Εχουν πυκνώσει οι γνωστές επικοινωνιακές προσπάθειες της κυβέρνησης να συσκοτίσει το πραγματικό μέγεθος του κινδύνου και τις αιτίες του, όπως επίσης και να δημιουργήσει μια εικόνα «ετοιμότητας» διαχείρισης κρίσεων. Η πραγματικότητα όμως τους διαψεύδει. Η πραγματική αιτία, για το ότι ο λαός είναι απροστάτευτος, δεν είναι τα καιρικά φαινόμενα, αλλά ο συνολικός σχεδιασμός των πόλεων και της αντιπλημμυρικής προστασίας. Εξάλλου, η πιθανότητα αύξησης των έντονων καιρικών φαινομένων θα έπρεπε να λαμβάνεται υπόψη στον σχεδιασμό και όχι να χρησιμοποιείται ως άλλοθι για τις καταστροφές.
Μπορεί οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης να «ανακάλυψαν» τώρα τα μπαζωμένα ρέματα, ότι ο Κηφισός δεν έχει καθαριστεί από το 2002, ότι σχολεία και νηπιαγωγεία είναι χτισμένα πάνω σε ρέματα, όμως είναι γνωστά εδώ και δεκαετίες η άναρχη δόμηση, η τσιμεντοποίηση, το μπάζωμα ρεμάτων. Για παράδειγμα, τα 2/3 περίπου των ανοιχτών ρεμάτων της Αττικής έχουν μπαζωθεί και χτιστεί ή μετατραπεί σε δρόμους.
Η καπιταλιστική ιδιοκτησία στη γη, οι ανταγωνισμοί για τις χρήσεις της και η εμπορευματοποίηση του νερού καθιστούν αδύνατο τον ολοκληρωμένο σχεδιασμό αντιμετώπισης των πλημμυρικών φαινομένων, που πρέπει να ξεκινά απ' την πρόβλεψη και ολοκληρωμένη διαχείριση της χρήσης γης, των βουνών και των δασικών οικοσυστημάτων, του υδρολογικού κύκλου, μέχρι τα αναγκαία έργα υποδομής, να παίρνει υπόψη το σύνολο των επικινδυνοτήτων και συνδυασμένα κριτήρια για την προστασία πληθυσμού και περιβάλλοντος.
Οι όποιες αντιπλημμυρικές παρεμβάσεις, μέχρι σήμερα, δεν έγιναν στο πλαίσιο ενός συνολικού σχεδίου με κριτήριο την ολοκληρωμένη αντιπλημμυρική προστασία σε κάθε υδατικό διαμέρισμα. Είχαν τοπικό χαρακτήρα, μελετιούνταν και υλοποιούνταν αποσπασματικά, με αποτέλεσμα πολλές φορές να μεταφέρεται το πρόβλημα, και μάλιστα οξύτερο, σε άλλες περιοχές. Η κατασκευή έργων που πραγματοποιούνται δεν εξασφαλίζουν την ουσιαστική προστασία. Ορισμένα έργα βασίζονται σε μελέτες που έχουν εκπονηθεί ακόμη και πριν από πολλά χρόνια, χωρίς να έχουν πραγματοποιηθεί επικαιροποιήσεις στα μεγέθη σχεδιασμού. Τα υπάρχοντα σχέδια και μελέτες δεν έχουν λάβει υπόψη τις πρόσφατες πυρκαγιές.
Η κατάσταση είναι αποτέλεσμα της πολιτικής που υλοποιήθηκε από όλες τις κυβερνήσεις μέχρι σήμερα, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ και τις περιφερειακές αρχές. Υλοποιούν τις κατευθύνσεις της ΕΕ, την Οδηγία 2007/60/ΕΚ, που καθορίζει την πολιτική διαχείρισης των πλημμυρικών κινδύνων, η οποία βάζει στο ζύγι του κόστους - οφέλους για το κεφάλαιο το αν θα προχωρήσει ένα αντιπλημμυρικό έργο ή με τι προδιαγραφές θα υλοποιηθεί.
Τα σχέδια που έχουν παρουσιαστεί για την αντιμετώπιση κινδύνων πλημμύρας (σχέδια υπ. Περιβάλλοντος, σχέδια Περιφέρειας Αττικής κ.λπ.), υλοποιούν αυτές τις κατευθύνσεις και δεν αντιμετωπίζουν το πραγματικό μέγεθος της επικινδυνότητας.
Μέρος της ίδιας διαχρονικής πολιτικής είναι η απουσία ολοκληρωμένων μέτρων όπως ο τακτικός έλεγχος, ο καθαρισμός και η συντήρηση υποδομών και δικτύων (π.χ. ολοκληρωμένος καθαρισμός ρεμάτων και φρεατίων, έλεγχος στατικής επάρκειας). Το παράδειγμα του Κηφισού είναι χαρακτηριστικό. Ομολογείται ότι δεν έχει καθαριστεί από το 2002! Οι εργασίες καθαρισμού του που ξεκίνησαν, ακόμη και όταν ολοκληρωθούν, δεν αντιμετωπίζουν τον πλημμυρικό κίνδυνο στις σημερινές συνθήκες, ενώ έχουν εντοπιστεί και προβλήματα διάβρωσης και στατικότητας που αυξάνουν την επικινδυνότητα.
Στο πλαίσιο της μετάθεσης της κρατικής ευθύνης αλλά και της αξιοποίησης των καταστροφών ως πεδίου κερδοφορίας του κεφαλαίου, προωθούνται μέτρα που αφορούν στην «παροχή κινήτρων για ιδιωτική ασφάλιση έναντι πλημμυρών».
Μια ολοκληρωμένη εκτίμηση και πρόληψη κινδύνων θα έπρεπε, επίσης, να λαμβάνει υπόψη συνδυαστικά όλους τους κινδύνους και την αλληλεπίδρασή τους. Ο κίνδυνος από μια πλημμύρα δεν περιορίζεται στην παράσυρση ή στον εγκλωβισμό στα νερά και στις καταστροφές υποδομών. Μεγάλος είναι ο κίνδυνος εκδήλωσης βιομηχανικού ατυχήματος μεγάλης έκτασης σε περιοχές με επικίνδυνες εγκαταστάσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι περιοχές Ασπροπύργου - Ελευσίνας και πλησίον του Κηφισού, όπου λειτουργούν εγκαταστάσεις Seveso. Πολύ σοβαρές μπορεί να είναι οι επιπτώσεις από τη διακοπή λειτουργίας κρίσιμων υποδομών, όπως Ενέργειας, τηλεπικοινωνιών, νοσοκομείων κ.ά., οι κίνδυνοι για τη δημόσια υγεία ακόμη και για μεγάλο διάστημα μετά την πλημμύρα (π.χ. μεταδοτικές ασθένειες, καρδιαγγειακά, προβλήματα κατά την εγκυμοσύνη, όπως αποβολές, ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις, ατυχήματα).
Το 112, που στην πράξη ανάγεται από την κυβέρνηση ως το κύριο μέτρο, δεν μπορεί να εξασφαλίσει την ολοκληρωμένη προστασία του πληθυσμού, όπως έδειξαν τα προηγούμενα χρόνια οι πλημμύρες στη Θεσσαλία και οι πυρκαγιές σε όλη τη χώρα. Τα σχέδια πολιτικής προστασίας, στην καλύτερη περίπτωση, είναι «σχέδια επί χάρτου» και δεν εξασφαλίζουν την πραγματική προστασία του λαού. Οι υπηρεσίες πολιτικής προστασίας παραμένουν υποστελεχωμένες, με ελλιπή μέσα και εξοπλισμό, δεν υπάρχει ουσιαστική ενημέρωση και εκπαίδευση του πληθυσμού, δεν εξασφαλίζονται η διάσωση, η ασφαλής απομάκρυνση και μεταφορά των πολιτών και ειδικότερα ευάλωτων ομάδων, δεν υπάρχουν οδοί μαζικής διαφυγής, ασφαλείς και επαρκείς χώροι καταφυγής, δεν εξασφαλίζεται η παροχή πρώτων βοηθειών και ιατρικής περίθαλψης κ.ά.
Οι εικόνες των εργαζομένων στη Βαλένθια, που δεν έφυγαν νωρίτερα από τη δουλειά τους λόγω της εργοδοτικής πίεσης, είναι εικόνες από το παρελθόν και το μέλλον στη χώρα μας, στην περίπτωση πλημμύρας ή άλλων καταστροφών. Ενώ και στην περίπτωση που σταματά η παραγωγή, οι εργοδότες δεν καλύπτουν το ημερομίσθιο των εργαζομένων, με την ανοχή του κράτους.
Ο μεγάλος ένοχος για τους κινδύνους είναι η ίδια η λειτουργία, ο χαρακτήρας του εχθρικού για τον λαό αστικού κράτους. Είναι η υλοποίηση της αντιλαϊκής πολιτικής που καθορίζει την πολιτική προστασία με το κριτήριο του κόστους - οφέλους για το κέρδος των ομίλων, η πολιτική εμπορευματοποίησης της γης, των δασικών οικοσυστημάτων, των παράκτιων περιοχών, η πολιτική της «πράσινης μετάβασης» της ΕΕ, η πολιτική που ξεζουμίζει τα φτωχά λαϊκά στρώματα και περικόπτει αναγκαίες κρατικές δαπάνες για την προστασία από καταστροφές και κοινωνικές ανάγκες, για να ενισχύει τους επιχειρηματικούς ομίλους.
Το αστικό κράτος εμφανίζεται επιλεκτικά «ανίκανο» όταν πρόκειται για την προστασία του λαού. «Δεν αντέχει» να χρηματοδοτήσει την πολιτική προστασία, αντέχει όμως να δαπανά δισεκατομμύρια για τις ανάγκες του ΝΑΤΟ, να συμμετέχει ενεργά στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς και πολέμους, καθιστώντας τη χώρα στόχο αντιποίνων. Αυτήν την πολιτική υλοποιούν σήμερα η κυβέρνηση της ΝΔ, παίρνοντας τη σκυτάλη από τις προηγούμενες, και οι περιφερειακές και δημοτικές αρχές που εκπροσωπούν τα αστικά κόμματα.
Ουσιαστική προστασία μπορεί να εξασφαλιστεί στο έδαφος του επιστημονικού κεντρικού σχεδιασμού της οικονομίας, με κατοχύρωση της κοινωνικής ιδιοκτησίας στη γη, στους φυσικούς πόρους, στα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής, στις υποδομές, δηλαδή στον σοσιαλισμό. Στον σοσιαλισμό, η παραγωγή, ο χωροταξικός σχεδιασμός, η παρέμβαση του ανθρώπου στη φύση, η υγεία και ασφάλεια εργαζομένων και κατοίκων και η προστασία του περιβάλλοντος καθορίζονται με βάση το κριτήριο της κάλυψης του συνόλου των κοινωνικών αναγκών και όχι το καπιταλιστικό κέρδος. Αυτός ο δρόμος είναι ρεαλιστικός και επίκαιρος. Είναι ο μόνος δρόμος για να ζήσουμε τη ζωή που μας αξίζει.
Για να ανοίξει ο δρόμος γι' αυτήν την ελπιδοφόρα προοπτική, μπαίνουμε μαχητικά μπροστά στην αναμέτρηση με την πολιτική της ΕΕ και όλων των κυβερνήσεων. Οι συγκινητικές εικόνες της γνήσιας λαϊκής αλληλεγγύης στους πληγέντες της Βαλένθιας, της Θεσσαλίας, της Μάνδρας, της Εύβοιας κ.ά., αποδεικνύουν τη δύναμη του οργανωμένου και συλλογικού αγώνα. Δυναμώνουμε την πάλη για: