Της δημοσιογράφου και συγγραφέα Εύας Νικολαΐδου
Επισκέφτηκε, στο Παρίσι, τις σύγχρονες φυλακές Φλερί - Μεροζί και αυτές της πόλης Ρεν, όπου εκτίουν την ποινή τους οι βαρυποινίτισσες. Συνέχισε την έρευνα στις φυλακές Κορυδαλλού και στον Ελαιώνα Θηβών. Μίλησε με κρατούμενες. Φωτογράφησε το εσωτερικό των φυλακών και κάνει σύγκριση των συνθηκών διαβίωσης και των συστημάτων σωφρονισμού Γαλλίας και Ελλάδας.
Προσπαθεί να ανακαλύψει την αλήθεια για τη ζωή των γυναικών αυτών και περιγράφει στο οπισθόφυλλο του βιβλίου:
Μύριες ανθρώπινες υπάρξεις κλεισμένες σε κελιά. Ψυχικές καταστάσεις πολύπλοκες, αδιέξοδες. Ανεξιχνίαστες υποθέσεις, για αρκετά χρόνια...
Μάνες που μεγαλώνουν τα παιδιά τους μέσα στα κελιά. Ενας κόσμος ασφυκτικός. Μιλάνε οι φυλακισμένες, ξερνώντας ματωμένες εκμυστηρεύσεις και περιμένοντας... ελπίζοντας... ένα θαύμα.
Πώς ζουν μέσα στις φυλακές; Ποιες είναι οι συνθήκες; Τα παράπονά τους; Η καθημερινότητά τους; Δίπλα μια κοινωνία ανελέητη που τις στιγματίζει, ακόμα κι αν έχουν άδικα φυλακιστεί...
Ανάμεσα στα κεφάλαια του βιβλίου υπάρχουν αποσπάσματα από τα «Πέτρινα Πανεπιστήμια», βιβλίο της Κυριακής Α. Καμαρινού (εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή») που μας μεταφέρει στην προσπάθεια μόρφωσης των πολιτικών κρατουμένων από πνευματικούς ανθρώπους συγκρατουμένους τους.
«...Σχετικά με τα φιλολογικά μαθήματα ο κ. Φουντουκίδης ανέφερε πως "το ζητούμενο ήταν το βάθος και η ποιότητα". Ανεξάρτητα από βαθμίδες, πολλά μαθήματα ποίησης και λογοτεχνίας γίνονταν από τους ποιητές και λογοτέχνες που βρίσκονταν ανάμεσα στους εξόριστους.
Την περίοδο 1948 - '52 εξόριστος στον Αη-Στράτη - Μακρόνησο βρισκόταν και ο ηθοποιός Μάνος Κατράκης. Σε τιμητικό αφιέρωμα της κρατικής ελληνικής τηλεόρασης ο Μ. Κατράκης, αυτοβιογραφούμενος, μίλησε για την περίοδο αυτή με πολλή συγκίνηση, αναφερόμενος στην πλούσια μορφωτική και πολιτιστική δραστηριότητα που είχε αναπτυχθεί, τονίζοντας και αξιολογώντας ιδιαίτερα τα ιδεολογικά μαθήματα».
Συνεχίζουμε με μία αφήγηση κρατούμενης από το ίδιο κεφάλαιο...
«Ημουν πολύ νέα, 22 χρόνων, όταν βρέθηκα στη Χίο (από τις 10.3.1948), μετά στο Τρίκερι, στη Μακρόνησο και πάλι πίσω.
Η αίσθηση της εκτόπισης δεν με εγκατέλειψε σχεδόν ποτέ, με τη διαφορά ότι τώρα ήμουν και κοινωνικά εκτοπισμένη... Ακόμα και μετά την εξορία έπρεπε να περνώ κάθε μήνα από την Ασφάλεια, και εκεί, ανάλογα τη διάθεση του κάθε διοικητή, να κρατούμαι για δύο ή τρεις μέρες, αναιτιολόγητα, και στο τέλος η ελευθερία μου να παρατείνεται και πάλι για έναν μήνα. Ημουν προσωρινά ελεύθερη και όπου κι αν έβρισκα δουλειά, είχε κι αυτή το στίγμα της προσωρινότητας. Για σπουδές στο Πανεπιστήμιο ούτε λόγος!
Κι όμως, υπήρξα πολύ καλή μαθήτρια. Το 1958, το Ταμείο Πρόνοιας των Δικηγόρων Αθηνών προκηρύσσει διαγωνισμό για πρόσληψη διοικητικού υπαλλήλου, έρχομαι πρώτη στην έκθεση (που εξεταζόταν) ανάμεσα σε τριάντα άλλες υποψήφιες, αρκετά μικρότερές μου. Πού να ήξεραν ότι εγώ είχα βγάλει ένα άλλο Πανεπιστήμιο, ίσως και ανώτερο, το Πανεπιστήμιο των πολιτικών φυλακών και εξοριών. Βέβαια ούτε τότε αισθάνθηκα ασφαλής, γιατί μονιμοποιήθηκα ουσιαστικά μετά τη μεταπολίτευση, το '79 (βρισκόμουν πάντοτε στα αριστερά της επετηρίδας).
Θα πρέπει να σας πω πως αν και μεγαλωμένη στην Αθήνα και τελειόφοιτος του Γυμνασίου, είχα, όπως σχεδόν όλες μας, στενούς πνευματικούς ορίζοντες. Αλλωστε, εμείς, η νεολαία της Κατοχής, πήραμε ελλιπέστατες γνώσεις στα σχολεία μας. Εγώ, τελείωσα την Ε' και την ΣΤ' τάξεις του Γυμνασίου μέσα σ' ένα σχολικό έτος.
Στην εξορία ήρθα σ' επαφή με την κλασική λογοτεχνία και έμαθα να μελετάω ουσιαστικά. Είχαμε καταφέρει να προμηθευόμαστε παράνομα βιβλία και να τα ανταλλάσσουμε μεταξύ μας. Εκεί πρωτοδιάβασα τη "Μαγεμένη ψυχή" του Ρομαίν Ρολάν, τον Οσκαρ Γουάιλντ, έμαθα για την τεχνοτροπία του Βαν Γκογκ, για τη ζωή και το έργο της Κιουρί κ.ά.