης» - εμπορευματοποίησης βασικών κοινωνικών αναγκών, βάζουν «απ' την άλλη τσέπη» ξανά τον λαό να πληρώσει το «μάρμαρο», διασφαλίζοντας σίγουρη «πελατεία» και λοιπά προνόμια σε εργολάβους και ενεργειακούς ομίλους.
Αλλη μια «δέσμευση» δηλαδή, πλάι στις υπόλοιπες που έδωσε στο κεφάλαιο: «Καλύτερη αξιοποίηση» του υπερμνημονίου του Ταμείου Ανάκαμψης, «βαθιά μεταρρύθμιση» της δημόσιας διοίκησης και του κράτους «ώστε να αναλάβει τον ρόλο του στρατηγικού συντονιστή της αναπτυξιακής διαδικασίας (...) Φέρνοντας μαζί δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις», «μεγάλη μεταρρυθμιστική προσπάθεια» στο σύνολο των θεσμών, όπως στη Δικαιοσύνη - «χρόνιο εμπόδιο στην προσέλκυση σοβαρών μακροχρόνιων επενδύσεων» - και «μεγάλο εθνικό σχέδιο», που θα ανοίξει νέα πεδία εφόρμησης του κεφαλαίου, π.χ. στην «πράσινη μετάβαση» και στην Υγεία, προϋποθέσεις, όπως είπε, «προσέλκυσης κεφαλαίων σε νέες παραγωγικές δραστηριότητες».
«Η χώρα χρειάζεται άμεσα ένα μεγάλο αναπτυξιακό σοκ, εφάμιλλο των αντίστοιχων της περιόδου Τρικούπη και Βενιζέλου, για να μη χάσει οριστικά το τρένο της σύγκλισης», ανέφερε, περιγράφοντας ένα νέο αντιλαϊκό «σοκ», και πρόσθεσε ότι η υλοποίηση ενός «εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης» πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα, με ορίζοντα το 2030.
Με τέτοια κάλπικα διλήμματα σκέφτεται ακριβώς να σύρει τον λαό και τους αγώνες του στο μαντρί του κεφαλαίου και των αστικών κυβερνήσεων, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για την «κοινωνική αντιπολίτευση» και για την ανάγκη να υπάρξει ο φορέας που θα την χειραγωγήσει: «Το μόνο παρήγορο και ουσιαστικά ελπιδοφόρο είναι ότι κάτι αρχίζει σιγά σιγά να κινείται. Οχι σε επίπεδο πολιτικής αντιπολίτευσης (...) Αλλά σε επίπεδο κοινωνικής αντιπολίτευσης (...) που αργά ή γρήγορα θα αποκτήσει την πολιτική εκπροσώπηση που της αξίζει».