Με βάση τα διαθέσιμα επιδημιολογικά δεδομένα, το πιθανότερο είναι ότι ο ιός της ευλογιάς προήλθε από την Τουρκία, όπου η νόσος ενδημεί. Σημειώνεται εδώ ότι δεν είναι η πρώτη φορά που το συγκεκριμένο νόσημα πλήττει τα γιδοπρόβατα στην Ελλάδα (σύνολο 15 εκατ. κεφάλια).
Μόλις τον περασμένο Ιούνιο άρθηκαν τα μέτρα που είχαν επιβληθεί ενάντια στην εξάπλωση της νόσου στις περιοχές των ΠΕ Λέσβου, Φθιώτιδας, Βοιωτίας και Εύβοιας λόγω κρουσμάτων σε Λέσβο (από το 2017) και Λοκρίδα (όπου μάλλον έφτασε με ζώα από τη Μυτιλήνη το 2023 και έπληξε 9 μονάδες).
Επίσης, κατά την περίοδο 2013 - 2015 υπήρξε μεγάλη επιδημία ευλογιάς, όμως πιο εντοπισμένη σε σχέση με την τωρινή, καθώς αφορούσε μόνο τις Περιφέρειες Ανατολικής Μακεδονίας - Θράκης και Κεντρικής Μακεδονίας, οδηγώντας στη θανάτωση άνω των 70 χιλιάδων ζώων.
Οι μαζικές θανατώσεις των προσβεβλημένων εκτροφών σε χώρους μαζικής ταφής προκαλούν όχι μόνο μια τραυματική εμπειρία στους πληγέντες κτηνοτρόφους και στους κατοίκους των συγκεκριμένων περιοχών, αλλά και μια γενικότερη απέχθεια και έντονο προβληματισμό, αν θα μπορούσαν να αποφευχθούν. Αυτές γίνονται γιατί η αντιμετώπιση της νόσου από το κράτος, τόσο κατά το παρελθόν όσο και στην τρέχουσα επιζωοτία, βασίζεται στη μέθοδο της εκρίζωσης («stamping out»).
Σημειωτέον, σε ένα γενικό επίπεδο (με ορισμένες εξαιρέσεις, που κάποιες θα αναφερθούν παρακάτω) από το 1992 η ΕΕ ακολουθεί μια πολιτική «μη εμβολιασμού» (ενώ υπάρχουν ή μπορούν να αναπτυχθούν αποτελεσματικά εμβόλια) για τα μη ενδημικά στο έδαφός της νοσήματα, δηλαδή δεν επιτρέπει τους εμβολιασμούς, είτε αυτοί γίνονται προληπτικά είτε έκτακτα σε περίπτωση εμφάνισης μιας μη ενδημικής ζωονόσου.
Αυτή η επιλογή γίνεται για λογαριασμό των εμπορικών και μεταποιητικών μονοπωλίων, καθώς έτσι οι χώρες της ΕΕ εξασφαλίζουν την ένταξή τους στο καθεστώς «απαλλαγής» από τα συγκεκριμένα νοσήματα, που είναι ιδιαίτερα σημαντικό, λόγω της δυνατότητας επιβολής εμπορικών αποκλεισμών στους ανταγωνιστές που δεν εντάσσονται σε αυτό το καθεστώς.
Γενικά για το νόσημα:
Η ευλογιά του προβάτου ως νόσος μολύνει κυρίως τα πρόβατα και λιγότερο συχνά τις γίδες. Προκαλείται από ιό της οικογένειας Poxviridae, του γένους Capripoxvirus, που δεν προσβάλλει τον άνθρωπο ενώ μεταφέρεται από τον άνθρωπο.
Η ανθεκτικότητα του συγκεκριμένου ιού τον βοηθά να επιβιώνει σε διάφορα περιβάλλοντα, και μάλιστα για πολύ μεγάλα χρονικά διαστήματα. Ειδικότερα, επιβιώνει για μεγάλο χρονικό διάστημα στις ξερές εφελκίδες (προέρχονται από τις δερματικές αλλοιώσεις των ζώων) σε θερμοκρασίες περιβάλλοντος, αλλά και στο μαλλί των ζώων για δύο μήνες.
Οταν ο ιός βρίσκεται στο μαλλί των ζώων, μπορεί η διάρκεια ζωής του να παραταθεί ακόμα και 6 μήνες, αν επικρατούν συγκεκριμένες συνθήκες. Η ανθεκτικότητα που παρουσιάζει ο ιός είναι ακόμα μεγαλύτερη στο εξωτερικό περιβάλλον, όπως είναι τα μέρη του ενσταβλισμού των ζώων.
Ο ιός της ευλογιάς διαθέτει μεγάλη μεταδοτικότητα και μεταφέρεται σε μεγάλες αποστάσεις, καθώς μπορεί να επιζεί ιδιαίτερα σε ξηρές επιφάνειες. Τα ζώα «κολλάνε» τη νόσο από την πεπτική ή την αναπνευστική οδό. Η μετάδοση της ευλογιάς πραγματοποιείται με άμεση επαφή των ζώων μεταξύ τους. Ενα μολυσμένο ζώο μεταδίδει τον ιό μέσα από τις δερματικές του αλλοιώσεις (π.χ. εφελκίδες και οζίδια), αλλά και μέσα από το σάλιο του, τις ρινικές εκκρίσεις και τα κόπρανα.
Ομως, λόγω της υψηλής ανθεκτικότητας είναι συχνή η μετάδοση και με έμμεσο τρόπο, δηλαδή μέσω των ανθρώπων (ρούχα, παπούτσια κ.λπ.), μέσω μολυσμένων εργαλείων, ζωοτροφών, οχημάτων, με αιματοφάγα έντομα, πουλιά κ.λπ. Γι' αυτόν τον λόγο οι εστίες συνήθως δεν έχουν συνέχεια, αλλά εμφανίζονται με «άλματα». Επίσης, τα κοπάδια μολύνονται και με την εισπνοή μολυσμένης σκόνης. Η επώαση της νόσου μπορεί να διαρκέσει ακόμα και 21 μέρες.
Συμπτώματα:
Τα μολυσμένα αιγοπρόβατα αρχικά παρουσιάζουν κατάπτωση και αδιαθεσία, με αποτέλεσμα να αποφεύγουν την πρόσληψη τροφής, ενώ ενίοτε ανεβάζουν και πυρετό. Στη συνέχεια το πρόσωπό τους παραμορφώνεται, με το κεφάλι να αποκτά οιδήματα και το τρίχωμα να χάνει τη συνέχειά του. Τα ζώα εκκρίνουν από τη ρινική κοιλότητα βλεννοπυώδες έκκριμα και από τα μάτια δάκρυα.
Στα άτριχα μέρη του σώματος είναι εμφανείς οι αλλοιώσεις, οι κηλίδες, οι βλατίδες, οι φυσαλίδες και η ερυθρότητα του δέρματος. Τα ερυθρά στίγματα στο δέρμα των ζώων προσομοιάζουν με τσιμπήματα εντόμων. Οι φυσαλίδες και οι φλύκταινες μετατρέπονται σε εφελκίδες, με την εμφάνισή τους να δείχνει πως το ζώο έχει μολυνθεί από καιρό. Η νοσηρότητα της ευλογιάς είναι ιδιαίτερα υψηλή, το ίδιο και η θνησιμότητα των νοσούντων ζώων.
Αντιμετώπιση:
Οπως αναφέρθηκε εισαγωγικά, στις χώρες της ΕΕ, όπου η ευλογιά δεν ενδημεί, αυτή αντιμετωπίζεται με βάση τη μέθοδο της «εκρίζωσης» («stamping out»), που περιλαμβάνει τη θανάτωση όλων των ζώων του προσβεβλημένου κοπαδιού. Στη συνέχεια, γύρω από την εστία οριοθετούνται δύο ζώνες εφαρμογής προληπτικών μέτρων, διαφορετικές μεταξύ τους:
Η άρση των συγκεκριμένων περιοριστικών μέτρων γίνεται με την παρέλευση χρονικού διαστήματος που καθορίζεται από τις κτηνιατρικές υπηρεσίες, συνήθως 21 μέρες από τη μέρα που εμφανίστηκε το τελευταίο κρούσμα. Ωστόσο, συχνά θεωρείται μη επαρκής ο χρόνος των 21 ημερών, καθώς ο ιός αυτός διαθέτει μεγάλη ανθεκτικότητα.
Η ανθεκτικότητα της ευλογιάς την καθιστά δύσκολα αντιμετωπίσιμη. Γι' αυτό πρέπει να δίνεται ιδιαίτερο βάρος στην τήρηση αυστηρών προφυλακτικών μέτρων, στην τήρηση των λεγόμενων μέτρων «βιοασφάλειας». Οταν μια κτηνοτροφική μονάδα εντάσσεται σε ζώνη προστασίας ή σε ζώνη επιτήρησης, τότε πρέπει οι επισκέψεις τρίτων προς αυτήν να είναι ελάχιστες, ακόμα και αυτές των κτηνιάτρων, καθώς έχουν υπάρξει περιπτώσεις στις οποίες η νόσος μεταδόθηκε απ' αυτούς. Η θανάτωση και ο ενταφιασμός των ζώων συνιστάται να πραγματοποιούνται μέσα στο προαύλιο των εκτροφών.
Στις περιοχές όπου η νόσος ενδημεί, π.χ. στην Τουρκία ή σε χώρες της Αφρικής, ο καθολικός εμβολιασμός των ζώων αποτελεί βασικό τρόπο αντιμετώπισης της ζωονόσου. Υπάρχει διαθέσιμο εμβόλιο που δίνει ικανοποιητική ανοσία και συμβάλλει στον περιορισμό των συμπτωμάτων, χωρίς όμως κι αυτός να αποτελεί πανάκεια, καθώς η εμφάνιση νέων ορότυπων μπορεί να μειώσει την αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού και να εντείνει την έξαρση της νόσου. Επίσης, με βάση τους κανόνες του διεθνούς εμπορίου, από τις χώρες αυτές απαγορεύονται οι εξαγωγές γιδοπροβάτων σε χώρες «απαλλαγμένες» ευλογιάς, ενώ υπάρχουν και σημαντικοί περιορισμοί στις εξαγωγές κτηνοτροφικών προϊόντων, ακόμα και μεταποιημένων.
Τι έχει κάνει η κυβέρνηση μέχρι σήμερα:
Στο πλαίσιο της εκρίζωσης - «stamping out» η κυβέρνηση, μέσω των υπηρεσιών του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (Διεύθυνση Κτηνιατρικής και κτηνιατρικά εργαστήρια) και των Περιφερειών (ΔΑΟΚ), έχει προχωρήσει στη θανάτωση περίπου 30.000 αιγοπροβάτων, των περισσότερων από 150 εκτροφών με θετικό κρούσμα.
Επίσης έχει οριοθετήσει τις απαγορευμένες ζώνες (3 και 10 χιλιομέτρων) και έχει απαγορεύσει τις μετακινήσεις αιγοπροβάτων εντός της ελληνικής επικράτειας με σκοπό την πάχυνση και την αναπαραγωγή, καθώς και τις μετακινήσεις αιγοπροβάτων προς σφαγή μέχρι τις 8/11 στις Περιφέρειες Ανατολικής Μακεδονίας - Θράκης, Κεντρικής Μακεδονίας, Θεσσαλίας, Στερεάς Ελλάδας και Πελοποννήσου.
Το μέτρο της απαγόρευσης των σφαγών έχει ξεσηκώσει εύλογες αντιδράσεις από πλευράς των κτηνοτρόφων, που δεν μπορούν να σφάξουν ζώα των οποίων η πάχυνση έχει ολοκληρωθεί, και αυτά στην παρούσα φάση του παραγωγικού κύκλου είναι πολλά, αλλά και αντιρρήσεις καθηγητών των κτηνιατρικών σχολών, καθώς στερείται κάθε επιστημονικό έρεισμα η απαγόρευση των σφαγών π.χ. στην Καλαμάτα, τη στιγμή που σε όλη την Περιφέρεια Πελοποννήσου κρούσματα έχουν εντοπιστεί μόνο στην ΠΕ Κορίνθου.
Υπό την πίεση της μεγάλης όξυνσης του προβλήματος και των συνεπακόλουθων διαμαρτυριών των βιοπαλαιστών κτηνοτρόφων, η κυβέρνηση εξήγγειλε αυξήσεις στο ποσό των αποζημιώσεων έναντι των ζημιών από ζωονόσους. Για παράδειγμα, η αποζημίωση για μια βελτιωμένη προβατίνα αυξήθηκε από τα 150 στα 250 ευρώ.
Πρόκειται για ποσό που δεν επαρκεί για την πλήρη αντικατάσταση του κτηνοτροφικού κεφαλαίου, καθώς ένα τέτοιο ζώο κοστολογείται στα 350 - 400 ευρώ. Βέβαια, σε σχετική κοινοβουλευτική Επίκαιρη Ερώτηση που κατέθεσε το ΚΚΕ στην κυβέρνηση, η απάντηση μέσω του αρμόδιου υπουργού ήταν ότι το συγκεκριμένο ποσό δεν αφορά την αντικατάσταση των ζώων αλλά την αποζημίωση του κτηνοτρόφου που έχασε εισόδημα, και ότι για την αντικατάσταση των ζώων θα υπάρξει πρόγραμμα όπου θα καλύπτει όλο το κόστος το κράτος, με κονδύλια από την ΕΕ.
Σε ό,τι αφορά το ενδεχόμενο εμβολιασμού κατά της ευλογιάς:
Η κυβέρνηση μέχρι στιγμής στέκεται αρνητικά στο ενδεχόμενο έκτακτου εμβολιασμού, που θα μπορούσε να συμβάλει στη μείωση των θανατώσεων, επικαλούμενη τους κανονισμούς της ΚΑΠ. Προβάλλει ως επιχείρημα το πραγματικό γεγονός ότι σε περίπτωση που προχωρήσει σε εμβολιασμό του πληθυσμού των αιγοπροβάτων, τότε θα εντοπίζονται αντισώματα της ευλογιάς στα κτηνοτροφικά προϊόντα και αυτό θα οδηγήσει σε απώλεια του καθεστώτος της «απαλλαγμένης» χώρας (που διατηρείται με το «stamping out»).
Η απώλεια αυτή, με βάση τους κανόνες του διεθνούς εμπορίου και της ΚΑΠ, θα επιφέρει αρνητικές συνέπειες και εμπόδια στις εξαγωγές προϊόντων όπως η φέτα, που επιβάλλονται καθαρά για λόγους ανταγωνισμού, παρά το γεγονός ότι η παρουσία αντισωμάτων ευλογιάς δεν έχει καμία επίπτωση στην ασφάλεια και την ποιότητα των προϊόντων. Δηλαδή το επιχείρημα της κυβέρνησης είναι σύμφωνο με την πολιτική της εξωστρέφειας της κερδοφορίας, της ΕΕ.
Τα ίδια επιχειρήματα είχαν προβληθεί αρχικά και από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ το 2015, όταν η αγελαδοτροφία - βοοτροφία ήρθε αντιμέτωπη με το νόσημα της οζώδους δερματίτιδας, με κρούσματα στο Δέλτα του Εβρου. Πρόκειται για νόσημα που προκαλείται από τον ίδιο ιό (poxvirus) αλλά προσβάλλει τα βοοειδή, για τα οποία εκδηλώνεται σε επίπεδο ΕΕ πολύ μεγαλύτερο οικονομικό ενδιαφέρον σε σχέση με τα αιγοπρόβατα και γύρω από αυτά είναι τεράστια τα οικονομικά συμφέροντα.
Γι' αυτόν τον λόγο, σε εκείνη την περίπτωση, για να αποφευχθεί το ενδεχόμενο εξάπλωσης της νόσου, με προηγούμενο και την τεράστια οικονομική ζημιά που προκλήθηκε από την επιζωοτία του αφθώδους πυρετού την περίοδο 2000 - 2001 στην αγελαδοτροφία - βοοτροφία της Αγγλίας (θανατώθηκαν πάνω από 6,5 εκατομμύρια βοοειδή κ.ά.) και άλλων χωρών της Βόρειας Ευρώπης, η ΕΕ έδωσε άμεσα έγκριση για έκτακτο εμβολιασμό, με εμβόλιο μάλιστα που εισήχθη από τη Νότια Αφρική, με έγκριση «κατά παρέκκλιση» της ισχύουσας νομοθεσίας. Ο εμβολιασμός πραγματοποιήθηκε αρχικά στην ΠΕ Εβρου και στη συνέχεια επεκτάθηκε και σε άλλες περιοχές της Βόρειας Ελλάδας, ενώ σταμάτησε πρόσφατα.
Κάτι αντίστοιχο συνέβη και με τον καταρροϊκό πυρετό των προβάτων. Μόλις η νόσος πέρασε σε χώρες της Βόρειας Ευρώπης, το αρχικά απαγορευμένο εμβόλιο επιτράπηκε από την ΕΕ και γίνεται ακόμα και σήμερα όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες χώρες.
Αντιρρήσεις κατά του εμβολιασμού έναντι της ευλογιάς προβάλλονται για διάφορους λόγους - που δεν είναι αντικείμενο του παρόντος άρθρου - και από επιστήμονες, π.χ. ορισμένους καθηγητές κτηνιατρικών σχολών και κτηνιάτρους - επιδημιολόγους με εμπειρία στις ζωονόσους.
Ωστόσο, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η απόφαση για εμβολιασμό ή όχι μπορεί να λαμβάνει υπόψη της επιστημονικά δεδομένα, δεν παύει να ισχύει ότι σε συνθήκες καπιταλιστικού ανταγωνισμού και διεθνοποιημένης αγοράς δεν είναι μια απόφαση επιστημονική, αλλά καθαρά πολιτική.
Αλλωστε, ανάλογες επιστημονικές αντιρρήσεις κατά του εμβολιασμού υπήρξαν και στις περιπτώσεις της οζώδους δερματίτιδας και του καταρροϊκού πυρετού, αλλά τελικά δεν απέτρεψαν την πολιτική απόφαση υλοποίησής του.
Επίσης, στο ερώτημα αν και σε ποια έκταση θα πρέπει να γίνουν εμβολιασμοί σε περίπτωση εμφάνισης ευλογιάς ή άλλου μεταδοτικού νοσήματος, δεν έχει καμία σχέση με την επιστήμη η προβολή μιας εκ των προτέρων απάντησης που να εφαρμόζεται σε όλες τις περιπτώσεις.
Είναι λοιπόν βέβαιο ότι η πολιτική μη εμβολιασμού, επιβάλλοντας μια σειρά περιορισμούς, ιεραρχεί ως κριτήριο τον ανταγωνισμό για τα κέρδη και όχι την υγεία του ανθρώπου και των ζώων. Είναι επίσης δεδομένο ότι και με τη συγκεκριμένη απόφασή της η κυβέρνηση βάζει πάνω απ' όλα τα συμφέροντα των βιομηχάνων και των μεγαλοεξαγωγέων φέτας.
Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο πρέπει να γίνει αντικείμενο διεκδίκησης η κατάργηση των σχετικών περιορισμών της ΚΑΠ, που βάζουν εμπόδια στον εμβολιασμό έναντι ζωονόσων, όπως η ευλογιά, η πανώλη των αιγοπροβάτων κ.ά., και η κάθε χώρα να έχει τη δυνατότητα να σχεδιάζει και να πραγματοποιεί τον απαιτούμενο κάθε φορά εμβολιασμό, με καθαρά επιστημονικά κριτήρια και χωρίς τις συνέπειες που αναφέρθηκαν παραπάνω.
Σε αντίθετη περίπτωση η εφαρμογή εμβολιασμού, στην οποία δεν αποκλείεται να οδηγηθεί τελικά η κυβέρνηση υπό το βάρος της εξάπλωσης της νόσου, θα πλήξει τους κτηνοτρόφους, στους οποίους είναι βέβαιο ότι θα φορτωθούν όλες οι συνέπειες των προβλέψεων της ΚΑΠ.
Επίσης, ο εμβολιασμός θα πρέπει να πραγματοποιείται από τις κρατικές κτηνιατρικές υπηρεσίες, χωρίς καμία επιβάρυνση των κτηνοτρόφων.
Γενικότερα για τις ζωονόσους:
Στην Ελλάδα όλη την περίοδο από το 2012 εμφανίστηκαν και εξαπλώθηκαν - σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό - μια σειρά ασθένειες των ζώων, όπως η λύσσα (που είναι και ζωοανθρωπονόσος), ο καταρροϊκός πυρετός, η ευλογιά των αιγοπροβάτων, η αφρικανική πανώλη των χοίρων, η οζώδης δερματίτιδα των βοοειδών, η πανώλη των μικρών μηρυκαστικών κ.ο.κ.
Μόνο ο αφθώδης πυρετός δεν έχει εισέλθει ακόμα στη χώρα για να ολοκληρωθεί το «κακό», κάτι πολύ πιθανό να συμβεί, καθώς η συγκεκριμένη νόσος επίσης ενδημεί στην Τουρκία, ενώ η γρίπη των πτηνών, που μεταδίδεται και στον άνθρωπο, έκανε την εμφάνισή της στη Βοιωτία πριν λίγες μέρες, σε μολυσμένα αυγά που εισήχθησαν από τη Βουλγαρία.
Σημειωτέον, η πανώλη των αιγοπροβάτων, που για πρώτη φορά προσέβαλε κοπάδι στο έδαφος χώρας της ΕΕ στη Ρουμανία και διαγνώστηκε - για πρώτη φορά στην ΕΕ - στην Ελλάδα τον περασμένο Ιούλη, έχει ήδη οδηγήσει στη θανάτωση λόγω «stamping out» άνω των 35 χιλιάδων αιγοπροβάτων. Η νόσος φαίνεται ότι πλέον ελέγχεται και περιορίζεται, δηλαδή τα μέτρα εκρίζωσης έφεραν αποτέλεσμα. Βέβαια ο ιός της πανώλης είναι RNA, και γι' αυτόν τον λόγο είναι πολύ λιγότερο μεταδοτικός και ανθεκτικός στο εξωτερικό περιβάλλον απ' ό,τι αυτός της ευλογιάς, που είναι DNA.
Η έξαρση των ζωονόσων αποτελεί συνέπεια:
Είναι χαρακτηριστικό αυτό που συνέβη με το μέτρο 5.2 της ΚΑΠ, με το οποίο δήθεν θα γινόταν η αποκατάσταση του κτηνοτροφικού κεφαλαίου μετά τις τεράστιες απώλειες που προκάλεσαν ο «Daniel» και οι πυρκαγιές στον Εβρο. Ηταν τέτοιοι οι όροι και οι προϋποθέσεις για να μπει κανείς στο μέτρο, που παρά τις συνεχείς παρατάσεις, έναν σχεδόν χρόνο μετά την καταστροφή οι αιτήσεις ένταξης κτηνοτρόφων έμειναν στις 17 σε όλη τη Θεσσαλία, ενώ ήταν μηδέν στον Εβρο, μηδέν και στη Φθιώτιδα.
Αποτέλεσμα: Ο κάθε κτηνοτρόφος να ψάχνει μόνος του να βρει ζώα από όπου να 'ναι, αρκεί αυτά να είναι φτηνά, ώστε να μπορέσει να αποκαταστήσει τη δραστηριότητά του. Και εδώ ακριβώς είναι που οι ζωέμποροι μυρίστηκαν κέρδη και έκαναν στην κυριολεξία πάρτι. Γι' αυτό οι κτηνοτρόφοι πρέπει να κρατάνε μικρό καλάθι μπροστά στις εξαγγελίες της κυβέρνησης ότι το κράτος θα αντικαταστήσει το κτηνοτροφικό κεφάλαιο που χάνεται λόγω ευλογιάς.
Επίσης, στη λογική της «ατομικής ευθύνης», η κυβέρνηση πετάει και σήμερα το μπαλάκι στους κτηνοτρόφους για την τήρηση των μέτρων βιοασφάλειας, όπως περίφραξη των εγκαταστάσεων, σκάψιμο απολυμαντικής τάφρου, χρήση απολυμαντικών για απολυμάνσεις οχημάτων, καταπολέμηση εξωπαρασίτων κ.λπ. Τα μέτρα αυτά τα έχει ανακοινώσει το υπουργείο με δελτία Τύπου, που στη συνέχεια τα αναπαράγουν οι Περιφέρειες, χωρίς όμως να κάνουν κάτι για την υλοποίησή τους.
Για παράδειγμα, απολυμαντικές τάφρους θα μπορούσαν να ανοίξουν οι Περιφέρειες ή οι δήμοι με τα μηχανήματα που διαθέτουν, ή θα μπορούσαν να υλοποιήσουν οργανωμένα προγράμματα απολύμανσης, μυοκτονίας και εντομοκτονίας. Επίσης, ορισμένα μέτρα που απευθύνονται στους κτηνοτρόφους, π.χ. ο «έλεγχος της προέλευσης των ζωοτροφών» που αγοράζουν, είναι σχεδόν αδύνατο να υλοποιηθούν από τους ίδιους χωρίς τη συνδρομή των αρμόδιων υπηρεσιών.
Το 2000 οι κτηνίατροι των κρατικών υπηρεσιών ήταν πάνω από 1.200 και σήμερα είναι ζήτημα αν φτάνουν τους 500. Την περίοδο 2010 - 2020 δεν βγήκε ούτε μία προκήρυξη για μόνιμο κτηνιατρικό προσωπικό. Εκατοντάδες κτηνίατροι αποχώρησαν λόγω συνταξιοδότησης. Αγροτικά κτηνιατρεία και άλλες αντίστοιχες υποδομές έκλεισαν, ελέω μνημονιακών πολιτικών που υπηρέτησαν όλες οι κυβερνήσεις σε συνεργασία με την ΕΕ, το ΔΝΤ και τους άλλους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς. Αρμοδιότητες των κτηνιατρικών υπηρεσιών, όπως τα προγράμματα εκρίζωσης και ελέγχου ζωονόσων, ιδιωτικοποιήθηκαν, κυρίως με τον θεσμό του ιδιώτη «κτηνιάτρου εκτροφής», που ξεκίνησε επί κυβέρνησης Σαμαρά - Βενιζέλου και τον «έτρεξε» πιο φανατικά απ' όλους η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ στη συνέχεια.
Παράλληλα, με μεγάλη ταχύτητα από το 2010 μέχρι σήμερα προχώρησε η αποκοπή των κρατικών κτηνιατρικών υπηρεσιών από την παραγωγή και τα προβλήματα των κτηνοτρόφων, και η μετατροπή τους σε έναν στυγνό μηχανισμό ελέγχου υλοποίησης της ΚΑΠ και σε ληξιαρχεία ζώων. Επαψε ο κρατικός κτηνίατρος να είναι μέσα στα μαντριά, κόπηκε ο «ομφάλιος λώρος» που τον συνέδεε με τον κτηνοτρόφο, γι' αυτό τώρα η κυβέρνηση αναγκάζεται να προσφεύγει μέχρι και στην καταστολή, να πηγαίνει στα μαντριά η αστυνομία ώστε να επιβάλλει τα απαραίτητα μέτρα.
Είναι καθαρό ότι λόγω ΚΑΠ, όποια δωρεάν υπηρεσία μπορεί να παρείχε το κράτος σε προηγούμενη φάση, όπως εμβόλια και προγράμματα ελέγχου των ζωονόσων από τις κρατικές υπηρεσίες, εμπορευματοποιείται και μετατρέπεται σε ακριβοπληρωμένη υπηρεσία. Βέβαια, λόγω μεγάλης μεταδοτικότητας οι ζωονόσοι δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με τη λογική ότι η κάθε μονάδα ελέγχεται από τον δικό της ιδιώτη κτηνίατρο.
Γι' αυτό, άλλωστε, τόσο από την πανώλη όσο και από την ευλογιά χτυπήθηκαν εξίσου με τις μικρές και μεγάλου μεγέθους εκτροφές. Βέβαια οι πιο ευάλωτοι είναι οι μικροί, που τελικά εγκαταλείπουν την κτηνοτροφία. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τους 9 πληγέντες κτηνοτρόφους της Λοκρίδας (επιζωοτία 2023 - 2024) μόνο οι 2 προχώρησαν σε ανασύσταση των κοπαδιών τους.
Αναγκαία και ώριμα είναι τα αιτήματα των κτηνοτρόφων, όπως:
Οι κτηνοτρόφοι να μην εφησυχάζουν. Να οργανωθούν στους Αγροτικούς Συλλόγους και τις Ομοσπονδίες και να διεκδικήσουν την επιβίωσή τους στους δρόμους. Αυτή είναι η μόνη διέξοδος που έχουν μπροστά τους, η διέξοδος του αγώνα και της συμπόρευσης με την εργατική τάξη και τα υπόλοιπα λαϊκά στρώματα, που ταυτόχρονα ανοίγει και την προοπτική για μια διαφορετική οργάνωση της παραγωγής, με κριτήριο την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών. Γιατί σήμερα υπάρχουν οι δυνατότητες να ελέγχονται αποτελεσματικά οι ζωονόσοι, όμως μένουν αναξιοποίητες, καθώς αποτελούν κόστος για το κεφάλαιο, για την πολιτική που θυσιάζει τις κοινωνικές ανάγκες στον βωμό της κερδοφορίας των μονοπωλίων.